Οι δύο στρατηγικές που συγκρούονται στις εκλογές του ΠΑΣΟΚ
13/10/2024Στο πρώτο μέρος του παρόντος εξηγήσαμε γιατί το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να ανακάμψει ως πλειοψηφικό κόμμα με καμμιά από τις δύο υποψηφιότητες που αναμετρώνται στο δεύτερο γύρο των εσωκομματικών εκλογών. Στο παρόν δεύτερο μέρος θα επιχειρήσουμε να ιχνηλατήσουμε το μελλοντικό πεδίο για κάθε πιθανό ενδεχόμενο αποτέλεσμα της εσωκομματικής κάλπης.
Είναι φανερό ότι έχουμε τρία πιθανά σενάρια επί του αποτελέσματος: Το πρώτο είναι να νικήσει ο Ανδρουλάκης με μεγάλη διαφορά. Το δεύτερο είναι να νικήσει ο Ανδρουλάκης με μικρή διαφορά, μικρότερη των οκτώ-10 μονάδων. Και το τρίτο είναι να νικήσει ο Δούκας με μικρή διαφορά, επίσης μικρότερη των οκτώ-10 μονάδων. Με βάση όλες τις μετρήσεις και την κομματική αριθμητική, δεν προκύπτει σοβαρή πιθανότητα εκλογής του Δούκα με μεγάλη διαφορά.
Ταυτόχρονα, οι δύο υποψήφιοι πρεσβεύουν δύο στρατηγικές. Ο μεν Ανδρουλάκης εκπροσωπεί την άποψη για αυτόνομη πορεία του ΠΑΣΟΚ, ο δε Δούκας την πολιτική συνεργασίας των τμημάτων της ευρύτερης Κεντροαριστεράς. Είναι φανερό ότι η διαχωριστική γραμμή των δύο στρατηγικών προϊδεάζει για τις μελλοντικές εξελίξεις σε κάθε αποτέλεσμα.
Στην περίπτωση του πρώτου σεναρίου, ο νυν πρόεδρος ξεκαθαρίζει το τοπίο για ένα σημαντικό διάστημα, λαμβάνει περίοδο χάριτος τουλάχιστον μέχρι τις επόμενες εθνικές εκλογές, που πιθανότατα δε θα αργήσουν. Προϊόντος του χρόνου και με δεδομένη την απαξίωση του ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ προβλέπεται να βγει δεύτερο κόμμα, με ένα ποσοστό υψηλότερο από αυτό που κατέγραψε στις ευρωεκλογές του 2024. Το ποιο θα μπορούσε να είναι αυτό το ποσοστό θα το καθορίσουν οι τότε συνθήκες και ο χρόνος των εθνικών εκλογών.
Σε αυτή την περίπτωση, αν η ΝΔ έχει οδηγηθεί με τον Κυριάκο Μητσοτάκη στις εκλογές και έχει υποστεί εκλογική φθορά με το ΠΑΣΟΚ να μην μπορεί να την καρπωθεί, αυτό θα σημαίνει ότι τα δύο κόμματα θα είναι πια μεσαία γύρω στο 18-25%. Τότε, και εφόσον δεν έχει υπάρξει άλλη εναλλακτική από την Κεντροαριστερά, θα τεθεί επί τάπητος το ενδεχόμενο συγκυβέρνησης, ενδεχόμενο που θέλει να αποφύγει το ΠΑΣΟΚ γιατί θα επωμιστεί φθορά κυβερνητική με τη ΝΔ και θα χρεωθεί άλλη μια συγκυβέρνηση μαζί της, όπως το 2012-2014. Το ευκταίο σενάριο για τον Ανδρουλάκη θα ήταν η ΝΔ να συνεργαστεί κυβερνητικά με κόμματα εκ δεξιών της και να συνεχίσει να φθείρεται, ώστε να συνεχίσει το ΠΑΣΟΚ να καρπώνεται φθορά και να εμπεδωθεί ως βασικός πόλος της Κεντροαριστεράς.
Αυτόνομη πορεία ή διάσπαση
Το εναλλακτικό σενάριο για τον Ανδρουλάκη σε αυτή την περίπτωση θα ήταν η ΝΔ να πάει σε εκλογές με νέο αρχηγό και αναβαπτισμένη να κερδίσει αυτοδυναμία και μια νέα τετραετία, κάτι που θα έδινε κι άλλο χρόνο στον Ανδρουλάκη να προετοιμάσει την έφοδό του στην εξουσία σε μεθεπόμενη εκλογή. Φυσικά, αυτό το σενάριο εμπεριέχει τον κίνδυνο, όσο το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να εμφανιστεί ως αξιόπιστη κυβερνητική εναλλακτική για σημαντικό χρονικό διάστημα, να εμφανιστεί κάποιος άλλος πόλος υπό κάποια νέα χαρισματική ηγεσία στην Κεντροαριστερά παίζοντας αυτό το ρόλο. Κάτι τέτοιο θα έδινε τη χαριστική βολή και θα ενεργοποιούσε φυγόκεντρες δυνάμεις εντός του ΠΑΣΟΚ προς τον νέο πόλο.
Στην περίπτωση του δεύτερου σεναρίου, είναι φανερό από την πολιτική του Δούκα, μέχρι τώρα ότι ο ίδιος θα αποτελέσει τον ανυπόμονο, εσωκομματικό πόλο, που θα προσπαθήσει να ροκανίσει την ηγεσία περιμένοντας στραβοπάτημά της. Ο Δούκας δε φαίνεται να κινείται στη λογική του “ώριμου φρούτου” και αυτό προμηνύει θερμό εσωκομματικό κλίμα. Θα λειτουργεί ως εν αναμονή πρόεδρος. Αν, δε, ευδοκιμήσουν οι προσπάθειες ανασύνθεσης της Κεντροαριστεράς που οραματίζονται κύκλοι γύρω από τον Γιώργο Παπανδρέου και τον Τσίπρα, τότε δεν είναι καθόλου απίθανο η πλευρά Δούκα να εκβιάσει την αποχώρηση της δικής του μερίδας, προς ένα τέτοιο εγχείρημα. Αυτό θα οδηγούσε σε νέο κύκλο εσωστρέφειας το κόμμα και μείωση της δυνατότητάς του να ανακάμψει θεαματικά εκλογικά.
Κάτι ανάλογο θα συμβεί και στο τρίτο σενάριο με ενδεχόμενη επικράτηση του Δούκα, ο οποίος θα επιχειρήσει να ηγηθεί μέσω του ΠΑΣΟΚ σε ενδεχόμενη ανασύνθεση της Κεντροαριστεράς. Απλά, σε αυτή την περίπτωση, ο Δούκας θα έχει τη δυνατότητα ανάληψης πρωτοβουλιών ως πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, αλλά με ένα σημαντικό κομμάτι του ΠΑΣΟΚ – αυτού που έχει αντι-ΣΥΡΙΖΑ αντανακλαστικά – να αντιδρά, η σύγκρουση πρέπει να θεωρείται βέβαιη.
Είναι κατανοητό ότι δύο από τα τρία πιθανά σενάρια οδηγούν σε νέο κύκλο εσωστρέφειας το κόμμα με πιθανότητες διάσπασης. Είναι λογικό ο κόσμος του ΠΑΣΟΚ να μη θέλει την εσωστρέφεια – από την άλλη μια μεγάλη μερίδα των ψηφοφόρων του καταλαβαίνει ότι με την παρουσία Ανδρουλάκη το κόμμα δεν μπορεί να ανακάμψει θεαματικά. Συνεπώς, τείνει προς την προσδοκία μιας νέας ηγεσίας Δούκα, άφθαρτης και με επιθετικό προσανατολισμό και ρητορική, που θα εκθρονίσει τη ΝΔ του Μητσοτάκη, είτε αυτοδύναμα, είτε σε σχήμα της ευρύτερης Κεντροαριστεράς. Και αυτό, όσο κι αν ο Δούκας έχει δείξει παλαιοκομματικά και μικροπολιτικά χαρακτηριστικά που απωθούν έως τώρα. Θα κυριαρχήσει το κριτήριο του ποιος μπορεί να κερδίσει το Μητσοτάκη.
Η σημασία για τα εθνικά θέματα
Το μεγάλο, βεβαίως, ερώτημα, είναι τι σημαίνει για τη χώρα το καθένα από τα παραπάνω ενδεχόμενα. Αυτό, βεβαίως, θα εξαρτηθεί από τις ευρύτερες πολιτικές εξελίξεις και κυρίως την πορεία της κυβέρνησης. Η τελευταία φθείρεται ταχέως στη δεύτερη τετραετία, αλλά διατηρεί ακόμα μεγάλη διαφορά από το δεύτερο κόμμα, λόγω της ανυπαρξίας αντιπολίτευσης. Όμως, παρά τη φθορά της και κυρίως την εσωκομματική αμφισβήτηση της ηγεσία της, προετοιμάζει διευθετήσεις τουλάχιστον προβληματικές – αν όχι άκρως επικίνδυνες – για τα εθνικά θέματα και συγκεκριμένα τα ελληνοτουρκικά.
Αν αληθεύουν οι πληροφορίες και τα δημοσιεύματα, τότε η κυβέρνηση θα χρειαστεί τη συνδρομή τμημάτων της Κεντροαριστεράς για να περάσει μια ενδεχόμενη συμφωνία από το Κοινοβούλιο (αν έχει καν σκοπό να την περάσει από την Βουλή) ή ακόμα και να την υπογράψει. Αυτό πρακτικά σημαίνει, είτε πολιτική κάλυψη και σύμπραξη για την υπογραφή μιας τέτοιας διευθέτησης, είτε ακόμα και το ακραίο ενδεχόμενο ενός είδους συγκυβέρνησης με πρόσωπο εξωκοινοβουλευτικό, κατά το πρότυπο της κυβέρνησης Παπαδήμου, με σκοπό την υπογραφή διευθέτησης ελληνοτουρκικών «διαφορών» (πχ συνυποσχετικού για Χάγη).
Κάτι τέτοιο φαίνεται να μην είναι πρόβλημα για καμμιά πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ούτε και για τον Δούκα και τον Ανδρουλάκη, με τον τελευταίο να εμφανίζεται όμως μάλλον πιο διστακτικός να αναλάβει ένα τέτοιο κόστος. Αυτό σημαίνει ότι ένα ολόκληρο σύστημα – μιντιακό, επιχειρηματικό και διεθνές – θα ήταν ίσως πιο ικανοποιημένο με την εκλογή Δούκα προς διευκόλυνση αυτού του σκοπού.
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, δε γνωρίζουμε ακόμα το νέο αρχηγό του ΠΑΣΟΚ. Αυτό που γνωρίζουμε όμως είναι ότι σε κάθε περίπτωση η δυνατότητα του κόμματος να επανέλθει ως κυβερνητικό κόμμα φαντάζει ακόμα μακρινή. Το ΠΑΣΟΚ φαίνεται να χάνει την ιστορική ευκαιρία που του παρουσιάστηκε να ανακάμψει θεαματικά ως ο νέος πόλος της Κεντροαριστεράς. Ας ελπίσουμε να μη γίνει ξανά όχημα εξαγνισμού και συνένοχος για κυοφορούμενες επικίνδυνες λύσεις στα εθνικά θέματα. Εκεί η ζημιά δεν αναπληρώνεται.