ΜΑΡΤΥΡΙΑ

Αγαπημένε Μίκη κράτησες τη ζωή μας και της έδωσες φως

Αγαπημένε Μίκη κράτησες τη ζωή μας και της έδωσες φως, Πάνος Σαββόπουλος

Ο Μίκης Θεοδωράκης αποτέλεσε για πολλούς Έλληνες της γενιάς μου, όπως βέβαια και για μένα, έναν ακόμα γονέα! Έναν γονέα που μας έδωσε αυτά που δε μας έδωσε η οικογένεια, το σχολείο, η κοινωνία, αλλά και που δε μας είπε ποτέ τι να κάνουμε και τι να μην κάνουμε, γιατί μιλούσε με την προσωπική του ζωή και με τα τραγούδια του.

Τον ερωτεύτηκε από πολύ νωρίς η ιστορία και παρά τους διωγμούς που υπέστη από ηλίθιους δεξιούς της χώρας μας, έγινε πανελλήνιος και παγκόσμιος! Τώρα, τον κλαίει όλη η ανθρωπότητα. Και, με την ευκαιρία, θα ‘θελα να σκεφτούμε, από πότε έχει να κλάψει η ανθρωπότητα για το θάνατο κάποιου; Δήλωνε κομμουνιστής, αλλά δεν το έκανε “πλακάτ” γιαχωβάδικου τύπου “Α.Ε. 5%”. Έτσι, το “κομμουνιστής” έδειχνε να μην είναι τίποτε περισσότερο από ένα προσωπικό “φυλαχτό” ή ένα “συνθηματικό”, στα όνειρα που έκανε με τους φίλους του, αλλά και με τον εαυτό του!

“Πόλη, παρά μία τεσσαράκοντα” 

Γνώρισα τον Μίκη μετά από κάποια συναυλία του στο θέατρο “Κεντρικό”. Προτιμούσε να τα πούμε με ησυχία στο σπίτι του, το οποίο ήταν στη Νέα Σμύρνη, οδός Κωνσταντινουπόλεως αριθμός 39. Για να μην ξεχάσω τη διεύθυνση, μου είπε να θυμάμαι το εξής «Πόλη, παρά μία τεσσαράκοντα». Στο πατρικό σπίτι της γυναίκας του έμεναν, μου άνοιξε ο ίδιος και μπήκαμε σ’ ένα δωμάτιο αμέσως αριστερά, όπου δίπλα στην πόρτα είχε ένα όρθιο πιάνο με παρτιτούρες από κάποιο μέρος του “Άξιον Εστί”, απ’ ό,τι διάβασα.

Στο δωμάτιο ήταν και ο τρίχρονος γιος του, ο Γιώργος, μ’ ένα κομμάτι σοκολάτας στο χέρι. Ακούσαμε κάποια δικά μου τραγούδια που του πήγα σε μία μαγνητοταινία και σχολίασε ότι του άρεσε που δε μιλάω για το αυτονόητο στους στίχους μου και φυσικά ευχαριστήθηκα! Τον ρώτησα πώς θα εύρισκα τα τραγούδια από το έργο “Ένας Όμηρος” στην πρόχειρη ηχογράφηση που είχε κάνει ο ίδιος με το πιάνο, τα οποία μου άρεσαν για την πρωτοτυπία τους. (Δεν είχαν ακόμα κυκλοφορήσει σε δίσκο). Χαμογέλασε …υποσχετικά!

Ενώ μιλούσαμε, κάποια στιγμή ο Γιώργος σκαρφάλωσε στα γόνατά του, με το κεφάλι του απέναντι από το κεφάλι του μπαμπά του κι άρχισε να του κάνει με τη σοκολάτα του, σχέδια στο πρόσωπο! Ο Μίκης συνέχισε την κουβέντα, λες και δεν συνέβαινε τίποτε, έχοντας το χέρι του στην πλάτη του παιδιού… Δεν μπόρεσα να ξεχάσω ποτέ αυτή τη σκηνή και χαμογέλασα όταν άκουσα τον Μίκη να διηγείται στον Μίμη Ανδρουλάκη, σε μία συνέντευξη το 1995, ότι την “Άρνηση” (“Στο περιγιάλι το κρυφό”) τη μελοποίησε στο Παρίσι με την Μαργαρίτα στο σβέρκο του, κρατώντας τη με το ένα χέρι, ενώ με το άλλο έπαιζε τα ακόρντα στο πιάνο και τραγουδούσε, συνθέτοντας το τραγούδι!

Τα πιο πολλά αυτόγραφα

Μετά με πήρε μ’ ένα Citroen που είχε φέρει από τη Γαλλία σαν μετανάστης για να ανέβουμε στην Αθήνα. Πριν πάρουμε τη Συγγρού, σταμάτησε σ’ ένα βενζινάδικο. Δεν κατέβηκε, γιατί ο βενζινάς του έφερε ένα τεφτέρι που έγραφε λίτρα, ποσά και ημερομηνία, ο δε Μίκης έβαζε δίπλα την υπογραφή του. Αλλά επειδή ήταν τύπος χαρούμενος και χιουμορίστας, γύρισε και μου είπε δείχνοντας τον βενζινά: «αυτός ο άνθρωπος έχει τα περισσότερα αυτόγραφά μου στον κόσμο»!

Πάρκαρε στην Κλαυθμώνος και πήγαμε σ’ ένα στούντιο όπου τους είπε να μου φτιάξουν μία ταινία με τον “Όμηρο” και 4-5 ακόμα τραγούδια ακυκλοφόρητα που ήθελα και πρόσθεσε να μην μου πάρουν χρήματα! Του έσφιξα πανευτυχής το τεράστιο χέρι του –και με τα δυο μου χέρια– και τον αποχαιρέτησα, νιώθοντας ότι απόκτησα έναν δεύτερο μπαμπά!

Φαίνεται ότι εκτίμησε που δεν του ζήτησα τίποτε για μένα (μια και έφτιαχνα τραγούδια…) και μου είπε «αν δυσκολευτείς να ηχογραφήσεις κάποια τραγούδια σου, μπορεί να τα περάσει η ορχήστρα μου…». Ποτέ δε σκέφτηκα να του ζητήσω κάτι. Τον Μίκη, τον είχα συναντήσει αρκετές φορές στη Θεσσαλονίκη, όταν ερχόταν για συναυλίες, στην Αθήνα, αλλά και στη Στοκχόλμη μερικές φορές, αφού εκεί ήταν κάτι σαν εθνικός συνθέτης της Σουηδίας.

Μίκης στο στόμα και ικεσία για …απαγωγή

Σίγουρα ήμουν ποτισμένος με τη μουσική του Μίκη, αλλά και θαμπωμένος από την προσωπικότητά του, όμως άκουγα και πολλές άλλες μουσικές – δεν είναι του παρόντος. Ο Μίκης πάντως ήταν στην καθημερινότητά μου και στην παρέα μας πάντα παρών. Πολλές στιγμές της ζωής μας, είχαν γεύση Μίκη!

Να! Κάποια μεσάνυχτα που έβρεχε στη Θεσσαλονίκη, μιλάμε στα φοιτητικά χρόνια, ήμασταν καμιά δεκαριά άτομα σ’ ένα βαν επαγγελματικό που μετέφερε αναψυκτικά, τραγουδώντας όλοι μαζί το “Άνθη της πέτρας”. Και, θες το κρασάκι πριν, θες η αγαπημένη συντροφιά και οι σταγόνες στα τζάμια, κολλήσαμε σε μία φράση του τραγουδιού, την οποία τραγουδούσαμε συνέχεια χωρίς να μας φαίνεται βαρετή: «Όταν κανένας δε μιλούσε και μου μίλησαν…».

Μας διέκοψε ο “σκηνοθέτης” που λέγεται “συγκυρία”, αφού σ’ ένα κόκκινο που σταματήσαμε, έβαλε μία κοπέλα μεθυσμένη να μας χτυπάει το τζάμι και με αναφιλητά να μας παρακαλάει να πάμε να …απαγάγουμε τον αγαπημένο της, γιατί την άλλη μέρα θα τον αρραβώνιαζαν με κάποια άλλη με προίκα! Πάει ο Μίκης, τον έφαγε το νυχτερινό κελεπούρι…

Εγώ ο πλακατζής της είπα σοβαρά, ότι πίσω έχουμε έγκυο που έσπασαν τα νερά της και την πάμε κατευθείαν στον υδραυλικό! Όταν το άκουσε αυτό ο φίλος μου ο Τέλης άρχισε να γκαρίζει «Ωχ γεννάω, γεννάω, πιο γρήγορα…». Η μουρλή είπε «Μα είναι άντρας αυτός…», οπότε της εξήγησα ότι είναι γυναίκα, αλλά καπνίζει πέντε πακέτα τσιγάρα την ημέρα και έχει χοντρύνει η φωνή της… Ευτυχώς, μας γλύτωσε το πράσινο και μας ρούφηξε το παρκάκι της ΧΑΝΘ.

Λαθραίος “Ήλιος και χρόνος” από πειναλέο Εγγλέζο

Λατρεύω, μέχρι σήμερα, το έργο του Μίκη “Ήλιος και χρόνος” και  θεωρώ ότι είναι το πιο σημαντικό του, τόσο από μουσική όσο (και κυρίως) από στίχους. Ακηλίδωτο μου φαίνεται στο χρόνο! Γράφτηκε στη “Μπουμπουλίνας” το 1967 και φυγαδεύτηκε από τη Ζάτουνα το 1968. Είναι το έργο που έχω ακούσει τις περισσότερες φορές από κάθε άλλο, μέχρι σήμερα! Ακόμα κι απ’ το “Άξιον Εστί”!

Το έλαβα ιεροκρυφίως από το εξωτερικό, σε μαγνητοταινία, το 1969, στην ηχογράφηση που έγινε (μάλλον στο Μόναχο) με τον Γιώργο Καπερνάρο και την Μαρία Δημητριάδη. Μου το ενεχείρισε ένας Εγγλέζος τουρίστας, 35άρης, ιδιαίτερα μαλλιαρός, χιπαριό κανονικότατο, σταλμένο  από έναν φίλο μου που το είχε σκάσει στην Αγγλία!

Έχει όμως και το σπαρταριστό της η ιστορία – λες και με κυνηγάνε τα σπαρταριστά! Ήταν σπίτι μου ο Εγγλέζος και με ρώτησε κάποια στιγμή αν μπορούσε να φάει. Πριν προλάβω να του απαντήσω, έβγαλε αστραπιαία από τη μία τσέπη της χλαίνης του μία πλακέ οβάλ κονσέρβα με φασόλια κι από την άλλη ένα καμινέτο, το οποίο έστησε στο σχεδιαστήριό μου. Ζέστανε το φαΐ  κι άρχισε να τρώει με συνοδεία από John Mayall, όπως μου ζήτησε! Του έβαλα το συλλεκτικό The diary of a Band που μόλις είχε κυκλοφορήσει. Κάπνισε και μισό τσιγάρο με μαυράκι κι ύστερα έφυγε. Φοβούμενος διάφορα…, πήρα την κορδέλα και πήγα στου Μποζίκη, όπου κάναμε μερικές κόπιες!

Κορυφαίος, λοιπόν, για μένα, ο “Ήλιος και χρόνος”. Οι περισσότεροι “ειδικοί” του χώρου ούτε που το μυρίστηκαν! Ξεχωριστό κομμάτι με πολύ ιστορικό, υπαρξιακό και φιλοσοφικό βάθος, είναι το “Επάνω στο ξερό χώμα της καρδιάς μου”. Αλλά και το “Έκτη Σεπτεμβρίου ώρα ένδεκα πρωινή”, το οποίο έγραψε ο Μίκης στις 6-9-1967, όταν τον επισκέφτηκαν στη Μπουμπουλίνας η Μυρτώ κι ο πατέρας του. Το τραγούδι μου “Κίκος 70”, από το LP “Επεισόδιο” (1971), τελειώνει  με τη φράση «Ακούω έξη Σεπτεμβρίου, ώρα έντεκα πρωινή».


* Α! Τα εξώφυλλα των δίσκων είναι από το αρχείο μου.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι