Ποια είναι η νέα πρέσβειρα των ΗΠΑ Κίμπερλυ Γκίλφοϊλ
13/07/2025
Η πρόσφατη διοίκηση Τραμπ επέλεξε την Κίμπερλυ Γκίλφοϊλ ως νέα Πρέσβειρα των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ελλάδα, μια απόφαση που αναδεικνύει τη γεωπολιτική σημασία της Αθήνας στο πλαίσιο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Ωστόσο, η επιλογή αυτή χαρακτηρίστηκε από την ελληνική δημοσιογραφία και πολιτική σκηνή με επιπολαιότητα και έλλειψη αναλυτικής εμβάθυνσης, αποκαλύπτοντας μια ευρύτερη αδυναμία κατανόησης των διεθνών και περιφερειακών δυναμικών.
Η Κίμπερλυ Γκίλφοϊλ, γεννημένη το 1969 στο Σαν Φρανσίσκο από μητέρα Πουερτορικανή και πατέρα Ιρλανδό, διαθέτει ένα πλούσιο και πολυδιάστατο βιογραφικό που εκτείνεται πέρα από τις επιφανειακές απεικονίσεις της ως τηλεοπτικής περσόνας ή πρώην συντρόφου του Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ. Αποφοίτησε με πτυχίο Νομικής (Juris Doctor) από το Πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο και εργάστηκε ως εισαγγελέας στο Σαν Φρανσίσκο και στο Λος Άντζελες, αποκτώντας εμπειρία σε υψηλού κύρους νομικές υποθέσεις. Η νομική της σταδιοδρομία, αν και λιγότερο γνωστή στο ευρύ κοινό, αποτελεί τη βάση της επαγγελματικής της αξιοπιστίας.
Η μετάβασή της στον χώρο των μέσων ενημέρωσης την καθιέρωσε ως δημόσια προσωπικότητα. Από το 2006 έως το 2018, υπήρξε συν-παρουσιάστρια της εκπομπής The Five του Fox News, ενώ συμμετείχε σε προγράμματα όπως το Outnumbered και το Hannity. Η παρουσία της στο Fox News, ένα από τα πλέον επιδραστικά συντηρητικά δίκτυα των ΗΠΑ, την ανέδειξε σε κεντρική φυσιογνωμία της αμερικανικής δεξιάς, ικανή να διαμορφώνει τη δημόσια γνώμη μέσω της ρητορικής της δεινότητας και της πολιτικής της οξυδέρκειας.
Πέρα από τα μέσα ενημέρωσης, η Γκίλφοϊλ διακρίθηκε στον πολιτικό στίβο. Ως πρόεδρος του Trump Victory Finance Committee, συνέβαλε καθοριστικά στη συγκέντρωση σημαντικών κεφαλαίων για τις προεκλογικές εκστρατείες του Ντόναλντ Τραμπ το 2020 και το 2024, ενισχύοντας το πολιτικό της κύρος και αποδεικνύοντας την ικανότητά της να διαχειρίζεται υψηλού επιπέδου πολιτικές και οικονομικές ευθύνες. Η συγγραφική της δραστηριότητα, με έργα όπως το Making the Case: How to Be Your Own Best Advocate (2015), το οποίο κατέστη μπεστ-σέλερ, ενίσχυσε περαιτέρω τη δημόσια εικόνα.
Οι πολιτικές διασυνδέσεις της Γκίλφοϊλ
Ως πρώην σύζυγος του Γκάβιν Νιούσομ, νυν Κυβερνήτη της Καλιφόρνια, κατά τη διάρκεια της θητείας του ως Δημάρχου του Σαν Φρανσίσκο (2004-2008), η Γκίλφοϊλ απέκτησε πρόσβαση στην πολιτική ελίτ της Καλιφόρνια. Η στενή της σχέση με την οικογένεια Τραμπ, ακόμη και μετά τη λήξη του αρραβώνα της με τον Τραμπ Τζούνιορ, την τοποθετεί στο επίκεντρο της τρέχουσας αμερικανικής διοίκησης.
Η υποδοχή του διορισμού της Γκίλφοϊλ από την ελληνική δημοσιογραφία και πολιτική σκηνή αποκαλύπτει μια βαθιά έλλειψη σοβαρότητας και αναλυτικής ικανότητας. Σχόλια όπως αυτά που διατυπώθηκαν σε τηλεοπτικές εκπομπές, ότι ο διορισμός της αποτελεί προσωπική απόφαση του Τραμπ Τζούνιορ για “απομάκρυνσή” της, όχι μόνο υποτιμούν το επαγγελματικό της κύρος, αλλά και παραβλέπουν τη γεωπολιτική διάσταση της επιλογής της.
Τέτοιες προσεγγίσεις, εμποτισμένες με κουτσομπολιά και επιφανειακές κρίσεις, αντικατοπτρίζουν έναν ευρύτερο “προοδευτικό λαϊκισμό” που αδυνατεί να συλλάβει τη στρατηγική σημασία της Ελλάδας στο διεθνές σύστημα. Η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο γεωπολιτικό σταυροδρόμι, με προκλήσεις που περιλαμβάνουν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, την ενεργειακή ασφάλεια και την περιφερειακή σταθερότητα.
Ο διορισμός της Κίμπερλυ Γκίλφοϊλ ως Πρέσβειρας των ΗΠΑ στην Ελλάδα αποτελεί μια στρατηγική επιλογή που υπογραμμίζει τη γεωπολιτική σημασία της Αθήνας για την αμερικανική εξωτερική πολιτική. Το πολυδιάστατο προφίλ της, που συνδυάζει νομική κατάρτιση, τηλεοπτική επιρροή, πολιτική εμπειρία και ισχυρές διασυνδέσεις, την καθιστά κατάλληλη για την προώθηση των αμερικανικών συμφερόντων σε μια κρίσιμη περιοχή.
Σε μια εποχή που η Ελλάδα καλείται να διαχειριστεί πολύπλοκες γεωπολιτικές προκλήσεις, η επιπολαιότητα της δημοσιογραφίας και της πολιτικής της σκηνής αποτελεί εμπόδιο στην κατανόηση και αξιοποίηση των ευκαιριών που παρουσιάζονται. Η αναγνώριση του ρόλου και των δυνατοτήτων της Γκίλφοϊλ οφείλει να αποτελέσει αφετηρία για μια πιο ώριμη και στρατηγική προσέγγιση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων.