Τίτλοι τέλους στο ΕΣΥ από το νομοσχέδιο για την υγεία;
02/01/2023Μια σειρά από ενδείξεις, αν όχι και αποδείξεις, δικαιολογούν φόβους, σχετικά με την πιθανή απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει στη διάλυση της δημόσιας υγείας (ΕΣΥ) και τη θέση της να καταλάβει η ιδιωτική. Εκτός από την παγιωμένη κυβερνητική προτίμηση, υπέρ του οτιδήποτε έχει χαρακτήρα ιδιωτικής πρωτοβουλίας, σε αντίθεση με παρεμβατισμό, να ληφθεί εν προκειμένω υπόψη, ως πιθανή ένοχος και η υποχρέωση, που ανέλαβαν όλες οι μνημονιακές κυβερνήσεις, να προχωρήσουν στη βίαιη μετατροπή του συνόλου του δημόσιου πλούτου σε μορφή που να μπορεί να ξεπουληθεί σε Έλληνες ή και σε αλλοδαπούς ιδιώτες.
Μετά από το νερό, που κατά παράβαση κάθε λογικής προσδοκίας, ξεπουλήθηκε σε ιδιώτες, θα ήταν ανεδαφική η όποιας μορφής υπόθεση αποκλεισμού της ιδιωτικοποίησης και της υγείας. Εκτός από το ξεπούλημα του νερού, που ξεκάθαρα σηματοδοτεί την υιοθέτηση οδοστρωτήρα, ο οποίος αναμένεται να σαρώσει στο διάβα του και με συνοπτικές διαδικασίες οτιδήποτε φέρει, ακόμη, οσμή δημόσιας επιχείρησης, διαπιστώνονται ήδη εξελίξεις, που φαίνεται να προετοιμάζουν την ευθανασία της δημόσιας υγείας στον τόπο μας.
Να αρχίσω με την τύχη που επιφυλάχθηκε στους υγειονομικούς. Η εκ πρώτης όψης αναίτια αυτή κυβερνητική σκληρότητα εναντίον τους, θα ήταν δύσκολο να ερμηνευτεί, χωρίς να ενταχθεί, όπως τώρα φαίνεται να συμβαίνει, στην όλη διαδικασία αποδόμησης της δημόσιας υγείας. Δηλαδή, το δράμα των 7.000 υγειονομικών, που παρέμειναν χωρίς μισθό επί, ήδη, 14 μήνες, χωρίς να υπάρχει ευλογοφανής εξήγηση, θα μπορούσε ήδη και ενόψει του νομοσχεδίου Γκάγκα (παρακάτω), να εκληφθεί ως μέσο διευκόλυνσης της μετάβασης της υγείας, από το τωρινό δημόσιο, στο σχεδιαζόμενο ιδιωτικό καθεστώς. Διότι, σε αυτό το μελλοντικό στάδιο εξέλιξης της υγείας, δεν θα χρειάζονται πια οι υγειονομικοί, τουλάχιστον με την παραδοσιακή τους ιδιότητα.
Το τέλος του ΕΣΥ
Να συνεχίσω με τις ενδείξεις, αν όχι και αποδείξεις, της αρχόμενης διαδικασίας ιδιωτικοποίησης της υγείας, που αναφέρονται στις σωρευτικές συγχωνεύσεις των νοσοκομείων, κυρίως της περιφέρειας, στα πλαίσια προσπάθειας να περιοριστούν έτσι οι, άλλως, απολύτως δικαιολογημένες αντιδράσεις. Ιδιαίτερα και επειδή πολλά από τα περιφερειακά νοσοκομεία είχαν αφεθεί στην τύχη τους, ίσως με βάση κάποιου είδους προγραμματισμό, έτσι που να μη διαθέτουν τα απολύτως απαραίτητα μέσα για τη στοιχειώδη λειτουργία τους και να είναι ώριμη η κατάργησή τους.
Και να τελειώσω, προς το παρόν, τη σύντομη αυτή παρέμβασή μου, με αναφορά στα άρθρα 7 και 10 του νομοσχεδίου Υγείας Γκάγκα, που θεμελιώνουν την, όπως όλα δείχνουν, κυβερνητική πρόθεση του τέλους ύπαρξης του ΕΣΥ. Πρόκειται για τα άρθρα που καταργούν την πλήρη και αποκλειστική απασχόληση των νοσοκομειακών γιατρών, αυτήν ακριβώς που αποτελεί τη βάση του ΕΣΥ.
Συγκεκριμένα, το νομοσχέδιο (που ψηφίστηκε από την κυβερνώσα πλειοψηφία, εν μέσω αντιδράσεων) καταργεί ουσιαστικά την καθιερωμένη διάκριση ανάμεσα σε δημόσια και ιδιωτική υγεία, παρέχοντας το δικαίωμα στους εκατέρωθεν γιατρούς, να έχουν παρουσία και να ασκούν το επάγγελμά τους και στους δύο χώρους, κατά βούληση. Εξυπακούεται, ότι εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, οι γιατροί θα προτιμήσουν την άσκηση του επαγγέλματός τους στις ιδιωτικές κλινικές, όπου θα χαίρουν υψηλών αμοιβών, ενώ τα δημόσια νοσοκομεία μοιραία θα υποβαθμιστούν και θα μετατραπούν σε προθάλαμο των ιδιωτικών.
Ο αντίλογος, στο παραπάνω σημείο θα είναι ίσως η υπενθύμιση ότι υπήρχαν τα “φακελάκια”, που έπαιζαν ανάλογο ρόλο μέχρι σήμερα. Και βέβαια υπήρχαν, και ακόμη όσοι διέθεταν τα μέσα ήταν ελεύθεροι να προτιμήσουν την ιδιωτική ιατρική περίθαλψη. Για τους υπόλοιπους, ωστόσο, που δεν είχαν αυτή την ευχέρεια, η δημόσια υγεία έσωζε ζωές.
Τι άλλο μένει…
Τώρα, όμως, με το προβληματικό αυτό νομοσχέδιο, η δημόσια υγεία ουσιαστικά θα καταργηθεί, αφού υποβαθμιστεί σε σημείο που να αποκλείεται εκ των πραγμάτων η συνέχιση της ύπαρξής της. Και έτσι η χώρα μας θα εξασφαλίσει μια επιπλέον αρνητική πρωτιά, καθώς θα είναι η μοναδική, κατά πάσα πιθανότητα περίπτωση, ανάμεσα στις ευρωπαϊκές οικονομίες, που η έλλειψη δημόσιας υγείας θα προστεθεί στις ήδη υπάρχουσες απουσίες δημόσιας επιχείρησης αερομεταφοράς, εθνικής τράπεζας, εθνικών συρμών, δημόσιου νερού κ.ο.κ.
Η Ελλάδα, αν όλα εξελιχθούν, στον τομέα της δημόσιας υγείας, όπως γκρίζα διαγράφονται, θα αποτελεί τη θλιβερή περίπτωση κράτους, ανίκανου να προστατεύσει την υγεία του συνόλου των πολιτών του. Θα αδικοχάνονται πολλοί, αν δεν είναι σε θέση να καταβάλουν το υψηλό τίμημα της ιδιωτικής υγείας. Να προσθέσω ακόμη ότι η επιλογή του χρόνου, για την κατάργηση του ΕΣΥ είναι εξαιρετικά ατυχής, καθώς συνυπάρχει με πολύπλευρες κρίσεις, που επιτείνουν τα ανυπέρβλητα αδιέξοδα των οικονομικά ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων.
Να σημειωθεί, τέλος, ότι η δυσμενής αυτή εξέλιξη, που όπως όλα δείχνουν, δρομολογείται στο χώρο της υγείας, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από την ύπαρξη τυχόν προτίμησης των κρατούντων για την υιοθέτηση ακραίου βαθμού φιλελευθερισμό. Και τούτο, επειδή η ανάγκη διατήρησης της δημόσιας υγείας, παράλληλα πάντοτε και με την ιδιωτική, ουδόλως υπόκειται σε κριτήρια επιδίωξης μεγαλύτερης παραγωγικότητας, πραγματοποίησης υψηλότερου κέρδους ή ακόμη και επίτευξης χαμηλότερου κόστους.
Αντιθέτως, η συνύπαρξη της δημόσιας υγείας, από κοινού και με την ιδιωτική επιβάλλεται μέσα από την υποχρέωση των σύγχρονων προηγμένων οικονομιών να εξασφαλίσουν, στο χώρο της υγείας, ίση μεταχείριση του υπέρτατου αυτού αγαθού, προς τους πλούσιους και τους φτωχούς. Ή ακόμη καλύτερη παροχή υπηρεσιών στους φτωχότερους, καθώς η ιδιωτική υγεία εξυπηρετεί τους πλούσιους, μέσα από τη μεγιστοποίηση του κέρδους.