“Δελτίο θυέλλης”: Από την πανδημία στις διακρατικές και ταξικές συγκρούσεις
09/04/2020Το σχήμα “V” είναι ό,τι πιο δημοφιλές εσχάτως, μεταξύ των υπουργών οικονομικών και των ηγετών κρατών. Εδράζεται στην προσέγγιση πως, πριν την πανδημία, όλα δούλευαν ρολόι στον παγκόσμιο καπιταλισμό και στην ελπίδα μια τόσο γρήγορης ανάκαμψης, ώστε το κυρίαρχο μοντέλο να παραμείνει σταθερό αλλά και αμετάβλητο.
Η “κεϋνσιανή” στροφή που φαίνεται να λαμβάνει χώρα διεθνώς είναι κεϋνσιανή εντός εισαγωγικών: έχει χαρακτήρα προσωρινό, κατεπείγοντος, κατά το μεγαλύτερο μέρος κατευθύνεται προς το πολύ μεγάλο κεφάλαιο (τραπεζικό και βιομηχανικό) και σε πολύ μικρότερο βαθμό αφορά τους εργαζομένους και τους ελευθέρους επαγγελματίες.
Ακόμα και ο κεϋνσιασμός είναι πολύ ριζοσπαστικός για ολιγαρχίες του πλούτου που έχουν “εκπαιδευθεί” να φοροδιαφεύγουν και να φοροαποφεύγουν, να συσσωρεύουν ολοένα μεγαλύτερο πλούτο και να μοιράζονται ολοένα λιγότερο από αυτόν. Αυτή η κοντόθωρη, προσήλωση στη νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία είναι που θολώνει την κρίση δομικά διεφθαρμένων πολιτικών ηγεσιών ανά τον κόσμο και που θα θέσει εν τέλει σε ακόμα μεγαλύτερη δοκιμασία το υπάρχον μοντέλο.
Η πανδημία φέρνει ρωγμές
Η πίστη στο σχήμα “V” ως προς την παγκόσμια οικονομία (απότομη πτώση αλλά και γρήγορη ανάκαμψη) αφενός παραγνωρίζει ότι και πριν την πανδημία οι ρωγμές στο κυρίαρχο μοντέλο ήταν εμφανείς. Κυριότερες ίσως είναι οι ανισότητες εντός και μεταξύ των κρατών σε πολλά επίπεδα (εισοδήματος, χρέους, παραγωγικής ικανότητας και κίνησης κεφαλαίων) και η απορρύθμιση της διεθνούς κοινότητας ως προς τη δυνατότητα να συντονίζει δράσεις μπροστά σε απειλές και να συνεννοείται. Δίπλα σε αυτές θα μπορούσαμε να προσθέσουμε πολλές ακόμα αλλά δεν είναι ο σκοπός αυτού του άρθρου μια τέτοια ανάλυση των προ-πανδημίας συνθηκών.
Το σημαντικότερο είναι ότι η πανδημία, σε συνδυασμό με τις προγενέστερες αδυναμίες του μοντέλου παγκοσμίως και εσωτερικά, στα περισσότερα κράτη έχει πλέον θεμελιακές, καταλυτικές συνέπειες. Οι ηγεσίες αρνούνται ένοχα να το παραδεχτούν, ακόμα και όταν το ΔΝΤ ανακοινώνει ότι σχεδόν 80(!) χώρες έχουν ήδη ζητήσει τη βοήθειά του και ότι αναζητεί ένα τρισ. δολάρια.
Μέσα στον καταιγισμό ειδήσεων των ημερών γύρω από τα παραπάνω ζητήματα αξίζει ενδεικτικώς, να σταθούμε στο συνδυασμό εκθετικής αύξησης ανεργίας και φτώχειας και στην μη εκπόνηση επαρκών προγραμμάτων, άμεσης, μακροπρόθεσμης, κρατικής υποστήριξης του εισοδήματος των μεσαίων και εργατικών στρωμάτων, άρα αναδιανομής εισοδήματος προς τα κάτω, και ανασυγκρότησης της παραγωγής σε οποιαδήποτε οικονομία.
Παρότι υπάρχουν διαφορετικές ταχύτητες και ποιότητες ως προς τα προγράμματα κρατικής υποστήριξης, η γενική κατεύθυνση συνίσταται στην παροχή δανείων, σε περιορισμένες φοροαπαλλαγές και σε επιδόματα για τα μεσαία και χαμηλά στρώματα. Για το μεγάλο και πολύ μεγάλο κεφάλαιο η κουβέντα έχει να κάνει με την πιθανότητα “bail-out”, δηλαδή κρατικοποίησης των ζημιών.
Αναδιανομή προς τα πάνω
Αντικειμενικά, λοιπόν, δρομολογείται μια περαιτέρω αναδιανομή εισοδήματος προς τα πάνω σχεδόν σε όλες τις εθνικές οικονομίες. Ταυτοχρόνως, δεν υπάρχει οργανωμένο σχέδιο αποκατάστασης της προσφοράς και κυρίως της ζήτησης, λόγω της τυφλής εμπιστοσύνης στο κυρίαρχο, νεοφιλελεύθερο πρότυπο. Εξελίσσονται σήμερα δυνάμεις καταστροφής των οικονομιών, τις οποίες οι ολιγαρχίες διαρκώς επιδεινώνουν, εξαιτίας ενός συνδυασμού προσήλωσης στην ορθοδοξία του νεοφιλελευθερισμού και κερδοσκοπίας πάνω στην κρίση. Άλλωστε, το “bail-out” μιας τράπεζας μπορεί να αποδειχθεί πολύ πιο κερδοφόρο για μέρος του πολύ μεγάλου κεφαλαίου, από ό,τι μια πολιτική ενίσχυσης των δανειοληπτών, προκειμένου να μην “κοκκινίσουν” τα δάνειά τους.
Στην πραγματικότητα, βιώνουμε μια συγχρονισμένη παγκοσμίως οικονομική καταστροφή, χωρίς κανένα συντονισμό στο πεδίο της απάντησης προς αυτήν. Διεθνείς οργανισμοί και παγκόσμια fora, μένουν στο περιθώριο, προς όφελος των εθνικών κρατών. Ένα μεσοπρόθεσμο ζήτημα είναι ότι στην προσπάθεια επανεκκίνησης των οικονομιών θα λείπει ο συγχρονισμός που είναι απαραίτητος, σε ένα παγκοσμιοποιημένο κύκλωμα, κεφαλαιακής κίνησης.
Η Κίνα για παράδειγμα, δεν μπορεί να παράγει, χωρίς αγορές για να πουλήσει τα προϊόντα της. Πέραν της παρατήρησης περί του εύθραυστου και του κατατμημένου της διαδικασίας της παγκοσμιοποίησης υπάρχουν και άλλες συνέπειες, διεθνοπολιτικού χαρακτήρα. Το κεφάλαιο δεν θα πάψει να είναι κινητικό. Θα χρειάζεται, όμως, ακόμα περισσότερο την εθνική του “γείωση” και την υπεράσπιση των συμφερόντων του από το κράτος προέλευσής του. Αυτή η διαδικασία είχε ούτως ή άλλως επιταθεί μετά την προηγούμενη κρίση.
Η κίνηση των κεφαλαίων θα γίνει πιο βίαιη από οικονομικής άποψης. Ήδη το βλέπουμε με τη μαζική απόσυρση κεφαλαίων από αναδυόμενες οικονομίες. Αυτό θα προκαλέσει μεγαλύτερες κοινωνικές επιπτώσεις, εξ ου και θα συνοδεύεται από πιο έντονα, κρατικές και εν τέλει ιμπεριαλιστικές πολιτικές. Η μερική “αποσυναρμολόγηση” της παγκοσμιοποίησης λαμβάνει χαρακτηριστικά “ξαναμοιράσματος της τράπουλας”, με ενισχυμένη ανταγωνιστική διάθεση μεταξύ των κρατών και μεγαλύτερο κίνδυνο για στρατιωτικές συγκρούσεις εν τέλει.
Απαιτείται παγκόσμια στήριξη των κοινωνιών
Τα παραπάνω θα τροφοδοτηθούν επιπλέον και από τις διαφορετικές ταχύτητες συσσώρευσης δημοσίων και ιδιωτικών χρεών από κάθε εθνική οικονομία. Αυτό το οποίο απαιτείται είναι μια από τώρα παγκόσμια προσπάθεια στήριξης των κοινωνιών σε όλα τα επίπεδα. Μεταξύ άλλων στο επίπεδο της παραγωγής, του εισοδήματος, της διατροφής, της πρόσβασης σε υγεία εκπαίδευση, ενέργεια και εργασία. Επίσης, απαιτείται μαζική διαγραφή χρεών τόσο του δημοσίου, όσο και του ιδιωτικού τομέα διεθνώς.
Δεν έχει ιστορικά υπάρξει ποτέ μέχρι σήμερα προσπάθεια αντιστοίχου μεγέθους, αλλά και ποτέ άλλοτε δεν υπήρξε τόσο μεγάλη ανάγκη για μια οικουμενική προσέγγιση επαναρύθμισης της παγκοσμιότητας, χωρίς ολοκληρωτικό πόλεμο να προηγείται. Δυστυχώς, δεν διαφαίνεται τέτοια βούληση πουθενά στον ορίζοντα. Και πάλι το αποτέλεσμα θα είναι συστημικός κίνδυνος από κρατικές καταρρεύσεις, ανθρωπιστικές κρίσεις, αναδιανομή ισχύος προς όφελος ανταγωνιστικών και ισχυρών κρατών, εσωτερικές αποσταθεροποιήσεις και πιθανά πόλεμοι.
Έχουμε, λοιπόν, μπροστά μας τις πιθανότητες της όξυνσης τόσο της διακρατικής, όσο και της ταξικής αντιπαράθεσης. Η ευρύτερη περιοχή μας θα βρεθεί στο επίκεντρο και των δύο. Τόσο στα καθ’ ημάς λοιπόν, όσο και διεθνώς, όποιο κόμμα θέλει να είναι χρήσιμο οφείλει να μιλήσει πάνω στα δύο, δια ταύτα: Πώς θα ανασυγκροτήσει την οικονομία και πώς θα προστατεύσει το λαό και το κράτος στο διεθνές περιβάλλον.
Αυτά, ωστόσο, είναι ζητήματα για ένα άλλο κείμενο. Αυτό που πρέπει να είναι ξεκάθαρο σε κάθε περίπτωση είναι πως για το μέλλον έχει εκδοθεί “δελτίο θυέλλης”. Δεν καλούμαστε να τα βγάλουμε πέρα στα ήσυχα νερά των “κανονικοτήτων”, αλλά μέσα σε μια παγκόσμια καταιγίδα.