ΠΑΣΟΚ: το όνομα ή ο τρόπος; – Η επιστροφή στη βάση
19/11/2021Ο πολυκομματικός μονοπολισμός της μεταμνημονιακής περιόδου και η κυριαρχία της ΝΔ στο κέντρο της πολιτικής δημιουργεί μια σειρά από δημοκρατικά ελλείμματα που αναδύονται ξανά και δείχνουν εμφατικά την μεγάλη απουσία της εναλλακτικής πρότασης. Ειδικά, όμως, το έλλειμμα αντιπολίτευσης στοιχίζει μια διαφυγή ή αποφυγή της κυβέρνησης από τα μεγάλα, από την αναμέτρηση με τις σοβαρές μεταρρυθμίσεις που μπορούν να αλλάξουν τη χώρα.
Ένας συγκεντρωτικός Μαξιμοκεντρισμός διεκπεραιώνει τα περισσότερα θέματα ευκαιριακά, χωρίς κεντρικό άξονα πορείας, ενώ η πανδημία καλύπτει με αυτοματισμό τον αγώνα για πραγματική ουσιαστική πρόοδο. Η σύγχυση μετά τον “τυφώνα” ΣΥΡΙΖΑ έχει διαστρέψει την δημόσια συζήτηση. Ο διαχωρισμός Δεξιά-Αριστερά φαντάζει αναχρονισμός, οι ανισότητες αναπαράγονται ανέγγιχτες. Θέματα αναδιανομής και συντονισμένης με τον χώρο της εργασίας αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου, δεν τίθενται.
Δεν σχεδιάζονται πολιτικές διάχυσης πλούτου και δυνατοτήτων προς τα κάτω, που να απαντούν σε χρόνια υστέρηση ολοκλήρων περιφερειών, ούτε δίκτυα τοπικής ανάπτυξης που δημιουργούν νέες ευκαιρίες και καινοτόμα κινητικότητα για πολλούς. Ό,τι προκύπτει προκύπτει ευκαιριακά ή πελατειακά. Η πολιτική έτσι καταλήγει να γίνεται διαχείριση και διατήρηση. Λαμπερά ανώδυνα επιφαινόμενα και καθημερινοί εξυπνακισμοί σε εφήμερες αντιπαραθέσεις αντικαθιστούν τις πραγματικές αναδιατάξεις και ρήξεις με τις παθολογίες του παρελθόντος, με τους ολιγάρχες, με τις συντεχνίες και με τον εκάστοτε ξένο παράγοντα.
Η πολιτική από τα κάτω
Η πρόοδος σαν τεχνικός εκσυγχρονισμός επαφίεται στον αδιαφανή αυτοματισμό των επιλογών του Ταμείου Ανάκαμψης και στην διαρκή επιτυχή επέκταση του ψηφιακού. Αυτό, όμως, βελτιώνει χωρίς να αλλάζει, χωρίς να κάνει ευθείες συγκλίσεις ή συγκρούσεις με τις ομάδες συμφερόντων. Ουσιαστικά τις παρακάμπτει. Αυτό συνεπάγεται μια σταδιακή εξαφάνιση της πολιτικής από τα κάτω, ως παραγωγής και λειτουργίας των κομμάτων. Τα κόμματα δεν είναι εργαστήρια επεξεργασίας πολιτικών, δοκιμασίας συναινέσεων και δημιουργίας μιας ατζέντας-πρότασης για το μέλλον.
Μια τέτοια λειτουργία έχει υποκατασταθεί από εμπειρογνώμονες και σκηνοθέτες προθύμους για όλα. Η θεατροποίηση και η χειραγώγηση του θυμικού θολώνει τα πραγματικά συναισθήματα. Ο δε βομβαρδισμός με ανούσιες εντυπώσεις αμβλύνει την ορθή κρίση. Έχουμε ζωτική ανάγκη από διαβούλευση, εθνική συζήτηση για τα μεγάλα, από διαπροσωπική σχέση που δεν κερδίζεται εύκολα και δεν υποκαθίσταται από την αποστασιοποιημένη μοναχική περιήγηση σε ομόθρησκους τόπους εκτόνωσης του διαδικτύου.
Τώρα πια επικρατούν κομματικές τελετουργίες με σκηνικά διαβουλεύσεων. Ελέω πανδημίας η παρουσία τείνει να γίνει εικονική, η γνώμη αποσπασματική και όχι βαρύνουσα. Τώρα πια δεν υπάρχει χρόνος. Οι πολίτες αγοράζουν αναλώσιμα σαν καταναλωτές έτοιμοι να περάσουν αύριο στο νέο πιο ελκυστικό προϊόν των επικοινωνιολόγων και των κατασκευαστών πολιτικών πλυντηρίων.
Το ΠΑΣΟΚ πέρα από πολιτικό κόμμα και παρά τις κατηγορίες που δέχθηκε για λαϊκισμό και προσωπολατρία, υπήρξε ένας τρόπος, ένα πνευματικό και κοινωνικό κίνημα, μια προσπάθεια για ένα εθνικό εργαστήριο συμμετοχής, διαβούλευσης, πατριωτισμού και πολιτισμού. Μια ασκητική δημοκρατικής λειτουργίας από τα κάτω – με και παρά τους μηχανισμούς και τις ομαδοποιήσεις και τις άγριες συγκρούσεις. Ήταν μία ανταπόκριση στην εποχή της μεταπολίτευσης και καλλιέργησε κουλτούρα πολιτικής χειραφέτησης.
Η μεγάλη στροφή
Ειδικά στον τωρινό πολυκομματικό μονόδρομο, η ολική απουσία του ονόματος ΠΑΣΟΚ δείχνει ένα πολιτικό και κοινωνικό λωτοφαγισμό, μια αποποίηση της συμμετοχής ως συλλογικής και όχι μόνο παραταξιακής κληρονομιάς. Το ανοικτό ιδεολογικό-πολιτικό εργοτάξιο αντιπαράθεσης και συγκλίσεων στις νομαρχιακές οργανώσεις, η λειτουργία με γόνιμες επεξεργασίες αλλά και στρεβλώσεις συντεχνιασμού των κλαδικών, είναι πλέον παρωχημένες;
Οι αντιπαραθέσεις και οι συναινέσεις, η διαρκής διαπραγμάτευση ακόμα και των απλών πολιτών σε γόνιμους και οικείους τοπικούς χώρους διαβούλευσης έχει ανασταλεί τελειωτικά; Μπορούν οι σύγχρονες δημοκρατίες να ισορροπήσουν ανάμεσα σε κομματικές γραφειοκρατίες και την απαίτηση πιο άμεσης εκπροσώπησης των πολιτών που πνίγεται από μηχανισμούς στελεχών του κομματικού σωλήνα και της πολιτικής τους ιδιολέκτου, της ξύλινης ρητορικής;
Χωρίς την ειλικρινή επαφή με τον κόσμο και εκτεταμένη ανοικτή δημοκρατική διαβούλευση πώς μπορούν τα κόμματα να ζητούν εμπλοκή, συμμετοχή, συστράτευση, προοπτική; Μήπως η μεγάλη μεταμνημονιακή πρόκληση της χώρας είναι η στροφή στην ευρωπαϊκή κουλτούρα διαβούλευσης, στην μετά την πανδημία σοσιαλδημοκρατική δυναμική κανόνων ενδυνάμωσης και ακριβοδικίας των πολλών, των αδυνάτων, απέναντι στους αλγορίθμους και τις πλατφόρμες της παγκοσμιοποίησης;
Αυτή την μεγάλη στροφή επιχειρεί η τωρινή προεκλογική εκστρατεία της Κεντροαριστεράς παράλληλα με τις περιοδείες των υποψήφιων. Μια κοντινή επώνυμη επαφή, μια τοπική επικοινωνία όχι μιντιακή αλλά βαθύτερη, μια συνομιλία με όλη την περιφέρεια, με κάθε γειτονιά, με τον καθένα προσωπικά, μια επαφή που έχει εκλείψει πάρα πολύ καιρό. Το σοσιαλδημοκρατικό αίτημα ως συλλογικό μεταρρυθμιστικό διαρκές μιας κοινωνίας που κινείται, υπηρετήθηκε κάποτε από έναν ολόκληρο κόσμο. Εξακολουθεί, όμως, να αναδύεται ως ανάγκη στην τωρινή περίοδο, μετά τα μνημόνια και την πανδημία, αλλά δεν εκφράζεται, ούτε υπηρετείται επαρκώς.