Ύστατη ευκαιρία για Ελλάδα οι πόροι από ΕΕ – Παραγωγική ανασυγκρότηση ή νέο πλιάτσικο;
01/03/2021Αναφέρεται συχνά πως και τα τρία ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά εργαλεία, ΕΣΠΑ, ποσοτική χαλάρωση από την ΕΚΤ (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) και Ταμείο Ανάκαμψης, παρότι έχουν διαφορετική λειτουργία-μηχανική και στόχευση, αποτελούν την τελευταία ευκαιρία της ελληνικής οικονομίας. Δεν διευκρινίζεται, όμως, το γιατί είναι έτσι τα πράγματα.
Κατ’ αρχήν τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης, ως μέσον παροχής ρευστότητας από την ΕΚΤ στο τραπεζικό σύστημα της Ευρωζώνης είναι εργαλείο που δεν ήταν διαθέσιμο στην ελληνική οικονομία κατά την διάρκεια της μνημονιακής περιόδου. Θα μπορούσε δε να έχει ιδιαιτέρως θετική επίπτωση στην βαθιά χειμαζόμενη ελληνική οικονομία, δρώντας πολλαπλασιαστικά όσον αφορά τους δείκτες ανάπτυξης. Αυτό αφορά κυρίως τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, εάν οι ελληνικές τράπεζες είχαν δείξει την ίδια τόλμη και θέληση να βοηθήσουν τις επιχειρήσεις, όπως οι άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες καθόλη την διάρκεια της πανδημίας.
Όμως, ακόμη και τώρα δεν είναι πολύ αργά να αποφασισθεί η χρησιμοποίηση αυτού του εργαλείου για την παροχή άμεσης ρευστότητας στις επιχειρήσεις που θα ξανανοίξουν τις πόρτες τους μετά τα lockdowns. Εκτός ευρωπαϊκού χώρου οι πολύ χαλαρές νομισματικές πολιτικές της τελευταίας δεκαετίας και η αδυναμία του χρηματοοικονομικού συστήματος να αξιοποιήσει αυτά τα κεφάλαια για παραγωγικές επενδύσεις έχουν οδηγήσει σε πολύ αρνητικά φαινόμενα. Τέτοιο είναι η παρατηρούμενη τελευταία εκρηκτική αύξηση της τιμής των λεγόμενων κρυπτο-νομισμάτων τύπου bitcoin. Στον ευρωπαϊκό Νότο, πάντως, τα προβλήματα ρευστότητας παραμένουν και οφείλουν να διορθωθούν.
Το Ταμείο Ανάκαμψης (700 δισ. ευρώ) από την άλλη πλευρά αποτελεί το κύριο εργαλείο της ΕΕ για την επιτάχυνση της ανασυγκρότησης των οικονομιών των χωρών-μελών μετά το τέλος της πανδημίας. Ο κύριος στόχος του Ταμείου είναι αντικυκλικός, δηλαδή η ταχεία επιστροφή της ευρωπαϊκής οικονομίας σε συνθήκες οικονομικής ανάπτυξης και υψηλής απασχόλησης, μέσω της χορήγησης γενναίας ποσότητας επενδυτικών κεφαλαίων, έτσι ώστε να αναστραφεί η παρούσα καθοδική πορεία.
Μία ακόμα χαμένη ευκαιρία;
Οι χορηγήσεις αυτές που παίρνουν την μορφή ενισχύσεων (grants) ή δανείων εξασφαλίζονται κυρίως μέσω του δανεισμού της Κομισιόν για λογαριασμό των κρατών-μελών. Πρόκειται για πρωτοβουλία που αποτελεί αυτή καθαυτή ένα πολύ μεγάλο βήμα προς την δημοσιονομική ολοκλήρωση της Ευρωζώνης. Οι πόροι αυτοί θα κατευθυνθούν στον ψηφιακό μετασχηματισμό της ευρωπαϊκής οικονομίας για να ανταπεξέλθει και να πρωταγωνιστήσει στην καινούργια τεχνο-οικονομική περίοδο που κοινώς αποκαλείται τέταρτη βιομηχανική επανάσταση.
Τα κεφάλαια αυτά δεν θα μπορούσαν να εξασφαλισθούν σε αυτό το ύψος από τους κρατικούς προϋπολογισμούς δεδομένης και της βαθιάς ύφεσης που σημειώθηκε το 2020 και των διαρκώς αυξανόμενων δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Είναι, λοιπόν, ευχής έργον να υλοποιηθούν μέσω σφιχτών εθνικών επενδυτικών σχεδίων.
Ειδικώς για την ελληνική ολιγο-θεματική οικονομία (τουρισμός, εστίαση, κατανάλωση, εξαγωγή πετρελαιοειδών), που αποδείχθηκε ιδιαιτέρως ευάλωτη στο σοκ της πανδημίας, το ύψος των κεφαλαίων αυτών αποτελεί ιστορική ευκαιρία για την παραγωγική ανασυγκρότηση. Πιο συγκεκριμένα για την χρηματοδότηση της μετάβασης σε ένα αναπτυξιακό υπόδειγμα που να στηρίζεται στα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματά της χώρας.
Αυτά, βεβαίως, δεν είναι μόνον ήλιος και θάλασσα, αλλά κυρίως η δυνατότητα εκσυγχρονισμού της πρωτογενούς παραγωγής και τη βιομηχανικής μεταποίησης με όρους παγκόσμιου ανταγωνισμού. Επίσης, η εκμετάλλευση του πολύ υψηλού επιπέδου του ελληνικού επιστημονικού δυναμικού, ακόμη και αυτού που είναι εγκατεστημένο στο εξωτερικό.
Θα ήταν κρίμα να δούμε κι αυτήν την ευκαιρία να περνάει ανεκμετάλλευτη και τα 32 δισ ευρώ να γίνονται νέο σχέδιο Μάρσαλ, το οποίο είχε δημιουργήσει μια ολόκληρη τάξη αεριτζήδων και προσοδούχων, με την μισή Ελλάδα στις εξορίες και τα ξερονήσια. Ούτε να ακολουθηθεί το παράδειγμα με τα λεηλατημένα διαρθρωτικά προγράμματα επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ. Εκείνοι οι πόροι έγιναν κυρίως κατανάλωση και καταθέσεις στο εξωτερικό.
Βαριές οι πληγές από την λιτότητα
Το ίδιο ισχύει και για το τρίτο χρηματοδοτικό εργαλείο το πρόγραμμα ΕΣΠΑ (Εταιρικό Σύμφωνο για το Πλαίσιο Ανάπτυξης) 2021-2027 με την συνδρομή σημαντικών πόρων που προέρχονται από τα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά και Επενδυτικά Ταμεία (ΕΔΕΤ) της ΕΕ. Τα σημαντικά αυτά κεφάλαια ύψους περίπου 20 δισ. ευρώ πρέπει να κατευθυνθούν σε χρήσεις που σε κάποιον βαθμό ορίζονται από το σχέδιο Πισσαρίδη. Το σχέδιο αυτό, όμως, δείχνει να αγνοεί τις βαριές πληγές που έχουν αφήσει στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας οι μονομερείς πολιτικές λιτότητας και η απαίτηση των δανειστών για πρωτοφανούς ύψους πρωτογενή πλεονάσματα, τα οποία κυρίως έθιξαν την μεσαία τάξη των επαγγελματιών και της έντιμης μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας.
Οι ανάγκες ανάπτυξης του ανθρώπινου κεφαλαίου και του εκσυγχρονισμού των υποδομών της ελληνικής οικονομίας παραμένουν τεράστιες. Οι πόροι πρέπει να έχουν στόχο την ενίσχυση της πρωτογενούς παραγωγής, της κυκλικής οικονομίας, της περιβαλλοντικής ανασυγκρότησης και ανάσχεσης της κλιματικής αλλαγής, καθώς και της ανάπτυξης της ελαφράς βιομηχανίας (π.χ. ιατρικά προϊόντα) με εξαγωγικό προσανατολισμό.
Για όλα αυτά χρειάζεται η άμεση κατάθεση επιχειρηματικών προτάσεων με διαφάνεια, σφιχτά χρονοδιαγράμματα υλοποίησης και προφανώς διακομματικός έλεγχος με συμμετοχή υψηλού επιπέδου τεχνοκρατών. Όσον τα χρήματα αυτά δεν τίθενται υπό ένα διακομματικώς συμφωνημένο πλαίσιο διαφάνειας και διαχείρισης, θα συνεχίσουν να θεωρούνται λάφυρο των εκάστοτε κρατούντων, όπως συνέβη με τα προηγούμενα προγράμματα στήριξης ή τα δάνεια της επίκαιρης (λόγω της 200ης επετείου) Ελληνικής Επανάστασης.
Όσο θα συνεχίζουμε στον ίδιο δρόμο, τόσο θα αυξάνει ο κίνδυνος διαιώνισης της οικονομικής καχεξίας της Ελλάδας. Η καχεξία αυτή δε, σε συνδυασμό με τα δραματικά δημογραφικά στοιχεία και τους απτούς εξωτερικούς κινδύνους, απλώς θα ανοίξει τις κερκόπορτες για την απομείωση του εθνικού εδάφους και της εν γένει γεωπολιτικής σημασίας της Ελλάδας στο διεθνές σύστημα.