Κινδυνεύει το αμερικανικό σύστημα από το αποτέλεσμα των εκλογών;
06/11/2024Εδώ και μεγάλο διάστημα οι πένες έχουν πάρει φωτιά, ειδικοί, αναλυτές, ΜΜΕ, έχουν διαλυθεί στις αναλύσεις και κατακλυσμούς εικασιών, στρατιές έχουν κατασκηνώσει δε έξω από τα στρατηγεία των υποψηφίων, τον Λευκό Οίκο και όπου αλλού. Οι εκλογές είναι η πρώτη είδηση σε όλο τον κόσμο, ενώ η “πλύση εγκεφάλων” που έχουμε δεχτεί, έχει αρχίσει να καίει τα μοτέρ των “πλυντηρίων” από τις αμέτρητες στροφές ενημέρωσης. Η καθημερινότητα και τα προβλήματα σε όλον τον πλανήτη δια μαγείας εξαφανίστηκαν και η μοναδική έννοια είναι οι εκλογές!
Παντού κυριαρχεί το ερώτημα: Ποιος θα είναι ο επόμενος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών; Ο νικητής θα είναι το αμερικανικό σύστημα, εκτιμώ, και ας ακούγεται κλισέ, δεν είναι όμως. Οι πλούσιοι θα γίνουν πλουσιότεροι, οι φτωχοί φτωχότεροι και εκτός από τα έπιπλα, ίσως, αλλάξουν και οι ένοικοι του Λευκού Οίκου. Τι θα γίνει την επόμενη μέρα των εκλογών στις ΗΠΑ; Θα ζήσουν αυτοί καλύτερα, και όλοι οι υπόλοιποι, καλά. Θνητοί γαρ, μεγάλα ζόρια!
Τα μέσα ενημέρωσης που υποστηρίζουν τη Χάρις ισχυρίζονται ότι μια νίκη του Τραμπ θα επιστρέψει τον κόσμο στις σκοτεινές δεκαετίες του 1930, όταν το δόγμα “η ισχύς είναι δικαίωμα” οδήγησε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αντίθετα, τα φιλοτραμπικά ΜΜΕ προειδοποιούν ότι, μια νίκη της Χάρις θα μπορούσε να οδηγήσει τις ΗΠΑ σε μια υποβαθμισμένη τριτοκοσμική εκδοχή. H σκέψη ότι οι ΗΠΑ, ίσως, βρίσκονται ήδη σε τροχιά παρακμής ή κινδυνεύουν να μετατραπούν σε μια υπερδύναμη του παρελθόντος, δεν περνά από το μυαλό κανενός – κι αν περάσει, απορρίπτεται αμέσως!
Ελάχιστοι, ωστόσο, αναρωτιούνται ποια προεδρική θητεία θα επιβραδύνει ή θα επιταχύνει την πιθανή παρακμή της Αμερικής, αν και πολλοί συμφωνούν πως το μέλλον ανήκει στην Κίνα, με τις ΗΠΑ σε ρόλο ακόλουθου στη νέα παγκόσμια τάξη. Στη δεκαετία του 1920, βιομήχανοι όπως ο Άρμαντ Χάμερ, πίστευαν ότι το μέλλον ανήκε στην ανερχόμενη Σοβιετική δύναμη και στον «νέο σοσιαλιστικό άνθρωπο» που διαμόρφωνε. Στη δεκαετία του 1930, αεροπόροι όπως ο Τσαρλς Λίντμπεργκ, θεωρούσαν τη Γερμανία ως την ανερχόμενη παγκόσμια δύναμη και τον βασικό ρυθμιστή της ανθρώπινης μοίρας. Τη δεκαετία του 1960, οι προσδοκίες είχαν στραφεί στην Ιαπωνία, ενώ τη δεκαετία του 1970 οι φουτουριστές έβλεπαν τη Γαλλία, ως πιθανό ηγετικό παράγοντα για το μέλλον.
Σήμερα, ορισμένοι αναλυτές μιλούν για μια νέα πολυπολική παγκόσμια τάξη, όπου οι ΗΠΑ θα αποτελούν έναν από πολλούς πόλους. Ωστόσο, μια τέτοια ανάλυση είναι εσφαλμένη εκ φύσεως, καθώς οι πόλοι αντιστοιχούν σε δύο αντίθετα σημεία που ισορροπούν, για να προσφέρουν σταθερότητα στο σύστημα. Παρόλα αυτά, οι ΗΠΑ συνεχίζουν να είναι το “αναντικατάστατο έθνος”, εδώ και τουλάχιστον έναν αιώνα.
Πόσο διαφέρουν Τραμπ και Χάρις;
Οι πόλεμοι στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή δεν φαίνεται ότι θα τελειώσουν χωρίς την καθοδήγηση της Ουάσιγκτον, στηριγμένη στη στρατιωτική, οικονομική και ήπια ισχύ που, καμία άλλη χώρα, δεν μπορεί να προσφέρει αυτή τη στιγμή. Το ίδιο ισχύει και για τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται στη δομή των Ηνωμένων Εθνών και των θεσμών τους, όπως και την επιτακτική ανάγκη αναθεώρησης των παγκόσμιων κανόνων εμπορίου.
Σχετικά με τις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου, το ερώτημα είναι εάν οι προτάσεις των δύο υποψηφίων για αυτά τα ζητήματα, διαφέρουν ή εάν είναι απλώς μία από τα ίδια. Οι προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, όπως είχε παρατηρήσει ο στρατηγός Ντε Γκολ, σπάνια αφορούν συγκεκριμένες πολιτικές. «Είναι ένα ραντεβού μεταξύ ενός ανθρώπου και ενός έθνους», έλεγε (σήμερα είναι μιας γυναίκας ή ενός άνδρα).
Η τρέχουσα προεδρική εκστρατεία στις ΗΠΑ έχει επικεντρωθεί περισσότερο στις προσωπικότητες των υποψηφίων, παρά στις πολιτικές τους. Ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων, Ντόναλντ Τραμπ, πρόβαλε τον εαυτό του ως προσωπικότητα αντί ως πολιτικό, με την εκστρατεία του να έχει τη μορφή ενός μονόλογου γύρω από τον εαυτό του, μαζί με όλα τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά του. Κάλεσε δε, τους ψηφοφόρους να τον κρίνουν ατομικά, “επιβάλλοντας” ταυτόχρονα, την δική του ατζέντα, ιδίως αυτήν του φόβου των επεισοδίων, σε περίπτωση ενός αποτελέσματος με οριακή διαφορά. Ενδιαφέρον είναι ότι οι αντίπαλοί του, συμπεριλαμβανομένης της Χάρις, παγιδεύτηκαν σε αυτήν την προσέγγιση και αντέτειναν προσωπικές επιθέσεις – πρωτοφανείς για τα αμερικανικά εκλογικά χρονικά.
Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Τραμπ απέφυγε να θίξει ζητήματα. Το έκανε με έμμεσο τρόπο, προχωρώντας σε αναφορές που εστιάζουν σε συγκεκριμένα ζητήματα, χωρίς ωστόσο να τα αναλύει σε βάθος. Οι αντίπαλοί του χαρακτήρισαν αυτή τη μέθοδο ως “παράθεση ψεμάτων”, υποστηρίζοντας ότι η δική τους αλήθεια υπερέχει της αφήγησης του Ρεπουμπλικάνου υποψηφίου.
“Η Τέχνη της Συμφωνίας”
Αυτή η στάση βοήθησε τον Τραμπ, πείθοντας τους υποστηρικτές του ότι είναι “ένας από εμάς”, ένας αντισυστημικός υποψήφιος, που μοιράζεται τις δυσκολίες και τις φιλοδοξίες τους. Bέβαια, ο Τραμπ είχε συστηθεί το ευρύ κοινό με το βιβλίο του η “Η Τέχνη της Συμφωνίας” (1987), ένα αυτοβιογραφικό έργο που αναλύει τις επιχειρηματικές του στρατηγικές και πρακτικές.
Στο βιβλίο, ο Τραμπ συνδυάζει προσωπικές ιστορίες και παραδείγματα για να επιδείξει τις μεθόδους που χρησιμοποίησε στις διαπραγματεύσεις και τις εμπορικές του συμφωνίες, επισημαίνοντας δύο βασικές αξίες: Τη «νίκη» και τον αυτοπροσδιορισμό μέσω της επιτυχίας. Το βιβλίο χωρίζεται σε δύο μέρη: το πρώτο περιγράφει μια τυπική εβδομάδα στη ζωή του Τραμπ, ενώ το δεύτερο αναλύει έντεκα στρατηγικές για επιτυχείς συμφωνίες, όπως η προετοιμασία και η ανάπτυξη σχέσεων.
Η “Η Τέχνη της Συμφωνίας” δεν προσφέρει μόνο επιχειρηματικές συμβουλές, αλλά αποκαλύπτει και τη φιλοσοφία του Τραμπ για την επίτευξη στόχων, η οποία επηρεάζει την πολιτική του προσέγγιση. Η κατανόηση των συμφερόντων των άλλων και η επιθετική διαπραγμάτευση διαγράφουν το στυλ του Τραμπ και στην πολιτική του δράση, ιδίως στις διεθνείς σχέσεις. Το βιβλίο είναι προάγγελος της πολιτικής του ιδεολογίας, συνδυάζοντας επιχειρηματική πρακτικότητα με μια σκληρή προσέγγιση στις δημόσιες σχέσεις, αποδεικνύοντας πώς η επιτυχία στον επιχειρηματικό κόσμο επηρεάζει και τις πολιτικές του στρατηγικές.
Η Χάρις, από την άλλη πλευρά, έμπλεξε σε έναν ιστό αντιφάσεων, με μακροσκελείς προτάσεις και πολλά χαμόγελα, σε σημείο που, όσο περισσότερο την άκουγαν, τόσο λιγότερα μάθαιναν για τον εαυτό της. Δεν υιοθέτησε εντελώς το έργο του Μπάιντεν, χωρίς ωστόσο να μπορεί να το απορρίψει. Φλέρταρε με την ιδέα να παρουσιαστεί ως ειδικός στην πολιτική, αλλά αναγκάστηκε να υποχωρήσει, προσπαθώντας να δημιουργήσει μια συμμαχία μειονοτήτων με διαφορετικά, αν όχι αντικρουόμενα, ενδιαφέροντα και προσδοκίες.
Ο Τραμπ, με τους ατελείωτους μονολόγους του, εξιστορούσε στους ψηφοφόρους όλο και περισσότερα για τον εαυτό του. Η Χάρις, αντίθετα, μιλούσε, μάλλον, για να κρύψει τον εαυτό της. Οι αντίπαλοι του Τραμπ τον κατηγορούν για εγωκεντρισμό και επαινούν την αλτρουιστική συμπεριφορά της Χάρις. Ωστόσο, ο εγωκεντρισμός του Τραμπ είναι αυθεντικός, ενώ ο αλτρουισμός της Χάρις είναι, μάλλον, ψεύτικος. Επιπλέον, η παρέμβαση του Ομπάμα στην εκστρατεία, έβλαψε παρά βοήθησε τη Χάρις, δημιουργώντας σύγχυση γύρω από την παλιά-νέα εικόνα, που προσπαθούσε να κατασκευάσει.
Απειλείται το αμερικανικό σύστημα;
Ωστόσο, η τρέχουσα εκλογική διαδικασία δεν ξέφυγε από τα συνηθισμένα κλισέ του “ιστορικού” και του “κρίσιμου” χαρακτήρα των αμερικανικών εκλογών. Οι ψηφοφόροι καλούνται να επιλέξουν μεταξύ δύο αφηγημάτων για το μέλλον των ΗΠΑ, τα οποία παρουσιάζονται ως ριζικά αντίθετα αλλά, ίσως δεν διαφέρουν τόσο όσο φαίνεται.
Η Χάρις ενσαρκώνει την επιστροφή στην πολιτική ορθότητα και την παραδοσιακή διπλωματία, υποσχόμενη σταθερότητα και συνεργασία, ιδίως με τους παραδοσιακούς συμμάχους των ΗΠΑ. Από την άλλη, ο Τραμπ εξακολουθεί να επικαλείται την εθνική υπερηφάνεια και την αυτονομία, αρνούμενος να συμμορφωθεί με τις συνήθεις διεθνείς πρακτικές, παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως υπέρμαχο της ισχυρής, ανεξάρτητης, Μεγάλης Αμερικής. Η ιδεολογική αυτή σύγκρουση, όμως, μπορεί να κρύβει βαθύτερες ομοιότητες. Παρά τις αντιπαραθέσεις, και οι δύο πλευρές εξυπηρετούν το ίδιο θεμελιώδες σύστημα εξουσίας, προσαρμόζοντας τις θέσεις τους ανάλογα με τις συνθήκες της εποχής.
Το εκλογικό αποτέλεσμα δεν θα επιφέρει ριζική αλλαγή στο αμερικανικό σύστημα. Οι ΗΠΑ παραμένουν ηγέτιδα δύναμη με αντοχές, ακόμα και μέσα από τις κρίσεις και τις αλλαγές στην ηγεσία. Παρά την όποια ρητορική του “τέλους της αμερικανικής ισχύος”,
η δομή και οι θεσμοί της χώρας είναι τέτοιοι που η ισχύς αυτή διατηρείται σταθερή.
Έτσι, ανεξάρτητα από το αν ο Τραμπ ή η Χάρις κερδίσει, το αμερικανικό σύστημα θα συνεχίσει να λειτουργεί και να επηρεάζει τις διεθνείς εξελίξεις. Η νίκη του ενός ή του άλλου, απλώς θα σηματοδοτήσει μια διαφοροποίηση στο στυλ της ηγεσίας, αλλά όχι απαραίτητα στην ουσία της αμερικανικής πολιτικής. Είναι άλλωστε παρατεταμένη η επιρροή των ΗΠΑ και ο διαχρονικός τους ρόλος στη διεθνή σκηνή. Η επόμενη ημέρα θα αναδείξει τον νικητή των εκλογών, αλλά το μεγάλο παιχνίδι των ισχυρών δυνάμεων και των ισορροπιών εξουσίας θα συνεχίσει ακάθεκτο, όπως ακριβώς συμβαίνει εδώ και δεκαετίες.