Το σκανδαλώδες μυθιστόρημα της ΑΕΠΙ
19/02/2017«Δεν μπορεί να μας πειράξει κανείς! Τους έχω όλους στο χέρι, έχω μοιράσει 4,5 εκατομμύρια δεξιά και αριστερά. Δεν πρόκειται να ανοίξει ρουθούνι», λέγεται ότι ούρλιαζε εκτός εαυτού ο Δημήτρης Ξανθόπουλος στα γραφεία της ΑΕΠΙ, λίγες ώρες αφότου έγινε γνωστό το πόρισμα ελέγχου που διεξήχθη στην εταιρεία για λογαριασμό του υπουργείου Πολιτισμού. Οι κραυγές του έφτασαν μέχρι την είσοδο της εταιρείας στην οδό Σάμου 51 στην περιοχή του Αμαρουσίου, προκαλώντας ανησυχία, αλλά και κρυφά μειδιάματα στους υπαλλήλους. Εξάλλου, δεν ήταν η πρώτη φορά που εργαζόμενοι γίνονταν μάρτυρες ανάλογων ξεσπασμάτων θυμού και αλλοπρόσαλλης συμπεριφοράς του υιού του ιδιοκτήτη της ανώνυμης ιδιωτικής εταιρίας που διαχειρίζεται τα πνευματικά δικαιώματα σχεδόν 15.000 καλλιτεχνών.
Μετά την ουσιαστική διαδοχή στην ηγεσία της επιχείρησης, ο κατά γενική ομολογία σκληρός και απόμακρος Πέτρος Ξανθόπουλος, δικηγόρος στο επάγγελμα, άρχισε να φαίνεται έως και μαλθακός σε σύγκριση με τον μοναχογιό του. Δεν είναι λίγες οι φορές, που ο τελευταίος είχε φτάσει στο σημείο να αρπάξει από το γιακά υπαλλήλους, βρίζοντας τους χυδαία και απειλώντας ακόμα και τη σωματική ακεραιότητά τους. Στο παρελθόν, μάλιστα, λέγεται ότι είχε πετάξει κλωτσηδόν από την εταιρεία καλλιτέχνες δεύτερου βεληνεκούς, τους οποίους έτσι κι αλλιώς αντιμετώπιζε ως ζητιάνους.
Το στυλ διοίκησής του είχε γίνει αισθητό και στη μεγάλη εκδήλωση που είχε πραγματοποιήσει η εταιρεία στο ξενοδοχείο Κάραβελ το 2006. Τότε η διοίκηση της ΑΕΠΙ θέλησε να επιδείξει «την εντυπωσιακή πρόοδό της εταιρείας», ενώπιον 400 σχεδόν καλλιτεχνών. Η εκδήλωση πήρε τη μορφή φιέστας! Εκτός από τα παθιασμένα διαγγέλματα του Πέτρου Ξανθόπουλου και των μεγαλοστελεχών της εταιρείας είχαν παρουσιαστεί ψηφιακές αναλύσεις, διαγράμματα, στατιστικές μελέτες, ατελείωτοι και ακατανόητοι αριθμοί, αλλά και ενδελεχείς αναλύσεις για το μέλλον της εταιρείας.
Όταν η παρουσίαση έφτασε στο τέλος της και οι ολίγον τί βαριεστημένοι παρευρισκόμενοι αποπειράθηκαν να σηκωθούν, ανυπομονώντας για τη δεξίωση που θα επακολουθούσε στη διπλανή αίθουσα, ένα μικρόφωνο κυκλοφόρησε στο κοινό για ερωτήσεις και ο συνθέτης Γιάννης Γλέζος άδραξε την ευκαιρία. Απηύθυνε μία κριτική ερώτηση προς τη διοίκηση της ΑΕΠΙ, την οποία και δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει. Ξαφνικά, ένας νεαρός, ψηλός και γυμνασμένος άνδρας, ντυμένος ιδιαίτερα κομψά με ένα στενό μαύρο κοστούμι, του άρπαξε το μικρόφωνο.
Άναυδος ο συνθέτης ρώτησε τον διπλανό του αν πρόκειται για κάποιου είδους σεκιούριτι για να λάβει την απάντηση ότι ο ιδιαίτερα επιθετικός τύπος δεν ήταν άλλος από τον υιό Ξανθόπουλο και διάδοχο στην ηγεσία της εταιρείας. Ακολούθησε πανικός στην αίθουσα, με αποτέλεσμα να ακυρωθεί το προγραμματισμένο τσιμπούσι και να μην επαναληφθεί ποτέ ξανά ανοιχτή για τα μέλη της εταιρείας εκδήλωση.
Αυτό το ασήμαντο στα μάτια κάποιων περιστατικό αποτέλεσε την αρχή του τέλους της παντοδυναμίας της ΑΕΠΙ. Δημιουργοί με πρωταγωνιστή τον Γλέζο αποστασιοποιήθηκαν και άρχισαν επιμόνως να απαιτούν απαντήσεις. Απαντήσεις που ήρθαν τελικά με την μορφή πορίσματος…
Κληρονομική υπόθεση
Λέγεται ότι ο Δημήτρης Ξανθόπουλος ήταν αυτός που επέμεινε για την εκμίσθωση του υπερπολυτελούς ακινήτου 214,5 τετραγωνικών μέτρων αντί 7.700 ευρώ το μήνα. Εντύπωση προκαλεί ότι ένα αντίστοιχο μίσθωμα στην περιοχή κυμαίνεται μεταξύ 1.000 έως 1.700 ευρώ. Το ακίνητο αυτό προκάλεσε αμηχανία σε πολλούς από τους δημιουργούς που το επισκέπτονταν δύο φορές τον χρόνο. Ενώ έβλεπαν τις απολαβές τους να συρρικνώνονται σε κάποιες εκατοντάδες ευρώ τον χρόνο, η χλιδή περίσσευε σ’ ένα κτίριο που θύμιζε κορυφαίες εταιρείες της 5ης λεωφόρου στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης.
Ο υιός Ξανθόπουλος με το πάθος για τον αθλητισμό, την προνομιούχο ανατροφή, αλλά τις μέτριες ακαδημαϊκές επιδόσεις, θα αναλάμβανε πολύ σύντομα τα ηνία ενός χρυσωρυχείου που μέτραγε ήδη οκτώ δεκαετίες. Είχε, άλλωστε, ήδη εδραιωθεί ως η σκιά του πατέρα του Πέτρου, ο οποίος είχε με την σειρά του κληρονομήσει την ΑΕΠΙ το 1972 από τον θετό πατέρα του. Ο πατέρας του Δημήτρης την είχε αγοράσει το 1938, οκτώ χρόνια μετά την ίδρυσή της από τον Ζαχαρία Μακρή. Ο Μακρής ήταν ένας εκ των ιδρυτών και ιδιοκτήτης εταιρείας παραγωγής δίσκων μουσικής.
Ήταν ξεκάθαρο ότι ο χώρος της ελληνικής μουσικής πνευματικής κληρονομιάς αποτελούσε κυριολεκτικά μία κληρονομική υπόθεση. Η Ελλάδα, άλλωστε, είναι η μοναδική χώρα σ’ όλο τον κόσμο που τα δικαιώματα για λογαριασμό των καλλιτεχνών τα συλλέγει μία ιδιωτική εταιρεία. Αυτό αποτελεί πράγματι μία παγκόσμια πρωτοτυπία! Σ’ όλες ανεξαιρέτως τις χώρες του κόσμου οι αντίστοιχες ΑΕΠΙ ανήκουν, διοικούνται και ελέγχονται από τους ίδιους τους δημιουργούς.
Ο ιδιωτικός και κερδοσκοπικός χαρακτήρας της ΑΕΠΙ, σε συνδυασμό με τη μονοπωλιακή θέση που απολαμβάνει στην αγορά, της παρείχε τη δυνατότητα να επιβάλει στους δημιουργούς και στους χρήστες καταχρηστικούς όρους και πρακτικές. Ενδεικτικό γεγονός, μάλιστα, είναι ότι οι προμήθειες της συγκεκριμένης εταιρείας ανέρχονται κατά μέσο όρο σε 33% των πνευματικών δικαιωμάτων όταν σ’ όλες τις υπόλοιπες χώρες είναι κάτω από 20%.
Ιστορία 80 ετών
Στην Ελλάδα άργησε να έρθει έστω και η στοιχειώδης προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Ο πρώτος πλήρης νόμος περί πνευματικής ιδιοκτησίας ήταν ο 2387/1920. Η Ελληνική Εταιρεία Προστασίας Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΑΕΠΙ) ιδρύθηκε 10 χρόνια αργότερα, αλλά φυσικά κάτω από διαφορετικό νομικό πλαίσιο. Τότε ακόμα ο όρος πνευματικά δικαιώματα ήταν παντελώς άγνωστος. Η σύσταση της εταιρείας με την επωνυμία ΑΕΠΙ δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 20 Ιανουαρίου του 1930. Είχε υπογραφεί 17 ημέρες νωρίτερα στο γραφείο του συμβολαιογράφου Νικ. Τζανή Σκουτάρη.
Εκτός από ένα δικηγόρο, τα 13 ιδρυτικά της μέλη ήταν δημιουργοί που με τον τρόπο αυτό ήλπιζαν να προστατεύουν το έργο τους. Ο μουσουργός Μανώλης Καλομοίρης ήταν ένας εξ’ αυτών. Η πρώτη διεύθυνση της εταιρείας ήταν Παπαρηγοπούλου 3 και τον πρώτο χρόνο είχε 150 μέλη και τρεις υπαλλήλους. Καταγράφεται ως σημαντική επιτυχία της ΑΕΠΙ η προσθήκη του Μάρκου Βαμβακάρη, ο οποίος εγγράφεται ως μέλος τρία χρόνια μετά.
Η εταιρεία στεγάζεται πια στην οδό Αρσακείου και λίγο μετά στην οδό Πολυτεχνείου. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, εκτός από το γεγονός ότι το κράτος έχει εκχωρήσει το δικαίωμα συλλογής χρημάτων για λογαριασμό των καλλιτεχνών σ’ έναν ιδιώτη που δεν λογοδοτεί στους καλλιτέχνες για λογαριασμό των οποίων υποτίθεται ότι λειτουργεί, η ΑΕΠΙ ενδυναμώθηκε με την ψήφιση του νόμου 2121/1993.
Κατά πολλούς αυτός είναι που επέτρεψε την ασυδοσία της εταιρείας. Εκτός των άλλων, βάσει του νόμου αυτού όσοι ακούν μουσκή στο ραδιοφωνάκι τους μπορούν να πάνε στο αυτόφωρο από την ΑΕΠΙ. Επίσης, όσοι αγοράζουν χαρτί Α3 ή Α4, δηλαδή το γνωστό σ’ όλους χαρτί για τις εκτυπώσεις, πληρώνουν φόρο 4% υπέρ πνευματικών δικαιωμάτων. Αντίστοιχη περίπτωση και το ειδικό τέλος πνευματικών δικαιωμάτων 6% στις συσκευές αναπαραγωγής ήχου που εισάγονται στη χώρα.
Η αστυνομία εισπράκτορας της ΑΕΠΙ
Στα ταμεία της εταιρείας αρχίζει να συγκεντρώνεται άφθονο χρήμα από τα ποσά που εισπράτονται από τη χρήση μουσικών έργων και τραγουδιών. Κατά το διάστημα 1991-2012 η εταιρεία εισέπραξε τόκους εννέα εκατομμυρίων από τη διαχείριση κεφαλαίων των δημιουργών. Το πόρισμα των ελεγκτών αποδεικνύει ότι τα χρήματα αυτά δεν αποδόθηκαν στους δημιουργούς και μέλη της. Διαπιστώνεται, μάλιστα, ότι –σύμφωνα με το πόρισμα– τα χρήματα αυτά τα καρπώθηκαν οι ιδιοκτήτες. Η ΑΕΠΙ, άλλωστε, διέταζε την αστυνομία να εισπράττει. Καφετέριες, κομμωτήρια, ακόμα και περίπτερα που είχαν ανοιχτά ραδιοφωνα ή τηλεοράσεις κατήγγειλαν τη συμπεριφορά της εταιρείας σαν παράνομη και καταχρηστική.
Ο ίδιος ο Πέτρος Ξανθόπουλος έγραφε περήφανα στην εξάμηνη εφημερίδα που εκδίδεται από την ΑΕΠΙ ότι «η εταιρεία μας κατέφυγε σε σειρά νομικών ενεργειών όπως 48.369 εισαγγελικές απαγορεύσεις, 1.406 ανακλήσεις αδειών μουσικής, 3.921 εξώδικες διαμαρτυρίες και προειδοποιήσεις, 5.365 μηνύσεις, 15 ασφαλιστικά μέτρα και 939 αγωγές στο διάστημα από το 2010 έως το Σεπτέμβρη του 2015». Τα έσοδα από όλες αυτές τις ενέργειες, όμως, δεν έφταναν στους καλλιτέχνες. Όπως προέκυψε από τον έλεγχο των ορκωτών λογιστών υπάρχουν 42.000.000 ευρώ αδιανέμητα.
Τίποτα από αυτά, ωστόσ, δεν ήταν ακόμα γνωστό στα χιλιάδες μέλη της ΑΕΠΙ που βρίσκονταν καθημερινά αντιμέτωποι με υπαλλήλους, οι οποίοι έμοιαζαν να έχουν εκπαιδευτεί να αντιμετωπίζουν την συντριπτική πλειονότητα των καλλιτεχνών με σηκωμένο φρύδι και περισσή συγκατάβαση. Υπάρχουν, βέβαβια, και οι εξαιρέσεις. Οι ιδιοκτήτες είχαν δώσει εντολή να αντιμετωπίζονται με σεβασμό και γενναιοδωρία τα τρανταχτά ονόματα.
Πολύ πριν τη διεξαγωγή του ελέγχου τα μέλη τηςε ΑΕΠΙ ανησύχησαν όταν κυκλοφόρησε η πληροφορία, παρά την προσπάθεια της διοίκησης να την αποκρύψει, ότι η νομική έδρα της εταιρείας είχε μεταφερθεί στην Κύπρο. Μετά από σφοδρές αντιδράσεις, μάλιστα, ο ίδιος ο Ξανθόπουλος αναγκάστηκε να διαβεβαιώσει τους δημιουργούς-μέλη ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Η ΑΕΠΙ, πάντως, συνέχιζε να λειτουργεί στην Ελλάδα, αν και –σύμφωνα με ορισμένους νομικούς– θα έπρεπε να της έχει αφαιρεθεί η άδεια λειτουργίας της.
Η μεταφορά της έδρας έγινε την ίδια περίοδο που οι εκπρόσωποι της εταιρείας είχαν διάλογο με τις αρμόδιες υπηρεσίες και βουλευτές για αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο για τα πνευματικά δικαιώματα. Βλέποντας ότι η μεταφορά της έδρας μπορούσε να μετατραπεί σε μούμπεραγκ, η οικογένεια Ξανθόπουλου επιχείρησε με παράτυπο τρόπο να ξαναεγγράψει την ΑΕΠΙ στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ) του ΕΒΕΑ. Οταν από το Επιμελητήριο τους ζητήθηκε να τηρήσουν το γράμμα του νόμου για την εγγραφή τους στο ΓΕΜΗ, η οικογένεια απάντησε με αγωγές και μηνύσεις κατά των στελεχών του ΕΒΕΑ και με κατηγορίες εναντίον του προέδρου του Κωνσταντίνου Μίχαλου.
Πόρισμα φωτιά
«Κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας». Όλο και περισσότερα ερωτήματα και καταγγελίες για τις πρακτικές της διοίκησης της ΑΕΠΙ άρχισαν να κυκλοφορούν, φτάνοντας και στα αυτιά του υπουργείου Πολιτισμού. Η εταιρεία αρνιόταν πεισματικά να προσκομίσει συγκεκριμένα οικονομικά στοιχεία και απέφευγε κάθε κριτική, χαρακτηρίζοντάς την «οργανωμένη επιχείρηση συκοφάντησης».
Ο οργανισμός συλλογικής αυτοδιαχείρισης με επικεφαλής τον Γιάννη Γλέζο είχε επιχειρήσει να ενημερώσει τους καλλιτέχνες, αλλά και το υπουργείο με ανοιχτές επιστολές για τα τεκταινόμενα στον χώρο των πνευματικών δικαιωμάτων. Κάπως έτσι διατάσσεται ο έλεγος για πιθανές οικονομικές ατασθαλίες. Αρχικά, η ΑΕΠΙ τον αρνείται. Όταν, μάλιστα, αυτό γίνεται γνωστό με αποτέλεσμα να θορυβηθούν τα μέλη της, η διοίκηση τα καθησυχάζει λέγοντας ότι πρόκειται για έλεγχο των προσωπικών στοιχείων της οικογένειας και δεν αφορά καθόλου την εταιρεία. Μόνο μετά την επιβολή διοικητικού προστίμου 75.000 ευρώ από το υπουργείο Πολιτισμού δέχθηκε να παράσχει τα απαραίτητα για τον έλεγχο στοιχεία.
Από αυτά αποδεικνύεται ότι ενώ το 2014 εμφάνιζε θετικά κεφάλαια 983.000 ευρώ, είχε αρνητικά κεφάλαια 19.900.000 ευρώ. Σύμφωνα με την έκθεση ακόμη και αν ρευστοποιούσε όλα της τα υπάρχοντα δεν θα μπορούσε να πληρώσει σε δημιουργούς-μέλη της δικαιώματα αξίας 19.900.000 ευρώ. Βρέθηκαν, μάλιστα, πέντε εταιρείες που είχε δημιουργήσει η οικογένεια Ξανθόπουλου, οι οποίες ζούσαν από το αίμα της ΑΕΠΙ, όταν εκείνη αργοπέθαινε.
Μία από αυτές ήταν η ΕΔΙΣ, η οποία είχε μεταξύ 2011-2014 ύψος συναλλαγών με την ΑΕΠΙ περίπου 8.000.000 ευρώ. Ένα ακόμα ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι το πληροφοριακό σύστημα της ΑΕΠΙ δεν είναι σε θέση να συσχετίσει τι εισπράττεται και τι πληρώνεται στους δημιουργούς παρόλο που ένα από τα μεγαλύτερα έξοδα της ΑΕΠΙ είναι το μηχανογραφικό της σύστημα. Τα έσοδα για τις υπηρεσίες αυτού του είδους, μάλιστα, κατέληγαν στις τσέπες των ιδιοκτητών, μέσω της εταιρείας ΕΔΙΣ.
Ένα ακόμα σκάνδαλο που αποκαλύπτει το πόρισμα είναι ότι από τα χρήματα που παρακρατούσε η εταιρεία για πολιτιστικούς και ανθρωπιστικούς σκοπούς ύψους περίπου 6.000.000 ευρώ δαπανήθηκαν για το αρχείο μουσικής της ίδιας, αλλά και για την πληρωμή των υπαλλήλων της. Η πάγια τακτική της ΑΕΠΙ για να κρατάει τους δημιουργούς υπό τον έλεγχό της ήταν αυτή των προκαταβολών. Έδινε προκαταβολες μεγαλύτερες των αντίστοιχων ετήσιων δικαιωμάτων τους, οι οποίες δεν συμψηφίζονταν εντός του έτους. Με τον τρόπο αυτο τους κρατούσε δέσμιους.
Η πενταμελής οικογένεια Ξανθόπουλου αμειβόταν με υπερβολικές αποδοχές και μερίσματα που υπερβαίνουν τα 1.500.000 ευρώ ετησίως. Σε ανακοίνωσή της η εταιρεία δήλωσε ότι οι μισθοί έχουν ήδη εξορθολογιστεί. Προφανώς αναφέρεται στο ότι πριν το 2010 οι μισθοί μόνο της οικογένειας κυμαίνονταν στα 2.500.000 ευρώ. Εντύπωση, μάλιστα, προκαλεί ότι εκτός από τον πατέρα Πέτρο και τον υιό Δημήτρη Ξανθόπουλο, οι τρεις κυρίες της οικογένειας (η μητέρα Νικολέττα Ξανθοπούλου, η κόρη Νινόν και η σύζυγος του υιού Δημήτρη Μαργαρίτα Λυμπέρη), παρότι σπάνια πατούσαν το πόδι τους στην ΑΕΠΙ, αμείβονταν με υπέρογκους μισθούς. Εκτός από τους μισθούς που λάμβαναν έπαιρναν μισθό και από την ΕΔΙΣ την εταιρεία της οικογένειας που είχε ως μοναδικό πελάτη την ΑΕΠΙ.
Το 2011, ο διευθύνων σύμβουλος, δηλαδή ο πατέρας Πέτρος Ξανθόπουλος, λάμβανε ετησίως 625.565 ευρώ (πάνω από 52.000 ευρώ μηνιαίως)! Ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος Παντελής Γρετζελιάς λάμβανε 195.544, ο γενικός διευθυντής Δημήτρης Ξανθόπουλος 294.450 και η υπεύθυνη διεθνών σχέσεων και γραμματείας που είναι μία από τις γυναίκες της οικογένειας 466.266 ευρώ! Εκτός από τους μισθούς που λαμβάνουν, οι μέτοχοι της ΑΕΠΙ έχουν επίσης ετήσιες αμοιβές παραστάσεων στο Διοικητικό Συμβούλιο 4.000 ευρώ ο καθένας. Ο διευθύνων Σύμβουλος και ο Πρόεδρος του ΔΣ έχουν και αντίστοιχα μηνιαία ποσά 2.000 ευρώ και 1.700 ευρώ. Επίσης πληρώνονταν οι ιδιωτικές τους ασφαλίσεις, αυτοκίνητα, κλπ.
Ο έλεγχος φτάνει μέχρι το 2014. Ένα χρόνο αργότερα και αμέσως μετά την επιβολή των capital controls και τον περιορισμό στην κίνηση των κεφαλαίων δόθηκε οδηγία στους αντιπροσώπους της εταιρείας για την άμεση είσπραξη των δικαιωμάτων από τα καταστήματα και τους πελάτες με μετρητά και όχι μέσω τραπεζικού εμβάσματος. Οι αντιπρόσωποι συγκέντρωναν τα χρήματα από την επαρχία και τα παρέδιδαν σε μετρητά. Τα μετρητά αυτά εξαφανίστηκαν και δεν μπήκαν στους λογαριασμούς της εταιρείας!
Επιπλέον, μετά τον έλεγχο εμφανίζεται και μία άλλη εταιρεία η Opus, μονοπρόσωπη ΕΠΕ, η οποία πραγματοποιεί εικονικές συναλλαγές με την ΑΕΠΙ. Η εταιρεία αυτή φαίνεται να μεσολαβεί ως αντιπρόσωπος για την είσπραξη ποσών για λογαριασμό της ΑΕΠΙ. Η ίδια εταιρεία, επικεφαλής της οποίας είναι ο Δημήτρης Ξανθόπουλος, είχε ως αντικείμενό της και την κατασκευή και εμπορία μίας κούκλας που χρησιμεύει σαν σάκκος του μποξ σε γυμναστήρια και σε αθλητικούς συλλόγους. Ας σημειωθεί ότι η εν λόγω εταιρεία είχε έδρα στα γραφεία της ΑΕΠΙ, χρησιμοποιούσε το προσωπικό και τις υποδομές της, χωρίς να καταβάλει τίμημα.
Στα ίδια γραφεία, ο Δημήτρης Ξανθόπουλος είχε δημιουργήσει και μία μουσική πλατφόρμα με την επωνυμία BT flow για την πώληση μουσικής, δραστηριότητα που χωρίς αμφιβολία δημιουργεί άμεση σύγκρουση συμφερόντων με τον σκοπό της ΑΕΠΙ. Ο φιλόδοξος Δημήτρης είχε αναλάβει επίσης και τη διανομή συνδρομών NOVA και χρησιμοποιούσε για τον σκοπό αυτό το δίκτυο της ΑΕΠΙ.
Η σκανδαλώδης διαχείριση των οικονομικών μίας εταιρείας που χρωστά πάνω από 20.000.000 ευρώ είναι η μία πλευρά του νομίσματος. Η άλλη πλευρά είναι η πολιτική παντοδυναμία της ΑΕΠΙ. Στις αρχές του 2016 είχε ετοιμασθεί ένα νομοσχέδιο που προσπαθούσε να βάλει τάξη στα πνευματικά δικαιώματα. Ειδικά για την ΑΕΠΙ όριζε ότι θα έπρεπε να λειτουργεί όπως κάθε άλλος οργανισμός συλλογικής διαχείρισης. Ταυτόχρονα υπήρχε πρόβλεψη για τοποθέτηση κρατικού επιτρόπου στη διοίκηση της εταιρείας σε περίπτωση σοβαρού οικονομικού ή διαχειριστικού προβλήματος.
Το νομοσχέδιο βγήκε σε δημόσια διαβούλευση, κατατέθηκε στη Βουλή τον Μάιο του 2016, πέρασε από τη Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή και επρόκειτο να πάει γα ψήφιση. Ειχε την κοινή αποδοχή όλων των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης εκτός της ΑΕΠΙ. Ξαφνικά, τον Ιούλιο του 2016 το νομοσχέδιο αποσύρθηκε. Στις αρχές Σεπτεμβρίου εμφανίσθηκε ένα νέο νομοσχέδιο που ήταν κομμένο και ραμμένο στα μέτρα της ΑΕΠΙ. Όχι μόνο καταργήθηκαν οι συγκεκριμένες διατάξεις, αλλά το νέο νομοσχέδιο δίνει στην ΑΕΠΙ περισσότερα δικαιώματα και ασυδοσία από αυτήν που είχε μέχρι τότε.
Το νέο νομοσχέδιο, που χαρακτηρίστηκε έκτρωμα από πολλούς καλλιτέχνες, εκπόνησε η νομική σύμβουλος του Υπουργού Μπαλτά Κωνσταντίνα Αλεξοπούλου. Οι κακές γλώσσες ισχυρίζονται, μάλιστά, ότι η σύνταξη έγινε σε άμεση συνεργασία με το νομικό σύμβουλο της ΑΕΠΙ! Εντύπωση, μάλιστα, προκάλεσε ότι η συγκεκριμένη νομικός τοποθετήθηκε στο διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού του Υπουργείου Πολιτισμού που εποπτεύει την ΑΕΠΙ, όπου και παραμένει μέχρι σήμερα. Την ίδια περίοδο, ο τραγουδοποιός Φίλιππος Πλιάτσικας, που υπέγραφε κείμενα υπέρ της ΑΕΠΙ, διορίστηκε και αυτός στο διοικητικό συμβούλιο του ίδιου κρατικού οργανισμού.
Μετά τις αποκαλύψεις, η συντριπτική πλειονότητα των δημιουργών επιθυμεί να συνεχίσει η ΑΕΠΙ την λειτουργία της υπό άλλη διοίκηση και σε καθεστώς εξυγίανσης. Οι συνέπειες τής κατάρρευσης της, εξάλλου, είναι εξαιρετικά σοβαρές. Ενδεικτικό είναι ότι περισσότερες από 10.000 οικογένειες δημιουργών θα μείνουν στον αέρα.