Το ακαταδίωκτο των πολιτικών ελίτ
15/02/2018του Μένιου Τασιόπουλου –
Το σκάνδαλο Novartis εισέβαλε δυναμικά στο κέντρο της δημοσιότητας. Δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς, αφού “ακουμπά” κορυφαίους πολιτικούς, πρώην πρωθυπουργούς και υπουργούς, οι οποίοι ανήκουν στον χώρο των επονομαζόμενων “παλαιών κομμάτων”. Τα κακουργήματα περί απιστίας και δωροδοκίας, για τα οποία οι μάρτυρες έχουν καταθέσει, έχουν παραγραφεί. Τουλάχιστον αυτό λένε πολλοί νομικοί.
Όπως προκύπτει, όμως, από δηλώσεις του πρωθυπουργού και του υπουργού Δικαιοσύνης, το εάν ισχύει ή όχι η παραγραφή θα το αποφασίσει η προανακριτική. Αν ισχύσει, πάντως, δεν θα μπορούν να ερευνηθούν επί της ουσίας οι όποιες ενδείξεις ούτε από την τακτική Δικαιοσύνη, ούτε από το Κοινοβούλιο. Όι εμπλεκόμενοι θα διαφύγουν της τιμωρίας ακόμη και αν έχουν διαπράξει αυτά τα τόσο σημαντικά αδικήματα σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος.
Από την άλλη πλευρά, τα ίδια αυτά πολιτικά πρόσωπα καθίστανται όμηροι αυτού του σκανδαλώδους νόμου που έχουν ψηφίσει μαζί με όλους τους βουλευτές σε διαφορετικές εποχές. Γιατί ναι μεν δεν θα δικασθούν για τα τυχόν εγκλήματά τους, αλλά και ποτέ δεν θα αθωωθούν γι’ αυτά οριστικά.
Ακριβώς, μάλιστα, επειδή είναι πολιτικά πρόσωπα το στίγμα θα μείνει πάνω τους και θα τους συνοδεύει ό,τι και να επιλέξουν να κάνουν στο μέλλον. Τα πράγματα θα πάρουν άλλη τροπή, εάν –όπως διαφαίνεται από την κυβερνητική πλευρά– η προανακριτική αποφασίσει πως δεν υφίσταται παραγραφή. Ή εάν προκύψουν στοιχεία που οδηγήσουν στην κατηγόρια για ξέπλυμα μαύρου χρήματος, οπότε η ασυλία δεν καλύπτει όλους ή κάποιους από τους εμπλεκόμενους. Σε μία τέτοια περίπτωση η υπόθεση θα καταλήξει στη Δικαιοσύνη.
Ο αρχιτέκτονας του νόμου περί ευθύνης υπουργών
Ή υπόθεση Novartis έρχεται να προστεθεί σε άλλες όπου οι εμπλεκόμενοι έχουν διαφύγει των ευθυνών τους. Τελευταία τέτοια περίπτωση ήταν η απαλλαγή των μεγάλης κλίμακας φοροφυγάδων που συμπεριλαμβάνονται στις διάφορες λίστες προσώπων με καταθέσεις στο εξωτερικό. Είναι ειρωνεία της τύχης ότι η υπόθεση Novartis “ακουμπά” και τον αρχιτέκτονα του νόμου περί ευθύνης υπουργών Ευάγγελο Βενιζέλο. Το συμπέρασμα είναι ότι η Ελλάδα έχει θεσμικά μετατραπεί σε έρμαιο συμφερόντων των εγχώριων ολιγοπωλιακών ελίτ της εξουσίας, οι οποίες έχουν νομοθετήσει για τον εαυτό τους το ακαταδίωκτο.
Ουσιαστικά το ακαταδίωκτο δεν περιορίζεται μόνο στους πολιτικούς. Επεκτείνεται και στους τραπεζίτες και βεβαίως όσους στελεχώνουν τους μηχανισμούς της Τρόικας. Ως εθνική-κρατική οντότητα, η Ελλάδα είναι αντιμέτωπη με αυτήν ακριβώς την πραγματικότητα. Ή απουσία ενός αποτελεσματικού νομοθετικού πλαισίου, που λειτουργεί αποτρεπτικά σε θέματα διαπλοκής, διαφθοράς, αλλά και σπατάλης του δημοσίου χρήματος ήταν ένας από τους βασικούς παράγοντες που οδήγησε στη χρεοκοπία.
Είναι δεδομένο πως με τη συγκρότηση και την έναρξη των εργασιών της προανακριτικής θα ακολουθήσει ένα κύμα μικροπολιτικών αντιπαραθέσεων. Στο τέλος του δρόμου, πάντως, είναι πιθανόν να προκύψει ανατροπή των πολιτικών, θεσμικών και οικονομικών ισορροπιών της μεταπολίτευσης, αν όχι του μεταπολέμου. Ή “επανεκκίνηση” της Ελλάδας, άλλωστε, είναι ζωτική προϋπόθεση για να συνεχίσει η Ελλάδα να επιβιώνει.