Νικητής και πάλι ο «πολιτικός χουλιγκανισμός»
06/07/2018Οι συζητήσεις στην Βουλή είναι γενικά βαρετές κι αυτές που αφορούν την οικονομία ακόμη περισσότερο. Η σημερινή, όμως, παραήταν. Και ο λόγος είναι πολύ απλός. Δεν είχε κανέναν λόγο να γίνει, τουλάχιστον έτσι όπως έγινε. Η συζήτηση έδειξε, ωστόσο, κάτι: ότι τα κόμματα επιμένουν στον «πολιτικό χουλιγκανισμό», αδιαφορώντας ουσιαστικά για τις εξοντωτικές θυσίες, στις οποίες έχει υποβληθεί η ελληνική κοινωνία, με ευθύνη, όχι ίση βεβαίως, όλων των πολιτικών παρατάξεων.
Τη συζήτηση προκάλεσε ο Μητσοτάκης. Ο Τσίπρας την χαρακτήρισε «δώρο», γιατί του έδωσε, εν μέσω ευρωπαϊκών ευσήμων, την δυνατότητα να επαναλάβει το αφήγημά του, αυτό που ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης αποκαλεί «ψέμα». Από την άποψη αυτή η πρόκληση της συζήτησης δεν προσκόμισε πολιτικά κέρδη στην αξιωματική αντιπολίτευση.
Ανεξαρτήτως της ερμηνείας που κάνει ο καθένας, τα γεγονότα είναι πεισματάρικα, έχουν την ιδιότητα της αντικειμενικής ύπαρξής τους. Αυτό τουλάχιστον ισχύει όσο δηλώνουμε πίστη στον ορθολογικό τρόπο σκέψης. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί, λοιπόν, ότι η Ελλάδα, τον Αύγουστο του 2018, με «καθαρό» ή με «βρόμικο» τρόπο, βγαίνει από το καθεστώς των μνημονίων. Όπως επίσης, κανείς δεν μπορεί να παραγνωρίσει ότι αυτή η έξοδος, «καθαρή» ή «βρόμικη», δίνει στην Ελλάδα -έστω και περιορισμένο- δημοσιονομικό χώρο, ο οποίος επιτρέπει στις παραγωγικές τάξεις, σε όλους μας, να δούμε για πρώτη φορά μετά από οκτώ χρόνια, χωρίς να είμαστε κολλημένοι με τη πλάτη στον τοίχο, «τι θα κάνουμε».
Αυτό είπε ο Μίχαλος, ο οποίος διαγράφτηκε από την ΝΔ, αυτό λένε επαγγελματικές ενώσεις, και σιωπηρά ή δυνατά αυτό λέει και η πλειονότητα των Ελλήνων, ανεξαρτήτως κομματικής προέλευσης και παραταξιακού προσανατολισμού. Αυτός που δεν το λέει είναι ο «κομματικός στρατός» των αντιπολιτευόμενων στην κυβέρνηση κομμάτων. Από την άλλη πλευρά, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι για την περίοδο μετά την «καθαρή» ή «βρόμικη» έξοδο θα υπάρχει ενισχυμένη επιτήρηση, μια επιτήρηση που δεν είναι η ίδια με εκείνη που είχαν άλλες χώρες που βγήκαν από προγράμματα, αλλά πιο αυστηρή.
Ακόμη και αυτή όμως, η ενισχυμένη επιτήρηση απέχει πολύ από το να αποτελεί «τέταρτο» μνημόνιο, καθώς δεν συνοδεύεται από το γνωστό ασφυκτικό πλέγμα των μνημονίων. Το έχει διαψεύσει ο Μοσκοβισί, το έχουν πει και εκπρόσωποι ευρωπαϊκών θεσμών, οι οποίοι στο παρελθόν είχαν θεοποιηθεί από την ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Σήμερα, οι ίδιοι αυτοί θεσμοί χαρακτηρίζονται «ψεύτες», επειδή αυτό υπαγορεύει η κομματική σκοπιμότητα.
Κανείς δεν μπορεί να παραγνωρίσει, επίσης, ότι η Ελλάδα έχει δεσμευτεί για υπερβολικά πρωτογενή πλεονάσματα. Η κυβέρνηση πανηγυρίζει επειδή για την ώρα πιάνει τους στόχους, αλλά δεν λέει ότι αυτά προκύπτουν από την υπέρμετρη φορολογία, η οποία έχει πλήξει υπέρ του δέοντος τα μεσαία στρώματα. Η αντιπολίτευση έχει δικαιολογημένα κάνει σημαία την υψηλή φορολογία, αλλά όταν εξειδικεύει την συζήτηση περί μείωσης της φορολογίας ζητάει μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων, άντε και μείωση του ΕΝΦΙΑ, ο οποίος είναι φόρος ιδιοκτησίας.
Σε κάθε περίπτωση όμως, και αυτό έχει θιγεί και από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, τα προβλεπόμενα πλεονάσματα είναι υψηλά και τροχοπέδη για την ανάπτυξη. Ουσιαστικά, είναι σαν να δένεις μια σιδερένια μπάλα στο πόδι κάποιου και να του ζητάς να τρέξει κατοστάρι. Δεν είναι τυχαίο ότι τα τελευταία χρόνια έχουμε αλλεπάλληλες αναθεωρήσεις προς τα κάτω των προβλέψεων για τον ρυθμό ανάπτυξης.
Πινκ πονκ η ρητορική της έντασης
Αν και η συζήτηση ήταν για την οικονομία πολλές αναφορές έγιναν εκατέρωθεν για την Συμφωνία των Πρεσπών. Στο θέμα αυτό, ωστόσο, η ρητορική της έντασης άλλαξε στρατόπεδο. Ο πρωθυπουργός κατηγόρησε τον Μητσοτάκη ότι είναι όμηρος μίας «ακροδεξιάς φατρίας» που ηγείται του κόμματός του. Φυσικά και υπάρχουν στην ΝΔ άτομα, τα οποία απέχουν πολύ από την μετριοπαθή, λαϊκή-πατριωτική Δεξιά του Καραμανλή.
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η ΝΔ είναι ένα ακροδεξιό κόμμα, ούτε φυσικά ότι όποιος αντιδρά για τη Συμφωνία των Πρεσπών είναι απαραίτητα ακροδεξιός. Φυσικά και πήγαν και ακροδεξιοί στα συλλαλητήρια για την Μακεδονία, αλλά είναι θλιβερό και επικίνδυνο να αφήνεται να εννοηθεί πως οι εκατοντάδες χιλιάδων διαδηλωτών είναι ακροδεξιοί και εθνικιστές. Ουσιαστικά, με τον τρόπο αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει το μεγαλύτερο δώρο στην Ακροδεξιά, χαρίζοντάς της πολίτες που δεν έχουν καμία σχέση μαζί της.
Για τα συλλαλητήρια ισχύει ό,τι ίσχυε και με όσους είχαν συγκεντρωθεί το 2015 για να διαμαρτυρηθούν εναντίον του εκβιασμού που ασκούσαν οι ισχυροί της Ευρωζώνης. Δεν ήταν μόνο Συριζαίοι που γέμισαν τις πλατείες της αντίστασης και είπαν το μεγάλο ΟΧΙ στο δημοψήφισμα.
Σε ανάλογους τόνους ήταν και οι αναφορές στο μεταναστευτικό, με τον πρωθυπουργό να κατηγορεί τον Μητσοτάκη ότι ταυτίζεται «με την ακροδεξιά του Όρμπαν και του Κουρτς, της Ευρώπης φρούριο, που υψώνει τείχη σε κυνηγημένους». Και εδώ, βεβαίως, η ρητορική έπρεπε να χαϊδέψει τα αυτιά ενός σκληρού κομματικού πυρήνα, ο οποίος, στο πλαίσιο ενός κακώς εννοούμενου διεθνισμού, θεωρεί πως οποιοδήποτε μέτρο ανάσχεσης των μεταναστευτικών ροών αποτελεί ακροδεξιά πολιτική! Η πραγματικότητα, όμως, είναι πολύ διαφορετική από τις ιδεοληψίες ορισμένων.
Εν κατακλείδι, αμφότεροι οι δύο μονομάχοι επιδόθηκαν σε διαξιφισμούς με έντονους χαρακτηρισμούς, προσβλέποντας στην ικανοποίηση των κομματικών στρατών. Μας έδωσαν έτσι και το στίγμα της ακραίας πόλωσης που αναμένεται κατά την μακρά ή κατ’ άλλους σύντομη προεκλογική περίοδο.