Η τελετουργία με τα τρακτέρ – Στη μοίρα τους οι αγρότες
01/02/2025Οι κινητοποιήσεις των αγροτών για μία ακόμη χρονιά και η κραυγή αγωνίας τους, για το παρόν και το μέλλον του πρωτογενούς τομέα, είτε άμεσα από κάποιους, είτε υποδορίως από άλλους αντιμετωπίζονται σαν μία γραφική ετήσια, κανονικότητα, η οποία εμφανίζεται ως «εθιμικού τύπου» πρακτική, να πραγματοποιούνται κάθε αρχή του χρόνου, που συμπίπτει με την χαλαρή περίοδο των αγροτικών εργασιών.
Έτσι, οι πορείες με τα τρακτέρ και τα συμβολικά μπλόκα σε περιφερειακούς οδούς, αποτελούν το γνωστό «ντεκόρ», πρωινών τηλεοπτικών εκπομπών και των βραδινών ειδήσεων, όπου για μία ακόμη φορά παρουσιάζεται το αγροτικό πρόβλημα εντελώς αποσπασματικά και επιδερμικά, ενώ πρόκειται για ένα βαθύ και κρίσιμο ζήτημα για την πορεία της χώρας. Αυτές οι αγροτικές κινητοποιήσεις θα έπρεπε αντιθέτως εν μέσω της προϊούσας παρακμής της Ελλάδας και της μη αλλαγής του καταστρεπτικού, παρασιτικού, οικονομικού μοντέλου της, να αποτελέσουν σήμα κινδύνου και την ανάδειξη αυτού του συνεχιζόμενου και ατιμώρητου τελικά, «εθνικού εγκλήματος», που είναι το ξεκλήρισμα της μικρομεσαίας αγροτιάς.
Αγροτιά που υπήρξε ο βασικός πυλώνας της ελληνικής περιφέρειας, αλλά και της παραπαίουσας ελληνικής οικονομίας και αυτό γιατί χωρίς υπερβολή έναν αιώνα, και πλέον από την εξέγερση των αγροτών στο Κιλελέρ, για την κατάργηση των τσιφλικιών στη Θεσσαλία και στην υπόλοιπη Ελλάδα, βρισκόμαστε σήμερα στο ίδιο σημείο της έναρξης αυτού του «εφιαλτικού» κύκλου, για την αγροτική τάξη.
Πανευρωπαϊκό πρόβλημα
Μάλιστα, σήμερα θα πρέπει κανείς να συνυπολογίζει και την τεράστια γεωπολιτική ρευστότητα και τον επικείμενο σκληρό οικονομικό πόλεμο μεταξύ των παγκόσμιων ανταγωνιστικών πόλων και τη δυσχερή θέση της Ε.Ε., η οποία πλέον βρίσκεται χωρίς αντίβαρο μέσα στις «γεωπολιτικές μυλόπετρες». Κανείς άλλωστε δεν μπορεί να ξεχνά τις περσινές πρωτόγνωρες αγροτικές κινητοποιήσεις και στις χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά, με βασικό αίτημα την ανάκληση των αποφάσεων για την περικοπή της επιδότησης του αγροτικού πετρελαίου και την αντιμετώπιση των ισχυρών αυξήσεων του κόστους παραγωγής, καταδεικνύοντας, ότι το αγροτικό πρόβλημα αφορά πλέον όλη την Ευρώπη.
Και αυτό λόγω των αυτοχειριακών πολιτικών της ηγεσίας της ΕΕ, η οποία ως Δον Κιχώτης επιχειρεί να πρωτοστατήσει μονομερώς, αποτελώντας στην πράξη τον «χρήσιμο ηλίθιο» της ιστορίας, στους περιβαλλοντικούς περιορισμούς σε παγκόσμιο επίπεδο την ώρα, που δεν εξασφαλίζεται ουδεμία συναίνεση από τους άλλους ανταγωνιστικούς παγκόσμιους πόλους (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Ινδία, Βραζιλία, Αφρική).
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη δυσμενή θέση των παραγόμενων ευρωπαϊκών προϊόντων έναντι των ισχυρών ανταγωνιστών τους στους υπόλοιπους πλανητικούς πόλους, που τα παράγουν με χαμηλό κόστος παραγωγής. Πέραν του γεγονότος ότι πίσω από τις πολιτικές της λεγόμενης πράσινης μετάβασης κρύβονται τεράστια ολιγοπωλιακά συμφέροντα που τις προωθούν κατάλληλα με τη χρυσόσκονη της «οικολογικής συνείδησης», οι βίαιες αυτές πολιτικές πλήττουν ισχυρά την αγροτική παραγωγή και τη βιωσιμότητα των αγροτών, καθώς και την συνολική διατροφική επάρκεια της ΕΕ και των επιμέρους χωρών της.
Η λεγόμενη πράσινη συμφωνία (Green Deal) δεν αποτελεί μια ευρύτερη δεσμευτική συμφωνία, αλλά είναι απλά μονομερής ευρωπαϊκή πολιτική δήλωση της πολιτικής επιτροπής της ΕΕ για κλιματική ουδετερότητα αυτής ως το 2050, ενώ πλέον με τα εκτελεστικά διατάγματα Trump για απόσυρση από τη συμφωνία του Παρισιού και τις ευθείες απειλές για επιβολή δασμών και στα ευρωπαϊκά αγροτικά προϊόντα, δημιουργείται ένα χαώδες πλαίσιο ανταγωνιστικότητας.
Και αν αυτές οι σκληρές συνθήκες πλήττουν και τις χώρες του Βορρά, που μέσω της ΚΑΠ τις προηγούμενες δεκαετίες εισέπρατταν ανισομερώς τεράστια κονδύλια σε βάρος των χωρών του Νότου, γίνεται αντιληπτό πόσο τραγική είναι η κατάσταση στην ελληνική αγροτική τάξη που αποτελεί διαχρονικά τον πυλώνα της αναιμικής ελληνικής οικονομίας και της περιφερειακής ανάπτυξης της χώρας.
Οι αγρότες κάτω από τον οδοστρωτήρα
Ο προηγηθείς μνημονιακός «οδοστρωτήρας» είχε δραματικές επιπτώσεις στον αγροτικό τομέα, παγιώνοντας τις συνθήκες της οξύτατης «νεοκολληγοποίησης» της πλειοψηφίας της αγροτικής τάξης. Το μεγαλύτερο μέρος της Ελληνικής γης είναι υποθηκευμένο στις «ορέξεις» των σύγχρονων «μεγαλοτσιφλικάδων», δηλαδή των συστημικών τραπεζών, χωρίς κανένας να έχει ασχοληθεί με ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της νεότερης Ελλάδας, αυτό της πώλησης αντί «πινακίου φακής» της Αγροτικής Τράπεζας.
Γιατί, αν εξαιρέσει κανείς κάποιες «ανοιξιάτικες λιακάδες» στον σκληρό αγώνα επιβίωσης της αγροτικής τάξης, κυρίως στην δεκαετία του 1980, το «αγροτικό ζήτημα» καταδεικνύει, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, τις έντονες στρεβλώσεις του Ελληνικού περιφερειακού καπιταλιστικού συστήματος, με την απουσία οποιασδήποτε σοβαρής οραματικής εθνικής αγροτικής ανάπτυξης, σε όλη την περίοδο από την σύσταση του Ελληνικού Κράτους.
Διαφορετικά, δεν υπήρχε το λεγόμενο «Ελληνικό αγροτικό παράδοξο», όπου μια κατεξοχήν αγροτική Χώρα, η Ελλάδα, να είναι ελλειμματική στο αγροτικό ισοζύγιο, με ετήσιο έλλειμμα, που αγγίζει πλέον τα 7 δις ευρώ, καταδεικνύοντας τις εγκληματικές πολιτικές της παρασιτικής οικονομικής ολιγαρχίας και του πολιτικού προσωπικού, που κυβέρνησε την Χώρα διαχρονικά, έναντι της αγροτικής τάξης και της ανάπτυξης του πρωτογενούς οικονομικού τομέα.
Ειδικότερα όμως, οι ευθύνες των κυβερνήσεων των τελευταίων δεκαετιών, είναι τεράστιες, αφού δεν έκαναν, έστω και σ’ αυτή την ιστορικά καταστροφική φάση για την Ελλάδα, το αυτονόητο εθνικό καθήκον για την Ελληνική οικονομία και την Σωτηρία του Λαού: να ενισχύσουν στοχευμένα τον πρωτογενή αγροτικό τομέα, δημιουργώντας συνθήκες καταπολέμησης της τρομακτικής ανεργίας, με ανάπτυξη μικρομεσαίων ανταγωνιστικών βιομηχανιών διατροφικών προϊόντων, με πρώτο στόχο την κάλυψη των διατροφικών αναγκών του Ελληνικού Λαού και την μείωση του αγροτικού ελλείμματος. Αντ’ αυτού, έχουμε φτάσει στο σημείο να εισάγονται σχεδόν όλα τα αγροτικά προϊόντα και να αυξάνεται συνεχώς το αγροτικό έλλειμμα.
Αντί να ενισχυθεί στοχευμένα ο πρωτογενής τομέας στη χώρα μας μέσα από οικονομικό σχεδιασμό, έτσι ώστε να είναι σε θέση να είναι ανταγωνιστικός και να καλύπτει τις διατροφικές ανάγκες του ελληνικού λαού, ουδεμία σοβαρή μέριμνα υπήρξε επ’ αυτού από το εξαρτημένο και ελλιποβαρές πολιτικό προσωπικό εξουσίας των τελευταίων δεκαετιών. Η κατάσταση αυτή επιδεινώθηκε δραματικά και από την καταστροφή του Daniel του θεσσαλικού κάμπου. Αντί μάλιστα αυτή η καταστροφή να μετατραπεί σε ευκαιρία για μια ολιστική παραγωγική ανασυγκρότηση, επικρατούν δυστυχώς οι πελατειακές μικροπολιτικές της Κυβέρνησης της ΝΔ.
Η τελευταία φέρει βαρύτατο ιστορικό βάρος για την μη αλλαγή του οικονομικού προτύπου της χώρας από τον διάχυτο παρασιτισμό, που έχει καλύψει τα πάντα, αφού έχει ψαλιδίσει ήδη μεγάλο μέρος των χρημάτων του Ταμείου Ανάκαμψης, που ενώ οι πόροι του θα έπρεπε να οδηγηθούν στη δημιουργία ανταγωνιστικών δομών της χώρας και ενός άλλου οικονομικού προτύπου, διοχετεύονται στα διαπλεκόμενα κανάλια της παρασιτικής οικονομικής ολιγαρχίας, γιγαντώνοντας περαιτέρω τον καταστρεπτικό παρασιτισμό για την Ελλάδα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι εξαιτίας της ακολουθούμενης ανερμάτιστης ταξικής οικονομικής πολιτικής της, η χώρα τα τελευταία χρόνια έχει απωλέσει πλέον του 30% του ζωικού κεφαλαίου της με συνεχή φθίνουσα πορεία, λόγω και των εμφανισθέντων πολλαπλών ασθενειών (ευλογιά, πανώλη κλπ.). Αυτές οι πολιτικές χωρίς υπερβολή αγγίζουν πλέον τα όρια του «εθνικού εγκλήματος».
Η κυβέρνηση θάβει την ελληνική γεωργία
Το οδυνηρό όμως συμπέρασμα για τη χώρα είναι το γεγονός, ότι δεν είναι, ότι μόνο η κυβέρνηση της ΝΔ, στην πράξη «θάβει» τον πρωτογενή τομέα, ενώ θα έπρεπε να είναι η πρώτη επιλογή της η αλλαγή της παρασιτικής πορείας της χώρας, αλλά και το ότι το σύνολο του υπόλοιπου κομματικού συστήματος δεν προτείνει στον δημόσιο διάλογο μία συνοπτική, ρεαλιστική, ολιστική πρόταση ανάταξης του αγροτικού τομέα, που αποτελεί αναμφισβήτητα και τον πρώτο παράγοντα για την ουσιαστική αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας.
Ένα εθνικό στρατηγικό σχέδιο, που θα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων, σύγχρονες υποδομές, με προτεραιότητα στα ποιοτικά και βιολογικά προϊόντα, σύνδεση της παραγωγής και του χωραφιού με την μεταποίηση, μέσω ισχυρών συνεταιρισμών και άλλων μορφών συλλογικής δράσης, μετατροπή της Ελλάδος σε κέντρο γενετικού παραγωγικού υλικού και αποτροπή της «νεοκολλιγοποίησης», μέσω της συλλογικής αξιοποίησης της δημόσιας γης (εκκλησιαστική – μοναστηριακή περιουσία, διακατεχόμενες εκτάσεις, δάση και ερημοποιημένα τμήματα).
Σε αυτή την μεγάλη πρόκληση, η αγροτική τάξη, η οποία συνεχώς φυλλοροεί, οφείλει, να αποτινάξει την πάγια πολιτική χειραγώγησή της από τα κόμματα και να πρωτοστατήσει, ανακαλύπτοντας, έστω και τώρα, που βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο, τις επαναστατικές ρίζες της, που ξεκινούν από το Κιλελέρ με «πυξίδα» την αναφορά του Νίκου Καζαντζάκη στην «Ασκητική»: «Να λες εγώ μονάχος θα σώσω τη γη, αν δεν σωθεί εγώ θα φταίω», επαναπροσδιορίζοντας έτσι το καθήκον απέναντι στον εαυτό της και την Ελλάδα.