Ο ΟΠΕΚΕΠΕ ως έκφανση της κλεπτοκρατίας
01/06/2025
Ο οργανισμός πληρωμής κοινοτικών ενισχύσεων (ΟΠΕΚΕΠΕ) με έργο τη διαχείριση των πιστώσεων του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (Ε.Γ.Τ.Ε) του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης, βάσει των ισχυόντων κανονισμών, θα έπρεπε να είναι ο μηχανισμός της πρόληψης και πάταξης κάθε ατασθαλίας σε βάρος των ευρωπαϊκών πιστώσεων, που αφορούν την ενίσχυση των Ελλήνων αγροτών και της γεωργικής παραγωγής.
Αντίθετα στην Ελλάδα, στη χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας, μετετράπη σε μηχανισμό ενός “κλεπτοκρατικού κυκλώματος” που λυμαίνεται τα βοσκοτόπια (υπαρκτά και μη) σε διάφορες περιοχές της χώρας μας, αποκομίζοντας τεράστια κέρδη από τα χρήματα, που αναλογούν στους πραγματικούς γεωργούς και κτηνοτρόφους, που ολοένα και περισσότερο αδυνατούν να παραμείνουν με ανταγωνιστικούς όρους, στην αγροτική παραγωγή.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα, ενδεικτικά στην περιοχή της Κρήτης, που βρίσκεται στο επίκεντρο της εισαγγελικής, ευρωπαϊκής έρευνας, καθώς πάνω από το 80% των μη νόμιμων επιδοτήσεων αναφέρονται σε αυτήν, από 178.216 αρνάκια, που είχαν δηλωθεί το 2015, αυτά εκτοξεύθηκαν σε 1.441.168 το 2021, όντας περισσότερα από το αληθινό σύνολο της χώρας (796.025 ζώα). Το ίδιο ισχύει και για τα κατσίκια στην ίδια περιοχή, αλλά και σε άλλους νομούς, όπου ερευνώνται τέτοιες περιπτώσεις σε όλη την ελληνική επικράτεια με εντολή της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, που προχώρησε σε αιφνιδιαστικούς ελέγχους και κατασχέσεις στα γραφεία του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Η τεράστια αυτή οικονομική ρεμούλα είναι αλήθεια ότι δεν είναι πρωτόγνωρη σε αυτή τη χώρα, καθόσον σε όλη σχεδόν τη μεταπολίτευση, υπήρξαν ζητήματα με τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, πλην όμως η τελευταία περίπτωση του ΟΠΕΚΕΠΕ ξεπερνά κάθε προηγούμενο και εκθέτει βαρύτατα τη χώρα μας, αλλά και τα συμφέροντα των πραγματικών αγροτών και κτηνοτρόφων. Πρόκειται για ένα οργανωμένο σύστημα-μηχανισμό “χρυσοκάνθαρων”, που λειτουργούσε ανενόχλητο για πολλά χρόνια τουλάχιστον από το 2017, σύμφωνα με την έρευνα της ευρωπαϊκής εισαγγελίας με τρομακτική διόγκωση από το 2021 και μετά.
ΟΠΕΚΕΠΕ: Διαχρονικές ευθύνες
Για αυτό υπάρχουν δραματικές πολιτικές αλλά και ποινικές ευθύνες των ηγεσιών του ΟΠΕΚΕΠΕ των τελευταίων χρόνων, που άλλαζαν σχεδόν ανά χρόνο, αλλά και των αντίστοιχων υπουργών Αγροτικής Ανάπτυξης, που ανέχθηκαν, αν όχι συμμετείχαν σε αυτό το εκτεταμένο δίκτυο προκλητικής κατασπατάλησης των ευρωπαϊκών πόρων, αφού τελικά αυτό ήταν κάτι γνωστό σε όλους, τόσο στις τοπικές κοινωνίες, όσο και στις εκάστοτε διοικήσεις του ανωτέρω οργανισμού, αλλά και του αντίστοιχου υπουργείου.
Είναι εξόχως χαρακτηριστικό, ότι στην ιστοσελίδα του ΟΠΕΚΕΠΕ αναφέρονταν με έπαρση, ότι ως οργανισμός κατέβαλε ετησίως περίπου τρία δισ. ευρώ σε 900.000 “δικαιούχους” αγρότες-κτηνοτρόφους, ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, αυτοί που υπέβαλαν φορολογικές δηλώσεις, ως αγρότες και κτηνοτρόφοι είναι… 310.000 (δηλαδή το 1/3 σχεδόν των “δικαιούχων” κατά τον ΟΠΕΚΕΠΕ!).
Και όμως, αυτή η προκλητική συνομολόγηση της διασπάθισης των ευρωπαϊκών κονδυλίων δεν προκάλεσε καν την οφειλόμενη παρέμβαση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, που ως αρμόδια ανακοινώνει τα φορολογικά στοιχεία. Στην τελευταία μάλιστα, έντρομη η κυβέρνηση της ΝΔ, ενσωμάτωσε άρον άρον τον ΟΠΕΚΕΠΕ, στην προσπάθειά της να “μπαζώσει” και αυτό το τεράστιο σκάνδαλο.
Αυτό βεβαίως δεν είναι το μοναδικό, αλλά αποτελεί απλώς την κορυφή του παγόβουνου πολλών αντίστοιχων κλεπτοκρατικών μηχανισμών, που έχουν στήσει διάφοροι διαπλεκόμενοι “χρυσοκάνθαροι” με τις ευλογίες ή την ανοχή της πολιτικής εξουσίας και της παρασιτικής, “οικονομικής ολιγαρχίας”, που λυμαίνονται ξεδιάντροπα το δημόσιο χρήμα, την ώρα που οι οικονομικές ανισότητες των Ελλήνων πολιτών γιγαντώνονται και η ελληνική οικονομία συνεχίζει την πορεία της στα βράχια, χωρίς κανένα ανταγωνιστικό παραγωγικό πλαίσιο.
Πρόκειται για ένα μείζον ολιστικό πρόβλημα, φανερών ή αφανών τέτοιων κλεπτοκρατικών μηχανισμών οικονομικής διασπάθισης σε κρίσιμους τομείς (γεωργικές ενισχύσεις, ΕΣΠΑ, ταμείο ανάκαμψης, δημόσιοι πόροι κλπ.) που καταλήγουν με αδιαφάνεια στα χέρια μίας μικρής διαπλεκόμενης μερίδας της παρασιτικής, οικονομικής ολιγαρχίας, που λυμαίνεται τη χώρα και ενισχύεται από διάφορους διαπλεκόμενους – κρατικοδίαιτους “χρυσοκάνθαρους”, που έχουν δημιουργήσει ένα νέο κοινωνικό στρώμα, αυτό των “εισοδηματιών από δημόσιο χρήμα”.
Συνέπειες οδυνηρές της κλεπτοκρατίας
Οι συνέπειες αυτής της απύθμενης γενικευμένης κλεπτοκρατίας είναι οδυνηρές, τόσο σε οικονομικό επίπεδο, όσο και στο επίπεδο των κοινωνικών αξιών, αφού μέσω αυτών των μηχανισμών όλο και περισσότερα κοινωνικά στρώματα ρέπουν προς τον εκμαυλισμό, διογκώνοντας έτσι την παρακμιακή πορεία της Ελλάδας που συνεχίζεται αμείωτη και παράλληλα μειώνουν τις απαιτούμενες κοινωνικές αντιστάσεις, που αποτελούν προϋπόθεση για την αναγέννηση της χώρας.
Η Ελλάδα παρά το ισχυρό σοκ της χρεωκοπίας της το 2010, μετά την προηγηθείσα κίβδηλη ευημερία, και του μνημονιακού οδοστρωτήρα της προηγούμενης δεκαετίας, αλλά και της συνεχιζόμενης μεταμνημονιακής κηδεμονίας, φαίνεται ξεκάθαρα, ότι δεν εισέπραξε ουδέν μήνυμα αυτογνωσίας, αφού πορεύεται στον αυτόματο πιλότο ενός ληστρικού παρασιτικού μοντέλου, που με την πρώτη μεγάλη σοβαρή διεθνή οικονομική κρίση είναι βέβαιο ότι θα την ρίξει ξανά στα βράχια.
Πλήρης μακαριότητα αλλά και κυνισμός, όσον αφορά την ενίσχυση των προνομίων του, επικρατεί στο πολιτικό προσωπικό, που σε συνδυασμό με το στοιχείο εξάρτησης, αλλά και της ανικανότητάς του, αδυνατεί να ανταποκριθεί στοιχειωδώς στις μεγάλες ευθύνες, που ορθώνονται μπροστά για την προστασία της κοινωνίας, αλλά και του Ελληνισμού, που αντιμετωπίζει δομικό κίνδυνο από τον τουρκικό νέο-οθωμανισμό.
Κανένα σχέδιο αλλαγής του παρασιτικού οικονομικού μοντέλου, που οδηγεί τη χώρα μαθηματικά σε νέα χρεωκοπία, υφίσταται, ακόμα και ως θεωρητική σκέψη στο δημόσιο πολιτικό λόγο, παρά το γεγονός ότι τα προβλεπόμενα κεφάλαια του ταμείου ανάκαμψης που θα μπορούσαν να αποτελέσουν την τελευταία ευκαιρία για κάτι τέτοιο, ήδη από την κυβέρνηση της ΝΔ διοχετεύονται στην παρασιτική οικονομική ολιγαρχία, που συνεχώς αυξάνει προκλητικά τον πλούτο της.
Αυτό αποτελεί ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της χώρας, καθόσον συνεχίζεται αενάως να αναπαράγεται ως οικονομικό μοντέλο, αυτό που αποτέλεσε την αιτία κατάρρευσης και της χρεωκοπίας της, δηλαδή ανάπτυξη μέσα από την οικοδομή, τον τουρισμό και την απόλυτη εξάρτηση από τα Ευρωπαϊκά κονδύλια. Τα τελευταία, όχι μόνο δεν χρησιμοποιούνται για την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου με στόχο την ενδογενή ανάπτυξη, αλλά διοχετεύονται στην παρασιτική ολιγαρχία και στους εφαπτόμενους με αυτήν κύκλους, που επιδίδονται και σε ανεξέλεγκτη και παράνομη διασπάθιση τους.
Κακή είναι εξάλλου η κατάσταση της χώρας και στον πρωτογενή τομέα, που θα έπρεπε να ενισχύεται συστηματικά μέσα από οικονομικό σχεδιασμό έτσι ώστε να είναι σε θέση να είναι ανταγωνιστικός και να καλύπτει τις διατροφικές ανάγκες του ελληνικού λαού. Ο προηγηθείς μνημονιακός “οδοστρωτήρας” είχε δραματικές επιπτώσεις στον αγροτικό τομέα, παγιώνοντας τις συνθήκες της οξύτατης “νεοκολληγοποίησης” της πλειοψηφίας της αγροτικής τάξης. Το μεγαλύτερο μέρος της Ελληνικής γης είναι υποθηκευμένο στις “ορέξεις” των σύγχρονων “μεγαλοτσιφλικάδων”, δηλαδή των συστημικών τραπεζών, χωρίς κανένας να έχει ασχοληθεί με ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της νεότερης Ελλάδας, αυτό της πώλησης αντί “πινακίου φακής” της Αγροτικής Τράπεζας.
Το “Ελληνικό αγροτικό παράδοξο”
Γιατί, αν εξαιρέσει κανείς κάποιες “ανοιξιάτικες λιακάδες” στον σκληρό αγώνα επιβίωσης της αγροτικής τάξης, κυρίως στην δεκαετία του 1980, το “αγροτικό ζήτημα” καταδεικνύει, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, τις έντονες στρεβλώσεις του Ελληνικού περιφερειακού καπιταλιστικού συστήματος, με την απουσία οποιασδήποτε σοβαρής οραματικής εθνικής αγροτικής ανάπτυξης, σε όλη την περίοδο από την σύσταση του Ελληνικού Κράτους. Διαφορετικά, δεν υπήρχε το λεγόμενο “Ελληνικό αγροτικό παράδοξο”, όπου μια κατεξοχήν αγροτική Χώρα, η Ελλάδα, να είναι ελλειμματική στο αγροτικό ισοζύγιο, με ετήσιο έλλειμμα, που αγγίζει πλέον τα 7 δις ευρώ(!) καταδεικνύοντας τις εγκληματικές πολιτικές της παρασιτικής οικονομικής ολιγαρχίας και του πολιτικού προσωπικού, που κυβέρνησε την Χώρα διαχρονικά, έναντι της αγροτικής τάξης και της ανάπτυξης του πρωτογενούς οικονομικού τομέα.
Ειδικότερα όμως, οι ευθύνες των κυβερνήσεων των τελευταίων ετών είναι τεράστιες, αφού δεν έκαναν, έστω και σ’ αυτή την ιστορικά καταστροφική φάση για την Ελλάδα, το αυτονόητο εθνικό καθήκον για την Ελληνική οικονομία και την Σωτηρία του Λαού: να ενισχύσουν στοχευμένα τον πρωτογενή αγροτικό τομέα, δημιουργώντας συνθήκες καταπολέμησης της τρομακτικής ανεργίας, με ανάπτυξη μικρομεσαίων ανταγωνιστικών βιομηχανιών διατροφικών προϊόντων, με πρώτο στόχο την κάλυψη των διατροφικών αναγκών του Ελληνικού Λαού και την μείωση του αγροτικού ελλείμματος. Αντ’ αυτού, έχουμε φτάσει στο σημείο να εισάγονται σχεδόν όλα τα αγροτικά προϊόντα και να αυξάνεται συνεχώς το αγροτικό έλλειμα σε συνδυασμό με το ανεξέλεγκτο “φαγοπότι” των διαφόρων κλεπτοκρατικών μηχανισμών.
Αντί να ενισχυθεί στοχευμένα ο πρωτογενής τομέας στη χώρα μας μέσα από οικονομικό σχεδιασμό, έτσι ώστε να είναι σε θέση να είναι ανταγωνιστικός, ουδεμία σοβαρή μέριμνα υπήρξε επ’ αυτού από το εξαρτημένο και ελλιποβαρές πολιτικό προσωπικό εξουσίας των τελευταίων δεκαετιών. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί ο θεσσαλικός κάμπος, που μετά την καταστροφή του Daniel, θα μπορούσε να μετατραπεί σε ευκαιρία για μια ολιστική παραγωγική ανασυγκρότησή του.
Δυστυχώς όμως, επικράτησαν οι πελατειακές μικροπολιτικές της Κυβέρνησης της ΝΔ, η οποία φέρει βαρύτατο ιστορικό βάρος για την μη αλλαγή του οικονομικού προτύπου της χώρας από τον διάχυτο παρασιτισμό, που έχει καλύψει τα πάντα, αφού έχει ψαλιδίσει, ήδη, μεγάλο μέρος των χρημάτων του Ταμείου Ανάκαμψης, που ενώ οι πόροι του θα έπρεπε να οδηγηθούν στη δημιουργία ανταγωνιστικών δομών της χώρας και ενός άλλου οικονομικού προτύπου, διοχετεύονται στα διαπλεκόμενα κανάλια της παρασιτικής οικονομικής ολιγαρχίας, γιγαντώνοντας περαιτέρω τον καταστρεπτικό παρασιτισμό για την Ελλάδα.
Απέναντι σε αυτή τη θλιβερή εξέλιξη και πορεία είναι προφανές ότι απαιτείται αυτό που λείπει σήμερα από τον δημόσιο διάλογο μία συνοπτική, δηλαδή, ρεαλιστική, ολιστική πρόταση ανάταξης του αγροτικού τομέα, που αποτελεί αναμφισβήτητα και τον πρώτο παράγοντα για την ουσιαστική αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας. Ένα εθνικό στρατηγικό σχέδιο, που θα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων, σύγχρονες υποδομές, με προτεραιότητα στα ποιοτικά και βιολογικά προϊόντα, σύνδεση της παραγωγής και του χωραφιού με την μεταποίηση, μέσω ισχυρών συνεταιρισμών και άλλων μορφών συλλογικής δράσης, μετατροπή της Ελλάδος σε κέντρο γενετικού παραγωγικού υλικού και αποτροπή της “νεοκολληγοποίησης”, μέσω της συλλογικής αξιοποίησης της δημόσιας γης (εκκλησιαστική – μοναστηριακή περιουσία, διακατεχόμενες εκτάσεις, δάση και ερημοποιημένα τμήματα).
Σε αυτή την μεγάλη πρόκληση, η αγροτική τάξη, η οποία συνεχώς φυλλοροεί, οφείλει, να αποτινάξει τη διαχρονική κομματική χειραγώγησή της και να πρωτοστατήσει στην ανατροπή της σημερινής παρακμιακής πορείας της Ελλάδος (βλ. ΟΠΕΚΕΠΕ).