Παρεμβάσεις κατά του Τύπου στα χρόνια 1988, 1989 και 1996
20/04/2025
Επειδή σύσσωμη η σημερινή αντιπολίτευση (ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ), κατήγγειλαν (και δικαίως), μετά το αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του Inside Story, την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη για «θεσμική εκτροπή» με τους μηχανισμούς προπαγάνδας, συκοφαντιών και επιθέσεων κατά ενοχλητικών προσώπων, ας σημειωθεί ότι οι πρώτοι διδάξαντες τα λεγόμενα σήμερα fake news δεν είναι ο Τραμπ ή ο Πούτιν, αλλά υπουργός ελληνικής κυβέρνησης το 1988.
Θυμήθηκα ότι στις 29/8/1988 δημοσιεύθηκε στη στήλη “Ριπές” στα “Νέα” το κύριο άρθρο υπό τον τίτλο “Τσιφλίκι”, το οποίο είχε γράψει η ταπεινότητά μου, όπως κι όλα σχεδόν οικονομικοκοινωνικά κύρια άρθρα της παραπάνω εφημερίδας με διευθυντή τον αείμνηστο Λέοντα Καραπαναγιώτη από το 1985 έως το 1994! Αυτό το σκληρό σχόλιο για τα fake news πριν από 37 χρόνια στην Ελλάδα (κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου) είχε ως εξής:
«Ποιος στην κυβέρνηση θα βρεθεί να του πει, ότι ούτε το υπουργείο Οικονομικών είναι τσιφλίκι του, ούτε οι φορολογούμενοι υπήκοοί του. Αλλά, το πρόβλημα με τον υπουργό Οικονομικών δεν είναι μόνο η περίεργη αντίληψη για τον Τύπο και για το από ποιους πρέπει να ενημερώνονται οι φορολογούμενοι, αλλά και για… ποιες αποφάσεις του! Δυο είναι τα κριτήρια που του δίνουν το “δικαίωμα” αυτό: Το ένα αφορά τις “ωραίες” ή “ωραιοποιημένες” αποφάσεις τους, για το περιεχόμενο και τις επιπτώσεις των οποίων οι φορολογούμενοι ενημερώνονται –για ευνόητους λόγους– μέσω των δημοσιογράφων. (Ήδη, προχτές, ο ίδιος ο κ. Τσοβόλας τη στιγμή που έλεγε ότι κλονίστηκε η… εμπιστοσύνη του προς τους δημοσιογράφους, τους έδινε πίνακες από στοιχεία των οποίων προέκυπτε ότι σε μερικές συνοικίες, η αγορά σπιτιών δεν είχε καμιά φορολογική επιβάρυνση!)
»Το άλλο κριτήριο, αφορά φορομπηχτικές κυρίως αποφάσεις, για το περιεχόμενο και τις επιπτώσεις των οποίων οι φορολογούμενοι ενημερώνονται –για ευνόητους λόγους– μέσω των εφοριών! (Ήδη, πάλι προχτές, οι δημοσιογράφοι επεσήμαναν στον κ. Τσοβόλα ότι η αύξηση των τιμών των ακινήτων στη Λάρισα, τα Ιωάννινα και το Ηράκλειο, ανακοινώθηκε στις αντίστοιχες πόλεις!)
»Και τότε ο υπουργός Οικονομικών θυμήθηκε το τσιφλίκι του: “Δικαίωμά μου είναι, είπε, να μη δώσω και σε σας τις τιμές αυτές”! Ωραίο δικαίωμα. Και δεν μας είπε ποτέ από πού το άντλησε. Αλλά, θα πρέπει να πούμε, με την ευκαιρία αυτή, κάτι που αφορά όμως τους υπηκόους του. Δικαίωμα του κ. Τσοβόλα είναι να έχει οποιαδήποτε γνώμη για τον Τύπο. Δεν έχει όμως δικαίωμα να στερεί τους φορολογούμενους από την ενημέρωση μέσω του Τύπου, όταν αυτή αφορά και επηρεάζει τις περιουσίες και τις τσέπες τους.
»Θα πούμε και κάτι ακόμα, που είμαστε σίγουροι ότι θα το ένιωσε όλες αυτές τις ημέρες. Μπορεί μια “ωραιοποιημένη” απόφαση, η απόφαση που κυκλοφορεί στα μουλωχτά, να τον κάνει να χαίρεται προσωρινά, αργότερα όμως ο πονοκέφαλος θα είναι αβάσταχτος. Και για το καλό του και το καλό όλων των Ελλήνων, αυτό που πρέπει να κάνει είναι να ανακαλέσει τις άστοχες αποφάσεις και να μη ζητάει εκ των υστέρων τη γνώμη των ενδιαφερομένων και, φυσικά, να μη τα βάζει με τον Τύπο. Τόσο πολύ φοβάται την ενημέρωση; Ή να το πούμε κι αλλιώς – τόσο πολύ τον ενοχλεί η ενημέρωση;»
Ολομέτωπη επίθεση
Στις 29/12/1988 με σχόλιό μου υπό τον τίτλο “Ο Λόγος”, που δημοσιεύθηκε στη θέση του κύριου άρθρου των “Νέων” κατήγγειλα την κλιμακούμενη ολομέτωπη επίθεση κατά του Τύπου ως εξής: «Άθλιοι άθλοι… Αυτή η κλιμακούμενη ολομέτωπη επίθεση κατά του Τύπου, που τολμά να ενημερώνει και να αποκαλύπτει όσα δυσάρεστα, πράγματι, για τους ανθρώπους της εξουσίας, περιέχονται σε γνώση του, δεν έχει προηγούμενο σε περίοδο δημοκρατικής διακυβέρνησης της χώρας.
»Μετά το υβρεολόγιο που ο Τύπος δέχθηκε από κυβερνητικούς αξιωματούχους μετά το κάψιμο εφημερίδων και την, δίκην Ποντίου Πιλάτου, απαθή στάση της κυβέρνησης δια του εκπροσώπου της μετά τις εχθρικές δηλώσεις του αναπληρωτή υπουργού Προεδρίας, οι δημοσιογράφοι είχαν χθες και πάλι την “τιμητική” τους, στο υπουργείο Οικονομικών αυτή τη φορά. Για να ακούσουν τι; Ότι “ο ψεύτης και ο κλέφτης τον πρώτο χρόνο χαίρονται”! Και μιλούσε για “ψεύτες και κλέφτες” στον Τύπο, όχι ο έχων ασυλία, ως “υπηρέτης του δημοσίου συμφέροντος”, Γενικός του ΟΤΕ, ούτε κάποιοι γνωστοί για τις σχέσεις τους με την ΚΥΠ σε εποχές σκοτεινές, ούτε διάτρητα ηθικά και πολιτικά, άτομα που τα τελευταία χρόνια εμφανίζονται ως τιμητές της Δημοκρατίας. Μιλούσε ο υπουργός Οικονομικών, βασικό στέλεχος της κυβέρνησης, για “εγκληματική δημοσιογραφία”, σε αντίθεση –όπως είπε– με την αντικειμενική πληροφόρηση των κρατικών ραδιοτηλεοπτικών μέσων!
»Το χθεσινό επεισόδιο στο υπουργείο Οικονομικών αποδεικνύει ότι το φαινόμενο των επιθέσεων κατά τoυ Τύπου δεν είναι, δυστυχώς, παροδικό, είναι παροξυντικό μακράς διαρκείας, αυτοτροφοδοτούμενο και αυτοφανατιζόμενο. Τόση ιταμότητα στην αντιμετώπιση εκπροσώπων εφημερίδων, τόση μισαλλοδοξία στην απόκρουση της δημόσιας κριτικής, τόση πολεμική στον Τύπο και τα στελέχη του, είναι ασφαλώς ένας “άθλος” για τον οποίο δικαιούνται να επιχαίρουν οι εχθροί της ελευθεροτυπίας. Ανάμεσα σε όλα τα καινά δαιμόνια που εισήχθησαν στον δημόσιο βίο, τούτο είναι το πιο επικίνδυνο.
Ο Τύπος, έχοντας αναλάβει ένα σημαντικό μέρος ευθύνης στο έργο της κάθαρσης, βάλλεται σαν “κακός δαίμονας” και επιχειρείται η διαβολή και η τρομοκράτησή του. Σε τι οφείλεται η θλιβερή αυτή επιλογή; Μήπως στο γεγονός πως κάποιοι ακόμα δεν συγχώρεσαν στον Τύπο, πώς αυτός –μόνος και παρά την αντίδρασή τους– ξεσκέπασε το σκάνδαλο Κοσκωτά; Και του το φυλάγουν;»
Υπενθυμίζω ότι ο αναφερόμενος ως αναπληρωτής υπουργός Προεδρίας είναι ο Δημήτρης Μαρούδας (δημοσιογράφος κι εκείνος), ενώ ο αναφερόμενος ως «Γενικός του ΟΤΕ» είναι ο Θεοφάνης Τόμπρας, ο οποίος από το 1984 έως το 1987 ήταν διοικητής του ΟΤΕ και μετά το 1987 γενικός διευθυντής του ΟΤΕ μετά την κατάργηση της θέση του διοικητή. Ε, τί λέτε πάλι; Είναι τυχαίο που τότε ο Τύπος είχε τεράστια ενημερωτική δύναμη και κύρος που προκαλούσαν συζητήσεις και καταξιωνόταν με τις χιλιάδες αναγνώστες κάθε μέρα και κάθε Κυριακή;
Επιδρομή εφοριακών σε εφημερίδες!
Από το βιβλίο μου “430 ιστορίες οικονομικής τρέλας, 1972-2012” προκύπτει ότι η επίθεση κατά του Τύπου είχε συνέχεια με επιδρομή εφοριακών σε εφημερίδες. Συγκεκριμένα, λίγες ημέρες αργότερα, στις 17/1/1989, η Ένωση Ιδιοκτητών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών εξέδωσε μια σκληρή ανακοίνωση με αφορμή τη νέα, όπως τονίζει, επιδρομή των οργάνων ελέγχου του υπουργείου Οικονομικών σε βάρος εφημερίδων που επέκριναν την τότε κυβέρνηση για τα σκάνδαλα και τη “λασπολογική” τους συμπεριφορά. Ειδικότερα, στην ανακοίνωση αυτή επισημαίνονταν, μεταξύ άλλων, τα εξής:
«Έτσι, όμως, η πρωτοφανής αυτή εμπάθεια κατά των εφημερίδων, στις περισσότερες από τις οποίες διενεργείται ήδη από μηνών τακτικός φορολογικός έλεγχος, δεν μπορεί πλέον να αποδίδεται μόνο στον κ. Τσοβόλα. Δεν πιστεύουμε ότι, χωρίς άνωθεν συγκατάνευση, θα συνέχιζε την απαράδεκτη τακτική του, με την οποία εκθέτει ανεπανόρθωτα την κυβέρνηση και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Κατά συνέπεια, οι ευθύνες για την άνευ προηγουμένου εχθρική και εκδικητική τακτική εναντίον του Τύπου, που “κατηγορείται” γιατί έκανε και κάνει το καθήκον του στην αποκάλυψη των διαφόρων σκανδάλων και ειδικώς του Κοσκωτά, βαρύνουν πλέον το σύνολο της κυβέρνησης που εμφανίζεται να ταυτίζεται με όσους φοβούνται ότι θα αποκαλυφθούν ως οι ένοχοι των σκανδάλων».
Ο “αποκεφαλισμός”
Θυμήθηκα κι ένα άλλο θλιβερό επεισόδιο θύμισε με πρωταγωνιστή την ταπεινότητά μου ως αρχισυντάκτη του “Οικονομικού Ταχυδρόμου” και θύμα τον τότε διευθυντή επί δεκαετίες του ιστορικού περιοδικού. Από τον Αύγουστο 1996, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση του εβδομαδιαίου περιοδικού “Οικονομικός Ταχυδρόμος”, ο οποίος από το 1927, όταν πρωτοκυκλοφόρησε, είχε εξελιχθεί σε θεσμό με το κύρος και την εγκυρότητά του.
Στη στήλη “Το Θέμα της Εβδομάδας” (22/8/1996) δημοσίευσα, με ευθύνη μου ως αρχισυντάκτη (λόγω απουσίας με τη θερινή άδεια του διευθυντού Γιάννη Μαρίνου και ύστερα από συνεννόηση μαζί του) έρευνα με υπέρτιτλο “Παρά τις επίσημες αντίθετες διαβεβαιώσεις” και βασικό τίτλο “Αμόκ αύξησης προεκλογικών (;) δαπανών” και πλαγιότιτλο “Δυνητική πρόσθετη δαπάνη 682 δισ. δραχμών από πρόσφατες νομοθετικές ρυθμίσεις”, προτάσσοντας σκληρό εισαγωγικό μου σημείωμα.
Η έρευνα αυτή, η οποία δημοσιεύθηκε όταν είχε αρχίσει η προεκλογική περίοδος με αρχηγό του ΠΑΣΟΚ τον Κώστα Σημίτη, αποκάλυπτε ότι οι τροπολογίες σε σχετικά νομοσχέδια από διάφορους υπουργούς πήγαιναν σύννεφο, με αποτέλεσμα να αυξάνονται δραματικά οι δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού, όπως προέκυπτε και από τις αιτιολογικές εκθέσεις που “κοστολογούσαν” μάλιστα τις τροπολογίες αυτές.
Τότε, το δημοσίευμα αυτό προκάλεσε μεγάλο θόρυβο στην τότε κυβέρνηση Σημίτη. Τα στοιχεία του δημοσιεύματος επικαλούνταν πολλά στελέχη της ΝΔ, σε συζητήσεις σε ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς, με αποτέλεσμα να αναγκασθεί το υπουργείο Οικονομικών την επόμενη ημέρα (23/8/1996) να εκδώσει μακροσκελή ανακοίνωση, η οποία εστάλη σε όλο τον Τύπο, πλην… του “Οικονομικού Ταχυδρόμου” με την οποία δικαιολογούνταν οι δαπάνες.
Η ανακοίνωση αυτή δημοσιεύθηκε στον “Οικονομικό Ταχυδρόμο” (29/8/1996) με τις σχετικές παρατηρήσεις, μολονότι χαρακτηριζόταν από διπλή επικοινωνιακή απρέπεια και μάλιστα από υπουργείο. Η πρώτη απρέπεια ήταν ότι δεν εστάλη όχι μόνο σχετική επιστολή, αλλά ούτε η ανακοίνωση, όπως προανέφερα. Ύστερα, στην ανακοίνωση. Θυμάμαι ότι όταν δημοσιεύθηκε η έρευνα αυτή και προκλήθηκαν οι έντονες (σημιτικές) αντιδράσεις και ο μεγάλος θόρυβος, ο Γιάννης Μαρίνος διέκοψε την άδειά του και επέστρεψε από τη Σαντορίνη στο γραφείο, όπου έμεινε για λίγες ημέρες. Διότι έγινε η… αντικατάστασή του, ενώ η ταπεινότητά μου “μπήκε στο ψυγείο”…