Το πλαφόν στριμώχνει την Γερμανία στην Ευρώπη
25/11/2022Το γερμανικό Σύνταγμα (Βασικός Νόμος της Ομοσπονδιακής Γερμανίας) είναι ίσως το μοναδικό σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στο οποίο δεν υπάρχει αναφορά στην έννοια “Έθνος”. Στο προοίμιο του Συντάγματος, όπως υιοθετήθηκε στις 23 Μαΐου 1949 στη Δυτική Γερμανία (Βόννη) επισημαίνεται πως «ο γερμανικός λαός εμπνέεται (καθοδηγείται) από τη βούλησή του να προωθήσει την παγκόσμια ειρήνη ως ισότιμος εταίρος σε μια ενωμένη Ευρώπη».
Από εκείνο το μακρινό 1949, όταν η Γερμανία τελούσε ακόμη υπό την επικυριαρχία των νικητών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τόσο στο δυτικό όσο και στο ανατολικό τμήμα της, έχει κυλήσει πολύ νερό κάτω από τα γεφύρια του Ρήνου, όπως θα έγραφαν οι λυρικοί του περασμένου αιώνα. Στο διαρρεύσαν διάστημα κι αφού μέσω της ενοποίησης –31 χρόνια πριν– η Γερμανία επανέκτησε την αυτοπεποίθησή της, το Βερολίνο κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να τορπιλίζει τα αναγκαία και απαραίτητα βήματα για την ευρωπαϊκή ενοποίηση.
Δεν είναι διόλου υπερβολικό να υποστηριχθεί ότι πίσω από κάθε μεγάλη κρίση που ταλανίζει την ΕΕ, κρύβεται η Γερμανία. Άλλοτε με ενεργητικές πολιτικές κι άλλοτε με την κωλυσιεργία και την αναβλητικότητα στη λήψη αναγκαίων αποφάσεων από την οικονομική κρίση, την πανδημία, μέχρι και την ενεργειακή κρίση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ακόμα κι όταν τελικώς λαμβάνονται να είναι ουσιαστικά ατελέσφορες και αλυσιτελείς. Όσο ήταν διαιρεμένη, η Γερμανία ήταν υποχρεωμένη –φρόντιζε επιμελώς γι’ αυτό– να μην υπερβαίνει τα εσκαμμένα, καθώς είχε ανάγκη από την πολιτική στήριξη των Ευρωπαίων εταίρων της, αλλά και από την ομπρέλα ασφάλειας των ΗΠΑ.
Μην ξεχνάμε ότι μόλις το 1973 η Γερμανία έγινε μέλος του ΟΗΕ κι αφού εξασφάλισε ότι το ανατολικό κομμάτι θα εισέλθει στον διεθνή οργανισμό, όχι με χρήση του ουσιαστικού “Γερμανία”, αλλά του επιθέτου “γερμανική”. Κάτι που λησμόνησε, όταν πίεζε αφόρητα την Αθήνα να δεχθεί να παραχωρήσει στους βόρειους γείτονες τη χρήση του ονόματος “Μακεδονία”, όπως και έγινε τελικά.
Εθνικός εγωισμός
Απαλλαγμένη, εν τοις πράγμασι, από τις συνέπειες της ήττας της στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η ενιαία πλέον Γερμανία δεν είναι παρά ένα κραυγαλέο παράδειγμα προβολής εθνικού εγωισμού, το οποίο εννοεί και επιμένει να επιβεβαιώνεται και να επιβάλλεται παντί τρόπω. Μάλιστα, αδιαφορεί πλήρως για τις επιπτώσεις που προκαλούνται στην υπόλοιπη Ευρώπη και τη λειτουργία της ΕΕ. Ο Βόλγφκγανκ Σόιμπλε, το πιο επιφανές τέκνο του γερμανικού εθνικού εγωϊσμού, στην πρόσφατη συνέντευξη του, παραδέχτηκε πως η εικόνα της Γερμανίας έχει υποστεί “πλήγμα”.
Πλήγμα και από την εμμονή της, όπως και των εναπομεινασών χωρών-συμμάχων του Βερολίνου, να μην δεχτούν πλαφόν στην τιμή φυσικού αερίου, αντιδρώντας ακόμα και στην “συμβιβαστική” πρόταση της Κομισιόν για τον διορθωτικό μηχανισμό της τιμής αερίου. Πρόταση που εκλήφθηκε ως εμπαιγμός από την Ισπανία και ακόμα 13 χώρες της Ένωσης, για άλλους φυσικά λόγους.
Στην πραγματικότητα, από τη δημιουργία και εισαγωγή του κοινού νομίσματος έως τις αποφάσεις για τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό και τις επενδυτικές επιλογές, τα πάντα συντονίζονται, ώστε να εξυπηρετούνται πρωτίστως τα στενά εννοούμενα γερμανικά συμφέροντα. «Το ευρώ μιλάει γερμανικά» πανηγύριζε ο Τέο Βάιγκελ, υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης του Χέλμουτ Κολ.
Από το μεταναστευτικό στο ενεργειακό
Το έγκυρο περιοδικό Spiegel, μερικούς μήνες πριν σωρευθούν τα ερείπια από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, όπως την επιτάχυνε με την πολιτική του ο Χάνς Ντίτριχ Γκένσερ, τιτλοφορούσε το εξώφυλλο: “Γερμανία παγκόσμια δύναμη”, θέτοντας υποκριτικά ένα ερωτηματικό στο τέλος του τίτλου! Έχοντας αλώσει κρίσιμους θύλακες της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας στις Βρυξέλλες, το Βερολίνο προωθεί την ατζέντα του σε στενή συμμαχία με εκείνα ακριβώς τα κράτη-μέλη που ανήκαν, προπολεμικά, στον ζωτικό οικονομικό χώρο του.
Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και στην κρίση (μετά το 2015) που έχει προκαλέσει το προσφυγικό-μεταναστευτικό, η Γερμανία κάνει το εξής: Αποφεύγει να συνταχθεί με την επιβολή κυρώσεων σε βάρος εκείνων των εταίρων που αρνήθηκαν –και αρνούνται– να συμμορφωθούν με μια στοιχειώδη πολιτική κοινής ευρωπαϊκής αντιμετώπισης του ζητήματος. Η ενοποιημένη Ευρώπη, το κοινό νόμισμα και οι σχετικές πολιτικές, που τύποις εκπορεύονται από τις Βρυξέλλες ή τη Φρανκφούρτη, εξασφαλίζουν μακροημέρευση στο “γερμανικό οικονομικό θαύμα”.
Εκεί, όπου οι υπόλοιποι εταίροι ζητούν “περισσότερη Ευρώπη”, υπονοώντας την επιτάχυνση των διαδικασιών πολιτικής ενοποίησης της ΕΕ, το Βερολίνο επιβάλλει γερμανικές λύσεις. Μας το θύμισε ωμά τον περασμένο Οκτώβριο, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς, σχολιάζοντας τις αντιδράσεις των χωρών για πακέτο 200 δισ. της Γερμανίας, για να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες της ενεργειακής κρίσης: «Είμαστε οικονομικά ισχυροί και μπορούμε να το κάνουμε»!
Είναι ενδεικτικό ότι η Γερμανία οδήγησε στον πολιτικό εξευτελισμό δύο προέδρους της Γαλλίας, το Νικολά Σαρκοζί και τον Φρανσουά Ολάντ. Επίσης, υπονομεύει διαρκώς και συστηματικά τον Εμανουέλ Μακρόν, και τις προτάσεις του για μια ισχυρή πολιτικά και στρατιωτικά Ευρώπη, ικανή να σταθεί με αξιώσεις ισοτιμίας στο αδυσώπητο παίγνιο του παγκόσμιου γεωπολιτικού και γεωοικονομικού ανταγωνισμού.
Η Γερμανία και το αδυσώπητο παίγνιο
Καθισμένη πάνω στα απίθανα οικονομικά πλεονάσματά της, ελέω των εφαρμοζόμενων πολιτικών στην Ευρωζώνη, η Γερμανία εννοεί να καθηλώσει την ΕΕ στα μεγέθη ενός πολιτικού νάνου, διατηρώντας για τον εαυτό της το δικαίωμα να συναλλάσσεται με τους ισχυρούς παγκόσμιους παίκτες. Όπως έκανε μέχρι πρότινος και με την Ρωσία, μέχρι που ήρθε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, με το Βερολίνο να μην επιλέγει τελικώς να συγκρουστεί με την Ουάσιγκτον σε ένα καίριο για την Ευρώπη ζήτημα.
Συνάμα, προσβλέπει όχι μόνο στη διατήρηση των κεκτημένων, αλλά και επιδιώκει να είναι αυτή που θα επιβάλει στην Γηραιά Ήπειρο τις επιλογές της για την τέταρτη βιομηχανική επανάσταση. Η πολιτική του Βερολίνου δεν είναι δίχως συνέπειες και ήδη βλέπουμε τις βαριές επιπτώσεις της να εκδηλώνονται, με πρωτοφανή ένταση. Η αρχή έγινε με την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, όσο κι αν η εντός της Ένωσης συμπεριφορά του Λονδίνου έφτανε κάποιες φορές στα όρια του εξοργιστικού. Η αποχώρησή του στέρησε από την Ένωση μια δύναμη χαλιναγώγησης και απάντησης στον γερμανικό εθνικό εγωισμό.
Η Γερμανία με την νεο-εθνικιστική συμπεριφορά της θολώνει το ευρωπαϊκό όραμα, ενισχύει τις κεντρόφυγες τάσεις και πυροδοτεί τον αντιευρωπαϊσμό στα χαμηλά της κοινωνικής-οικονομικής κλίμακας. Το Βερολίνο μάλλον νοσταλγεί την ατμόσφαιρα των συνεδριάσεων του Eurogroup του μνημονιακού παρελθόντος, με όσα ειδικότερα είδαμε στην τελευταία Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την ενεργειακή κρίση (τελικά οι αποφάσεις για την επιβολή πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου, μετατίθενται στην νέα Σύνοδο, στις 13 Δεκεμβρίου).
Η Γερμανία είναι ο καλύτερος τροφοδότης της ακραίας, φασίζουσας και ρατσιστικής Δεξιάς. Προηγουμένως είχε προσφέρει άλλοθι σε ήκιστα σοβαρές κινήσεις μιας ριζοσπαστικής, αντισυστημικής Αριστεράς, που φαντασιώνονταν ρήξεις με το “ευρωπαϊκό κατεστημένο”. Οι εξελίξεις ίσως καθιστούν επίκαιρη εκείνη την πρόταση που είχε παρουσιάσει στη γαλλική πολιτική και οικονομική ελίτ –ενώ τα ερείπια του Πολέμου ακόμα κάπνιζαν– ο Αλεξάντρ Κοζέβ, για τη “Λατινική Αυτοκρατορία” των ευρωπαϊκών κρατών και λαών. Πρόταση, η οποία μέχρι πριν από λίγα χρόνια λησμονημένη, σκονιζόταν στα αρχεία του γαλλικού υπουργείου Εξωτερικών…