Ποιος και πως μπορεί να εκτοπίσει τον Μητσοτάκη από την εξουσία
15/12/2025
Είναι ορατό δια γυμνού οφθαλμού ότι η εκλογική βάση της κυβέρνησης Μητσοτάκη συρρικνώνεται, παρότι δεν έχει απέναντί της μία –με πολιτικούς όρους– αξιωματική αντιπολίτευση. Θεσμικά, βεβαίως είναι το ΠΑΣΟΚ, αλλά όλα δείχνουν πως παραμένει κολλημένο εκλογικά και ως εκ τούτου δεν μπορεί να εκτοπίσει τη ΝΔ από την πρώτη θέση.
Η εξόφθαλμη πολιτική-εκλογική φθορά της μητσοτακικής ΝΔ προσέλαβε πρόσθετες διαστάσεις μετά την κατάθεση εμπλεκομένων στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, όπως οι “Χασάπης”, Σεμερτζίδου και τελευταία ο “Φραπές”. Από την άλλη, όμως, συνεχίζεται η απουσία προφανούς εναλλακτικής λύσης στο πρόβλημα της διακυβέρνησης. Αυτά δημιουργούν μία πρωτοφανή κατάσταση στην ελληνική πολιτική ιστορία. Οι δημοσκοπήσεις δίνουν στη ΝΔ κάτι περισσότερο από 20%, αλλά κανένα από τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν πλησιάζει αυτό το ποσοστό.
Έτσι, εάν τα πράγματα παραμείνουν όπως είναι σήμερα ο Μητσοτάκης θα προβάλει το δίλημμα “ΝΔ ή ακυβερνησία”. Και επειδή το δίλημμα δεν είναι ψευδές, θα υπάρξουν πολίτες που θα το “αγοράσουν”. Παρότι είναι έντονα δυσαρεστημένοι μαζί του κάποιοι θα τον ψηφίσουν, έστω και βρίζοντας. Το ενδεχόμενο, όμως, το κομματικό σύστημα να παραμείνει αμετάβλητο είναι μάλλον απίθανο, δεδομένου ότι εκκρεμεί η ίδρυση τουλάχιστον των κομμάτων Τσίπρα και Σαμαρά, ενώ ασάφεια υπάρχει και για την ίδρυση του κόμματος “Οξυγόνο” από την Καρυστιανού.
Οι εκλογικές νίκες του Μητσοτάκη το 2019 και το 2023 αποδίδονται –όχι αδίκως– στο γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ο ιδανικός αντίπαλος για τη μητσοτακική ΝΔ, με την έννοια ότι από ένα σημείο και πέρα συσπείρωσε γύρω της όχι μόνο τις ανώτερες εισοδηματικές τάξεις, αλλά και μεσοστρώματα που ήταν δυσαρεστημένα από την κυβέρνηση Τσίπρα και φοβούνται την αβεβαιότητα και την αστάθεια. Αν και το τέλος του 2025 από πολιτικής απόψεως δεν έχει σχέση με το 2023, ούτε καν με το 2024, η λογική του –κατά την εκτίμησή τους– μικρότερου κακού, θα λειτουργήσει σε αρκετούς (εάν τα πράγματα παραμείνουν αμετάβλητα), παρότι μία σχετική πλειοψηφία έχει φθάσει στο σημείο να δηλώνει σε δημοσκόπηση ότι προτιμά το “χάος” από τον Μητσοτάκη!
Η αντιπολίτευση και ο Τσίπρας
Ο “μεγάλος ΣΥΡΙΖΑ” έχει εξαερωθεί. Η παράταξη αυτή όχι μόνο έχει κατακερματιστεί. Έχουν προκύψει η “Πλεύση Ελευθερίας”, το “Κίνημα Δημοκρατίας”, το “ΜΕΡΑ25” και η “Νέα Αριστερά”, ενώ ένα σημαντικό τμήμα “πράσινων” ψηφοφόρων επέστρεψε στο ΠΑΣΟΚ, αυξάνοντας το χαμηλό μονοψήφιο του 2015 στο σημερινό 12-13%. Αυτό είναι το πολιτικό-εκλογικό τοπίο, στο πλαίσιο του οποίου θα διεκδικήσει χώρο το υπό ίδρυση κόμμα Τσίπρα.
Ο πρώην πρωθυπουργός είναι ο μόνος που μπορεί να συσπειρώσει απομεινάρια, αλλά όχι και να επανενοποιήσει την ευρύτερη Αριστερά. Είναι προφανές, όμως, ότι θα ενσωματώσει το σύνολο σχεδόν του εναπομείναντος ΣΥΡΙΖΑ και ένα τμήμα των ελάχιστων ψηφοφόρων της “Νέας Αριστεράς”. Εκτιμώ ότι μετά από όσα έχουν συμβεί, περιορισμένες θα είναι οι εισροές από “Πλεύση Ελευθερίας”, “Κίνημα Δημοκρατίας” και “ΜΕΡΑ25”. Πιθανόν να συσπειρώσει και κάποιους απογοητευμένους αριστερούς ψηφοφόρους, αν και είναι προφανές ότι πολλοί από τους πρώην ψηφοφόρους του έχουν στραφεί εναντίον του, καταλογίζοντάς του βαριές ευθύνες για τη σημερινή κατάντια και ως εκ τούτου δεν θα παλιννοστήσουν εκλογικά στην “Ιθάκη” του.
Κατά την εκτίμησή μου, λαμβάνοντας υπ’ όψη το 18% που απέσπασε ο ΣΥΡΙΖΑ υπό τον Τσίπρα στις δεύτερες εκλογές του 2023, το νέο κόμμα του δεν μπορεί να υπερβεί το 10%, εάν δεν διεμβολίσει εκλογικά το ΠΑΣΟΚ. Το ποσοστό του κόμματος Τσίπρα, λοιπόν, θα κριθεί από το πόσους “πράσινους” ψηφοφόρους θα προσελκύσει. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι είναι ελάχιστα πιθανό να δούμε τα δύο αυτά κόμματα να έχουν π.χ. από 15-16% έκαστο.
Η μόνη περίπτωση να συμβεί αυτό είναι μία σοβαρή μερίδα κεντροδεξιών ψηφοφόρων που το 2023 ψήφισε τη ΝΔ και σήμερα είναι άκρως δυσαρεστημένοι με την κυβέρνηση Μητσοτάκη, να στραφούν στο ΠΑΣΟΚ. Δεν υπάρχει, όμως, τέτοια ένδειξη στις δημοσκοπήσεις και σ’ αυτό συμβάλει το γεγονός ότι κατά γενική ομολογία ο Ανδρουλάκης δεν πείθει ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Επιπροσθέτως, η πολιτική-εκλογική αδυναμία του διευκολύνει τη μετατόπιση ψηφοφόρων προς το κόμμα Τσίπρα, αν και μένει να αποδειχθεί στην κάλπη πόση θα είναι αυτή η μετατόπιση.
“Μητσοτάκης ή Τσίπρας”
Προφανώς, ο Τσίπρας του 2025 δεν είναι ο Τσίπρας του 2015. Επιστρέφει ως ιδεολογικά-πολιτικά μετριοπαθής σοσιαλδημοκράτης κι όχι ως ριζοσπάστης αριστερός. Γι’ αυτό και οι ολιγάρχες, που ήταν σαφώς εναντίον του πριν μία δεκαετία, σήμερα τον στηρίζουν πολλαπλώς. Τον θεωρούν χρήσιμο ως αντίπαλο δέος στον Μητσοτάκη, τον οποίο χαρακτηρίζουν “ακριβό” και “τελειωμένο” πολιτικά! Από την άλλη πλευρά, ο σημερινός πρωθυπουργός έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει πως και τώρα ο Τσίπρας είναι ο ιδανικός αντίπαλος.
Το δίλημμα “Μητσοτάκης ή Τσίπρας” θα στείλει ακόμα και σήμερα ψηφοφόρους στη ΝΔ, η οποία, βεβαίως, θα φροντίσει να ξαναζωντανέψει το κλίμα του 2015! Μπορεί –όπως προανέφερα– ο Τσίπρας να έχει μεταλλαχθεί και γι’ αυτό, άλλωστε, έχει τη στήριξη των ολιγαρχών, αλλά για τους απλούς συντηρητικούς και κεντροδεξιούς ψηφοφόρους παραμένει σε μεγάλο βαθμό ζωντανό το φάντασμα του ριζοσπάστη Αριστερού που θα έβγαζε την Ελλάδα από το ευρώ, όπως ισχυρίζονταν οι αντίπαλοί του!
Εάν, λοιπόν, στην πολιτική σκηνή προστεθεί μόνο το κόμμα του Τσίπρα, ο Μητσοτάκης θα έχει λόγους να είναι χαρούμενος. Δεν ισχύει το ίδιο εάν προστεθεί και κόμμα Σαμαρά. Κι αυτό, επειδή μπορεί να ακυρώσει το δίλημμα “Μητσοτάκης ή ακυβερνησία”, όπως επίσης και το δίλημμα “Μητσοτάκης ή Τσίπρας”. Σε αντίθεση με τον Τσίπρα, που κατά κανόνα συσπειρώνει απέναντί του συντηρητικούς και κεντρώους ψηφοφόρους, ο Σαμαράς έχει –λόγω του ιδεολογικοπολιτικού προφίλ του– τη δυνατότητα να διεμβολίσει αυτόν τον ιδεολογικοπολιτικό χώρο.
Ο παράγων Σαμαράς
Δεν μπορώ να προβλέψω τι ποσοστό θα εξασφαλίσει, αλλά μπορώ να πω ότι έχει το πλεονέκτημα δυνητικά να απευθύνεται στις περισσότερες δεξαμενές ψηφοφόρων από όλους τους άλλους:
- Η πρώτη δεξαμενή είναι οι πολίτες που έχουν αποκοπεί οριστικά από τη ΝΔ και σήμερα ψηφίζουν Ελληνική Λύση, Φωνή της Λογικής και ΝΙΚΗ. Πρόκειται για ένα τμήμα του εκλογικού σώματος που υπερβαίνει δημοσκοπικά το 15%. Προφανώς, ο Σαμαράς δεν θα εξασφαλίσει όλο αυτό το ποσοστό, αλλά σίγουρα θα αποσπάσει μία μερίδα, την οποία δεν μπορώ να προσδιορίσω. Το πλεονέκτημά του είναι ότι σε αντίθεση με τον Βελόπουλο, διαθέτει κυβερνησιμότητα.
- Η δεύτερη δεξαμενή είναι οι “γαλάζιοι” ψηφοφόροι της ΝΔ, οι οποίοι την έχουν εγκαταλείψει, λόγω της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Όπως δείχνουν όλες οι δημοσκοπήσεις, το 41% έχει μειωθεί μέχρι και 20 μονάδες! Οι περισσότεροι εξ αυτών δεν φαίνεται να έχουν μετακινηθεί από τον δεξιό-κεντροδεξιό χώρο.
- Η τρίτη δεξαμενή είναι όσοι δηλώνουν ακόμα πως θα ψηφίσουν ΝΔ, αλλά ιδεολογικά ανήκουν στη Λαϊκή Δεξιά, γεγονός που μπορεί να ωθήσουν κάποιους απ’ αυτούς να στραφούν στο κόμμα Σαμαρά, λόγω ιδεολογικής συγγένειας.
- Η τέταρτη δεξαμενή είναι παλαιοί “πράσινοι” ψηφοφόροι που έχουν εγκαταλείψει το ΠΑΣΟΚ και χαρακτηρίζονται από έντονες πατριωτικές απόψεις. Η συγγένεια σ’ αυτό το επίπεδο με τον Σαμαρά και η αντιμητσοτακική θέση του ενδέχεται να στρέψει κάποιους από αυτούς προς το κόμμα του.
Το γεγονός ότι ο Σαμαράς έχει τις τέσσερις παραπάνω δεξαμενές ως δυνάμει εκλογικό ακροατήριο, εννοείται πως δεν σημαίνει πως θα προσελκύσει όλους τους ψηφοφόρους που ανήκουν σ’ αυτές. Σημαίνει απλώς ότι δυνητικά έχει ένα εκλογικό πλεονέκτημα που δεν φαίνεται καθόλου απίθανο να του εξασφαλίσει διψήφιο ποσοστό. Το πόσα “ψάρια θα πιάσει”, όμως, θα το δείξει μόνο η κάλπη. Ο Σαμαράς, όμως, έχει και δύο σοβαρά πολιτικά πλεονεκτήματα: Το πρώτο είναι ότι οι ιδεολογικές θέσεις του (εθνοκεντρισμός, εναντίον της παράνομης μετανάστευσης και της woke κουλτούρας, υπέρ της ενέργειας από υδρογονάνθρακες, έμφαση στην πραγματική οικονομία κλπ) έχουν ισχυρό ρεύμα σε όλη τη Δύση και βρίσκονται σε συνεχή ανοδική πορεία. Αυτό αναπόφευκτα θα έχει επιπτώσεις.
Κυβέρνηση, χωρίς Μητσοτάκη για πρωθυπουργό
Το δεύτερο πολιτικό πλεονέκτημα πλεονέκτημά του είναι ότι “η ψήφος στον Σαμαρά θεωρείται η πιο αποτελεσματική αντι-Μητσοτάκη ψήφος”. Και μόνο γι’ αυτό κάποιοι θα ψηφίσουν το υπό ίδρυση κόμμα του για να ρίξει τη ΝΔ όσο γίνεται πιο κάτω από το 20% και να εκτοπίσει τον Μητσοτάκη από την εξουσία. Εάν το κόμμα Σαμαρά αποσπάσει πάνω από 8% –οι δημοσκοπήσεις το θεωρούν πάρα πολύ πιθανόν– θα ακυρώσει τον εκβιασμό “Μητσοτάκης ή χάος” και ως εκ τούτου θα μετατραπεί σε game changer.
Θα έχει τη δυνατότητα να προτείνει τον σχηματισμό κυβέρνησης, χωρίς τον Μητσοτάκη πρωθυπουργό. Εάν ο σημερινός πρωθυπουργός το αρνηθεί, πιθανότατα θα αντιμετωπίσει την αντίδραση των βουλευτών του. Και εάν ο Μητσοτάκης βρεθεί εκτός Μαξίμου, θα ανοίξουν στόματα για τα σκάνδαλα, γεγονός που θα τον φέρει σε εξαιρετικά δύσκολη θέση… Προφανώς, όλα αυτά ισχύουν εάν πάμε στις κάλπες, χωρίς να μεσολαβήσει –για οποιονδήποτε λόγο– παραίτηση του πρωθυπουργού.
Τέλος, η πολιτική εξίσωση θα γίνει πολύ πιο σύνθετη εάν εκτός από κόμμα Τσίπρα και κόμμα Σαμαρά θα έχουμε και κόμμα Καρυστιανού. Επειδή όλα δείχνουν πως θα έχει σημαντική εκλογική απήχηση –θα εκφράσει την ψήφο της διάχυτης οργής– είναι δύσκολη εκτίμηση για τις επιπτώσεις στα ποσοστά των άλλων κομμάτων και κατ’ επέκταση στις δυνατότητες σχηματισμού κυβέρνησης. Το μόνο σίγουρο είναι πως θα συρρικνώσει τα ποσοστά κυρίως της “Πλεύσης Ελευθερίας”, της “Ελληνικής Λύσης” και βεβαίως του υπό ίδρυση κόμματος Τσίπρα. Θα αφήσει ανέπαφη τη ΝΔ του Μητσοτάκη, ενώ σαφώς λιγότερους ψηφοφόρους θα αποσπάσει από το ΠΑΣΟΚ και το κόμμα Σαμαρά.





