Όλαφ Σολτς: Ο σοσιαλδημοκράτης Mr. Μέρκελ
24/09/2021Αν κάποιος ήταν ξεγραμμένος στην αρχή αυτής της προεκλογικής κούρσας στη Γερμανία, αυτός δεν ήταν άλλος από τον σοσιαλδημοκράτη Όλαφ Σολτς. Οι κορυφαίοι πολιτικοί αναλυτές έξυναν το κεφάλι τους, προσπαθώντας να ερμηνεύσουν την αρχικά αναπάντεχη εκτόξευσή του στις δημοσκοπήσεις. Όμως, σήμερα οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι προηγείται στον πόντο από τον αντιπαλό του Άρμιν Λάσετ. Αν και η Άνγκελα Μέρκελ δεν το παραδέχεται– στα μάτια των Γερμανών ψηφοφόρων ο σοσιαλδημοκράτης υπουργός Οικονομικών φαντάζει σαν η πολιτική συνέχειά της.
Τί και αν ανήκει σε άλλο κόμμα; Περιγράφεται ως κάποιος που υπολείπεται σε χάρισμα και προσωπική γοητεία (σας θυμίζει μήπως τη Μέρκελ στο ξεκίνημά της;) αλλά εκπέμπει σταθερότητα και μετριοπάθεια. Συνέβαλε και το γεγονός ότι, ως υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση συνασπισμού της Μέρκελ, ήταν αυτός που μοίρασε χρήματα για την αντιμετώπιση της πανδημίας και της οικονομικής κρίσης που αυτή προκάλεσε.
Ο Σολτς γεννήθηκε το 1958 στην Κάτω Σαξονία, αλλά μεγάλωσε στο Αμβούργο. Έχει δύο μικρότερα αδέλφια που σήμερα διαπρέπουν: ο ένας γνωστός αναισθησιολόγος και διευθυντής ενός μεγάλου νοσοκομείου και ο άλλος επιχειρηματίας τεχνολογίας. Ο Σολτς στα νιάτα του δήλωνε σοσιαλιστής, αλλά αποτελεί κοινό μυστικό ότι πλέον έχει μετατραπεί σε έναν κεντρώο, με συντηρητικό μάλιστα πρόσημο.
Ρήξη με το παρελθόν
Έχουν περάσει δεκαετίες από τότε που ως αναπληρωτής επικεφαλής της οργάνωσης Νεολαίας των Σοσιαλδημοκρατών (SPD Jusos), εξέφραζε κοινωνικά ριζοσπαστικές και άκρως επικριτικές απόψεις για τον καπιταλισμό. Το πάθος του αυτό τον χαρακτήριζε από μαθητή ακόμα, μιας και ήταν πολιτικοποιημένος από τα μικράτα του, αλλά κάπου στην πορεία τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν.
Η ιδεολογική μετατόπισή του αποτυπώνεται στη διαδρομή του. Ξεκίνησε την καριέρα του υπερασπιζόμενος εργαζόμενους, ως δικηγόρος εργατολόγος. Άσκησε δικηγορία στο Αμβούργο και, σύμφωνα με τον ίδιο, μέσα από την καριέρα του κατανόησε πώς λειτουργεί η οικονομία και η επιχειρηματικότητα. Στη συνέχεια μπήκε ενεργά στην πολιτική και από ριζοσπάστης σοσιαλιστής βρέθηκε να υπερασπίζεται επώδυνες μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, οι οποίες έπληξαν εκατομμύρια εργαζόμενους.
Αργότερα, συγκυβέρνησε με τη Μέρκελ και μάλιστα από την κομβική θέση του υπουργού Οικονομικών. Ήταν δηλαδή ο αντικαταστάτης του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Όταν αναδείχθηκε σε κορυφαίο υποστηρικτή του μεγάλου συνασπισμού υπό την Μέρκελ, ήρθε σε μεγάλη κόντρα με την αριστερή πτέρυγα του κόμματός του και τη Νεολαία.
Η παρακμή των Σοσιαλδημοκρατών
Πολλοί είδαν στο πρόσωπο του Σολτς την παρακμή των Σοσιαλδημοκρατών, οι οποίοι στην 158χρονη ιστορία τους, αποτέλεσαν κραταιή πολιτική δύναμη. Πρωτίστως μάχονταν για τις ελευθερίες και τα δικαιώματα των εργαζομένων, ήταν δε οι αρχιτέκτονες του μεταπολεμικού κράτους πρόνοιας της Γερμανίας. Αρχικά, λοιπόν, ο Σολτς δεν ήταν αποδεκτός από την αριστερή πτέρυγα του ίδιου του του κόμματος.
Οι εσωτερικές έριδες αποκαλύφθηκαν όταν ζήτησε από τους Σοσιαλδημοκράτες να τον προτείνουν ως υποψήφιο καγκελάριο και κάποιοι από το δικό του στρατόπεδο αναρωτήθηκαν δημόσια, αν το κόμμα θα έπρεπε να συμμετέχει καν στη διαδικασία, προτείνοντας υποψήφιο. Την περίοδο εκείνη, το παλαιότερο κόμμα της Γερμανίας δεν ήταν μόνο πίσω από τους χριστιανοδημοκράτες της καγκελαρίου Μέρκελ, αλλά είχε πέσει στην τρίτη θέση. Χαμηλότερα και από τους Πράσινους, με ένα εξευτελιστικό 14% στις δημοσκοπήσεις.
Ο ίδιος ο Σολτς δεν ήταν σε καλύτερη μοίρα. Δύο χρόνια νωρίτερα, είχε χάσει την ηγεσία του κόμματος από ένα αριστερό δίδυμο, το οποίο τον κατηγορούσε για «μετριοπαθή και αναποτελεσματικό κεντρώο». Παρά την ήττα του, απόδειξε ότι διαθέτει μία ικανότητα που τόσο στην αρένα της πολιτικής, όσο και στο ρινγκ, σε αγώνα μποξ, κρίνουν το νικητή: ακλόνητη αυτοπεποίθηση και αντοχή. Όσο βαρύ και αν ήταν το πλήγμα που κάθε φορά δεχόταν, εκείνος σηκωνόταν αμέσως. Ούτε το προσόν του αυτό, όμως, δεν μπορούσε να βελτιώσει την προβληματική επαφή του με τη γερμανική κοινωνία. Αυτή ήταν τουλάχιστον επιδερμική.
Ενδεικτικό παράδειγμα το εξώφυλλο της γερμανικής σοσιαλδημοκρατικής εφημερίδας Die Zeit, η οποία του έδωσε το παρατσούκλι Scholzomat, ένας συνδυασμός του ονόματός του και της λέξης Automat (γερμανικά «μηχανή»). Έμοιαζε περισσότερο με έναν άψυχο τεχνοκράτη, ένα ρομπότ, ο οποίος χρησιμοποιούσε δύσκολες ορολογίες και ξύλινο λόγο όταν απευθυνόταν στους πολίτες. Για τον λόγο αυτό δεν ήταν αγαπητός στους απλούς πολίτες, ενώ κανείς δεν ξεχνούσε ότι αυτός ήταν που το 2010 είχε προωθήσει και υλοποιήσει την αμφιλεγόμενη μεταρρύθμιση στην αγορά εργασίας, η οποία επέφερε σκληρές περικοπές για ορισμένους δικαιούχους κοινωνικής πρόνοιας.
Ένας “βαρετός” γραφειοκράτης
Ακόμα κι όταν έγινε υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση συνασπισμού υπό την Μέρκελ, ο κόσμος τον αντιμετώπιζε ως ένα βαρετό γραφειοκράτη. Συχνά πυκνά οι σατυρικές εκπομπές χρησιμοποιούσαν γι’ αυτόν το προσωνύμιο “killjoy” (αυτός που σκοτώνει την χαρά). Παρ’ όλα αυτά, όπως και η Μέρκελ, έχει κάποια προτερήματα που στην πορεία αναδείχθηκαν. Δεν χάνει ποτέ την ψυχραιμία του, εργάζεται ατελείωτες ώρες την ημέρα, επιβάλλοντας στο υπουργείο Οικονομικών δρακόντεια μέτρα στους εργαζόμενους.
Κατά κανόνα ακολούθησε την πολιτική του προκατόχου του Σόιμπλε για ισοσκελισμένο προϋπολογισμό. Παλαιότερα είχε αναφέρει ως πρότυπό του στην πολιτική τον προτελευταίο σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο Χέλμουτ Σμιτ. Το σημαντικότερο είναι πως όταν του δόθηκε η ευκαιρία, εκταμίευσε δισεκατομμύρια ευρώ για να ενισχύσει την οικονομία και τους πολίτες της χώρας, με σκοπό την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Μαζί με τους πολίτες, ενισχύθηκε και το πολιτικό του προφίλ. Λίγο τα χρήματα, λίγο η εργατικότητα και η ψυχραιμία του, ο κόσμος άρχισε να αλλάζει γνώμη για τον «βαρετό Σολτς». Δεν είναι ότι μετατράπηκε ξαφνικά σε λαοπλάνο και λατρευτό ηγέτη, αλλά άρχισε να παρομοιάζεται με την καγκελάριο κι αυτό ήταν αρκετό. Συνέβαλε και η μεταμόρφωση της δημόσιας εικόνας του, η οποία σύμφωνα με φήμες οφείλεται σε καλοπληρωμένους επικοινωνιολόγους.
Θεαματική μεταστροφή
Όταν το 2019, οι υποψήφιοι για την ηγεσία των Σοσιαλδημοκρατών περιηγήθηκαν στη χώρα σε μία άτυπη προεκλογική εκστρατεία, ο υποψήφιος και υπουργός Οικονομικών έμοιαζε μεταμορφωμένος. Ήταν πιο προσιτός και φιλικός, η δε συμπεριφορά του πιο συναισθηματική. Πλησίαζε τον κόσμο με άνεση, έκανε αστεία, χειραψίες, μέχρι και χιούμορ. Η ακαμψία που τον χαρακτήριζε είχε χαθεί.
Τον περασμένο Αύγουστο ήταν που η αλλαγή αυτή απέδωσε και η δημοτικότητά του άρχισε να ανεβαίνει. Πλέον, προωθεί τον εαυτό του σαν τον φάρο σταθερότητας. Η προσκόλληση στην επαγγελία της σταθερότητας έχει καταστήσει πιο δύσκολο για τους αντιπάλους του να του επιτεθούν για παλιές του γκάφες, αν και μερικοί το έχουν προσπαθήσει.
Ως δήμαρχος του Αμβούργου είχε πραγματοποιήσει ιδιωτικές συναντήσεις με έναν τραπεζίτη που ζητούσε αναβολή της πληρωμής των φόρων του, οι οποίοι υπερέβαιναν το ένα εκατομμύριο. Από την άλλη, στο Αμβούργο έχει πολλούς υποστηρικτές, καθώς δημιούργησε τη φιλαρμονική της πόλης. Από τότε που άνοιξε η αίθουσα συναυλιών, η εκπληκτική δομή από τούβλα και κυματιστό γυαλί στην προκυμαία έφερε το Αμβούργο ξανά στον χάρτη του τουρισμού.
Όταν καθυστερήσεις και υπερβάσεις του κόστους απείλησαν την ολοκλήρωση του μεγάρου της Φιλαρμονικής, αποφάσισε να πληρώσει στην κατασκευαστική εταιρεία επιπλέον 195 εκατομμύρια ευρώ από τα χρήματα των φορολογουμένων για να ολοκληρώσει το έργο σε εύλογο χρόνο.
Το μεγάλο του επίτευγμα
Το πιο σημαντικό επίτευγμά του, όμως, στη Δημαρχία ήταν η διάθεση προσιτής στέγης. Από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του χτίζονταν περισσότερες από 10.000 νέες κατοικίες κάθε χρόνο. Το ένα τρίτο των νέων διαμερισμάτων έχουν ελεγχόμενα ενοίκια για άπορους, φοιτητές και ηλικιωμένους. Σήμερα, χρησιμοποιεί τη θητεία του στη Δημαρχία και στο υπουργείο Οικονομικών για να πείσει τους ψηφοφόρους ότι διαθέτει πείρα διακυβέρνησης.
Το μότο “Respect” (σεβασμός) είναι ένα από τα κύρια συνθήματα της προεκλογικής του εκστρατείας. Στις ομιλίες του τονίζει ότι οι άνθρωποι που κερδίζουν όσα χρήματα έχει αυτός και οι όμοιοί του, δεν πρέπει να έχουν φοροαπαλλαγές. Αντ’ αυτού, θέλει να μειώσει τους φόρους για τους μεσαίους και χαμηλοσυνταξιούχους και να τους αυξήσει με μέτρο για όσους έχουν εισοδήματα άνω των 100.000 ευρώ ετησίως.
Υπόσχεται να αυξήσει τον κατώτατο μισθό στα 12 ευρώ την ώρα (αντί των σημερινών 9,60), να χτίσει 400.000 σπίτια ετησίως (αντί των περίπου 300.000 που κατασκευάστηκαν το 2020) και να περάσει μια σειρά μέτρων για το κλίμα, αν και ξεκαθάρισε ότι η Γερμανία δεν θα σταματήσει τη χρήση άνθρακα πριν από το 2039.
Το όραμα του Όλαφ Σολτς
Σε μια από τις σπάνιες τοποθετήσεις του σχετικά με το ευρωπαϊκό όραμά του, έχει αυξήσει τις προσδοκίες για μια πιο ήπια στάση απέναντι στις χώρες που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση του ευρώ. Απομακρύνθηκε από τους σκληρούς όρους του Σόιμπλε με αντάλλαγμα δάνεια και εγγυήσεις της ΕΕ. «Δεν θέλουμε να υπαγορεύσουμε σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες πώς πρέπει να αναπτυχθούν», δήλωσε στο Spiegel τον Φεβρουάριο. «Σίγουρα έγιναν λάθη στο παρελθόν», είπε, αναφερόμενος στην Ελλάδα και στις χώρες του Νότου.
Στην προσωπική του ζωή δηλώνει ήρεμος, ευτυχισμένος και κατασταλαγμένος. Είναι παντρεμένος επί δύο δεκαετίες με την Μπρίτα Έρνστ. Τα γερμανικά Μίντια τους αποκαλούν το «χρυσό ζευγάρι» της πολιτικής, καθώς και οι δύο ασχολούνται με αυτή. Είναι κι αυτή μέλος του κόμματος από το 1978. Έχει μεγαλώσει στην ίδια πόλη με τον άνδρα της, αν και δεν γνωρίζονταν από παιδιά.
Σπούδασε οικονομικά και στους Σοσιαλδημοκράτες έχει επιτελικό ρόλο σε θέματα όπως η εκπαίδευση, η Νεολαία και ο αθλητισμός. Σε συνεντεύξεις του, πάντως, ο υποψήφιος μιλάει με ιδιαίτερο θαυμασμό και αγάπη για τη σύζυγό του, ενώ δεν έχει κρύψει ότι σε περίπτωση που εκλεγεί θα τη συμβουλεύεται συστηματικά.