Οι δυστοπίες του Νταβός και το κρυφό σχέδιο του Βερολίνου
27/01/2023Την είσοδο του κόσμου σε μια πολυδιάστατη δυστοπία προανήγγειλε φέτος το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (WEF) από το Νταβός που περιλαμβάνει νέες πανδημίες, εθνικές ψηφιακές βάσεις δεδομένων για την παρακολούθηση των εμβολιασμών, επιβολή πιστοποιητικών εμβολιασμού, περιορισμούς στα ταξίδια, lockdown στις πόλεις και γενικά μέτρα που θα χρειαστεί να πάρουν οι κυβερνήσεις έναντι των αρνητών των περιορισμών, των εντολών, των μασκών και των εμβολίων mRNA.
Κάπως έτσι τέθηκε και το ζήτημα της παραγωγής εμβολίων σε ακόμη ταχύτερο χρονικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση νέων επιθετικών ιών. Ως γνωστόν, ένα νέο εμβόλιο απαιτεί δέκα χρόνια μελέτης δοκιμών για την ασφάλεια και τις μακροπρόθεσμες παρενέργειες. Τα εμβόλια του Covid-19 χορηγήθηκαν σε λιγότερο από ένα χρόνο με άδεια έκτακτης ανάγκης.
Όμως, τα πράγματα έχουν αλλάξει, καθώς η εμπιστοσύνη στα εμβόλια έχει υποχωρήσει γιατί πάρα πολλοί τριπλοεμβολιασμένοι νόσησαν μία και δύο φορές, ενώ παράλληλα έχει αρχίσει ένας ευρύτερος επιστημονικός και κοινωνικός προβληματισμός για τις παρενέργειες που διαπιστώνονται ειδικά με την τέταρτη δόση. Θα είναι πιο πρόθυμος ο κόσμος στα νέα εμβόλια; Θα έχουμε κοινωνική ανυπακοή, όπως στην Κίνα του zero-Covid; Σε κάθε περίπτωση αξίζει να θυμηθούμε τις εκθέσεις διεθνών οργανισμών ότι δύο-τρία χρόνια μετά από μία πανδημία συνηθίζονται μεγάλες κοινωνικές αναταραχές.
Το τέλος του οικονομικού παραδείγματος
Μέσα σε αυτό το κλίμα δυσπιστίας, φόβου και αβεβαιότητας, ο περιβόητος επικεφαλής του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, Klaus Schwab, χαρακτήρισε τον Covid «σπάνιο αλλά στενό παράθυρο ευκαιρίας» για την εφαρμογή του “Great Reset”, της «Μεγάλης Επαναφοράς», της παρούσας δηλαδή οικονομικής και πολιτικής τάξης πραγμάτων. Αναμφίβολα η οπτική του Schwab είναι πολύ αισιόδοξη. Αντίθετα, εμφανίζονται συνεχώς διάφοροι δισεκατομμυριούχοι που αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο μιας συστημικής κατάρρευσης και δηλώνουν πρόθυμοι θα φορολογηθούν. Προφανώς και να γίνει αυτό, δεν επαρκεί. Ο παρκαρισμένος παράνομος πλούτος στους φορολογικούς παραδείσους είναι τεράστιος και δεν σκοπεύει να φορολογηθεί.
Μέσα στο σκηνικό που διαμορφώνει οι δυτικές οικονομίες οδεύουν σε μια βαθιά ύφεση που ίσως να μην έχει προηγούμενο, καθώς η συνεχής αύξηση των επιτοκίων για την καταπολέμηση του πληθωρισμού όχι μόνο δεν τον αναχαίτισε, αλλά τον τροφοδοτεί το νέο χρήμα των ενισχύσεων προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Άλλωστε οι ήδη δυσβάσταχτες αυξήσεις των επιτοκίων είναι μικρότερες από τον πληθωρισμό, ο οποίος για να τιθασευτεί χρειάζεται αυτές να είναι υψηλότερες κατά μία μονάδα τουλάχιστον από αυτόν.
Κάπως έτσι, τα αυξημένα επιτόκια πυροδότησαν τον φαύλο κύκλο της καταστροφής: Υπερχρεωμένα κράτη και επιχειρηματικοί όμιλοι δεν μπορούν να καλύψουν την άνοδο των επιτοκίων και αυτό σημαίνει ντόμινο πτωχεύσεων που αντιμετωπίζεται από τις ΗΠΑ και την ΕΕ με μυθώδους ύψους επιδοτήσεις των εταιρειών και των νοικοκυριών από νέο δανεισμό ρίχνοντας λάδι στη φωτιά.
Τι παίχτηκε στο Ράμσταϊν
Αλλά και στο θερμό μέτωπο της Ουκρανίας τα πράγματα δεν πάνε καλά. Και είναι εύλογο να αναρωτιέται κανείς γιατί η Γερμανία καθυστέρησε να πει το “ναι” στην νομική απελευθέρωση της εξαγωγής αρμάτων μάχης Leopard από νατοϊκές χώρες που διαθέτουν, αλλά και να στείλει και δικά της; Η λογική απάντηση δεν μπορεί να είναι μονοσήμαντη. Προφανώς είναι μια δέσμη μηνυμάτων και απαιτήσεων του Βερολίνου που περιλαμβάνει το φόβο της ριζικής ρήξης με τη Ρωσία, αλλά και το φόβο πολεμικής εμπλοκής. Η βασική επιδίωξη όμως είναι οι απαιτήσεις ασφάλειας και θεσμικής αναγνώρισης του ρόλου του Βερολίνου στην ΕΕ ως πρώτου και στη διεθνή σκηνή, με πλήρη απαλλαγή από τα θεσμικά βάρη που κουβαλάει από την ήττα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Σε κάθε περίπτωση η γερμανική στάση στη σύνοδο των «χορηγών» της Ουκρανίας που έγινε στην αμερικανική βάση του Ράμσταϊν την περασμένη βδομάδα, αποκάλυψε τους εσωτερικούς τριγμούς μέσα στο ΝΑΤΟ το οποίο ναι μεν μπορεί να συνήλθε από το εγκεφαλικό κώμα μετά το σοκ της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, αλλά εξακολουθεί να έχει δομικά του προβλήματα ενώ προστίθενται νέα που καταδεικνύουν τις διαφορετικές αντιλήψεις για την ασφάλεια της κάθε χώρας μέλους.
Έτσι, η σοβαρή ρήξη μέσα στο ΝΑΤΟ που υπερβαίνει τις σχέσεις Γερμανίας-ΗΠΑ, έρχεται να προστεθεί στο επαπειλούμενο βέτο της Τουρκίας για την ένταξη στη συμμαχία της Σουηδίας και της Φινλανδίας, ενώ φαίνεται πως σχετικό αίτημα ένταξης ετοιμάζει και η ουδέτερη Μολδαβία, την ώρα που αφουγκράζεται τον ήχο των ρωσικών πυραύλων έχοντας επιπλέον το πρόβλημα της Υπερδνειστερίας. Παράλληλα, οι Βαλτικές χώρες επίσης φοβούνται ρωσικά αντίποινα και πιέζουν το Βερολίνο, ενώ η Πολωνία δεν κρύβει ότι σκέφτεται να προσαρτήσει τη δυτική Ουκρανία αν οι συνθήκες την ευνοήσουν.
Επίσης, στη σύνοδο του Ράμσταϊν κατέστη σαφές πως ο εαρινός γύρος του πολέμου δύσκολα θα οδηγήσει στο τέλος του, αφού όπως είπε ο επικεφαλής του αμερικανικού στρατού Μαρκ Μίλι «θα είναι πάρα πολύ δύσκολο για τον ουκρανικό στρατό να εκδιώξει τις ρωσικές δυνάμεις από κάθε εκατοστό της κατεχόμενης από τη Ρωσία, Ουκρανίας». Αυτό σημαίνει ότι ο πόλεμος θα συνεχιστεί…
Ο άξονας έχει ραγίσει
Κατά διαβολική σύμπτωση, μια μέρα μετά τη σύνοδο του Ράμσταϊν, εορτάστηκε πανηγυρικά η 60η επέτειος από την υπογραφή της Συνθήκης των Ηλυσίων μεταξύ της Γαλλίας και της Γερμανίας, με την κοινή συνεδρίαση των υπουργικών συμβουλίων των δύο χωρών μετά από τετράμηνη αναβολή της λόγω κρίσιμων διαφωνιών σε σειρά ζητημάτων που επιβεβαίωσε τη «μη ολική» επαναφορά του γαλλογερμανικού άξονα.
Παρά τις διακηρύξεις των Μακρόν και Σολτς να γίνει η Ευρώπη «ακόμη πιο κυρίαρχη», επενδύοντας στην άμυνα (κατασκευή κοινού ευρωπαϊκού άρματος μάχης), στη συνεργασία στο Διάστημα, στην παραγωγή συσσωρευτών ενέργειας, στην οικονομία του υδρογόνου και στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας, οι διαφορές των δύο χωρών δεν διασκεδάστηκαν, αντίθετα επαληθευτήκαν ίσως και να διευρύνθηκαν.
Οι Γερμανοί σφύριζαν αδιάφορα στη γαλλική ιδέα για κοινό ευρωπαϊκό ταμείο ενίσχυσης των βιομηχανικών επενδύσεων, ιδιαίτερα στο πεδίο της καθαρής ενέργειας, ενώ δεν θέλουν ούτε να ακούν για μεταρρύθμιση της ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας, έχουν δε διαφορετικές απόψεις για την όδευση νέων αγωγών φυσικού αερίου. Ο Σολτς αρνήθηκε την κατασκευή ευρωπαϊκού μαχητικού αεροσκάφους νέας γενιάς και έχει στραφεί στα αμερικανικά F-35, αλλά και προτιμάει το ισραηλινό σύστημα αεράμυνας, αντί το γαλλοϊταλικό που ετοιμάζεται.
Το σκληρό πόκερ του Βερολίνου
Είναι οφθαλμοφανές ότι η “γερμανική Ευρώπη” έχει υποχωρήσει σημαντικά από την πανδημία και μετά, αν και στην ΕΕ εξακολουθούν “να μιλάνε οι Γερμανοί και οι άλλοι να ακούνε”. Όμως, ο Covid-19 κατέδειξε πολλές εγγενείς αδυναμίες του Βερολίνου, ενώ το σφράγισμα των δύο αγωγών Nord Stream ήρθε να κουρέψει τις γερμανικές φιλοδοξίες, τουλάχιστον για μία δεκαετία. Φυσικά, οι Γερμανοί δεν το βάζουν κάτω και φαίνεται πως έχουν τους εξής στόχους:
- Να εμποδίσουν με κάθε τρόπο μια δραματική αλλαγή των εσωτερικών κανόνων της ΕΕ που είχαν θεσπίσει για να επωφελούνται από αυτούς εις βάρος των άλλων (ενεργειακή αγορά, δημοσιονομική σταθερότητα, μη αμοιβαιοποίηση δανείων-χρεών και έλεγχος των αναπτυξιακών πόρων κ.ά.) φοβούμενοι ότι θα χάσουν το προνόμιο της αναπτυξιακής πρωτοπορίας από πολλούς εταίρους τους.
- Να εμποδίσουν το Παρίσι να ανακτήσει την ισορροπία στον γαλλογερμανικό άξονα, δηλαδή να “ξαναφορέσει τα παντελόνια” στην πολιτική πρωτοκαθεδρία και ίσως και στην οικονομική.
- Να εμποδίσουν την γαλλοβρετανική συνεννόηση στις ευρωπαϊκές υποθέσεις.
- Να εμποδίσουν τη Γαλλία να αναλάβει την “αντιπροσωπία” της Ουάσιγκτον και να την πάρουν αυτοί. Για αυτό και συχνά εμφανίζονται πιο σκληροί από την Ουάσιγκτον στο Ουκρανικό, ώστε να πάρουν με τα κεφάλαιά τους την Ουκρανία στη μετά τον πόλεμο εποχή κάτι που επιδιώκουν πολύ πριν από την κρίση του 2013-2014.
- Να μην υπάρξει οριστική ρήξη με τη Μόσχα, ώστε μετά τον πόλεμο να ξαναρχίσουν οι ροές του φυσικού αερίου, έστω και μειωμένες.
Η Γερμανία διαφαίνεται από τις κινήσεις που κάνει ότι έχει ένα σχέδιο εκμετάλλευσης των ανατροπών που επέφερε η πανδημία και κυρίως η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία που της επιτρέπει να επιχειρήσει την απόκτηση στρατιωτικής ισχύος και πολιτικής προβολής της. Είναι ενδεικτικό ότι με την έναρξη του πολέμου ανακοίνωσε την πρόθεσή της να συγκροτήσει το μεγαλύτερο στρατό στην Ευρώπη επενδύοντας 100 δισ. ευρώ. Η κίνηση αυτή υποχρέωσε τους Γάλλους να διαρρεύσουν ότι κι αυτοί θα ανεβάσουν τις στρατιωτικές δαπάνες στα 200 δισ. ευρώ. Οι Αμερικάνοι προς το παρόν φαίνεται να στηρίζονται περισσότερο στους Πολωνούς…