Με το νέο Σύμφωνο Μετανάστευσης η ΕΕ μετατρέπει την Ελλάδα σε απέραντο hot spot
27/02/2020Αναφορικά με το μεταναστευτικό, το πολιτικό ζήτημα για την κυβέρνηση εντοπίζεται στις έντονες αντιδράσεις στα νησιά (μεσοπρόθεσμα και στην ηπειρωτική χώρα). Το παράλληλο “αόρατο” πρόβλημα, όμως, εξελίσσεται στις Βρυξέλλες με τα όσα περιέχει το Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου και με την απόρριψη σχεδόν όλων των ελληνικών αιτημάτων.
Πηγές με γνώση του σχεδιασμού πολιτικής και των πρώτων αποφάσεων της Κομισιόν, υπό την πρόεδρο Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, σημειώνουν πως, πέρα από τις διπλωματικές αβρότητες και τα εγκώμια για τη νέα ελληνική νομοθεσία, τα μηνύματα προς την Αθήνα είναι αρνητικά ως προς τα ουσιώδη θέματα. Πρώτα απ’ όλα, στο επίπεδο των υπηρεσιακών παραγόντων, ξεκαθαρίζεται πως δεν πρόκειται να υπάρξει υποχρεωτικός μηχανισμός μετεγκατάστασης στο νέο Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου, όπως δικαίως και διακαώς επιθυμεί η ελληνική κυβέρνηση.
Προστίθεται ότι εκτός ενδεχόμενων μεταβατικών διατάξεων, είναι ανεδαφική η εμμονή στην προώθηση υποχρεωτικού μηχανισμού, επειδή θα παραβίαζε τον πυρήνα της πολιτικής ασφάλειας και δικαιοσύνης των εθνικών κυβερνήσεων, και άλλωστε θα αποτύγχανε στην πράξη. Προς το παρόν, η Κομισιόν δίνει έμφαση αφενός στην ενίσχυση των ελέγχων στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, αφετέρου στη στενότερη συνεργασία με τρίτες χώρες της Κεντρικής Ασίας και της Βόρειας Αφρικής, από τις οποίες προέρχεται η συντριπτική πλειονότητα των μεταναστών (και όχι προσφύγων).
Και οι δύο άξονες πολιτικής φαινομενικά είναι θετικοί για τα ελληνικά συμφέροντα, καθώς ελπίζεται ότι θα υπάρξουν ταυτόχρονη μείωση των εισόδων και αύξηση των επιστροφών παράνομων μεταναστών. Στην πραγματικότητα, όμως, δεν επιτρέπεται μεγάλη αισιοδοξία. Η ενίσχυση των εξωτερικών συνόρων θα συνοδεύεται από περισσότερες δεσμεύσεις των χωρών πρώτης υποδοχής, όπως η Ελλάδα. Επίσης, οι επιστροφές, αν και έχουν κάπως αυξηθεί, θα απαιτήσουν μεγάλο χρόνο και δεν θα εξισορροπήσουν τις συνέπειες των μεγάλων εισροών.
Απόρριψη ελληνικών προτάσεων
Χαρακτηριστικό της στάσης των υπηρεσιακών παραγόντων στις Βρυξέλλες είναι το γεγονός ότι απορρίπτουν τις ελληνικές προτάσεις ακόμα και για τη λεγόμενη “ημερήσια βίζα” στα νησιά, προς διευκόλυνση του θερινού τουριστικού ρεύματος από τα τουρκικά παράλια. Υποστηρίζουν ότι, στην καθημερινή πρακτική, μπορεί να υπάρξει σύγχυση μεταξύ μεταναστών και τουριστών (κατά κανόνα Τούρκων, Αμερικανών και Βρετανών πολιτών), απορρίπτοντας μάλιστα την προεργασία που είχε κάνει ο Δημήτρης Αβραμόπουλος, πριν από τη λήξη της θητείας του.
Παράλληλα, οι πρώτες κινήσεις της Κομισιόν για την επεξεργασία και υιοθέτηση του νέου Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου δείχνουν ότι οι προτάσεις της θα ομοιάζουν, σε απελπιστικό βαθμό, με όσα έχουν διαρρεύσει για τις προθέσεις της Γερμανίας. Ναι μεν θα διευκολυνθούν η Ελλάδα και οι άλλες χώρες πρώτης υποδοχής ως προς το 5% ή το 10% των αιτούντων που θα λάβουν τελικά άσυλο, αφού με την απόφαση χορήγησής του σε κεντρικό επίπεδο σταδιακά θα μεταφερθεί μικρός αριθμός σε χώρες-μέλη που θα συναινέσουν.
Από την άλλη πλευρά, όμως, για το υπόλοιπο 90-95% (που δεν θα τους χορηγηθεί άσυλο) δεν θα υπάρχει καμιά ευρωπαϊκή δέσμευση. Χωρίς να ομολογείται, δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι θα εγκλωβιστούν στην Ελλάδα, με τις γνωστές συνέπειες για τους ίδιους, για τη σταθερότητα, την εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια και την κοινωνική γαλήνη της χώρας.
Σύμφωνο Μετανάστευσης γερμανικών προσδιαγραφών
Η ταύτιση της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν με τις απόψεις του Βερολίνου δεν εξηγείται απλοϊκά μόνον με τη γερμανική υπηκοότητά της. Οφείλεται και στην έξυπνη πολιτική της Καγκελαρίας, που έσπευσε να εξασφαλίσει την καταρχήν συμφωνία των περισσότερων χωρών-μελών της ΕΕ στο σχέδιό της. Αναφορικά με τις προτάσεις του Βερολίνου, αρνητικός είναι και ο παράγοντας του μεγάλου χρόνου που θα μεσολαβήσει μέχρι την επίσημη κατάθεσή τους (μετά την ανάληψη καθηκόντων της γερμανικής προεδρίας την 1η Ιουλίου) και μέχρι τη συζήτηση και πιθανότατη υιοθέτησή τους, ίσως κατά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Οκτωβρίου.
Ως τότε, η ελληνική πλευρά δεν θα μπορεί να ελπίζει ούτε σε ελάχιστη διευκόλυνσή της. Διαψεύδονται έτσι οι προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί στην ελληνική κυβέρνηση για στήριξή της μετά τη συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με την καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ τον περασμένο Αύγουστο και μετά τις συνομιλίες με τον Γερμανό υπουργό Εσωτερικών Χορστ Ζέεχοφερ στην Αθήνα τον περασμένο Οκτώβριο.
Ταυτόχρονα, συνεχίζονται εκ μέρους της Κομισιόν και της Γερμανίας οι διαμαρτυρίες για τις χαρακτηριζόμενες ως “δευτερογενείς ροές” μεταναστών από το ελληνικό έδαφος προς τις γειτονικές βαλκανικές χώρες, απ’ όπου υφίσταται κίνδυνος διάχυσής τους στην κεντρική Ευρώπη. Η πραγματικότητα, πάντως, είναι ότι οι ροές αυτές είναι πολύ μικρές και πως οι ελληνικές Αρχές είναι απόλυτα συνεργάσιμες με τις αρμόδιες ευρωπαϊκές.