Το come back του “μεγάλου κατεδαφιστή”
22/10/2021Ο κύβος ερρίφθη! Ο Γιώργος Παπανδρέου είναι υποψήφιος, δηλώνοντας ότι θέλει να κάνει το ΚΙΝΑΛ πρωταγωνιστή. Απέφυγε επιμελώς να αναφέρει το ΠΑΣΟΚ, αφού αποσχίσθηκε από αυτό, ίδρυσε το ΚΙΔΗΣΟ και μόνο όταν απέτυχε να εισέλθει στη Βουλή, επέστρεψε στο ΚΙΝΑΛ για να εκλεγεί βουλευτής. Όπως ανέλυσα σε προηγούμενο άρθρο, εξελέγη πανηγυρικά πανίσχυρος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ (αρχές 2004) με σημαία κάθε παραλλαγή της έννοιας “νέο”. Τότε, μπορούσε να το κάνει. Σήμερα, η υποψηφιότητά του παραπέμπει σε “αναπαλαίωση” και μάλιστα όχι με την έννοια της επιστροφής στο μεγάλο ΠΑΣΟΚ που κληροδότησε ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Ο Γιώργος, άλλωστε, είναι φυσικό, αλλά όχι και πολιτικό τέκνο του πατέρα του, όπως προκύπτει από τη ρητορική και τα πεπραγμένα του. Ιδεολογικά είναι πολύ πιο κοντά στον Σημίτη. Η ειρωνεία της ιστορίας, μάλιστα, είναι ότι ο υιός κατεδάφισε το μεγάλο πολιτικό οικοδόμημα του πατρός. Θα ήταν άδικο να του ρίξουμε ολόκληρη την ευθύνη, αλλά οπωσδήποτε είναι ο κύριος υπεύθυνος, με τον Βαγγέλη Βενιζέλο να αποτελειώνει την κατεδάφιση.
Ο Παπανδρέου βέβαια δεν χάθηκε στην αφάνεια. Οι φίλοι του στο εξωτερικό είχαν φροντίσει να γίνει πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς και με αυτή την ιδιότητα κάνει αυτό που πάντα του άρεσε: ταξίδια και επαφές ανά την υφήλιο. Τώρα επιχειρεί ένα come back στην εγχώρια πολιτική σκηνή. Για ποιο λόγο; Βαρέθηκε και θέλει να ξαναπαίξει πολιτικό ρόλο, έστω και ως τρίτος; Επιδιώκει να πάρει κάποιου είδους ρεβάνς για το ναυάγιο της πρωθυπουργικής του θητείας (2009-2011); Εάν εκλεγεί θα εκδηλώσει την τάση να επιστρέψει στο παρελθόν για να το δικαιολογήσει, για να ακυρώσει ή τουλάχιστον να αμβλύνει την αρνητική ετυμηγορία του ελληνικού λαού για εκείνη τη δραματική περίοδο;
Ό,τι και να ισχύει είναι αυτό που χρειάζεται το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ; Προφανώς όχι. Θα μπορούσε, ωστόσο, κάποιος να ισχυρισθεί ότι ο Παπανδρέου έχει γυρίσει σελίδα και ψάχνει μία δεύτερη ευκαιρία. Αυτή τη φορά για να οικοδομήσει κι όχι για να κατεδαφίσει. Θεωρητικά, δεν αποκλείεται, αν και οι πράξεις του δεν στηρίζουν αυτό το αφήγημα. Ακόμα κι αν ισχύει, όμως, έχει την πολυτέλεια το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ να ποντάρει σ’ έναν αρχηγό, ο οποίος κουβαλάει μία τόσο αρνητική παρακαταθήκη στη συνείδηση του εκλογικού σώματος, αλλά και των άλλοτε “πράσινων” ψηφοφόρων;
Μεταμοντέρνος φιλελεύθερος “πρίγκηπας”
Υπενθυμίζω ότι ο Παπανδρέου είχε εκλεγεί πρόεδρος το 2004 με θριαμβικό τρόπο. Τα όσα ακολούθησαν, όμως, διέψευσαν τις προσδοκίες που είχαν επενδυθεί στο πρόσωπό του, κυρίως λόγω ονόματος. Και ενώ η ΝΔ από το 2005-06 άρχισε να φθείρεται, οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι η αξιωματική αντιπολίτευση όχι μόνο δεν κεφαλαιοποιούσε εκλογικά την κυβερνητική φθορά, αλλά έχανε περισσότερο εκλογικό έδαφος από το κυβερνών κόμμα! Κάπως έτσι, ενώ είχε πριν λίγο καεί σχεδόν η μισή Ελλάδα, ο Παπανδρέου ηττήθηκε για δεύτερη φορά από τον Καραμανλή το 2007.
Χρειάσθηκε να μεσολαβήσουν πολλά και να επικρατήσει το σύνδρομο της αρνητικής ψήφου (οι ψηφοφόροι δεν συγκρίνουν κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά κριτήριό τους γίνεται να φύγει η κυβέρνηση) για να κερδίσει τις εκλογές ο Παπανδρέου το 2009. Κι όταν τις κέρδισε, με την Ελλάδα λίγο πριν τον γκρεμό, αντί να πατήσει φρένο, πάτησε γκάζι!
Η πρωθυπουργική θητεία του δεν κράτησε πολύ, αλλά σφράγισε το μέλλον της Ελλάδας. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η συντριπτική πλειονότητα τον θεωρεί μοιραίο άνθρωπο. Όταν βρέθηκε στη δίνη της κρίσης αντέδρασε καθυστερημένα, με αποτέλεσμα στο Νταβός (Ιανουάριος 2010) να βρεθεί στο καναβάτσο και να παραδοθεί πολιτικοψυχολογικά στους δανειστές.
Ο Γιώργος Παπανδρέου ήταν περισσότερο μεταμοντέρνος φιλελεύθερος αμερικανικής κοπής παρά Ευρωπαίος σοσιαλδημοκράτης. Πάνω απ’ όλα, όμως, ένοιωθε και δρούσε σαν “πρίγκηπας”. Πίστευε στην παγκόσμια διακυβέρνηση, ένοιωθε μέλος της παγκόσμιας ελίτ και με βάση αυτή την αντίληψή του διαχειρίσθηκε την ελληνική κρίση. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά.
“Λεφτά υπάρχουν”
Τα παραπάνω και όσα ακολουθούν δεν είναι παρελθοντολογία. Τί μπορεί να περιμένει σήμερα η κοινωνική βάση του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ από τον Παπανδρέου; Την απάντηση δίνουν κυρίως οι χειρισμοί του εκείνη την εποχή, όχι από τα τωρινά λόγια του. Και εκείνοι οι χειρισμοί είναι εύγλωττοι. Η άνετη νίκη του ΠΑΣΟΚ στις ευρωεκλογές του Ιουνίου 2009 δεν άφηνε αμφιβολία για την κατάκτηση της εξουσίας, αλλά προεκλογικά ο Παπανδρέου υποσχέθηκε παροχές. Όταν, μάλιστα, η ΝΔ τον ρώτησε πού θα βρει τους πόρους, είχε απαντήσει με την περιβόητη φράση «λεφτά υπάρχουν», που τον κυνηγάει μέχρι σήμερα.
Έχει αποδειχθεί ότι ο Παπανδρέου γνώριζε απολύτως τη δραματική δημοσιονομική κατάσταση τουλάχιστον από την άνοιξη του 2009. Τον Αύγουστο 2009 ενημερώθηκε και επισήμως από το διοικητή της Τράπεζας Ελλάδος. Οι συζητήσεις του με τον Στρος Καν για προσφυγή στο ΔΝΤ είναι αποκαλυπτικές. Η λογική αντίδραση του αυριανού πρωθυπουργού θα ήταν να εκπονήσει σχέδιο εκτάκτου ανάγκης για να το εφαρμόσει αμέσως μετά την εκλογική νίκη του.
Αντί να κινητοποιήσει τους κρατικούς μηχανισμούς για να αντιμετωπίσει το επερχόμενο τσουνάμι, ο Παπανδρέου επιδόθηκε σε μία επικοινωνιακή καταιγίδα που καλλιέργησε κλίμα εφησυχασμού. Σε εκείνη την τόσο δύσκολη συγκυρία, είχε προτιμήσει τους συμβολισμούς, με αποτέλεσμα να βάλει τρικλοποδιές στον εαυτό του. Ενώ βάδιζε σε ναρκοπέδιο, συμπεριφερόταν λες και έκανε περίπατο σε αγρό με λουλούδια.
Ο Γιώργος Παπανδρέου και οι θεσμοί
Ο Παπανδρέου προχώρησε σε τεχνητή διάσπαση και συγκόλληση υπουργείων, η οποία δημιούργησε περισσότερα προβλήματα απ’ όσα έλυσε. Για την ακρίβεια, προκάλεσε ένα σχετικό χάος στη λειτουργία του κράτους, ενώ η κρίση χτυπούσε δυνατά την πόρτα της Ελλάδας. Ουσιαστικά, έχασε πολύτιμο χρόνο και παραβίασε τη στοιχειώδη αρχή ότι καταργείς μια δομή μόνο όταν είσαι έτοιμος να την αντικαταστήσεις με μια άλλη, η οποία να μπορεί σχεδόν αμέσως να λειτουργήσει. Απόδειξη της αντιθεσμικής νοοτροπίας του Παπανδρέου ήταν ότι έκοψε και έραψε υπουργεία με βάση τα πρόσωπα. Αντιμετώπισε τον σχηματισμό κυβέρνησης περίπου σαν video game!
Προφανώς, ο Παπανδρέου δεν έφερε ευθύνη για τη δημοσιονομική βόμβα που είχε κληρονομήσει. Η ευθύνη του ήταν ότι αντί να προσπαθήσει να την απενεργοποιήσει, την πυροδότησε, επιταχύνοντας τη μετατροπή της δημοσιονομικής κρίσης σε κρίση χρέους. Ποιος δεν θυμάται τη δήλωση περί Τιτανικού τον Δεκέμβριο 2009; Όταν οι πιέσεις έγιναν ασφυκτικές, ο τότε πρωθυπουργός διέπραξε το πρωτοφανές: Προσπάθησε να αντλήσει προσωπική αξιοπιστία, διασύροντας την χώρα του στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου 2009, αλλά και σε διεθνείς επαφές του. Αν και πολλά απ’ όσα καταλόγιζε δεν ήταν ψευδή, η Ελλάδα το πλήρωσε ακριβά. Από τότε Ευρωπαίοι αξιωματούχοι και ευρωπαϊκά ΜΜΕ επικαλούνταν τα λόγια του για να διασύρουν την Ελλάδα. Εδραιώθηκε η εντύπωση ότι η Ελλάδα είναι τόσο διαβρωμένη που πρέπει να χύσει πολύ αίμα για να αξίζει την ευρωπαϊκή στήριξη!
Ενδεικτικό των ψευδαισθήσεων ήταν ότι ο Παπανδρέου απειλούσε πως θα προσέφευγε στο ΔΝΤ, πιστεύοντας ότι έτσι θα πίεζε την Ευρωζώνη, ενώ το Βερολίνο ήθελε το ΔΝΤ στο παιχνίδι. Το μόνο όπλο της ελληνικής κυβέρνησης στις διαπραγματεύσεις για την υπογραφή του Μνημονίου ήταν ότι η στάση πληρωμών, εκτός των καταστροφικών επιπτώσεων για την Ελλάδα, θα προκαλούσε καταστροφικό ντόμινο και στις ευρωπαϊκές τράπεζες και στην Ευρωζώνη.
Ο Παπανδρέου, όμως, ούτε καν το επικαλέσθηκε για να αποσπάσει ένα καλύτερο πρόγραμμα. Υπέγραψε ένα Μνημόνιο το οποίο περιείχε όλα όσα ήθελε η Τρόικα και το οποίο ήταν εξαρχής δεδομένο ότι θα εγκλώβιζε την ελληνική οικονομία στον φαύλο κύκλο της ύφεσης, χωρίς να επιφέρει δημοσιονομικά οφέλη. Για να δικαιολογήσει τη στάση του πρόβαλε το εκβιαστικό δίλημμα “Μνημόνιο ή χρεοκοπία”, ενώ στην πραγματικότητα ίσχυε “και Μνημόνιο και χρεοκοπία”.
Ο “ιδιοφυής” ελιγμός!
Η τελευταία –μοιραία για την παραμονή του στην πρωθυπουργία– κίνηση του Παπανδρέου ήταν η εξαγγελία δημοψηφίσματος μετά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (27 Οκτωβρίου 2011). Το πολιτικό φόντο ήταν η απονομιμοποίηση της κυβέρνησής του, που φάνηκε καθαρά στις εκδηλώσεις για την 28η Οκτωβρίου. Ήταν εξόφθαλμο ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου δεν μπορούσε πια να κυβερνήσει, επειδή οι πολίτες είχαν στραφεί εναντίον της.
Πιστεύοντας ότι μπορεί να κυβερνάει με διλήμματα, ο τότε πρωθυπουργός θεώρησε ότι θέτοντας σε δημοψήφισμα το ερώτημα “ναι ή όχι στη νέα δανειακή σύμβαση;” και με προπαγανδιστικό φόντο το εκβιαστικό “ευρώ ή δραχμή” θα αποσπούσε το “ναι” των ψηφοφόρων. Με αυτό στο χέρι, θα ισχυριζόταν πως ο λαός ενέκρινε την πολιτική του και έτσι θα εξουδετέρωνε τις κοινωνικές αντιδράσεις και θα σταθεροποιούσε την κλυδωνιζόμενη καρέκλα του. Στην πραγματικότητα, όμως, ο Παπανδρέου είχε βάλει τυχοδιωκτικά στον πολιτικό τζόγο τη σχέση της Ελλάδας με την Ευρωζώνη, ανοίγοντας ένα κλειστό θέμα.
Το δημοψήφισμα είχε θεωρηθεί υψηλού επιπέδου ελιγμός από το επιτελείο του, αλλά και από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ. Για να προσδώσει δραματικούς τόνους, μάλιστα, αφέθηκε να αιωρείται η φήμη για απειλή πραξικοπήματος! Ο αιφνιδιαστικός αποκεφαλισμός της ηγεσίας των ενόπλων δυνάμεων υπηρέτησε τη σκοπιμότητα δραματοποίησης του πολιτικού κλίματος.
Το δημοψήφισμα-μπούμεραγκ
Ο “ιδιοφυής” ελιγμός αποδείχθηκε άλμα στο κενό. Η ανακοίνωση για δημοψήφισμα προκάλεσε πανικό και οργή στο ευρωιερατείο, που φοβήθηκε ότι θα άνοιγε ο ασκός του Αιόλου. Οι Μέρκελ και Σαρκοζί κάλεσαν τον Παπανδρέου στις Κάννες και του ξεκαθάρισαν ότι το μόνο ερώτημα που μπορεί να τεθεί σε δημοψήφισμα είναι η παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη. Ο ελιγμός μετατράπηκε σε μπούμεραγκ και ο ίδιος υποχώρησε ατάκτως.
Το κόστος ήταν πολύ μεγαλύτερο απ’ όσο πλήρωσε προσωπικά. Σ’ εκείνο το κλίμα κάηκε πολιτικά και η όποια δυνατότητα επαναδιαπραγμάτευσης της μνημονιακής πολιτικής. Η ανακοίνωση του δημοψήφισματος εκτός των παρενεργειών που είχε στις Αγορές, προκάλεσε και πολιτική δυναμική, η οποία οδήγησε στην απομάκρυνση του Παπανδρέου από την πρωθυπουργία.
Αυτές είναι οι πράξεις του Γιώργου Παπανδρέου, όταν βρέθηκε στο τιμόνι του ΠΑΣΟΚ και της χώρας. Σήμερα διεκδικεί την ηγεσία του εναπομείναντος ΠΑΣΟΚ (ΚΙΝΑΛ). Όσοι ελπίζουν ότι το ΠΑΣΟΚ μπορεί να ξαναγίνει μεγάλο, καλούνται να τον κρίνουν –να τον υπερψηφίσουν ή καταψηφίσουν– με βάση τις πράξεις του κι όχι με βάση το “φεουδαρχικό” σύνδρομο της δυναστείας. Εκτός κι αν για την περίπτωση του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ ισχύει το “μωραίνει Κύριος ον βούλεται απολέσαι”.