“Άναψαν τα αίματα” στη Βουλή για την εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας
20/11/2019Ανέβηκαν οι τόνοι σήμερα στη Βουλή, στην τρίτη συνεδρίαση της Ολομέλειας για την αναθεώρηση του Συντάγματος, με αφορμή την αλλαγή των άρθρων που αφορούν την εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας. Στην ημερήσια διάταξη περιλαμβάνονται επίσης τα άρθρα που αφορούν την συγκρότηση Εξεταστικών Επιτροπών, λαϊκές νομοθετικές πρωτοβουλίες, αλλά και δημοψηφίσματα για κύρωση διεθνών συνθηκών και συμβάσεων.
Στο μείζον θέμα της εκλογής προέδρου της Δημοκρατίας όλα τα κόμματα, εκτός από το ΚΚΕ, συμφωνούν στην αποσύνδεση της διαδικασίας από την πρόωρη διάλυση της βουλής και την αναγκαστική προσφυγή στις κάλπες. Διαφωνούν, ωστόσο, στον τρόπο με τον οποίο θα αίρεται το αδιέξοδο και θα επιτυγχάνεται η εκλογή.
Η μεγάλη αντιπαράθεση ξεκινά από το γεγονός ότι η κυβερνητική πλειοψηφία απορρίπτει τη πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία προβλέπει και την άμεση εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας από το λαό, αν αποβούν άκαρπες οι κοινοβουλευτικές ψηφοφορίες.
Οι δύο προτάσεις
Η πρόταση της ΝΔ προβλέπει ότι «αν δεν επιτευχθεί ούτε και στην τρίτη ψηφοφορία η αυξημένη πλειοψηφία, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται μέσα σε πέντε ημέρες και εκλέγεται Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκείνος που συγκέντρωσε την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών. Αν δεν επιτευχθεί ούτε αυτή η πλειοψηφία, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται μία ακόμη φορά, ύστερα από πέντε ημέρες, μεταξύ των δύο προσώπων που πλειοψήφησαν, και θεωρείται ότι έχει εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκείνος που συγκέντρωσε τη σχετική πλειοψηφία. Σε περίπτωση ισοψηφίας, θεωρείται ότι έχει εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκείνος που συγκέντρωσε μεγαλύτερο αριθμό ψήφων στην πρώτη ψηφοφορία της προηγούμενης παραγράφου, και, σε περίπτωση ισοψηφίας κατά την ψηφοφορία εκείνη, ο πρεσβύτερος στην ηλικία μεταξύ των δύο υποψηφίων».
Ανιθέτως ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει ότι «αν δεν επιτευχθεί ούτε στην τρίτη ψηφοφορία η αυξημένη αυτή πλειοψηφία, οι ψηφοφορίες επαναλαμβάνονται ανά μήνα μέχρις ότου επιτευχθεί η πλειοψηφία των τριών πέμπτων ή μέχρι τη συμπλήρωση εξαμήνου από την έναρξη της διαδικασίας εκλογής. Μετά την παρέλευση του εξαμήνου, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκλέγεται μεταξύ των δύο προσώπων που πλειοψήφησαν στην τελευταία ψηφοφορία, με άμεση, καθολική και μυστική ψηφοφορία από τους πολίτες που έχουν εκλογικό δικαίωμα, όπως νόμος ορίζει».
Ένσταση και απόρριψη
Λάδι στη φωτιά έριξε και η ένσταση αντισυνταγματικότητας που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ για την πρόταση της ΝΔ, υποστηρίζοντας ότι παραβιάζει την αναθεωρητική διαδικασία και τα ουσιαστικά όρια της αναθεώρησης. Σύμφωνα με τον ΣΥΡΙΖΑ, «η πρόταση της ΝΔ είναι αντίθετη με την πρώτη απόφαση της αναθεωρητικής Βουλής με την οποία προσδιορίστηκε η κατεύθυνση και οριοθετήθηκε το εύρος της αναθεωρητικής εξουσίας της παρούσας Βουλής, ορίζοντας σε περίπτωση αδυναμίας κοινοβουλευτικής εκλογής άμεση εκλογή του Προέδρου».
Αναπτύσσοντας την ένσταση αντισυνταγματικότητας ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργος Κατρούγκαλος έκανε λόγο για «εργαλειακή μεθόδευση και κόλπο της ΝΔ», αναφερόμενος στο γεγονός ότι στην προηγούμενη Βουλή η ΝΔ δεν ψήφισε την δική της πρόταση, αλλά εκείνη του ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτό, όπως είπε ο κ. Κατρούγκαλος για να μπορεί στην παρούσα Βουλή να ψηφίσει κάτι άλλο.
Η τοποθέτηση του εισηγητή του ΣΥΡΙΖΑ προκάλεσε την έντονη αντίδραση των βουλευτών της κυβερνητικής πλειοψηφίας, οι οποίοι τελικά απέρριψαν την ένσταση αντισυνταγματικότητας. «Δεν ήταν κόλπο. Ήταν πράξη στοιχειώδους συνταγματικού δικαιώματος» υποστήριξε ο πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας, αναλαμβάνοντας την ευθύνη των τότε χειρισμών.
Τα όσα ακούστηκαν από τον Κατρούγκαλο ήταν «πλίνθοι και κέραμοι ατάκτως ερριμένοι» υποστήριξε με τη σειρά του ο εισηγητής της ΝΔ, Κώστας Τζαβάρας, ενώ «πρωτοφανή» χαρακτήρισε την ένσταση ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, τονίζοντας ότι θέμα αντισυνταγματικότητας σε αναθεωρητική διαδικασία έχει να τεθεί από το 1864. Διευκρίνισε μάλιστα ότι η ένσταση δεν είναι σύμφωνη με τον Κανονισμό της Βουλής, ο οποίος, όπως είπε, αναφέρει ρητώς ότι η αναλογική εφαρμογή είναι μόνο στην προτείνουσα Βουλή και όχι στην αναθεωρητική Βουλή. Παρόλα αυτά υποστήριξε ότι πρέπει να συζητηθεί.
Η αντιπαράθεση συνεχίστηκε και στις τοποθετήσεις των κοινοβουλευτικών εκπροσώπων των κομμάτων, με τον Ανδρέα Λοβέρδο από το ΚΙΝΑΛ να κάνει λόγο για «δημοκρατικό ατόπημα», αναφερόμενος στην πρόθεση του ΣΥΡΙΖΑ η προηγούμενη προτείνουσα Βουλή να δεσμεύσει την σημερινή αναθεωρητική. «Το ζήτημα είναι πολιτικό και δεν είναι ζήτημα συνταγματικής τάξης» είπε από την πλευρά του ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ Γιάννης Γκιόκας, καταλογίζοντας «πολιτικό καιροσκοπισμό» σε ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ.
Για «μικροπολιτικά παιχνίδια» έκανε λόγο ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Ελληνικής Λύσης Κωνσταντίνος Χήτας, ενώ η εισηγήτρια του ΜέΡΑ25 Αγγελική Αδαμοπούλου τάχθηκε υπέρ της άποψης ότι η προηγούμενη Βουλή δεν δεσμεύει την παρούσα σε ό,τι αφορά την κατεύθυνση της αναθεώρησης.
Μόνος δρόμος η συναίνεση
«Η Βουλή δεν μπορεί να είναι αιχμάλωτη από την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας», τόνισε, ο γενικός εισηγητής της ΝΔ, Κώστας Τζαβάρας. Και έτσι είναι αφού η Βουλή προκύπτει από “βουλευτικές εκλογές”, στις οποίες ο λαός καλείται να εκλέξει εθνική αντιπροσωπεία και όχι κυβέρνηση (μια Βουλή μπορεί να δώσει πολλές διαφορετικές κυβερνήσεις) ούτε Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας συμβολίζει, ωστόσο, την ενότητα του Έθνούς και η εκλογή του από μια μειοψηφία ή μια συγκυριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, μπορεί να ειπωθεί, ότι ευτελίζει τον συμβολικό του ρόλο. Απαιτείται λοιπόν μια ευρεία αποδοχή του προσώπου, ανάλογη του συμβολισμού που εμπεριέχει ο θεσμός.
Από την άλλη όμως, και η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για προσφυγή στον λαό, μόνον όταν το σώμα των “εκλεκτόρων-βουλευτών” αποτύχει να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας, και μάλιστα σε βάθος εξαμήνου, δεν θίγει μόνον τον θεσμό του Προέδρου, αλλά και την ίδια την λαϊκή ετυμηγορία. Ειδικά, όταν ο λαός καλείται να εκλέξει έναν Πρόεδρο «περιορισμένων», από το Σύνταγμα, αρμοδιοτήτων. Αν η εκλογή Προέδρου φτάσει στον λαό, το έντιμο, λογικό και κυρίως δημοκρατικό είναι να συνδεθεί και με διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του. Αλλά σε αυτή την περίπτωση πάμε αλλού.
Σε κάθε περίπτωση όμως, η εκλογή προέδρου απευθείας από τον λαό θα μπορούσε να προκαλέσει ζήτημα διαρχίας, (αν εκλεγεί ο υποψήφιος της αντιπολίτευσης), κάτι που δεν είναι απαραίτητα κακό σε ό,τι αφορά τον πολιτειακό έλεγχο. Το έθιξε ο Λοβέρβος στην τοποθέτησή του, τονίζοντας, ωστόσο, ότι μια τέτοια εξέλιξη θα καταργούσε το κοινοβουλευτικό πολίτευμα.
Ο Λοβέρδος παρουσίασε πάντως μία πρόταση που θα μπορούσε να απελευθερώσει κάπως τη συζήτηση από την αντιπαράθεση των δύο τάσεων. Πρότεινε να παρατείνεται η θητεία του Προέδρου της Δημοκρατίας για ένα χρόνο, αν και στην τρίτη ψηφοφορία δεν βρεθούν οι 180 ψήφοι, και στη συνέχεια να απαιτούνται 160 ψήφοι. Αν και πάλι δεν υπάρξει εκλογή, τότε να παρατείνεται η θητεία του προέδρου της Δημοκρατίας μέχρι τις επόμενες εκλογές. Διαφορετική άποψη εξέφρασε και το ΜεΡΑ25, προτείνοντας η εκλογή να γίνεται από ένα διευρυμένο εκλεκτορικό σώμα με τη συμμετοχή των βουλευτών και 600 πολιτών.
Με βάση τα παραπάνω είναι εμφανές ότι, στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού μας πολιτεύματος, το θέμα της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας δεν ενδείκνυται για πολιτικούς καιροσκοπισμούς. Αντιθέτως επιβάλλει τη μέγιστη δυνατή κοινοβουλευτική συναίνεση με ό, τι αυτή συνεπάγεται στο προσκήνιο και το παρασκήνιο. Μια συναίνεση που στην σημερινή τουλάχιστον συνεδρίαση της Βουλής δεν υπήρχε.