Μια συγγνώμη άντε και μια παραίτηση, και καθαρίσαμε…
03/03/2023Ο τόπος έχει μνήμη που στην συνάντηση της με την τελετουργία της πολιτικής, διαμορφώνουν τις αντιλήψεις των ανθρώπων και συγκροτούν ταυτότητες και μια σαφή “κοινωνική μνήμη”. Από την παχυδερμική αδιαφορία, στο πρόσφατο παρελθόν, για τις ορατές και μετρήσιμες συνέπειες από τις ασκούμενες πολιτικές, έχουμε περάσει τα τελευταία δύο χρόνια σε έναν πληθωρισμό αιτήσεων “συγγνώμης”. Μπορεί να μην ακούστηκε η συγγνώμη από τον πρωθυπουργό στην δήλωση του για την τραγωδία στα Τέμπη, ακούστηκε όμως από τους Καραμανλή-Γεραπετρίτη.
Όμως, ούτε στην μία, ούτε στην άλλη περίπτωση-στάση, αντιμετωπίσθηκαν τα προβλήματα στην καθημερινότητα των πολιτών και θεραπεύτηκαν οι αιτίες που τα προκαλούν. Στην πρώτη περίπτωση, της αδιαφορίας, ο καταλογισμός υπήρξε άμεσος και καταγράφηκε στο εκλογικό αποτέλεσμα των εκλογών της 7ης Ιουλίου 2019.
Στην δεύτερη και καθώς καταγράφονται ευθύνες και αβελτηρίες που θα μπορούσαν να αποφευχθούν, δημιουργείται και αναπτύσσεται μια “κουλτούρα της συγγνώμης”, με προφανή σκόπευση να αποτραπεί η συγκρότηση στην συνείδηση του πολιτικού σώματος ενός υποστρώματος δυσαρέσκειας, ικανού να διαταράξει πολιτικές ισορροπίες που φάνταζαν παγιωμένες. Σε αντίθεση με ό,τι υπολογίζουν και εικάζουν οι spin doctors, στην πολιτική η αιτούμενη “συγγνώμη” δεν είναι πάντοτε πράξη αρετής και εκδήλωση πολιτικής γενναιοφροσύνης, ικανή να λειτουργήσει απελευθερωτικά και καταπραϋντικά στο θυμικό ενός εξοργισμένου πολίτη.
Πολύ περισσότερο εάν αυτός έχει υποστεί και βιώσει τις οδυνηρές επιπτώσεις της κυβερνητικής ευήθειας και αβελτηρίας, καθώς οι προειδοποιήσεις για επικείμενη τραγωδία στο σιδηροδρομικό δίκτυο της χώρας ήταν πολλές και αγνοήθηκαν. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, η “συγγνώμη” προσλαμβάνεται και ερμηνεύεται ως αυτό που πραγματικά είναι. Ως απόπειρα απόσεισης ευθυνών και προστασίας όσων είναι υπόλογοι για πράξεις, παραλείψεις και αστοχίες, που κατατρύχουν και δυναστεύουν τις ζωές των πολλών.
Η κουλτούρα της συγγνώμης
Εκεί που θα έπρεπε να υπάρχει αυστηρός έλεγχος και κολασμός των ημαρτημένων η “κουλτούρα της συγγνώμης”, όταν αυτή μάλιστα είναι κυρίαρχο στοιχείο στην ρητορική και πρακτική των κεφαλών της Πολιτείας και της Εκτελεστικής Εξουσίας, συγκαλύπτει στρεβλώσεις, αδυναμίες και προφανή ελλείμματα παντός είδους και διαιωνίζει καταστάσεις υπονομευτικές ενός αποτελεσματικού και ρωμαλέου κράτους, που κήδεται της ζωής και της ευημερίας των πολιτών του.
Όταν όλα είναι αποτέλεσμα και συνδυασμός των κακών περιστάσεων και της απρόβλεπτης συγκυρίας και δεν αναγνωρίζεται η καταστροφική συνδρομή ανθρωπογενών παραγόντων, τότε και η “συγγνώμη” παύει να έχει και οποιονδήποτε παιδαγωγικό και παραδειγματικό χαρακτήρα.
Πολύ πριν ο Μαξ Βέμπερ διατυπώσει τον Ιανουάριο του 1919 την αξιωματική θέση του για την ηθική του καθήκοντος και της ευθύνης, η λαϊκή σοφία είχε αποφανθεί για τις επιπτώσεις της “συγγνώμης” στην έκλειψη του φιλότιμου. Του φιλότιμου που είναι η πεμπτουσία της ευθύνης και του στρατευμένου καθήκοντος υπέρ του άλλου και του γενικού καλού, χωρίς την προσδοκία ανταμοιβής και προσωπικού οφέλους. Αυτή η κατάσταση γενικευμένης και παραλυτικής ανοχής που τείνει να είναι ο κανόνας στο ελληνικό κράτος, δεν αντιμετωπίζεται ούτε με τις αιτούμενες “συγγνώμες”, ούτε και με παραιτήσεις απόλυτα έκθετων αξιωματούχων, όπως στην περίπτωση του Καραμανλή.
Στο σημείο που έχουν φθάσει τα πράγματα, ίσως εκείνη η κυνική παραδοχή του αντιμέτωπου με το αδιανόητο ναυάγιο της Πάρου Κώστα Σημίτη, «αυτή είναι η Ελλάδα», να είναι ένα ισχυρό κίνητρο δράσης με σχέδιο και σαφή πολιτική προτεραιοτήτων, για όλους όσοι αρνούνται να αποδεχθούν, ότι αυτή είναι η μοίρα αυτού του τόπου.