Τί διδάσκει την πολιτική ελίτ το σκάνδαλο των υποκλοπών
18/08/2022Ο αείμνηστος Γερμανός Καγκελάριος Χέλμουτ Σμιντ, μας είχε κάποτε χαρίσει σε μια απάντηση του μια από τις πιο γνωστές του ατάκες: «Στην διάρκεια της πορείας τους όλοι οι πολιτικοί εμφανίζουν το αληθινό τους πρόσωπο». Εδώ και αρκετές ημέρες εβδομάδες η κοινή γνώμη παρακολουθεί μάλλον με κατάπληξη, το σκάνδαλο των υποκλοπών, με τη (νόμιμη) τηλεφωνική παρακολούθηση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, Νίκου Ανδρουλάκη από την ΕΥΠ.
Ο υπογραφών, με όλο το σεβασμό στους θεσμούς της χώρας, παρακολουθώντας τα τεκταινόμενα, θεωρεί ότι κάποια πράγματα δεν έχουν λογική εξήγηση. Ο πρωθυπουργός της χώρας εκλέχθηκε με βασικό διακηρυγμένο στόχο την εγκαθίδρυση ενός συστήματος “επιτελικής” διοίκησης, αναφορικά με σειρά θεσμικών οργάνων και υπηρεσιών, όπως η ΕΥΠ. Επαγγέλθηκε την αριστεία και την τεχνοκρατική αξιοκρατική επιτελική διοίκηση. Στην πράξη αυτό σημαίνει, για να είμαστε ρεαλιστές, ότι ο πρωθυπουργός ήθελε τα πάντα να περνάνε από τον ίδιο και το πρωθυπουργικό γραφείο.
Το πρωθυπουργικό γραφείο στελεχωμένο μεταξύ άλλων από τον δικηγόρο και ανιψιό του, καθώς και τον καθηγητή Νομικής κ. Γεραπετρίτη ως βασικούς παίκτες, θα ήταν πλέον ο απόλυτος πόλος εξουσίας. Όλα τα θέματα θα περνούσαν από εκεί και κανείς, ακόμα και υπουργός, δεν θα είχε την δυνατότητα να πράξει οτιδήποτε, δίχως το πράσινο φως από το πρωθυπουργικό γραφείο.
Η υπερσυγκέντρωση εξουσίας για όσους διαβάζουν με ενδιαφέρον την ιστορία, ενέχει πάντοτε έναν πολύ σοβαρό κίνδυνο: Την κατάχρηση ή κακή χρήσης αυτής. Όσο δε πιο μικρός ο κύκλος των ασκούντων αυτή, ως λογικό τόσο μεγαλύτερος καθίσταται ο κίνδυνος. Ερχόμενοι στην περίπτωση των παρακολουθήσεων, ο ίδιος ο πρωθυπουργός διακήρυξε σε σχετικό διάγγελμα του, ότι πρώτον η παρακολούθηση ήταν νόμιμη, (υπονοώντας ότι υπήρχαν λόγοι εθνικής ασφαλείας), δεύτερον ότι δεν είχε ενημερωθεί ο ίδιος και τρίτον ότι αν το γνώριζε δεν θα το επέτρεπε.
Αποκωδικοποιώντας το σκάνδαλο των υποκλοπών
Ας προσπαθήσουμε να αποκωδικοποιήσουμε και να εξετάσουμε την λογική αλληλουχία των γεγονότων, διανθίζοντας την με μερικές δικές μας σκέψεις και ερωτήματα. Αν η παρακολούθηση ήταν νόμιμη, άρα υπήρχε βάσιμος λόγος εθνικής ασφαλείας για να ζητηθεί εισαγγελική συναίνεση, τότε γιατί δεν θα το επέτρεπε ο πρωθυπουργός, όπως ο ίδιος αυτολεξεί είπε; Μπορούσε ο πρωθυπουργός παρότι διακυβευόταν η εθνική ασφάλεια να αποτρέψει μια τέτοια παρακολούθηση;
Μπορεί δηλαδή ένας άνθρωπος ανέλεγκτα, έστω και αν είναι ο ίδιος ο πρωθυπουργός, να αποφασίσει να αγνοήσει την εθνική ασφάλεια (η οποία κινδύνευε για να ζητηθεί εισαγγελική συναίνεση) και να δώσει εντολή να απέχει η ΕΥΠ από μια παρακολούθηση; Αν κάτι τέτοιο είναι δυνατόν, τότε οι κίνδυνοι για τους πολίτες και τα συνταγματικά μας δικαιώματα είναι τεράστιοι, αφού ένα πρόσωπο χωρίς τον έλεγχο ή την ενημέρωση κανενός μπορεί μόνο του να αποφασίσει για παρακολουθήσεις ή μη, σε θέματα εθνικής ασφαλείας.
Μήπως τελικά δεν υπήρχε θέμα εθνικής ασφαλείας και απλά χρησιμοποιήθηκε ως πρόφαση και για αυτόν τον λόγο δεν θα το επέτρεπε ο πρωθυπουργός, αν το γνώριζε εκ των προτέρων; Εξίσου σοβαρό και επικίνδυνο αυτό το ενδεχόμενο, δηλαδή να παρακολουθούνται πολίτες με βάση προφάσεις.
Η πολιτική ευθύνη στον Δημητριάδη
Ο πρωθυπουργός είπε επίσης ότι δεν είχε γνώση. Η ίδια η έννοια του επιτελικού κράτους επιτείνει και εντείνει την έννοια της προσωποποίησης πολιτικών ευθυνών σε θεσμούς που έχουν υπαχθεί απευθείας στο πρωθυπουργικό γραφείο. Με δυο λόγια οιοδήποτε λάθος χρεώνεται πλέον απευθείας στον επιτελικά διοικούντα πρωθυπουργό, αφού ο ίδιος επέλεξε την μορφή αυτή διακυβέρνησης με τον κλειστό αυτό κύκλο ατόμων του στενού του προσωπικού περιβάλλοντος.
Στην περίπτωση μας μετακυλίστηκε πλήρως η ευθύνη για το σκάνδαλο των υποκλοπών από τον επιτελικά ασκούντα την εξουσία πρωθυπουργό, στον γενικό γραμματέα του πρωθυπουργικού γραφείου και απλό μετακλητό υπάλληλο κ. Δημητριάδη. Δηλαδή ένας μετακλητός υπάλληλος, ανιψιός του Πρωθυπουργού είχε αποκτήσει τόση εξουσία, ώστε ήταν υπεύθυνος να είναι ο απευθείας κρίκος επικοινωνίας και λήψης αποφάσεων με την ΕΥΠ, δηλαδή για τα θέματα εθνικής ασφαλείας και σε αυτόν χρεώθηκε αποκλειστικά η ευθύνη. Προσέξτε, ένας μετακλητός υπάλληλος, ανιψιός του πρωθυπουργού. Αν αυτή δεν είναι μια ακόμα καμπάνα και όχι ένα απλό καμπανάκι διακινδύνευσης και έλλειψης νομιμοποίησης για την προστασία των ατομικών μας δικαιωμάτων, τότε τι πρέπει να γίνει ακόμα αναρωτιόμαστε.
Επίσης πόσο περίεργο ακούγεται να μην γνωρίζει τελικά τίποτα ο πρωθυπουργός, ενώ ασκεί επιτελική διοίκηση με πρωταγωνιστή τον ανιψιό του και έχοντας παράλληλα για αρχηγό της ΕΥΠ πρόσωπο για το οποίο αναγκάστηκε να αλλάξει τον νόμο για τα τυπικά προσόντα διορισμού, αφού δεν είχε αναγνωρισμένο πτυχίο στην Ελλάδα; Τόσο σημαντικό ήταν το πρόσωπο αυτό για την κυβέρνηση που άλλαξε το νόμο; Μήπως τα στελέχη αυτά τελικά δεν ήταν ικανά και υπέπεσαν σε βαρύ ολίσθημα ή ισχύει κάτι άλλο; Σε κάθε περίπτωση όλα αντανακλούν σε αυτόν που τους επέλεξε.
Πλήγμα το σκάνδαλο των υποκλοπών
Στη Ομοσπονδιακή Γερμανία ο έλεγχος και η εποπτεία όλων των παρόμοιων υπηρεσιών, όπως η ΕΥΠ, διενεργείται αποκλειστικά από την αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή “Parlamentarische Kontrollgremium”. Αποτελείται από βουλευτές όλων των κοινοβουλευτικών κομμάτων και έχει τεράστιες εξουσίες, όπως ο έλεγχος οιουδήποτε φακέλου και υπόθεσης η επιτροπή επιθυμεί να ελέγξει, η ακρόαση σε ετήσια βάση των επικεφαλής των υπηρεσιών, καθώς και η αναλυτική συνεχή ενημέρωση της επιτροπής για σοβαρά θέματα. Ο στόχος είναι, λόγω και του “βεβαρημένου” παρελθόντος, να αποτραπεί με κάθε τρόπο η ανέλεγκτη εξουσία κρατικών υπηρεσιών και προσώπων του κράτους, ιδίως όταν αφορά ατομικά δικαιώματα.
Κατά την άποψη μας η υπόθεση των παρακολουθήσεων έπληξε σημαντικά ένα κομβικό στοιχείο του κάθε κυβερνήτη: Έπληξε βαριά την αξιοπιστία του πρωθυπουργού της Ελλάδας. Εμφανίστηκε ο πρωθυπουργός μιας χώρας να ισχυρίζεται ότι δεν γνωρίζει τίποτα για ένα τόσο σημαντικό θέμα μιας υπηρεσίας που ο ίδιος επέλεξε μετά την εκλογή του να ελέγχει απόλυτα, “θυσιάζοντας” αφενός μεν τον μάλλον “αντ´ αυτού” ανιψιό του και παράλληλα τον, με μεγάλη επιμονή ως προς την επιλογή, τοποθετηθέντα αρχηγό της ΕΥΠ.
Ο επιτελικός πρωθυπουργός φάνηκε να μην μπορεί να επιλέξει τους σωστούς επιτελείς για το πολυδιαφημισμένο επιτελικό του κράτος. Εισέτι περαιτέρω ανέδειξε τους κινδύνους της υπερσυγκέντρωσης εξουσίας σε λίγα πρόσωπα. Φανέρωσε ίσως η κρίση αυτή το αληθινό του “ευάλωτο” πρόσωπο, παραφράζοντας τον καγκελάριο Χέλμουτ Σμιντ.
Πάγια άποψη του υπογράφοντα είναι ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας είναι η έλλειψη σοβαρών πολιτικών εναλλακτικών. Ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις αλλά και όπως εμφανίζεται στη δημόσια σφαίρα, δεν αποτελεί αξιόπιστη εναλλακτική, αφού ακόμα δεν έχει κάνει την αυτοκριτική του για το 2014-2019 και δεν έχει εμφανίσει νέα στιβαρά και μετριοπαθή στελέχη. Το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ επίσης είναι σε μια περίοδο αναδιάταξης. Η έλλειψη εναλλακτικών αυτών έχει ως αποτέλεσμα αφενός μεν τον “εφησυχασμό” των κυβερνώντων, αφετέρου δε καταλήγει στο δίλημμα του “μη χείρον”, το οποίο όμως παραμένει “χείρον”.
Ανάγκη για κυβέρνηση συνεργασίας
Είναι καιρός επιτέλους να κατανοηθεί ότι ο μόνος τρόπος ίσως για τη χώρα για να αποκτήσει μια σύγχρονη αξιόπιστη διακυβέρνηση είναι μια κυβέρνηση εθνικής συνεργασίας περισσότερων κομμάτων, κυρίως δε των δυο μεγαλύτερων με σύγκλιση σε ότι αφορά τα πρόσωπα τόσο του πρωθυπουργού, όσο και των κομβικών υπουργείων. Για ένα ικανό χρονικό διάστημα να επιλέγονται σε κομβικές θέσεις άνθρωποι το δυνατόν με αυτόνομη επιτυχημένη επαγγελματική εργασιακή εμπειρία, δίχως νεποτισμούς και καταγωγές από κάθε λογής “τζάκια”, άνθρωποι μέσα από την κοινωνία οι οποίοι γνωρίζουν εξ ίδιων εμπειρίας τα προβλήματα της χώρας.
Οι Έλληνες του εξωτερικού είναι μια σημαντική δεξαμενή, έχουσα δε ένα βασικό πλεονέκτημα: Την μειωμένη ή σχεδόν ανύπαρκτη αλληλεπίδραση ή εξάρτηση με κάθε λογής τοπικού συμφέροντος ή πόλου εξουσίας. Φυσικά αντίστοιχοι άνθρωποι υπάρχουν και στο εσωτερικό της χώρας.
Ας ελπίσουμε ότι η πολιτική κρίση αυτή θα αποτελέσει μια νέα εκκίνηση κατανόησης ότι ίσως το πρόβλημα της χώρας να έγκειται στην έλλειψη εναλλακτικών και ότι πρέπει επιτέλους να σφυρηλατηθεί η κουλτούρα διακομματικών συνεργασιών με εθνικό στόχο να επιλέγουν σε θέσεις ευθύνης άνθρωποι το δυνατόν αξιοκρατικά επιλεγέντες, με επαγγελματική πορεία δεκαετιών, δίχως νεποτισμό και δίχως εξαρτήσεις.
Οι άνθρωποι αυτοί υπάρχουν. Δουλειά των κομμάτων είναι να τους προσεγγίσει και να τους στηρίξει διακομματικά για ένα καλύτερο μέλλον για όλους. Δύσκολο μεν, πραγματοποιήσιμο δε. Το σκάνδαλο των υποκλοπών, αποτελεί μια ευκαιρία για μια νέα αρχή. Ας μην την απωλέσουμε.