Οικονομική διπλωματία αντί εξωτερικής πολιτικής η ατζέντα Μητσοτάκη στη Νέα Υόρκη
20/09/2019Σε μία συγκυρία που προσδιορίζεται από ανακατατάξεις στην Ανατολική Μεσόγειο πηγαίνει στη Νέα Υόρκη ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Βασικό στοιχείο των ανακατατάξεων είναι η δυνητική αλλαγή συσχετισμών και η προοπτική αναβάθμισης της γεωστρατηγικής σημασίας της χώρας, λόγω της προϊούσας απομάκρυνσης της Τουρκίας από τις ΗΠΑ και της προσέγγισης με τη Ρωσία. Ο πρωθυπουργός θα μείνει περίπου μία εβδομάδα στη Νέα Υόρκη με σκοπό να προσελκύσει Αμερικανούς επενδυτές και να προβάλει το μεταρρυθμιστικό του σχέδιο. Με άλλα λόγια στην κορυφή της ατζέντας είναι η οικονομική διπλωματία κι όχι η εξωτερική πολιτική.
Τον στόχο του ταξιδιού περιέγραψε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας: «Το ταξίδι του Πρωθυπουργού στις ΗΠΑ είναι πολύ σημαντικό. Θέλουμε να δείξουμε μια χώρα που έχει αυτοπεποίθηση, που συμμετέχει στην καρδιά της Ευρώπης και έχει άποψη για όλα τα μεγάλα ζητήματα. Γι’ αυτό ο στόχος μας είναι να αναδείξουμε το οικονομικό μας σχέδιο, το μεταρρυθμιστικό μας σχέδιο, που δείχνει ότι η Ελλάδα γυρίζει σελίδα. Το δεύτερο είναι να βάλουμε την Ελλάδα ξανά στη διεθνή σκηνή, με τον τρόπο που της αρμόζει. Και εδώ υπάρχουν και τα περιφερειακά ζητήματα, όπως αυτά της Τουρκίας, αλλά και τα διεθνή θέματα».
Ο Αντώνης Σαμαράς είχε σαφές πλαίσιο για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τα εθνικά θέματα. Προσπάθησε δε να αποφύγει απώλειες σε μία δύσκολη συγκυρία που η Ελλάδα προσέγγιζε την κατάσταση του fail state. Σε γενικές γραμμές η πολιτική του ήταν συνέχεια της πολιτικής που είχε ακολουθήσει ο Κώστας Καραμανλής, ο οποίος επίσης είχε προσπαθήσει να αποφύγει απώλειες τόσο στο μέτωπο των ελληνοτουρκικών, όσο και στο Κυπριακό, όπου είχε στηρίξει τον Τάσσο Παπαδόπουλο για το “όχι” στο σχέδιο Ανάν.
Επίσης, είχε μπλοκάρει την είσοδο των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, αναιρώντας ως έναν βαθμό και τις υποχωρήσεις της προηγούμενης περιόδου. Ο Γιώργος Παπανδρέου είχε επιδείξει υπερκινητικότητα, επιχειρώντας επανατοποθέτηση της χώρας και με πολιτικές ήπιας ισχύος, όπως τότε ήταν του συρμού στις διεθνείς σχέσεις. Πολιτικές που απλά δεν απέδωσαν.
Ο Αλέξης Τσίπρας επίσης νόμιζε ότι μπορεί να προσεγγίσει τα εθνικά θέματα μέσα από μία προσαρμοσμένη αντίληψη διεθνισμού και φιλίας του εξεγερμένου στο πρώτο διάστημα ελληνικού λαού. Εν τέλει κατέληξε να προσπαθεί με εντελώς παραδοσιακούς τρόπους να κάνει ανάσχεση της τουρκικής επιθετικότητας, ενώ έπεσε και στην παγίδα του Νίμιτς κλείνοντας το Σκοπιανό με βαριές υποχωρήσεις.
Οικονομική διπλωματία αντί εξωτερικής πολιτικής
Ο κ. Μητσοτάκης έχει τη νεοφιλελεύθερη αντίληψη που θεωρεί ότι η παραδοσιακή άσκηση εξωτερικής πολιτικής μπορεί να υποκατασταθεί από την οικονομική διπλωματία. Όπως και ο κ. Τσίπρας, αλλά για εντελώς διαφορετικούς λόγους, αποστρέφεται την κλασική εξωτερική πολιτική και τα εθνικά θέματα. Κάπως έτσι δυόμισι μήνες μετά τις εκλογές είναι αμφίβολο αν η κυβέρνηση έχει εξωτερική πολιτική, ή απλώς ακολουθεί την πεπατημένη.
Φάνηκε αυτό και στις πρώτες επισκέψεις του κ. Μητσοτάκη σε Παρίσι, Βερολίνο και Χάγη, όπου απουσίασαν οι αναφορές στα ελληνοτουρκικά και στη συμπεριφορά της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Μία περιορισμένη αναφορά έγινε μόνο σε σχέση με τις κινήσεις της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ και αυτή έγινε με πρωτοβουλία του Εμμανουέλ Μακρόν, καθώς η Γαλλία έχει τους δικούς της λόγους.
Αντίθετα, περίσσεψαν οι αναφορές και η αναζήτηση κοινού πεδίου για επενδύσεις και οικονομική συνεργασία. Μέχρι και τεχνογνωσία στην άσκηση οικονομικής διπλωματίας ζήτησε από τον Ολλανδό ομόλογό του ο Έλληνας πρωθυπουργός. Σε επίπεδο ηγετών η Άνγκελα Μέρκελ και ο Μαρκ Ρούτε είπαν στον κ. Μητσοτάκη, πολύ απλά να τα βρει με την Τουρκία. Πιο σαφές το έκανε στο Νίκο Δένδια ο Γερμανός ομόλογός του Χέικο Μάας στην πρόσφατη συνάντησή τους στο Βερολίνο. Είναι προφανές ότι Γερμανία και Ολλανδία προτιμούν να κάνουν οικονομική διπλωματία με την Άγκυρα παρά με την Αθήνα.
Αναγνωριστικές συναντήσεις στη Νέα Υόρκη
Με αυτά τα δεδομένα από την ευρωπαϊκή πλευρά, ο κ. Μητσοτάκης θα έχει αναγνωριστικές, όπως τις χαρακτηρίζουν συνεργάτες του, συναντήσεις με τον πρόεδρο Τράμπ, τον πρόεδρο Ερντογάν και τον πρωθυπουργό Ζάεφ. Ο κ. Ερντογάν ήταν ο πρώτος ξένος ηγέτης που του τηλεφώνησε όταν εγκαταστάθηκε στο Μαξίμου και του έθεσε και το θέμα της μεταξύ τους συνάντησης.
Καθώς, όμως, η εποχή και η συγκυρία με τους υψηλούς τόνους και τις προκλήσεις της Τουρκίας δεν προσφέρεται για ανταλλαγή επισκέψεων, κρίθηκε ότι το περιθώριο της διάσκεψης του ΟΗΕ προσφέρεται για την πρώτη αναγνωριστική προσέγγιση. Μέχρι τότε, η μόνη θέση που έχει διατυπώσει ο κ. Μητσοτάκης, είναι ότι «είναι έτοιμος για διάλογο, αλλά εάν ο Ταγίπ Ερντογάν επιθυμεί μία ουσιαστική επανεκκίνηση στις σχέσεις των δύο χωρών τότε θα πρέπει να το δείξει εμπράκτως».
Εν τω μεταξύ, πάντως, το μόνο που έδειξε εμπράκτως ο κ. Ερντογάν ήταν την βουλιμία του για το Αιγαίο όταν φωτογραφήθηκε με τον χάρτη της “γαλάζιας πατρίδας” και χωρίς να αναιρέσει σε τίποτε την αναθεωρητική του πολιτκή. Όσο για τον διάλογο, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε: «Εμείς πάντα θέλουμε να έχουμε ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας. Πάντα ο διάλογος είναι προτιμότερος από την μονομερή παράθεση απόψεων. Θέλουμε, όμως, από την Τουρκία να σταματήσει τις προκλητικές ενέργειες που συνεχίζει, ιδίως στην Κύπρο, είτε αφορούν στη θάλασσα, την ΑΟΖ, είτε αφορούν στην παρέμβασή της στις συζητήσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων».
Βουλευτής του κόμματος σχολίαζε: «Φυσικά και είναι καλός και απαραίτητος ο διάλογος αρκεί να ξέρουμε και τι συζητάμε, και πολύ φοβάμαι ότι εμείς δεν ξέρουμε». Πάντως, ο κ. Μητσοτάκης από την εκλογή του και μετά ακολουθεί πολιτική κατευνασμού της Τουρκίας και αποφεύγει ακόμη και δηλώσεις που μπορεί να μην αρέσουν στον κ. Ερντογάν.
Η μπάλα στην εξέδρα για το Μακεδονικό
Παρομοίως ισχύει και για τον κ. Ζάεφ όπου η κυβέρνηση πετάει την μπάλα στην εξέδρα, ωσάν η Συμφωνία των Πρεσπών να μην είναι διμερές ζήτημα με εσωτερικές για την Ελλάδα παραμέτρους. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου: «Είναι ένα ζήτημα γενικότερο όλα τα Δυτικά Βαλκάνια. Και σε αυτό το πλαίσιο θα επιδιώξουμε συναντήσεις με όλους τους ηγέτες της περιοχής. Απασχολεί και την ΕΕ, το επόμενο χρονικό διάστημα, η πρόοδος των συζητήσεων για διεύρυνση προς τα Δυτικά Βαλκάνια. Επομένως, αντιμετωπίζουμε το ζήτημα συνολικά». Ήδη, λοιπόν, προετοιμάζεται το έδαφος για μία προσέγγιση των δύο χωρών κάτι που φυσικά η αντιπολίτευση ήδη το χαρακτηρίζει “κωλοτούμπα”. Έχει ενδιαφέρον πώς θα αντιδράσουν οι “μακεδονομάχοι” με πρώτο τον κ. Σαμαρά.
Αναγνωριστική θα είναι και η πρώτη συνάντηση του κ. Μητσοτάκη με τον κ. Τραμπ. Ωστόσο, έρχεται σε μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συγκυρία, καθώς αλλάζει η γεωπολιτική ισορροπία στην περιοχή. Η προσέγγιση της Τουρκίας με την Ρωσία δημιουργεί προϋποθέσεις απομάκρυνσης από τις ΗΠΑ, κάτι που θα έχει ως αντανάκλαση να αλλάξει η ιεράρχηση της δικής μας χώρας στους σχεδιασμούς της Ουάσινγκτον.
Ίσως από χώρα δεύτερης γραμμής για τους αμερικανικούς σχεδιασμούς για πρώτη φορά να μετατραπεί σε χώρα πρώτης γραμμής, όπως ανέλυσε σε άρθρο του ο Σταύρος Λυγερός. Οι τριμερείς με Κύπρο και Ισραήλ όπως και με Κύπρο και Αίγυπτο ευνοούν μία συνολική αναβάθμιση της χώρας μας, την οποία στην συνέχεια μπορεί να την αξιοποιήσει στην αντιπαράθεση με την Τουρκία.
Δεν είναι δίχως σημασία ότι συνεχίζεται και ο διάλογος για την στρατηγική σχέση Ελλάδας-ΗΠΑ που αναβαθμίζεται με την έλευση και την συμμετοχή σε αυτόν του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών στις 5 Οκτωβρίου στην Αθήνα. Οι τρεις συναντήσεις εκ των πραγμάτων συνδέονται. Φυσικά η κυβέρνηση δεν έχει κανέναν λόγο να βιαστεί, ή να διακινδυνεύσει μία αλλαγή συμπεριφοράς έναντι της Τουρκίας. Άλλωστε δεν δείχνει διατεθειμένη για κάτι τέτοιο.
Το αρνητικό είναι ότι η κυβέρνηση δεν δείχνει να έχει επεξεργασμένο πλαίσιο εξωτερικής πολιτικής. Το να προβάλλει το Μέγαρο Μαξίμου ότι ο κ. Μητσοτάκης θα πάει στον ΟΗΕ και θα μιλήσει στον πρόεδρο Τράμπ και στον πρόεδρο Ερντογάν για επενδύσεις μάλλον αμηχανία δείχνει και όχι προετοιμασία για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες που ανοίγονται από την συγκυρία. Σε παρατήρηση ότι μέχρι τώρα απουσιάζουν οι αναφορές στην εξωτερική πολιτική και στα εθνικά θέματα, βουλευτής του κόμματος που ασχολείται με το ζήτημα έλεγε σκωπτικά: «σιγά-σιγά θα γίνει κι αυτό, θα αποκτήσουμε και πλαίσιο».
Περί επενδύσεων
Ο κ. Μητσοτάκης δεν είναι ο πρώτος που θα προσπαθήσει να προσελκύσει επενδύσεις. Το είχε πράξει πριν από αυτόν και ο κ. Σαμαρά όταν συγκέντρωσε στον ουρανοξύστη της JP Morgan μερικούς από τους μεγαλύτερους επιχειρηματίες του πλανήτη. Είχε μιλήσει μάλιστα και στο American Jewish Committee, την ημέρα μάλιστα που έστελνε φυλακή τη Χρυσή Αυγή. Επενδύσεις, όμως, δεν ήλθαν. Το είχε προσπαθήσει και ο Αλέξης Τσίπρας, δημιουργώντας σχέσεις με το Ίδρυμα Κλίντον και τον εξ Αμερικής υπουργό Ανάπτυξης Δημήτρη Παπαδημητρίου, αλλά επίσης το αποτέλεσμα ήταν απογοητευτικό. Και φυσικά το είχε επιχειρήσει και ο Γιώργος Παπανδρέου.
Παρά τις προσπάθειες του παρελθόντος που απέφεραν από μηδενικά έως ελάχιστα αποτελέσματα το κυβερνητικό επιτελείο πιστεύει ότι η διαφορετική εικόνα για την χώρα που κομίζει ο πρωθυπουργός και η διακηρυγμένη πρόθεση της νέας κυβέρνησης για ουσιαστικές απορρυθμίσεις σε όλους τους τομείς, θα προκαλέσουν το ενδιαφέρον των Αμερικανών κεφαλαιούχων. Ο χρόνος θα δείξει.