Στην Τουρκία χαρίζει την Ρωσία ο Μητσοτάκης
06/03/2022Στην υποτυπώδη διεθνοπολιτική ανάλυση που εξελίσσεται στην χώρα μας, εντοπίζεται μια θεμελιώδης παρεξήγηση: ο ρεαλισμός αντιμετωπίζεται σαν να αφορά την τυχοδιωκτική επιδίωξη της ισχύος, η οποία εσωτερικεύεται μέσα από ένα σύμπλεγμα εξάρτησης. Αυτό το σύμπλεγμα εξάρτησης, όταν δοκιμάζεται στην πραγματική ζωή προφανώς και καταρρέει, εξ ου και καλύπτεται αφενός με γκροτέσκες τοποθετήσεις («όχι μόνο ανήκομεν εις την Δύσιν αλλά και είμαστε Δύση», ή «είμαστε και Δύση και Ανατολή και Νότος και Βορράς»), αφετέρου με άφθονη προπαγάνδα («η Τουρκία πατάει σε δύο βάρκες», «η Τουρκία είναι απομονωμένη» κλπ).
Στην πραγματικότητα, ο ρεαλισμός έχει να κάνει κυρίως με την εξήγηση των αιτίων, άρα με την δυνατότητα πρόβλεψης μιας κατάστασης και επομένως με την διαμόρφωση ενός πλαισίου αντίδρασης. Αν προσέχαμε καλύτερα, θα παίρναμε επί του ρεαλισμού, μερικά χρήσιμα μαθήματα από την Τουρκία, όπως και από τους Ουκρανούς. Εμείς επιλέγουμε, ωστόσο, βολικά, συμβατικά ψεύδη: Θα το πληρώσουμε σύντομα!
Ο Έλληνας πρωθυπουργός για παράδειγμα, έσπευσε να δηλώσει ότι έχει κόψει τους διαύλους επικοινωνίας με την Ρωσία. Κάτι αντίστοιχο δεν έχει συμβεί ποτέ εδώ και δύο αιώνες. Ακόμα και στο πλαίσιο της καταστροφικής –όπως αποδείχθηκε– εκστρατείας στην Ουκρανία, μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ελληνικές δυνάμεις τάχθηκαν κάκιστα υπέρ της μίας πλευράς των Ρώσων. Διάρρηξη των διαύλων επικοινωνίας με την Ρωσία συνολικώς δεν έχει λάβει χώρα ποτέ από ελληνικής πλευράς. Δεν έχει λάβει χώρα ούτε κι από την πλειονότητα των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, ακόμα και σήμερα.
Τί ωθεί τον Έλληνα πρωθυπουργό να ακολουθεί σχεδόν πολιτική… Σαακασβίλι απέναντι στην Ρωσία; Ίσως κάποιες υποσχέσεις από τις ΗΠΑ, ίσως ο ανόητος υπολογισμός πως αν φανούμε “βασιλικότεροι του βασιλέως” προς την Ουάσιγκτον, θα ανταμειφθούμε οικονομικώς και διεθνοπολιτικώς έναντι της Τουρκίας. Πρόκειται για δύο αφελείς, μη ρεαλιστικούς υπολογισμούς. Όπως αποδείχτηκε με την Γεωργία το 2008, με τους Κούρδους της Συρίας, με τους Αφγανούς συμμάχους των Αμερικανών, με τον Ζελένσκι τώρα, οι ΗΠΑ ασχέτως του ποιες υποσχέσεις δίνουν στα κρυφά, όταν έρθει η κρίσιμη ώρα επιμένουν σε όσα έχουν πει δημοσίως.
Στην περίπτωση Ελλάδας-Τουρκίας έχει ξεκαθαριστεί επανειλημμένως ότι το μεν ΝΑΤΟ δεν θα παρέμβει σε σύγκρουση μεταξύ δύο χωρών-μελών, οι δε ΗΠΑ έχουν επί δεκαετίες αρνηθεί να δώσουν εγγυήσεις ασφαλείας στην Ελλάδα εναντίον της Τουρκίας. Όσο καλά παιδιά κι αν δείξουμε, όσο κι αν συμπεριφερθούμε “βασιλικότεροι του βασιλέως”, οι ΗΠΑ δεν θα πολεμήσουν μαζί μας εναντίον της Τουρκίας, δεν θα επιβάλλουν κυρώσεις (οι οποίες ούτως ή άλλως δεν μπορούν να αποτρέψουν μια επίθεση) δεν θα “αρπάξουν από το αυτί” τον Ερντογάν, ούτως ώστε να σταματήσουν μια στρατιωτική επιχείρηση την οποία ενδεχομένως θα αποφασίσει εναντίον μας.
Η τουρκική εθνική πολιτική
Αντίθετα προς την Ελλάδα, η Τουρκία χτίζει την δική της εθνική πολιτική εδώ και περισσότερο από 20 χρόνια. Η πολιτική που εκφράζεται σε ηγετικό επίπεδο από τον Ερντογάν δεν αποτελεί παράδειγμα πρωτοτυπίας ή μοναδικότητας. Αν κοιτάξουμε την ελληνική πολιτική της δεκαετίας του 1980 θα βρούμε προφανείς αναλογίες, παρότι ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε πολύ λιγότερο χρόνο και σταθερότητα μπροστά του από ό,τι είχε ο Ερντογάν. Έχοντας περιορίσει τον ρόλο των ανθρώπων των ΗΠΑ μέσα στο βαθύ τουρκικό κράτος, ή τουλάχιστον έχοντας εξαναγκάσει τους τελευταίους να σιωπούν, ο Ερντογάν επέβαλε έναν μη δυτικοκεντρικό νεοοθωμανικό αναθεωρητισμό, σε διαφοροποίηση από τον δυτικοκεντρικό νεοοθωμανισμό του Οζάλ.
Η Τουρκία επέλεξε, λοιπόν, να αποτελέσει δύσκολο μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά προφανώς να μείνει στο ΝΑΤΟ. Αποφάσισε να επιδιώξει να κεφαλαιοποιήσει όχι μόνο την γεωγραφική της θέση, αλλά κυρίως την στρατιωτικοπολιτική της σημασία, ακόμα και να την υπερτονίσει. Σε μια εποχή περίπλοκων και συχνά επιμέρους συμμαχιών, η Τουρκία αποπειράται να συγχρονίσει τα συμφέροντά της σε εκείνα άλλων κρατών, όχι να υποταχθεί.
Επομένως, μπορεί να συνεργάζεται και να αντιπαρατίθεται με διαφορετικές χώρες, ακόμα και αντιτιθέμενες, σε επιμέρους πεδία. Με την Ρωσία και συνεργάζεται και αντιπαρατίθεται (στην Συρία και στον Καύκασο). Πουλάει drones στην Ουκρανία και στις διαμαρτυρίες της Ρωσίας αντιπαραβάλλει ότι και η τελευταία πουλάει όπλα σε αντιπάλους της Τουρκίας. Εισπράττει τις ευχαριστίες της Ουκρανίας και των ΗΠΑ, αλλά ταυτοχρόνως δεν επιβάλλει κυρώσεις στην Ρωσία. Μια αντίστοιχη πολιτική ακολουθεί σε σχέση με το Ισραήλ, τις μοναρχίες του Κόλπου και το Ιράν.
Αναβαθμίζεται η Τουρκία
Η Τουρκία, στην περίπτωση νίκης της Ρωσίας στην Ουκρανία, λόγω της θέσης της, αλλά και εξαιτίας της στρατιωτικοπολιτικής της προσέγγισης, θα αποτελέσει το κρίσιμο κομμάτι του πάζλ. Θα μπορεί ή να ολοκληρώσει, ή να διακόψει έναν σινορωσικό άξονα επιρροής ο οποίος θα ξεκινά από το Κίεβο, θα κατεβαίνει στον Καύκασο, θα περνάει από Συρία και Ιράν, θα φτάνει στον Λίβανο και θα καταλήγει σε Αίγυπτο και Λιβύη. Επιπλέον, θα είναι ένας άξονας επιρροής, με μοναδικό στρατηγικό βάθος στην Ασία. Για όσους δεν το αντιλαμβάνονται, αυτός ο σινορωσικός άξονας θα είναι ο πρώτος ευρασιατικός γίγαντας.
Η δυτική σφήνα σε αυτόν τον γίγαντα θα είναι η Τουρκία. Ποιο ακριβώς αντιστάθμισμα έχει η Ελλάδα όταν δεν διατηρεί καμία σχέση με την Ρωσία; Ότι οι ΗΠΑ ελέγχουν πλήρως το πολιτικό προσωπικό της πατρίδας μας; Μα εξαιτίας αυτού ακριβώς, η Ελλάδα θα αποτελέσει το στρατηγικό βάθος της Τουρκίας, στα δυτικά της. Όπως θα ενισχυθεί η Πολωνία, έτσι θα δελεαστεί και θα ενισχυθεί ακόμα περισσότερο η Τουρκία, ενώ δεν πρέπει να θεωρείται απίθανο, εφόσον οξυνθούν κι άλλο τα πράγματα, να προικιστεί και με πυρηνικά. Σε κάθε περίπτωση, η “κυπροποίηση” του Αιγαίου θα επιταχυνθεί.
Η Ελλάδα και η Κύπρος θα έπρεπε να εφαρμόσουν μια δική τους εθνική πολιτική, η οποία προϋποθέτει μία Ρωσία με ισχυρό αποτύπωμα στην περιοχή, που να βλέπει στον Ελληνισμό (Ελλάδα και Κύπρο) το αντίβαρο σε μία Τουρκία που θα λειτουργεί σαν σφήνα της Δύσης. Ψιλά γράμματα, για μία ηγεσία που έχει αποφασίσει να γίνει “Ζέλενσκι”, διακινδυνεύοντας να μας “ουκρανοποιήσει”.