Το συνταγματικό Βατερλό του πολιτικού συστήματος
28/11/2019Στις απολογιστικές τους ομιλίες Μητσοτάκης και Τσίπρας -λίγο πριν τις ψηφοφορίες για την συνταγματική αναθεώρηση- αποκάλυψαν, προφανώς άθελά τους, τον αβάσταχτο μικροκομματισμό του πολιτικού συστήματος που οδηγεί την Ελληνική Δημοκρατία μάλλον σε ακινησία για τα δέκα επόμενα χρόνια. Αν η αναθεώρηση του 2008 ήταν μια ντροπιαστική μικροσυστημική διαχείριση, η αναθεώρηση του 2019 –μετά τη χρεοκοπία και τα μνημόνια- αποτελεί το συνταγματικό Βατερλό του πολιτικού συστήματος. Διότι περιορίστηκε ξεδιάντροπα στην διευθέτηση εσωτερικών του προβλημάτων και δεν κάλυψε τις πραγματικές πολιτικές ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας.
Το νέο σύνταγμα θα μπορούσε να αποτελέσει το δομικό εφαλτήριο για μια νέα γενιά ριζικών αλλαγών. Είναι σαφές ότι πρόκειται για μια αναθεώρηση πολύ κατώτερη των πραγματικών αναγκών της ελληνικής κοινωνίας (Σ.Σ: αξίζει να διαβαστεί το σχετικό άρθρο του καθηγητή Γ. Σωτηρέλη). Η ουσιαστική εμβάθυνση της δημοκρατίας και η προβλεπτικότητα που οφείλει να έχει ένα σύγχρονο σύνταγμα στις ανατρεπτικές προκλήσεις της εποχής μας, δεν προέκυψαν, πέραν κάποιων ώριμων και αυτονόητων διευθετήσεων.
Το μόνο πραγματικό άλλοθι ήταν η ευφυής κίνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη να εντάξει την “λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία” που είχε προτείνει η νυν αντιπολίτευση με 500.000 υπογραφές πολιτών, έστω με διάφορους εύλογους και μη περιορισμούς. Σε επίπεδο ομιλιών, ο πρωθυπουργός νίκησε 2-0 τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο Μητσοτάκης ήρεμος και καλοδιαβασμένος αντέκρουσε τις σοβαρότερες αιτιάσεις του Τσίπρα και εμφανίστηκε ως νηφάλιος πραγματιστής ηγέτης. Στην κοινοβουλευτική διαδικασία, η Νέα Δημοκρατία δικαίωσε τον συντηρητικό χαρακτήρα της.
Εγκλωβίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ
Από την άλλη, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ είναι οφθαλμοφανές πως πρέπει να ανοίξει τον κύκλο των συμβούλων του, τόσο για τα συνταγματικά ζητήματα, όσο και όλα τα άλλα. Το “ολοκληρωμένο σχέδιο” που είχε παρουσιάσει ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση στην πρώτη φάση της αναθεώρησης ήταν εγκλωβισμένο σε ιδεοληπτικούς μεγαλοϊδεατισμούς και μακροστρατηγικές στοχεύσεις για τον μετασχηματισμό της κοινωνίας, με αποτέλεσμα να χάσει την επαφή με την τρέχουσα πραγματικότητα και ανάγκες της κοινωνίας.
Είναι πια ξεκάθαρο πως ο ΣΥΡΙΖΑ λειτουργεί με πυξίδα κάποιο ανομολόγητο προτσές, γεγονός που τον βγάζει συνεχώς έξω από την πραγματική ροή των κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων. Έτσι, παρ΄ ότι η εκλογική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν στρατηγική με αριθμητικούς όρους, με την αναθεώρηση, όπως αυτή έγινε, απέκτησε στρατηγικά χαρακτηριστικά. Το πολιτικό σύστημα ως είχε, διατηρείται ανέπαφο, ή μάλλον ανανεώθηκε και μάλιστα με προοπτική δεκαετίας.
Η ΝΔ συντηρεί το παλιό και ο ΣΥΡΙΖΑ, τόσο ως κυβέρνηση, όσο και ως αντιπολίτευση τώρα, δεν καταφέρνει να πείσει πως είναι φορέας του καινούργιου. Συνεπώς, η ελληνική κοινωνία εγκλωβίζεται πάλι στην διελκυστίνδα ενός άχαρου και αδιέξοδου πολιτικού δικομματισμού, με τους ίδιους βαρετούς δρώντες, με τον κουραστικό ξύλινο λόγο τους που ανακυκλώνεται εξουθενωτικά από τα μίντια.
Η κοινωνία βράζει
Έτσι, στη νέα αυτή μεταμνημονιακή φάση της ενισχυμένης εποπτείας της ελληνικής οικονομίας, όπου οι ελπίδες των μεσαίων στρωμάτων ισοπεδώνονται από τις δημοσιονομικές αναγκαιότητες, η δυναμική της δυσαρέσκειας που εκτονώθηκε στις εκλογές, θα αρχίσει και πάλι να συσσωρεύεται με επιταχυνόμενους ρυθμούς. Παράλληλα, η συστηματική πώληση δανείων και οι τιτλοποιήσεις προβλέπεται ότι θα μεταφραστούν σε εισπρακτικές ακρότητες, με αστάθμητες κοινωνικές επιπτώσεις και αντιδράσεις.
Μέσα στους επόμενους δώδεκα μήνες, σύμφωνα με πολλούς παρατηρητές, θα δοκιμαστεί τόσο η αντοχή των μεσαίων και λαϊκών στρωμάτων, όσο και των δύο κομμάτων εξουσίας. Η μη έκρηξη του κοινωνικού παράγοντα για τα όσα έχουν συμβεί τα δέκα τελευταία χρόνια στη χώρα, δείχνει την βαθιά αίσθηση της πολιτικής και της ιστορίας και της ψυχραιμίας που διαθέτει η ελληνική κοινωνία.
Η κρίσιμη αυτή αυτοσυγκράτηση δεν σημαίνει πως η κοινωνία δεν βράζει. Δοκίμασε τον ΣΥΡΙΖΑ, δοκιμάζει τη ΝΔ, ξέρει πια μέχρι πού μπορεί να την πάνε και εξακολουθεί να ψάχνει το καινούργιο. Εάν αυτό δεν βρεθεί, τότε οι ανεξέλεγκτοι παράγοντες της ιστορίες μοιραία θα αναζητήσουν νέες διεξόδους.