Να μην ζυγίζει λιγότερο η δημοκρατία στην Κύπρο
12/08/2023Τα όσα διαδραματίσθηκαν με την εκδήλωση του δήμου Αμμοχώστου και την πρόσκληση προς το ψευδοδήμαρχο της κατεχόμενης πόλης να παραστεί, έχουν επιβεβαιώσει πως υπάρχει ανάγκη για μια άλλη προσέγγιση στο εθνικό θέμα. Η πρόσκληση, η μη συμμετοχή στο τέλος, του ψευδοδημάρχου Σουλεϊμάν Ουλουτσιάι έχει συζητηθεί. Θα πρέπει επ’ αυτού να σημειωθεί πως ο συγκεκριμένος δεν είναι “αξιωματούχος” λόγω του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά της επιβολής των κατοχικών δεδομένων.
Είναι σαφές πως κάποιοι οι οποίοι παρουσιάζονται να υποστηρίζουν την προσέγγιση με τους Τουρκοκύπριους, στηρίζουν αυτή τη στάση τους στην εν μέρει νομιμοποίηση των κατοχικών δεδομένων. Από την αποδοχή θεσμών της αποσχιστικής οντότητας μέχρι και την προώθηση ενός σεναρίου, που εν πολλοίς επικαλείται “διαπραγματευτικό κεκτημένο”. Είναι η καλύτερη συνταγή νομιμοποίησης των αποτελεσμάτων της εισβολής και της συνεχιζόμενης κατοχής.
Η συνύπαρξη οικοδομείται σε σύγχρονες βάσεις του κράτους και της κοινωνίας. Λειτουργίες δημοκρατικές και χωρίς περιορισμούς, που υποτάσσουν τις ελευθερίες στις στρατηγικές επιδιώξεις της κατοχικής δύναμης ή των οποιωνδήποτε τρίτων πλην των πολιτών αυτής της χώρας. Είναι σαφές πως επιβάλλεται μια άλλη προσέγγιση, που είναι εναρμονισμένη με την λειτουργία ενός κανονικού κράτους, που είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σε αυτά τα πλαίσια, μετά από μια συμφωνία στο Κυπριακό, οι αποφάσεις του κράτους πρέπει να λαμβάνονται στη βάση πολιτικών, ιδεολογικών κριτηρίων και όχι της εθνικής προέλευσης, καταγωγής. Αυτό προϋποθέτει και τη συγκρότηση κοινών κομμάτων είτε κοινών πολιτικών και ιδεολογικών πλατφορμών, στις οποίες θα συμμετάσχουν οργανωμένα σχήματα και να κατέρχονται μαζί στις εκλογές.
Στη δημοκρατία, οι διαφωνίες είναι πολιτικές και ιδεολογικές. Μ’ αυτόν τον τρόπο ξεπερνιέται και η όποια στρεβλωτική προσέγγιση μπορεί να δοθεί στον όρο “πολιτική ισότητα”. Και προφανώς δεν θα χρειάζεται να αναζητούνται “ειδικές πλειοψηφίες” και βέτο που θα “σκοτώνουν” την λειτουργία του κράτους. Ούτε θα υπάρχουν ψήφοι (όπως η μια “θετική ψήφος”), που θα ζυγίζουν περισσότερο κι από τη δημοκρατία. Αυτά είναι συνταγή κατάρρευσης του κράτους.
“Να συζητηθεί” η… κυριαρχική ισότητα
Όλοι αυτοί, οι οποίοι παρουσιάζονται υπέρ της “συνύπαρξης με τους Τουρκοκύπριους”, θεωρούν πως αυτό θα πρέπει να γίνεται εξ αποστάσεως. Και να λειτουργεί σε βάρος δικαιωμάτων. Να είναι όλα χωριστά και να υπάρχει κάπου ένα κοινό σημείο αναφοράς, που στην περίπτωση μας έχει ονομαστεί Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, στην οποία έχουν φορτώσει τόσες διαχωριστικές ρυθμίσεις, που παραπέμπει σε δυο οντότητες, που κινούνται σε ένα παράλληλο σύμπαν. Δεν τολμούν να αγγίξουν ζητήματα, που δεν θα είναι, στο τέλος, διαχωριστικά, τα οποία δημιουργεί η κατοχή, γιατί θα χαλάσει το δικό τους αφήγημα. Το κράτος πρέπει να εξυπηρετεί τους πολίτες και τα συμφέροντα της χώρας. Της δικής μας, όχι άλλης, τρίτης
Ενόψει του γεγονότος ότι η τουρκική πλευρά επιμένει σε μια εκ προοιμίου αναγνώριση της αποσχιστικής οντότητας, παρατείνοντας το αδιέξοδο μέχρι να υποταχθούν όλοι στις αξιώσεις της, οι επιλογές δεν είναι πολλές. Είτε παραμένει η ελληνική πλευρά “κολλημένη”σε μια αδιέξοδη πορεία, που εδραιώνει την κατοχή, είτε θα αναζητηθεί μια διέξοδος από την βαθμηδόν πορεία νομιμοποίησης των τετελεσμένων.
Είναι αλήθεια πως η Κυπριακή Δημοκρατία από το 1960 και εντεύθεν και η ελληνική κυπριακή κοινότητα πριν την ανεξαρτησία, δεν διαμόρφωσαν μια ολοκληρωμένη πολιτική για τους Τουρκοκύπριους. Αυτό συμβαίνει διαχρονικά. Αυτό, όμως, μπορεί να αλλάξει.
Η προσέγγιση, η συνύπαρξη δεν μπορεί να επιτευχθεί με προσεγγίσεις αιχμάλωτες διαχωριστικών ρυθμίσεων.
Την ίδια ώρα, παρακολουθούμε βασικούς εκφραστές αυτών των λογικών, που θεωρούν ότι διαμορφώνουν την κοινή γνώμη, να έχουν αρχίσει να αναπτύσσουν ένα αφήγημα πως “ναι μεν δεν θα δεχθούμε δυο κράτη”, αλλά υπό κάποιες προϋποθέσεις η κυριαρχική ισότητα μπορεί να συζητηθεί! Και μπορεί στο τέλος και να βαπτισθεί «πολιτική ισότητα». Είναι έτοιμοι, δηλαδή, να περάσουν από καυδιανά δίκρανα.