Το δημοψήφισμα που έκανε τον Κωνσταντίνο τέως
12/01/2023Ο θάνατος του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου σημαίνει το τέλος μιας εποχής για την σύγχρονη ελληνική ιστορία, με την συζήτηση για το αν δικαιούνταν να ταφεί με τιμές αρχηγού κράτους να ξυπνά “φαντάσματα του Πολιτειακού”. Πρόκειται για ένα ζήτημα που στην πραγματικότητα έληξε οριστικά με το δημοψήφισμα του Δεκεμβρίου του 1974. Δημοψήφισμα, που έκανε τον Κωνσταντίνο τέως και έβαλε οριστικό τέλος στην δυναστεία των Γλύξμπουργκ.
Όμως, πριν από αυτό είχαν συμβεί κατακλυσμιαίες ιστορικές εξελίξεις (εισβολή Τουρκίας στην Κύπρο (Αττίλας Ι), πτώση δικτατορίας των συνταγματαρχών, επιστροφή Καραμανλή στην Ελλάδα, Αττίλας ΙΙ στη Κύπρο, αποχώρηση της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ), που σηματοδότησαν την έναρξη της περιόδου της Μεταπολίτευσης. Ακολούθησε, στις 17 Νοεμβρίου 1974, η διεξαγωγή των πρώτων βουλευτικών εκλογών της Μεταπολίτευσης.
Νικητής σε αυτές αναδείχθηκε το νεοσύστατο (ιδρύθηκε στις 4 Οκτωβρίου 1974) κόμμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, η Νέα Δημοκρατία (ΝΔ), με το πρωτοφανές, για την ελληνική πολιτική σκηνή, ποσοστό 54,37% και 220 έδρες. Δεύτερο κόμμα αναδείχθηκε η Ένωση Κέντρου-Νέες Δυνάμεις (ΕΚ-ΝΔ) του Γεωργίου Μαύρου. Επρόκειτο για την μετεξέλιξη του κόμματος του Γεωργίου Παπανδρέου, η οποία αργότερα μετονομάστηκε σε ΕΔΗΚ. Έλαβε το ποσοστό 20,42% και 60 έδρες.
Τρίτο στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων ήρθε το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου, με ποσοστό 13,58% και 12 έδρες. Ήταν το βάπτισμα του πυρός για το Σοσιαλιστικό Κίνημα (ιδρύθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου 1974). Η πρώτη φορά που τέθηκε στην κρίση του ελληνικού λαού το πρόγραμμα ενός κινήματος, που μετρούσε μόλις δυόμιση μήνες ζωής. Η Ενωμένη Αριστερά (Αριστερές Δυνάμεις-ΚΚΕ-ΚΚΕ Εσωτερικού-ΕΔΑ), το κόμμα του Ηλία Ηλιού, εισήλθε τελευταίο στη Βουλή με ποσοστό 9,47% και 8 έδρες. (Ηλίας Νικολακόπουλος “Των εκλογών τα πάθη” 2012, σελ. 161-164).
Μετά τις επαναληπτικές και συμπληρωματικές εκλογές της 20ης Απριλίου 1975, η κοινοβουλευτική δύναμη των κομμάτων διαμορφώθηκε ως εξής: ΝΔ 216 έδρες, Ένωση Κέντρου-Νέες Δυνάμεις 61 έδρες, ΠΑΣΟΚ 15 έδρες και η Ενωμένη Αριστερά 8 έδρες. Οι εκλογές αυτές αποτέλεσαν σταθμό στη σύγχρονη πολιτική ιστορία της χώρας, καθώς αποτυπώθηκε η λαϊκή απήχηση όλων των πολιτικών δυνάμεων, ενώ παράλληλα αναδείχθηκε μια ισχυρή κυβέρνηση με αδιαμφισβήτητη λαϊκή εντολή (Χατζηβασιλείου, 2000, σελ. 303-304). Επίσης, από την εκλογική αυτή αναμέτρηση προέκυψε η Ε΄ Αναθεωρητική Βουλή, η οποία θα αναλάμβανε το έργο της εκπόνησης νέου Συντάγματος.
Η διελκυστίνδα μεταξύ των οπαδών
Η κυβέρνηση Καραμανλή είχε να αντιμετωπίσει μείζονα πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά και διεθνή ζητήματα, απόρροια της διατάραξης της ομαλότητας από τη δικτατορία των συνταγματαρχών. Πριν από αυτά, όμως, προείχε η διεξαγωγή δημοψηφίσματος για να επιλυθεί το πολιτειακό ζήτημα. Για τον σκοπό αυτό, λίγες μέρες μετά το σχηματισμό της νέας κυβέρνησης, προκηρύχθηκε η διενέργεια δημοψηφίσματος, στις 8 Δεκεμβρίου, για τη μορφή του πολιτεύματος (Χατζηβασιλείου, 2000, σ. 305).
Στο μεταξύ, υπήρξε έντονη διελκυστίνδα μεταξύ των οπαδών της κάθε παράταξης, καθώς το διακύβευμα ήταν μεγάλο. Στον Κωνσταντίνο δεν επετράπη να έλθει στην Ελλάδα από το εξωτερικό, όπου βρισκόταν εξόριστος μετά το αποτυχημένο κίνημα κατά του δικτάτορα Παπαδόπουλου, τον Δεκέμβριο του 1967, και έτσι κατέφυγε στην προβολή των θέσεων του μέσω της τηλεόρασης.
Όσον αφορά τους πολιτικούς αρχηγούς, δεν αναμίχθηκαν ανοιχτά στην προεκλογική διαμάχη. Ωστόσο, η Ένωση Κέντρου-Νέες Δυνάμεις, το ΠΑΣΟΚ και η Ενωμένη Αριστερά τάχθηκαν κατά της επιστροφής των Γλύξμπουργκ. Μόνο το κόμμα του Πέτρου Γαρουφαλιά (πρώην υπουργός της προδικτατορικής Ένωσης Κέντρου), Εθνική Δημοκρατική Ένωση, το οποίο συγκέντρωνε στις τάξεις του χουντικούς και φιλοβασιλικούς, τάχθηκε αναφανδόν υπέρ της επιστροφής των Γλύξμπουργκ.
Η “ουδετερότητα” Καραμανλή στο δημοψήφισμα
Να σημειωθεί, επίσης, ότι ο πρωθυπουργός, Κωνσταντίνος Καραμανλής, απέφυγε να πάρει επίσημα θέση στο δίλημμα βασιλευόμενη ή αβασίλευτη δημοκρατία, αφήνοντας τον ελληνικό λαό να αποφασίσει ανεπηρέαστος. Η στάση του αυτή, ευνόησε σαφώς το ρεύμα υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ήταν συντριπτικό υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας, με ποσοστό 69,2% (έναντι 30,8% του εκλογικού σώματος που τάχθηκε υπέρ της μοναρχίας). Ένα χρόνιο πρόβλημα της ελληνικής πολιτικής ζωής είχε επιλυθεί με άκρως δημοκρατικό τρόπο, χωρίς να ανοίξει ρουθούνι.
Αποτιμώντας το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για το πολιτειακό, είναι ξεκάθαρο ότι το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών που τάχθηκαν υπέρ της βασιλείας προερχόταν από τη συντηρητική παράταξη, όχι όμως από τα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά από αγροτικές- ημιαστικές περιοχές (36,5%) ή περιοχές που αποτελούσαν “κάστρα του βασιλικού στρατοπέδου”, όπως η Λακωνία, η Μεσσηνία και η Ροδόπη (Νικολακόπουλος, 2012, σελ. 164). Μόνο το 1/5 του πληθυσμού της περιφέρειας της Αθήνας (21,5%) και της Θεσσαλονίκης (20%) τάχθηκε υπέρ της μοναρχίας.
Αμέσως μετά το δημοψήφισμα, η Βουλή εξέλεξε τον Μιχαήλ Στασινόπουλο προσωρινό πρόεδρο της Δημοκρατίας, μέχρι τη θέσπιση του νέου Συντάγματος. Όταν αυτό ολοκληρώθηκε, τον Ιούνιο του 1975, νέος πρόεδρος της Δημοκρατίας εκλέχθηκε, βάσει του νέου Συντάγματος, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος. Το δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου 1974 για το πολιτειακό αποτέλεσε ένα ακόμα σημαντικό βήμα της τότε κυβέρνησης Καραμανλή προς την κατεύθυνση της αποκατάστασης και σταθεροποίησης των δημοκρατικών θεσμών της χώρας.