Ο Κυριάκος, ο Σημίτης και η “αεροπειρατεία” στη ΝΔ
03/05/2024Μπορεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης να βαδίζει με πολιτικά τραύματα προς τις ευρωεκλογές, αλλά είναι εξόφθαλμο ότι αντίπαλός του δεν είναι η αξιωματική αντιπολίτευση (απέχει πολύ εκλογικά), αλλά η πολιτική φθορά της κυβέρνησής του, η οποία απειλεί να ρίξει τη ΝΔ κάτω από το 30%. Οι εκλογικές νίκες του Μητσοτάκη το 2019 και το 2023 αποδίδονται –όχι αδίκως– στο γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ο ιδανικός αντίπαλος για τη μητσοτακική ΝΔ, με την έννοια ότι από ένα σημείο και πέρα συσπείρωσε γύρω του όχι μόνο τις ανώτερες εισοδηματικές τάξεις, αλλά και μεσοστρώματα που φοβούνταν την αστάθεια.
Υπάρχει, ωστόσο, και ένας πρόσθετος λόγος. Πρόκειται για το ρεύμα πολιτικής-εκλογικής μετατόπισης προς τον υιό Μητσοτάκη μίας κατηγορίας μεσοστρωμάτων. Τον δρόμο είχαν ανοίξει διανοούμενοι, οι περισσότεροι εκ των οποίων, μάλιστα, ήταν γνωστοί για την αριστερή ή κεντροαριστερή ιδεολογική τοποθέτησή τους! Το φαινόμενο έχει καταγραφεί, αλλά ερμηνεύεται μάλλον επιδερμικά με όρους γραμμικής πολιτικής γεωγραφίας, ότι δηλαδή “ο Κυριάκος είναι μοντέρνος φιλελεύθερος κεντρώος” και ως τέτοιος ασκεί ευρύτερη επιρροή από το κόμμα του και ως εξ αυτού συσπειρώνει.
Πολλοί από τους εν λόγω διανοούμενους έχουν επικαλεσθεί την αντίθεσή τους στις πολιτικές πρακτικές και την αισθητική του ΣΥΡΙΖΑ για να δικαιολογήσουν τη στροφή τους, αλλά αυτό στην καλύτερη περίπτωση είναι η μισή αλήθεια. Στην πραγματικότητα, το ρεύμα που τους οδήγησε στην “πόρτα” του Κυριάκου έχει τις ρίζες του στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1980 πριν ακόμα εμφανισθεί στην πολιτική σκηνή ο υιός Μητσοτάκης, όταν άνθιζε ο σημιτισμός ως ιδεολογικό-πολιτικό ρεύμα και μάλιστα –εμμέσως πλην σαφώς– κατ’ αντιδιαστολή προς το ανδεοπαπανδρεϊκό ρεύμα.
Ιδεολογικά “διάδοχος” του Σημίτη
Ο Κυριάκος είναι σε μεγάλο βαθμό συνεχιστής εκείνου του ιδεολογικού ρεύματος κι αυτό δεν αποδεικνύεται μόνο από το γεγονός ότι προτιμά να συνεργάζεται με πρώην σημιτικούς παρά με ακραιφνείς δεξιούς. Προφανώς, ο Μητσοτάκης δεν ταυτίζεται με το “αστικό-φιλελέ” δεξιό σοσιαλδημοκρατικό πρόσημο του Σημίτη. Ιδεολογικά εκφράζει μία πιο μεταμοντέρνα νεοφιλελεύθερη εκδοχή, αυτή που ευστόχως αποκαλείται “ακραίο κέντρο”. Αυτό, βεβαίως, δεν τον εμποδίζει στο επίπεδο των πολιτικών πρακτικών να ακολουθεί τα χνάρια του πατέρα του και μάλιστα σε πιο ακραίες εκδοχές. Στην πραγματικότητα, ο υιός Μητσοτάκης είναι ένα υβρίδιο του μεταμοντέρνου ιδεολογικού νεοφιλελευθερισμού και του παραδοσιακού πολιτικού κοτζαμπασιδισμού της οικογένειας.
Αν και από μία πλευρά πρόκειται για αντίφαση, η οποία αποτυπώθηκε πολλές φορές στη μέχρι τώρα πρωθυπουργική θητεία του, δεν τον εμπόδισε να αγγίξει τις επαρχιακές “αστικές” ιδεολογικές χορδές ελληνικών μεσοστρωμάτων, τις οποίες είχε αγγίξει δεκαετίες πριν ο Σημίτης. Στο πρόσωπο του Κυριάκου, λοιπόν, πολλοί βλέπουν τον “διάδοχο” του Σημίτη, έστω κι αν ηγείται αντίπαλου κόμματος. Άλλωστε, ειδικά το 1996 είχαν στρατευθεί στο πλευρό του “εκσυγχρονιστή” που διεκδικούσε την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, πολλοί “φιλελέ” κεντροδεξιοί, αλλά και άτομα που ψήφιζαν την εκδοχή Κύρκου για τη λεγόμενη ανανεωτική Αριστερά.
Ένας προσεκτικός παρατηρητής εύκολα διαπιστώνει ότι πολλοί από όσους είχαν γοητευθεί πριν από δεκαετίες από τον “εκσυγχρονισμό” και το “αστικό-φιλελέ” στυλ του Σημίτη είναι σήμερα γοητευμένοι από το παρεμφερές “αστικό-φιλελέ” στυλ του υιού Μητσοτάκη. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι και οι δύο έχουν δεδηλωμένο ιδεολογικό εχθρό τους τον “λαϊκισμό”, αν και στην πράξη και ο ένας και ο άλλος ουκ ολίγες φορές κατέφυγαν σ’ αυτόν για ψηφοθηρικούς λόγους.
Ο μεταμοντέρνος “αστικός-φιλελέ” λόγος του Κυριάκου, λοιπόν, αποδεδειγμένα προσκόμισε ψήφους στη ΝΔ, διευρύνοντας την πολιτική-εκλογική εμβέλειά της προς αυτό το είδος του Κέντρου. Δεν αναφέρομαι συνολικά στο Κέντρο, επειδή αυτό το ρεύμα μπορεί να προέρχεται από το παραδοσιακό προδικτατορικό Κέντρο, αλλά σε καμία περίπτωση δεν ταυτίζεται μαζί του ούτε αξιακά, ούτε προγραμματικά. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μία από τις μεταλλάξεις του παραδοσιακού Κέντρου.
Δικαιωματισμός και νεοφιλελευθερισμός
Η μετατόπιση μίας μεγάλης μερίδας Ελλήνων διανοουμένων από την Αριστερά και την Κεντροαριστερά προς το μεταμοντέρνο “αστικό-φιλελέ” ρεύμα αρχικά του Σημίτη και τα τελευταία χρόνια του Κυριάκου μπορεί ποσοτικά να μην σημαίνει πολλά, αλλά ποιοτικά διαμορφώνει το γενικότερο ιδεολογικό-πολιτικό κλίμα (τους όρους πολιτικής ηγεμονίας) και ως εκ τούτου έχει βαρύνουσα σημασία και στο εκλογικό επίπεδο.
Δεν είναι τυχαίο ότι παραλλήλως με τη μεταμοντέρνα ροπή στον δικαιωματισμό, επανέρχονται δυναμικά και παραδοσιακές αστικές αξίες, που συνδέονται με το ύφος, τη συμπεριφορά, ακόμα και το ντύσιμο. Η τάση αυτή ουσιαστικά προέκυψε κατ’ αντιδιαστολή προς το κύμα ιδεολογικής-πολιτικής αμφισβήτησης που σάρωσε τη Δύση και την Ελλάδα από το 1968 και τις επόμενες δεκαετίες, αν και με την πάροδο των χρόνων κυριάρχησαν εκφυλιστικές εκδοχές της αρχικής αμφισβήτησης.
Όσοι θεωρούν τον μεταμοντέρνο δικαιωματισμό αποκορύφωμα εκείνης της παλαιάς αμφισβήτησης, παραβλέπουν ότι αυτός ο δικαιωματισμός εντάσσεται οργανικά στο ατομοκεντρικό ιδεολογικό πλαίσιο του νεοφιλελευθερισμού. Όχι μόνο, λοιπόν, δεν είναι απέναντί του, αλλά στην πραγματικότητα είναι το ιδεολογικά σιαμαίο αδελφάκι του. Δεν είναι, βεβαίως, τυχαίο ότι αυτός ο δικαιωματισμός αποθεώνει τα ατομικά, όχι τα συλλογικά δικαιώματα. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μία ακραία διαστρεβλωτική εκδοχή του αφετηριακού φιλελευθερισμού.
Το μεταμοντέρνο “αστικό-φιλελέ” ρεύμα δεν πρέπει να συγχέεται με τον παραδοσιακό ιδεολογικό-πολιτικό συντηρητισμό. Αντιθέτως, σ’ ορισμένα επίπεδα είναι ριζοσπαστικό, με την έννοια ότι καταλύει και ανασυγκροτεί στο δικό του πλαίσιο (παγκοσμιοποίηση, δικαιωματισμός, κοσμοπολιτισμός, υποβάθμιση του έθνους και του εθνικού κράτους κλπ) τις παραδοσιακές αστικές δομές και νοοτροπίες. Στην πραγματικότητα, λοιπόν, είναι εχθρικό προς τον παραδοσιακό συντηρητισμό, έστω κι αν στο πολιτικό επίπεδο για λόγους εκλογικής σκοπιμότητας αποφεύγει να το διακηρύσσει.
Ο “αεροπειρατής” Κυριάκος
Είναι ακριβώς αυτό το σημείο που μας βοηθάει να ερμηνεύσουμε τις νίκες του υιού Μητσοτάκη. Αυτό καθ’ αυτό το μεταμοντέρνο “αστικό-φιλελέ” ρεύμα είναι εκλογικά μειοψηφικό στην ελληνική κοινωνία. Αυτό αποδείχθηκε όταν επιχείρησε να μετρηθεί αυτοδύναμα στις εκλογές, όπως συνέβη με το “Ποτάμι”. Ο σημιτισμός κυριάρχησε, επειδή με την ισχυρή βοήθεια των κατεστημένων συστημικών ΜΜΕ επικράτησε στους κόλπους της κομματικής γραφειοκρατίας του ΠΑΣΟΚ και άρα κληρονόμησε την ευρύτατη λαϊκή βάση, που είχε συγκροτήσει ο ανδρεοπαπανδρεϊσμός.
Το αντίστοιχο συνέβη και στη ΝΔ. Ο Κυριάκος επικράτησε στη μάχη για την ηγεσία της ΝΔ για τρεις λόγους:
- Πρώτον, επειδή είχε αντίπαλό του έναν πολιτικό χωρίς χάρισμα και μάλλον φθαρμένο.
- Δεύτερον, επειδή είχε πίσω του τον παραδοσιακό ισχυρότατο πελατειακό μηχανισμό της οικογένειας Μητσοτάκη.
- Τρίτον, επειδή πρόβαλε το μεταμοντέρνο “αστικό-φιλελέ” προφίλ του σαν παράγοντα ανανέωσης.
- Τέταρτον, επειδή στους κόλπους της κομματικής γραφειοκρατίας, για διάφορους –κυρίως μικροπολιτικούς– λόγους ο Κυριάκος υποστηρίχθηκε στη μάχη για τη διαδοχή και από παράγοντες της ΝΔ που κινούνται σε πολύ διαφορετικό ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα, όπως ο Σαμαράς.
Ο Κυριάκος, λοιπόν, κέρδισε και το 2019 και το 2023 όχι μόνο επειδή είχε απέναντί του έναν φθαρμένο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και επειδή έχει κληρονομήσει τη λαϊκή βάση της παραδοσιακής Δεξιάς, στην οποία εκλογικά προσέθεσε το “αστικο-φιλελέ” ρεύμα και έτσι απέκτησε πλειοψηφία. Το ίδιο είχε συμβεί τη δεκαετία του 1990 με τον Σημίτη. Είχε κληρονομήσει τη μεγάλη λαϊκή εκλογική βάση του ανδρεοπαπανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ, στην οποία είχε προσθέσει εκλογικά τη δική του “αστικό-φιλελέ” εκλογική συνεισφορά για να αποκτήσει ως σημιτικό πλέον ΠΑΣΟΚ πλειοψηφία.
Η “λαϊκή Δεξιά”
Όπως και στην περίπτωση Σημίτη, έτσι και στην περίπτωση του υιού Μητσοτάκη, έχουμε ένα είδος πολιτικής “αεροπειρατείας”, με την έννοια ότι η αιρετή ηγεσία πρεσβεύει πράγματα που σε μεγάλο βαθμό είναι σε αντίφαση με τις αντιλήψεις του κορμού της εκλογικής βάσης του κόμματος (του ΠΑΣΟΚ τότε της ΝΔ τώρα). Όπως έχουν δείξει ποιοτικές έρευνες, στη μεγάλη πλειονότητα, οι ψηφοφόροι της ΝΔ ανήκουν στο ρεύμα που μπορούμε να αποκαλέσουμε “λαϊκή συντηρητική Δεξιά” και δεν συμμερίζονται τις μεταμοντέρνες “αστικό-φιλελέ” αντιλήψεις του Κυριάκου. Αυτό φάνηκε καθαρά στην περίπτωση του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών. Από την άλλη πλευρά, όμως, αφενός για λόγους πολιτικής αδράνειας, αφετέρου λόγω της παρέμβασης των συστημικών ΜΜΕ, η λαϊκή Δεξιά δεν αντιδρά αποφασιστικά.
Συμπερασματικά, λοιπόν, ο Κυριάκος κέρδισε όχι μόνο επειδή είχε απέναντί του τον ιδανικό αντίπαλο, τον ΣΥΡΙΖΑ (τότε του Τσίπρα), αλλά κυρίως επειδή στην Ελλάδα η παραδοσιακή “λαϊκή Δεξιά” παραμένει κάτω από την ίδια κομματική στέγη με το μεταμοντέρνο “αστικό-φιλελέ” ρεύμα και άρα η εκλογική επιρροή τους αθροίζεται σε επίπεδο κόμματος (ΝΔ). Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες τα δύο αυτά ρεύματα έχουν διαχωριστεί, γεγονός που έχει αλλάξει εκεί το πολιτικό τοπίο. Τα κόμματα της “λαϊκής Δεξιάς”, που πολλοί αποκαλούν “Ακροδεξιά”, στην πραγματικότητα είναι ένα είδος “Νέας Δεξιάς” που αντλεί από τις δεξιές παραδόσεις, αλλά και διακρίνεται για τα αντισυστημικά της χαρακτηριστικά. Στην Ιταλία η Μελόνι και ο Σαλβίνι είναι στην κυβέρνηση, στη Γαλλία η Λεπέν διεκδικεί με αξιώσεις την προεδρία, ενώ και σε άλλες χώρες η “Νέα Δεξιά” κερδίζει έδαφος.
Στην Ελλάδα, η αντίφαση ανάμεσα στα δύο ρεύματα μπορεί να μην έσπασε την ενότητα της ΝΔ, αλλά γέννησε τρία διαφορετικά μεταξύ τους μικρά κόμματα. Κι αν οι “Σπαρτιάτες” είναι στη σκιά του Κασιδιάρη και της “Χρυσής Αυγής”, τα κόμματα “Νίκη” και “Ελληνική Λύση” –το καθένα με τον τρόπο του– διεκδικούν να εκφράσουν πολιτικά το ρεύμα της “λαϊκής Δεξιάς” που στην κοινωνία είναι πολύ μεγαλύτερο από το μονοψήφιο άθροισμα των εκλογικών ποσοστών τους. Το γεγονός ότι η πολιτικά πιο δραστήρια Ελληνική Λύση ενισχύει –σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις– εντυπωσιακά την εκλογική επιρροή της είναι σαφής ένδειξη.