“Και τώρα τι θέλετε, να κάνουμε πόλεμο”!

"Και τώρα τι θέλετε, να κάνουμε πόλεμο"!, Όθων Κουμαρέλλας

Στη μερική οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο, σε συνδυασμό με την αποδοχή μειωμένης επήρειας ακόμη και της Κρήτης, ήλθε να προστεθεί και η μερική επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στο Ιόνιο. Τώρα συζητούμε για ακόμη μια μερική επέκταση των χωρικών υδάτων (αιγιαλίτιδα) στο Λιβυκό νότια της Κρήτης και ενδεχομένως στις ηπειρωτικές περιοχές προς την πλευρά του Αιγαίου.

Σε αυτό το “πακέτο” έρχεται να προστεθεί η εμφανέστατη αλλαγή ρητορικής γύρω από τον ελληνοτουρκικό διάλογο και τη Χάγη. Δεν αναφέρεται πλέον ότι η μόνη διαφορά μας με την Άγκυρα είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και κατ’ επέκταση της ΑΟΖ, που αφορούν σε κυριαρχικά δικαιώματα, αλλά συνολικά οι «θαλάσσιες ζώνες».

Στις θαλάσσιες ζώνες όμως συμπεριλαμβάνονται τόσο η αιγιαλίτιδα (χωρικά ύδατα) των 12 μιλίων, όσο και η “Συνορεύουσα ζώνη” των 24 μιλίων (οι οποίες αφορούν στην προέκταση της εδαφικής επικράτειας, δηλαδή στη “σκληρή” κυριαρχία μιας χώρας με βάση το Δίκαιο της Θάλασσας). Η “σκληρή” κυριαρχία είναι προέκταση της εδαφικής, μη διαπραγματεύσιμη και η κατοχύρωσή της στα 12 μίλια αποτελεί μονομερές δικαίωμα της παράκτιας χώρας!

Η συστηματική άρνηση από την πλευρά των ελληνικών κυβερνήσεων να κλείσουν οι κόλποι και να χαραχθούν οι ευθείες γραμμές βάσης, από τις οποίες ξεκινά η μέτρηση για να υπολογισθεί το εύρος των θαλασσίων ζωνών, οδήγησε ήδη σε εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων, τόσο προς την Ιταλία στο Ιόνιο, όσο και με τη μερική οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Αίγυπτο.

 Συμφωνίες με εκπτώσεις 

Μάλιστα στη δεύτερη τα πράγματα έγιναν ακόμη χειρότερα, αφού δεν ορίστηκε η μέση γραμμή ούτε καν από την ακτογραμμή της Κρήτης, της Καρπάθου και της Ρόδου (πέραν της αυτομάτου αναγνώρισης της τουρκικής θέσης περί μειωμένης επήρειας των νήσων). Κάτι που θα το βρούμε σίγουρα μπροστά μας ακόμη και στην περίπτωση που τα πράγματα, σύμφωνα με την κυβερνητική βούληση, οδηγηθούν σε οποιουδήποτε τύπου διαπραγμάτευση με την Τουρκία (είτε με διαμεσολάβηση, είτε χωρίς, είτε στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης).

Ποια ήταν ακριβώς τα ανταλλάγματα που πήρε η χώρα μας γι’ αυτές τις εκπτώσεις στα κυριαρχικά μας δικαιώματα; Κανείς δεν απαντά με πειστικό τρόπο. Προφανέστατα κανένα! Ακόμη και να γίνει αποδεκτή η αιτιολόγηση πως, κάτω από τις διαμορφωμένες συνθήκες με την υπογραφή του τουρκολυβικού μνημονίου και του status quo που έτεινε να δημιουργηθεί με τις παράνομες ενέργειες της Τουρκίας ότι έπρεπε να υπάρξει κάποιου είδους ελληνική αντίδραση, η απάντηση παραμένει αρνητική.

Όχι μόνον διότι δεν εξασφαλίστηκαν ανταλλάγματα από την Ιταλία και την Αίγυπτο με βάση την αρχή της αμοιβαιότητας, αλλά, επιπλέον, επειδή οι συμφωνίες αυτές καθόλου δεν εμποδίζουν την Τουρκία στην προβολή των διεκδικήσεών της και την επιβολή τους δια της ισχύος. Διότι πρόκειται για επιθετικές πράξεις διαμόρφωσης τετελεσμένων, επί του πεδίου πλέον κι όχι απλά στο πλαίσιο των πάγιων ρητορικών αμφισβητήσεων της Τουρκίας.

“Λειψή” αναζήτηση ερεισμάτων

Έτσι, παρά τον εμφανή αποσυντονισμό και την αμηχανία της ελληνικής πλευράς με την υπογραφή του τουρκολυβικού μνημονίου και ό,τι επακολούθησε, υπήρχε η ανάγκη μιας άμεσης ελληνικής τοποθέτησης, την οποία βλέπουμε να εξελίσσεται με σπασμωδικές ενέργειες. Ενέργειες, η “μερικότητα” των οποίων είναι ενδεικτική της όλης αντίληψης των πραγμάτων από τους έχοντες την ευθύνη των αποφάσεων.

Δεν έχει σημασία εάν κάποιο επί μέρους μέτρο έχει περισσότερες θετικές και λιγότερο αρνητικές πλευρές και επιπτώσεις. Προφανώς και η αναζήτηση συμμαχιών με την Αίγυπτο, το Ισραήλ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ή τη Γαλλία είναι θετική πολιτική επιλογή, όπως και οι προσπάθειες δημιουργίας ευνοϊκών συσχετισμών στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, ή της ΕΕ (έστω κι εάν η επιτευχθείσα μέχρι τώρα συμπαράσταση από την πλευρά τους είναι αντίστοιχη του Πόντιου Πιλάτου).

Όμως η προσπάθεια αυτή αναζήτησης ερεισμάτων είναι “λειψή” και άρα “μερική”, αφού στρέφεται αποκλειστικά στο δυτικό πλέγμα γεωπολιτικής συσσωμάτωσης. Ασφαλώς, επίσης και η αναζήτηση τρόπου ειρηνικής διευθέτησης των όποιων διαφορών (εάν υπάρχουν τέτοιες και δεν πρόκειται, όπως πράγματι είναι, για παράνομες μονομερείς διεκδικήσεις) μέσω διαλόγου με την Τουρκία, θα ήταν εκ των ουκ άνευ επιλογή. Ωστόσο οι εξελίξεις μαρτυρούν ότι δεν πρόκειται περί αυτού.

Διότι είναι η συνολική στάση και το σύνολο των ενεργειών από την ελληνική πλευρά που πρέπει να κριθούν, ως μια ενιαία και αδιαίρετη στρατηγική επιλογή των ελληνικών ελίτ και των κυβερνήσεων που τις εκπροσωπούν και εκφράζουν (ήδη από την εποχή των Ιμίων). Αυτή πλέον είναι προφανέστατη στον οποιονδήποτε δεν θέλει να παίξει το ρόλο του “χαχόλου” οπαδού των κομμάτων που ανακυκλώνονται στην κυβερνητική εξουσία.

Η στρατηγική του κατευνασμού

Επιλογή των ελληνικών ελίτ είναι η στρατηγική του κατευνασμού. Είναι η στρατηγική στο όνομα του «να μην είμαστε μοναχοφάηδες» και «μαξιμαλιστές». Είναι η στρατηγική της πιστής τήρησης των εντολών και της εξυπηρέτησης των συμφερόντων των “συμμάχων”, “εταίρων” και “προστατών” μας, που βλέπουν την Τουρκία ως ένα υπολογίσιμο οικονομικό εταίρο και γεωπολιτικό σύμμαχο στην προσπάθεια εγκλωβισμού της Ρωσίας και της παρεμπόδισης της κινεζικής επέκτασης (μέσω του νέου “Δρόμου του Μεταξιού” που αυτή προωθεί προς δυσμάς).

Είναι η στρατηγική στη λογική του εθνομηδενισμού που κυριαρχεί στις ελληνόφωνες ελίτ και διαχέεται σε όλο και πιο ευρέα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας. Δεν υπάρχουν -κατ’ αυτούς- πατρίδες και λαοί που συγκροτούν κρατικές κυριαρχίες και απορρέοντα θεμελιώδη και δευτερεύοντα κυριαρχικά δικαιώματα. Υπάρχουν μόνον τα οικονομικά συμφέροντα των ίδιων ελίτ, τα οποία θα πρέπει να εξευρεθεί τρόπος να υπερκεράσουν τις αγκυλώσεις του “εθνικιστικού” παρελθόντος και να βρουν διέξοδο στη “συνεκμετάλλευση”.

Με μια όμως διαφορά. Η Τουρκία δεν ενδιαφέρεται, ούτε πλέον προσφέρει συνεκμετάλλευση. Κατανόησε σταδιακά, ότι με τέτοιους συνομιλητές μπορεί να τα έχει όλα δικά της. Αυτό διεκδικεί! Το κατάφεραν, ωστόσο, στην οικονομία με την επιβολή των μνημονίων και της ιδιότυπης κατοχής της χώρας (μέσω της από νωρίτερα αποξήλωσης της παραγωγικής βάσης, της εκχώρησης του νομίσματος, και του συναλλαγματικού χρέους που αυτό δημιούργησε).

Τώρα, έχοντας ήδη καλλιεργήσει με πράξεις και με παραλήψεις το έδαφος από την εποχή των Ιμίων, επιδιώκουν τη συνολική ρευστοποίηση μέσω της ολοκληρωτικής υποχώρησης σε ολόκληρο το μέτωπο από την Κύπρο, τη Μεσόγειο, το Αιγαίο, τη Θράκη και στο βάθος τη Μακεδονία (που η προγραμματική πράξη εκχώρησής της έγινε με την κατάπτυστη Συμφωνία των Πρεσπών, το στρατηγικό βάθος των επιπτώσεων της οποίας αδυνατούμε ακόμη να ανιχνεύσουμε).

Ο ρόλος του Ερντογάν

Όμως ο εθνικιστής και υπερφίαλος (ίσως και βιαστικός) Ερντογάν με τις επιθετικές του πράξεις και ρητορική, έρχεται να τινάξει στον αέρα αυτή τη στρατηγική των ελληνόφωνων ελίτ. Ουσιαστικά τις εξαναγκάζει, είτε να παραδωθούν αμαχητί και να εξαφανιστούν καταρρέουσες, είτε αντιδρούσες σπασμωδικά και εκ των ενόντων, να οδηγήσουν τη χώρα σε ταπεινωτική ήττα και σε μη αναστρέψιμες εδαφικές απώλειες. Γνωρίζει πολύ καλά με ποιους έχει να κάνει, και σταθμίζοντας τους όποιους κινδύνους αντιλαμβάνεται ότι μπορεί να ρισκάρει -και το κάνει!

Οι ελίτ της χώρας μας, έντρομες μπροστά στην πιθανολογούμενη κατακραυγή, υποχρεώνονται σε τακτικές αναδιπλώσεις, αφήνοντας πάντα ανοικτό το περιθώριο μιας εφ’ όλης της ύλης διαπραγμάτευσης με την Τουρκία (με τους όρους που η τελευταία θα θέσει). Καθώς είναι έξω από την λογική τους η οποιαδήποτε πατριωτική προσέγγιση, διαισθάνονται ότι η μοναδική διέξοδος που τους έχει απομείνει είναι η συντεταγμένη υποχώρηση, δια της διολισθήσεως.

Απλώς, το μόνο που ζητούν από τον Ερντογάν και τους Γερμανούς “διαμεσολαβητές” είναι ο χρόνος για να πεισθούν οι Έλληνες. Εκτός κι εάν ο ίδιος ο Ερντογάν συμμετέχει, στον ρόλο του κακού, σε ένα καλοστημένο θέατρο για να οδηγηθεί και ο τελευταίος Έλληνας πολίτης στη λογική του «μα τι θέλετε, να κάνουμε πόλεμο;» (ανεξάρτητα εάν στο “σενάριο” υπάρχει και μια “σκηνή” “ατυχήματος”, ή θερμού επεισοδίου).

Αυτό είναι το βαθύτερο και το πραγματικό νόημα στην καθυστέρηση στη λήψη, στη “μερικότητα” των αποφάσεων σε σχέση με τις θαλάσσιες ζώνες, καθώς και στην αποδοχή της διαμεσολάβησης τρίτων, που έχουν κάθε συμφέρον να κλείσουν οι όποιες εκκρεμότητες στην Ανατολική Μεσόγειο, ανεξάρτητα το ποιος από τους άμεσα εμπλεκόμενους θα κληθεί να πληρώσει το κόστος (και όλοι αντιλαμβάνονται ποιος είναι αυτός).

Το εάν για να περάσουν όλα αυτά “αβρόχοις ποσίν”, εργαλειοποιείται στον μέγιστο βαθμό και το πανδημικό φαινόμενο που πλήττει την υφήλιο το τελευταίο διάστημα, με τους εγκάθετους και τα ΜΜΕ να σπέρνουν μόνον τον φόβο, αποπροσανατολίζοντας από τα κυρίαρχα και πρωτεύοντα (όπως είναι η τουρκική απειλή και η οικονομική κατάρρευση) είναι έτερον εκάτερον. Αλλά ας μη γινόμαστε “ψεκασμένοι συνωμοσιολόγοι”!

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Exit mobile version