Οι “έξι αλήθειες” του Κυριάκου και οι “φτωχοί συγγενείς” της αντιπολίτευσης
27/09/2019Αυτό που μέτρησε τις πρώτες ημέρες της νέας κυβέρνησης και επιβεβαιώθηκε με τις προγραμματικές δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη ήταν η ετοιμότητα της Δεξιάς να μπορεί να κατευθύνει με επιτυχία την κοινωνική προσδοκία και τις αντίστοιχες λαϊκές αναμονές από μια νέα κυβέρνηση. Η ΝΔ έδειξε πιο έμπειρη, πιο ευέλικτη και εν τέλει πιο έξυπνη στη δημιουργία και τη διαχείριση προς δικό της όφελος της κοινωνικής διαθεσιμότητας.
Εμφάνισε τους αντιπάλους της “φτωχούς συγγενείς” στην πολιτική διαχείριση της νέας πραγματικότητας που οι εκλογές της 7ης Ιουλίου δημιούργησαν. Αντίθετα με το 2015, που ο ΣΥΡΙΖΑ είχε αναλάβει να διαχειριστεί την ελπίδα του λαού για μια άλλη πολιτική και απέτυχε οικτρά, η ΝΔ ήλθε το 2019 για να διαχειριστεί την απελπισία και τα αδιέξοδα που δημιούργησε στην κοινωνία η πολιτική των Μνημονίων που εφαρμόστηκε με πιστότητα και από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Με την άμεση συγκρότηση της νέας κυβέρνησης, τις αλλαγές στη σύνθεση του Υπουργικού Συμβουλίου και την κάλυψη όλων των νευραλγικών θέσεων του κρατικού μηχανισμού σε ελάχιστο χρόνο έδειξε ότι ήταν προετοιμασμένη. Με την επίσης ταχεία κινητοποίηση του κρατικού μηχανισμού στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της καταστροφικής καταιγίδας στη Χαλκιδική και του σεισμού στην Αθήνα, έδειξε μια ετοιμότητα –πραγματική ή όχι είναι άλλο ζήτημα– στην έγκαιρη και αποτελεσματική αντιμετώπιση κρίσιμων καταστάσεων.
Η εικόνα αυτή είναι σε αντιδιαστολή με τη ραθυμία και την πλήρη έλλειψη συντονισμού των αρμοδίων φορέων σε αντίστοιχες επικίνδυνες κρίσεις κατά το πρόσφατο παρελθόν. Με τον τρόπο αυτό η ΝΔ έθεσε εαυτόν στη θέση του “επαγγελματία” που ξέρει τη δουλειά, έναντι των “ερασιτεχνών” πολιτικών της αντιπάλων. Ο Μητσοτάκης έδειξε ότι ήταν από καιρό έτοιμος να αναλάβει τα καθήκοντα του πρωθυπουργού κι αυτό αποτελεί μια πρώτη δικαίωση πολύ σημαντική γι’ αυτούς που τον επέλεξαν δια της ψήφου των.
Όμως αυτό δεν σημαίνει και πολλά για μια νέα κυβέρνηση που απολαμβάνει έτσι κι αλλιώς μια περίοδο χάριτος, ανοχής και αναμονής και που στο επόμενο διάστημα θα έχει να αντιμετωπίσει σοβαρότατα προβλήματα, τόσο στην οικονομία, όσο και στα φλέγοντα εθνικά θέματα. Ο τρόπος που ο Μητσοτάκης έχει επιλέξει να διαχειρίζεται την αντιπαράθεση με την αντιπολίτευση φέρνει τους αντιπάλους του σε δυσχερή θέση.
Οι “έξι αλήθειες” του Κυριάκου
Πιστός στην επικοινωνιακή γραμμή που ακολούθησε μετά τις ευρωεκλογές και πριν τις εθνικές, αποφεύγει να οξύνει τους τόνους. Αποφεύγει τον καταγγελτικό λόγο. Αναφέρεται στην αναγκαία ενότητα όλων για να προχωρήσει η χώρα μπροστά. Με έναν σχετικά υποτονικό λόγο, υπογράμμισε επί της ουσίας, το οριστικό κλείσιμο της περιόδου της “οργής” και την πανηγυρική έναρξη της περιόδου της “ελπίδας” για τους περισσότερους. Με πολιτικό πολιτισμό αντάξιο μιας ευρωπαϊκής χώρας. «Ήλθα για να κάνω μια νέα αρχή» είπε, δίνοντας έμφαση στην αξιοπιστία και την αποτελεσματικότητα.
Αποσιωπώντας τις πολιτικές που προτίθεται να ακολουθήσει σε κάθε κρίσιμο ζήτημα, όπως σωστά του έχει επισημάνει ο Τσίπρας, έμεινε στη διατύπωση των έξι δικών του “αληθειών”, όπως τις είχε αποκαλέσει στις προγραμματικές δηλώσεις του: «Είναι καιρός η Ελλάδα να πάει μπροστά με ενότητα, πρόγραμμα και σκληρή δουλειά», είχε πει χαρακτηριστικά. Απευθυνόμενος σε ένα καταταλαιπωρημένο κοινωνικό σώμα από τη δεκαετή κρίση, λέει ακριβώς ό,τι κατά κανόνα η κοινωνία θα ήθελε να ακούσει, έστω κι αν δεν τα πολυπιστεύει.
Μπορεί κάποιοι να διαμαρτυρήθηκαν για την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου, αλλά αδυνατούσαν να επιχειρηματολογήσουν μπροστά στη διαμορφωμένη πραγματικότητα. Δηλαδή, ότι αυτό το άσυλο μόνον στη σκέψη κάποιων ανθρώπων υφίστατο. Επί της ουσίας είχε εδώ και πολύ καιρό καταργηθεί. Τόσο αναφορικά με την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών και την απρόσκοπτη ακαδημαϊκή διδασκαλία, για την οποία όλοι κόπτονται, όσο και για το γεγονός ότι οι σχολές είχαν γίνει –και μάλλον παραμένουν– άντρο έκνομων δραστηριοτήτων στο όνομα της αμφισβήτησης.
Αίτημα για τάξη και ασφάλεια
Με ανύπαρκτο το φοιτητικό κίνημα που μαζί με τους διδάσκοντες θα εγγυόνταν το άσυλο, η ασυδοσία και η υποβάθμιση είχαν καταντήσει βραχνάς, πέραν της αισθητικής τριτοκοσμικού μαχαλά που παρουσίαζαν αρκετές σχολές. Ο κόσμος έχει κουραστεί και θέλει να δοθεί ένα τέλος σε όλα αυτά, όπως και στην παρακμιακή εικόνα που παρουσιάζουν τόσο το κέντρο όσο και πολλές συνοικίες της Αθήνας κι όχι μόνο.
Ο Μητσοτάκης ανταποκρίνεται απλά στο αίτημα για τάξη και ασφάλεια, σπρώχνοντας τη “δικαιωματική” Αριστερά στο περιθώριο. Οι συνεχιζόμενες εκκαθαρίσεις κατειλημμένων κτηρίων έχουν έναν ισχυρό συμβολισμό με πολλαπλή πολιτική στόχευση, κυρίως ότι η χώρα επιστρέφει στην “κανονικότητα”. Από τη στιγμή που “δεν ανοίγει ρουθούνι”, οι ίδιοι οι καταληψίες προσφέρουν πολιτικό δώρο στη νέα κυβέρνηση.
Επιβεβαιώνουν στα μάτια της κοινής γνώμης πως το πρόβλημα δεν λυνόταν, επειδή έλειπε η πολιτική βούληση από την προηγούμενη κυβέρνηση. Έτσι, η τωρινή κυβέρνηση αντιπαραβάλει την δική της αποφασιστικότητα με την ανοχή που έδειχνε η προηγούμενη στην παρανομία και στο “μπάχαλο” προς όφελος διάφορων ύποπτων κυκλωμάτων.
Η Δεξιά εκφραστής της “μόνης δυνατής πολιτικής”
Ο Μητσοτάκης με τις έξι “αλήθειες” του στις προγραμματικές δηλώσεις και τις περισσότερες αποσιωπήσεις, μόχλευσε την προσδοκία και την ελπίδα σε ευρύτερες λαϊκές μάζες, που έχουν πλέον κάθε λόγο να αντιμετωπίζουν με καχυποψία τους πολιτικούς του αντιπάλους. Δεν έμεινε όμως εκεί. Σε πείσμα της επιχειρηματολογίας Βαρουφάκη ότι είναι ασύμβατες οι φορολογικές ελαφρύνσεις, που εξαγγέλλει με την αποδοχή του 3,5% πρωτογενών πλεονασμάτων, ο Μητσοτάκης εξήγγειλε μεσοσταθμική μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 22%, ήδη από τώρα: «ἅμ᾽ ἔπος τε καὶ ἔργον ἐμήδετο»! Κι ενώ πολλοί περίμεναν εξαγγελίες περικοπών δημοσίων δαπανών και ενδεχομένως απολύσεις, εξήγγειλε ευάριθμες προσλήψεις στον τομέα της Υγείας, της εκπαίδευσης, στην αστυνομία και στον στρατό.
Στην πολιτική μετρούν αρχικά πάντα οι εντυπώσεις. Ο λογαριασμός για τα πεπραγμένα έρχεται στο τέλος. Αυτό θα πρέπει να το έχει πλέον μάθει καλά ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ, που επιδόθηκαν στο κυνήγι μόνο των εντυπώσεων για τέσσερα ολόκληρα χρόνια, εφαρμόζοντας στην πράξη νεοφιλελεύθερη πολιτική. Ο Μητσοτάκης το κατάλαβε εγκαίρως και ξεκίνησε πράττοντας για να κερδίσει και τις εντυπώσεις. Προς το παρόν τα καταφέρνει. Η συνέχεια θα δείξει.
Ωστόσο, το περιθώριο που έχει είναι τεράστιο, εξ αιτίας της αναξιοπιστίας των πολιτικών του αντιπάλων. Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά το υψηλό ποσοστό που έλαβε στις εκλογές εξ αιτίας του αντιδεξιού συνδρόμου, σπατάλησε γρήγορα το πολιτικό κεφάλαιο που απλόχερα του έδωσε ο ελληνικός λαός το 2015. Του το είχε δώσει για να εφαρμόσει μια διαφορετική πολιτική, οδηγώντας τη χώρα στην έξοδο από τη χρεοκρατία και τα μνημόνια.
Με την πολιτική που εφάρμοσε έπεισε και τον τελευταίο ότι δεν υπάρχει εναλλακτική. Συνεπώς η καλύτερη εφαρμογή της μόνης δυνατής πολιτικής δεν μπορεί παρά να γίνεται από αυτούς που την εκφράζουν πρωτογενώς και γνήσια, δηλαδή από τη Δεξιά. Φυσικά, όσοι πιστεύουν ότι υπάρχει άλλη εναλλακτική πολιτική διεξόδου, στον αντίποδα της ασκούμενης, οφείλουν να διδαχθούν από την πραγματικότητα, να κατανοήσουν τους λόγους που απέτυχαν μέχρι τώρα να την εκφράσουν με έναν αξιόπιστο τρόπο.