Ο “επιθανάτιος ρόγχος” της αγροτικής τάξης
15/11/2025
Αν οι μέχρι τώρα κινητοποιήσεις των αγροτών αντιμετωπίζονταν από την εξουσία, αλλά και από την πλειονότητα της κοινωνίας, ως μία ετήσια κανονικότητα, η οποία εμφανίζονταν ως “εθιμικού τύπου” πρακτική, που συμπίπτει με την χαλαρή περίοδο των αγροτικών εργασιών (συνήθως Φεβρουάριος), οι φετινές αγροτικές κινητοποιήσεις εν μέσω των μηνών Οκτωβρίου-Νοεμβρίου, όντας η πιο κρίσιμη χρονική περίοδος για εντατικές εργασίες, προκειμένου να διασφαλιστεί η παραγωγή της επόμενης χρονιάς, δείχνουν το πλήρες αδιέξοδο και την απελπιστική κατάσταση του αγροτικού κόσμου.
Αναδεικνύουν περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, εν μέσω της προϊούσας παρακμής της Ελλάδας, λόγω της μη αλλαγής του καταστρεπτικού, παρασιτικού, οικονομικού μοντέλου της, το συνεχιζόμενο και ατιμώρητο τελικά “εθνικό έγκλημα”, που είναι οι πολιτικές που οδηγούν στο ξεκλήρισμα της μικρομεσαίας αγροτιάς. Αγροτιά που υπήρξε ο βασικός πυλώνας της ελληνικής περιφέρειας, αλλά και της παραπαίουσας ελληνικής οικονομίας. Χωρίς υπερβολή, έναν αιώνα και πλέον από την εξέγερση των αγροτών στο Κιλελέρ, για την κατάργηση των τσιφλικιών στη Θεσσαλία και στην υπόλοιπη Ελλάδα, βρισκόμαστε σήμερα στο ίδιο σημείο της έναρξης αυτού του “εφιαλτικού” κύκλου της αναλογικής “νεοκολληγοποίησης” της αγροτικής τάξης.
Οι οδυνηρές αυτές συνθήκες επιτάθηκαν χωρίς αμφιβολία από το ξέσπασμα του τεράστιου σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ, όπου τα πάσης φύσεως αρπακτικά και τρωκτικά της κομματοκρατικής εξουσίας κατασπάραξαν τον κρισιμότατο αυτό θεσμό για την ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής στη χώρα, αναδεικνύοντας τον οχετό και τη δυσωδία ενός δύσμορφου τέρατος, που αναπτύχθηκε και ανδρώθηκε από τον συνδυασμό του οικονομικού παρασιτισμού και της νοσηρής κομματοκρατίας, που οδηγεί στον κλεπτοκρατισμό.
Πρόκειται για ένα οργανωμένο σύστημα – μηχανισμό “εγκληματικής οργάνωσης”, που λειτουργούσε ανενόχλητο για πολλά χρόνια, σύμφωνα με την έρευνα της ευρωπαϊκής εισαγγελίας, με τρομακτική όμως διόγκωση και διάλυση του ΟΠΕΚΕΠΕ από το 2021 και μετά. Για αυτό υπάρχουν δραματικές πολιτικές, αλλά και ποινικές ευθύνες των ηγεσιών του ΟΠΕΚΕΠΕ των τελευταίων χρόνων, που άλλαζαν σχεδόν ανά χρόνο, αλλά και των αντίστοιχων υπουργών Αγροτικής Ανάπτυξης που ανέχθηκαν, αν όχι συμμετείχαν, σε αυτό το εκτεταμένο δίκτυο προκλητικής κατασπατάλησης των ευρωπαϊκών πόρων, κάτι που τελικά ήταν γνωστό σε όλους, τόσο στις τοπικές κοινωνίες, όσο και στις εκάστοτε διοικήσεις του ανωτέρω οργανισμού, του αντίστοιχου υπουργείου και του επιτελείου του Μαξίμου.
Ο ΟΠΕΚΕΠΕ αποτελεί σίγουρα την κορυφή του παγόβουνου πολλών αντίστοιχων κλεπτοκρατικών μηχανισμών, που έχουν στήσει διάφοροι διαπλεκόμενοι “χρυσοκάνθαροι”, με τις ευλογίες ή την ανοχή της πολιτικής εξουσίας και της παρασιτικής “οικονομικής ολιγαρχίας”, που λυμαίνονται ξεδιάντροπα το δημόσιο χρήμα, την ώρα που οι οικονομικές ανισότητες των Ελλήνων πολιτών γιγαντώνονται και η ελληνική οικονομία συνεχίζει την πορεία της στα βράχια, χωρίς κανένα ανταγωνιστικό παραγωγικό πλαίσιο.
Πρόκειται για το μείζον ζήτημα των φανερών ή αφανών κλεπτοκρατικών μηχανισμών οικονομικής διασπάθισης σε κρίσιμους τομείς (γεωργικές ενισχύσεις, ΕΣΠΑ, ταμείο ανάκαμψης, δημόσιοι πόροι κλπ.) που καταλήγουν με αδιαφάνεια στα χέρια μίας μικρής διαπλεκόμενης μερίδας της παρασιτικής, οικονομικής ολιγαρχίας, που λυμαίνεται τη χώρα και ενισχύεται από διάφορους διαπλεκόμενους – κρατικοδίαιτους “χρυσοκάνθαρους”, που έχουν δημιουργήσει ένα νέο κοινωνικό στρώμα, αυτό των “εισοδηματιών από δημόσιο χρήμα”. Η γενικευμένη αυτή κλεπτοκρατία φαίνεται πλέον, ότι αποτελεί οργανικό στοιχείο της σημερινής κυβέρνησης και του “επιτελικού κράτους” Μητσοτάκη ως “γνήσια θεραπαινίδα” της παρασιτικής οικονομικής ολιγαρχίας του τόπου, που λυμαίνεται τον εθνικό πλούτο σε βάρος της πλειοψηφίας του λαού μας, αλλά και του παρόντος και του μέλλοντος του Ελληνισμού.
Το αγροτικό πρόβλημα αγγίζει και την Ευρώπη
Και όλα αυτά πραγματοποιούνται εν μέσω της τεράστιας γεωπολιτικής ρευστότητας και του σκληρού οικονομικού πολέμου μεταξύ των παγκόσμιων ανταγωνιστικών πόλων, όπου η Ε.Ε. βρίσκεται σε δυσχερή θέση, χωρίς ουσιαστικό αντίβαρο μέσα στις “γεωπολιτικές μυλόπετρες”. Κανείς άλλωστε δεν μπορεί να ξεχνά τις πρόσφατες πρωτόγνωρες αγροτικές κινητοποιήσεις και στις χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά, με βασικό αίτημα την ανάκληση των αποφάσεων για την περικοπή της επιδότησης του αγροτικού πετρελαίου και την αντιμετώπιση των ισχυρών αυξήσεων του κόστους παραγωγής, καταδεικνύοντας, ότι το αγροτικό πρόβλημα αφορά πλέον όλη την Ευρώπη, λόγω και των αυτοχειριακών πολιτικών της ηγεσίας της Ε.Ε.
Η τελευταία, ως Δον Κιχώτης, επιχειρεί να πρωτοστατήσει μονομερώς, αποτελώντας στην πράξη τον “χρήσιμο ηλίθιο” της ιστορίας, στους περιβαλλοντικούς περιορισμούς σε παγκόσμιο επίπεδο, την ώρα που δεν εξασφαλίζεται ουδεμία συναίνεση από τους άλλους ανταγωνιστικούς παγκόσμιους πόλους (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Ινδία, Βραζιλία, Αφρική). Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη δυσμενή θέση των παραγόμενων ευρωπαϊκών προϊόντων έναντι των ισχυρών ανταγωνιστών τους στους υπόλοιπους πλανητικούς πόλους, που τα παράγουν με χαμηλό κόστος παραγωγής.
Και αν αυτές οι σκληρές συνθήκες πλήττουν και τις χώρες του Βορρά, που μέσω της ΚΑΠ τις προηγούμενες δεκαετίες εισέπρατταν ανισομερώς τεράστια κονδύλια σε βάρος των χωρών του Νότου, γίνεται αντιληπτό πόσο τραγική είναι η κατάσταση στην ελληνική αγροτική τάξη, που δεν μπορεί καν να εισπράξει, λόγω των αθλιοτήτων που διαπράχθηκαν στον ΟΠΕΚΕΠΕ, έστω αυτές τις μειωμένες ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, που αποτελούν στοιχειώδη προϋπόθεση για την παραμονή των αγροτών στα χωράφια τους, αφού σε παγκόσμιο επίπεδο η αγροτική παραγωγή επιδοτείται.
Ο προηγηθείς μνημονιακός “οδοστρωτήρας” είχε δραματικές επιπτώσεις στον αγροτικό τομέα, παγιώνοντας τις συνθήκες της οξύτατης “νεοκολληγοποίησης” της πλειοψηφίας της αγροτικής τάξης. Το μεγαλύτερο μέρος της Ελληνικής γης είναι υποθηκευμένο στις “ορέξεις” των σύγχρονων “μεγαλοτσιφλικάδων”, δηλαδή των συστημικών τραπεζών και των διαφόρων κερδοσκοπικών funds, που ουσιαστικά είναι οι αφανείς θυγατρικές αυτών, χωρίς κανένας να έχει ασχοληθεί, μέχρι τώρα, με ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της νεότερης Ελλάδας, αυτό της πώλησης αντί “πινακίου φακής” της Αγροτικής Τράπεζας.
Η ευθύνη των ελληνικών κυβερνήσεων
Γιατί, αν εξαιρέσει κανείς κάποιες “ανοιξιάτικες λιακάδες” στον σκληρό αγώνα επιβίωσης της αγροτικής τάξης, κυρίως στην δεκαετία του 1980, το “αγροτικό ζήτημα” καταδεικνύει, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, τις έντονες στρεβλώσεις του Ελληνικού περιφερειακού καπιταλιστικού συστήματος, με απουσία οποιασδήποτε σοβαρής οραματικής εθνικής αγροτικής ανάπτυξης, σε όλη την περίοδο από την σύσταση του Ελληνικού Κράτους. Διαφορετικά, δεν θα υπήρχε το εντεινόμενο “Ελληνικό αγροτικό παράδοξο”, όπου μια κατεξοχήν αγροτική χώρα, η Ελλάδα, είναι ελλειμματική στο αγροτικό ισοζύγιο, με ετήσιο έλλειμμα, που αγγίζει πλέον τα 7 δις ευρώ!!!, καταδεικνύοντας τις εγκληματικές πολιτικές της παρασιτικής οικονομικής ολιγαρχίας και του πολιτικού προσωπικού, που κυβέρνησε την Χώρα διαχρονικά, έναντι της αγροτικής τάξης και της ανάπτυξης του πρωτογενούς οικονομικού τομέα.
Ειδικότερα όμως, οι ευθύνες των κυβερνήσεων των τελευταίων δεκαετιών, είναι τεράστιες, αφού δεν έκαναν, έστω και σ’ αυτή την ιστορικά καταστροφική φάση για την Ελλάδα, το αυτονόητο εθνικό καθήκον για την Ελληνική οικονομία και την Σωτηρία του Λαού: να ενισχύσουν στοχευμένα τον πρωτογενή αγροτικό τομέα, δημιουργώντας συνθήκες καταπολέμησης της τρομακτικής ανεργίας, με ανάπτυξη μικρομεσαίων ανταγωνιστικών βιομηχανιών διατροφικών προϊόντων, με πρώτο στόχο την κάλυψη των διατροφικών αναγκών του Ελληνικού Λαού και την μείωση του αγροτικού ελλείμματος. Αντ’ αυτού, έχουμε φτάσει στο σημείο να εισάγονται σχεδόν όλα τα αγροτικά προϊόντα και να αυξάνεται συνεχώς το αγροτικό έλλειμμα.
Αντί να ενισχυθεί στοχευμένα ο πρωτογενής τομέας στη χώρα μας μέσα από οικονομικό σχεδιασμό, έτσι ώστε να είναι σε θέση να είναι ανταγωνιστικός και να καλύπτει τις διατροφικές ανάγκες του ελληνικού λαού, ουδεμία σοβαρή μέριμνα υπήρξε επ’ αυτού από το εξαρτημένο και ελλιποβαρές πολιτικό προσωπικό εξουσίας των τελευταίων δεκαετιών, πλην της ενίσχυσης των πελατειακών και χειραγωγικών σχέσεων με τον αγροτικό κόσμο. Η κατάσταση αυτή επιδεινώθηκε δραματικά και από την καταστροφή του Daniel του θεσσαλικού κάμπου. Αντί μάλιστα αυτή η καταστροφή να μετατραπεί σε ευκαιρία για μια ολιστική παραγωγική ανασυγκρότηση, επικράτησαν δυστυχώς οι πελατειακές μικροπολιτικές της Κυβέρνησης της ΝΔ.
Η τελευταία φέρει βαρύτατο ιστορικό βάρος για την μη αλλαγή του οικονομικού προτύπου της χώρας από τον διάχυτο παρασιτισμό, που έχει καλύψει τα πάντα, έχοντας κατασπαταλήσει ήδη το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων του Ταμείου Ανάκαμψης, οι πόροι του οποίου θα έπρεπε να οδηγηθούν στη δημιουργία ανταγωνιστικών δομών της χώρας και ενός άλλου οικονομικού προτύπου. Αντί αυτού, διοχετεύθηκαν και διοχετεύονται στα διαπλεκόμενα κανάλια της παρασιτικής οικονομικής ολιγαρχίας, γιγαντώνοντας περαιτέρω τον καταστρεπτικό παρασιτισμό για την Ελλάδα.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι εξαιτίας της ακολουθούμενης ανερμάτιστης ταξικής οικονομικής πολιτικής της στον πρωτογενή τομέα, η χώρα τα τελευταία χρόνια έχει απωλέσει πλέον του 30% του ζωικού κεφαλαίου της, με συνεχή αυξανόμενη ένταση, λόγω και των εμφανισθέντων πολλαπλών ασθενειών που δεν αντιμετωπίζονται έγκαιρα, λόγω της πλήρους αποδιοργάνωσης των αντιστοίχων υπηρεσιών (ευλογιά, πανώλη κλπ.). Αυτές οι πολιτικές χωρίς υπερβολή αγγίζουν πλέον τα όρια του “εθνικού εγκλήματος”.
Πριν από τον “επιθανάτιο ρόγχο” η αγροτική τάξη
Το μεγάλο πρόβλημα για τη χώρα δεν είναι μόνο ότι η κυβέρνηση της ΝΔ στην πράξη “έχει θάψει” τον πρωτογενή τομέα, ενώ θα έπρεπε να είναι η πρώτη της επιλογή η ενίσχυση αυτού μέσω του σχεδίου αλλαγής του παρασιτικού οικονομικού μοντέλου της χώρας, αλλά και ότι το λοιπό κομματικό σύστημα δεν προτείνει στον δημόσιο διάλογο μία συνοπτική, ρεαλιστική, ολιστική πρόταση ανάταξης του αγροτικού τομέα, που αποτελεί αναμφισβήτητα και τον πρώτο παράγοντα για την ουσιαστική αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας.
Ένα εθνικό στρατηγικό σχέδιο, που θα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων, σύγχρονες υποδομές, με προτεραιότητα στα ποιοτικά και βιολογικά προϊόντα, σύνδεση της παραγωγής και του χωραφιού με την μεταποίηση, μέσω ισχυρών συνεταιρισμών και άλλων μορφών συλλογικής δράσης, μετατροπή της Ελλάδος σε κέντρο γενετικού παραγωγικού υλικού και αποτροπή της “νεοκολληγοποίησης”, μέσω της συλλογικής αξιοποίησης της δημόσιας γης (εκκλησιαστική – μοναστηριακή περιουσία, διακατεχόμενες εκτάσεις, δάση και ερημοποιημένα τμήματα).
Σε αυτή την ιστορική συγκυρία, η αγροτική τάξη λίγο πριν τον “επιθανάτιο ρόγχο της”, οφείλει τουλάχιστον να αποτινάξει την πάγια πολιτική χειραγώγησή της από τα κόμματα εξουσίας και να πρωτοστατήσει, ανακαλύπτοντας, έστω και τώρα, που βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο, τις επαναστατικές ρίζες της, που ξεκινούν από το Κιλελέρ με “πυξίδα” την αναφορά του Νίκου Καζαντζάκη στην “Ασκητική”: «Να λες εγώ μονάχος θα σώσω τη γη, αν δεν σωθεί εγώ θα φταίω», επαναπροσδιορίζοντας έτσι το καθήκον απέναντι στον εαυτό της, αλλά και την Ελλάδα.





