Άγγελος Δεληβορριάς: Μία υποδειγματική διαδρομή
01/05/2018Στις 24 Απριλίου έφυγε από τη ζωή ο Άγγελος Δεληβορριάς, διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη επί τέσσερις και πλέον δεκαετίες. Ήταν αρχαιολόγος και ιστορικός της τέχνης, καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (1992-2005) και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην Αρχαιολογία-Μουσειολογία από το 2016.
Καταγόμενος από το μαστοροχώρι Λαγκάδια Αρκαδίας, γεννήθηκε το 1937 στην Αθήνα. Έχοντας ανατραφεί με τις μεταφράσεις των κλασικών μυθιστορημάτων του Ουγκώ, του Δουμά, του Ντίκενς, του Λόντον, του Βερν, αλλά και της Δέλτα και των παραμυθιών, σπούδασε από το 1956 στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κοντά στον Γεώργιο Μπακαλάκη (1908-1991), αποφοιτώντας όμως από την αδελφή Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Συνδέθηκε με τους σπουδαίους αρχαιολόγους Γιάννη Μηλιάδη (1895-1975) και Ιωάννη Παπαδημητρίου (1904-1963), ενώ πέρασε κατά τη δεκαετία του 1960 και από την Εθνική Πινακοθήκη με διευθυντή τον Μαρίνο Καλλιγά (1906-1985). Το 1964 άρχισε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ/Μπραϊσγκάου με καθηγητή τον Walter-Herwig Schuchhardt (1900-1976). Το 1965 διορίστηκε, μετά από εξετάσεις, στην Αρχαιολογική Υπηρεσία.
Υπηρέτησε αρχικά στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας υπό την καθοδήγηση του φωτισμένου ζεύγους Καρούζου, του Χρήστου (1900-1967) και της Σέμνης (1897/8-1994), κατόπιν ως επιμελητής στις Εφορείες Αρχαιοτήτων Αχαΐας και Αρκαδίας-Λακωνίας, όπου συνυπηρέτησε με τον σήμερα ομότιμο καθηγητή Ιστορίας της Τέχνης στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Νίκο Ζία (1939), έκτοτε φίλο του. Το 1969, μέσα στη δικτατορία, παραιτήθηκε.
Με υποτροφία του ιδρύματος Αlexander von Humboldt, άρχισε τη διδακτορική διατριβή του στο Πανεπιστήμιο της Τυβίγγης, την οποίαν υποστήριξε το 1972, με καθηγητές τους Ulrich Hausmann (1917-1996) και Werner Fuchs (1927-2016). Το 1972-73 συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης και στην Ecole Pratique des Hautes Etudes με καθηγητές τους Jean Marcadé (1920-2012) και Roland Martin (1912-1997).
Μουσείο Μπενάκη
Με πρόταση του Μαρίνου Καλλιγά επέστρεψε από τη Γαλλία στην Ελλάδα τον Ιούνιο του 1973 και με εισήγησή του ανέλαβε τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου τη διεύθυνση του Μουσείου Μπενάκη, διαδεχόμενος τον Μανόλη Χατζηδάκη (1909-1998). Διεύρυνε τον πυρήνα της συλλογής του ιδρυτή του Μουσείου Μπενάκη Αντώνη Μπενάκη (1870/3-1954). Θα δουλέψει έως το 2000 για να το αναδιαμορφώσει. Καρπός των ακατάβλητων προσπαθειών του απέναντι στους κάθε είδους δαίμονες για τον οργανισμό αυτόν, στον οποίο βρισκόταν συχνά από τα χαράματα, είναι οι εκδόσεις Οδηγός του Μουσείου Μπενάκη (1980, 2000), η Ελλάδα του Μουσείου Μπενάκη (1997), καθώς και το πολύ αξιόλογο επιστημονικά περιοδικό του.
Μακροβιότερος διευθυντής μουσείου στην υφήλιο, από το 1974 έως το 2014 διοργάνωσε 130 εκθέσεις στην Ελλάδα και 39 στο εξωτερικό! Εκτός από το κεντρικό κτήριο του Μουσείου Μπενάκη, στην οδό Κουμπάρη 1 και Βασιλίσσης Σοφίας, άλλα προσαρτήματά του οφείλονται στις σύντονες ενέργειες του άοκνου διευθυντή του: το κτήριο της οδού Πειραιώς 138 και Ανδρονίκου για νεότερες και για σύγχρονες εκθέσεις-εκδηλώσεις, για τα Φωτογραφικά Αρχεία και για τα Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής
- το κτήριο της οδού Αγίων Ασωμάτων 22 και Διπύλου 12 για την Ισλαμική Τέχνη
- το Μέγαρο Κουλούρα στη λεωφόρο Ποσειδώνος 14 και Τρίτωνος 1, στο Παλαιό Φάληρο, για το Μουσείο Παιχνιδιών με άξονα τη Συλλογή Μαρίας Αργυριάδη
- η Κλωστοϋφαντουργία Μέντη στην οδό Πολυφήμου 6, στα Κάτω Πετράλωνα
- η οικία Δέλτα, στην οδό Εμμανουήλ Μπενάκη 38, στην Κηφισιά, για τα Ιστορικά Αρχεία
- το Εργαστήριο του γλύπτη Γιάννη Παππά στην οδό Ανακρέοντος 38, στου Ζωγράφου, με έργα του
- η Πινακοθήκη του ζωγράφου Ν. Χατζηκυριάκου-Γκίκα στην οδό Κριεζώτου 3
- η Οικία Patrick και Joan Leigh Fermor στην Καρδαμύλη Μάνης (δεν έχει λειτουργήσει).
Από την Αρχαιολογία στην Ιστορία της Τέχνης
O Άγγελος Δεληβορριάς δεν έπαψε να μελετά την κλασική αρχαιολογία και τη μουσειολογία στην Ευρώπη και στην Αμερική: το 1977 στο Λονδίνο, το 1979 στο Μόναχο, το 1980 στις συλλογές ελληνικών αρχαιοτήτων των μουσειακών κέντρων των ΗΠΑ, το 1983 και το 1988 στο Πρίνστον, το 1986 και το 1993 στο Βερολίνο, το 1989 στο Μουσείο Jean Paul Getty του Μαλιμπού. Έκανε διαλέξεις και έλαβε μέρος με ανακοινώσεις του σε συνέδρια στη Νέα Υόρκη, στο Αμβούργο, στο Βύρτσμπουργκ και στο Όσλο, στο Πρίνστον, στη Φιλαδέλφεια, στην Ουάσινγκτον, στο Μόναχο, στο Λούβρο, στο Βερολίνο, κ.α.
Επιστημονικά άρθρα και συναφείς μελέτες του έχουν δημοσιευθεί σε ελληνικές και σε διεθνείς εκδόσεις. Κατά τη δεκαετία του 1970 σε τεύχη του περιοδικού εικαστικών τεχνών Ζυγός του Φραντζή Κ. Φραντζισκάκη (1926-2010) θα γράψει μερικά από τα καλύτερα άρθρα του για τη νεοελληνική τέχνη.
Πρόσεξε την κοσμηματοποιία, την κεραμική, την κεντητική, την ξυλογλυπτική, τη λαϊκή τέχνη. Το 2003 είδαν το φως της δημοσιότητας ομιλίες και κείμενά του για αρκετά αρχαιολογικά, τεχνοϊστορικά και μουσειολογικά ζητήματα (Πάρεργα άκαιρα, ανεπίκαιρα, επικαιρικά). Ασχολήθηκε με το πρόβλημα, την πρόκληση και την ερμηνεία της ζωοφόρου του Παρθενώνα σε έκδοση το 2004 που περιλαμβάνει φωτογραφίες του Σωκράτη Μαυρομμάτη, ενώ τον απασχόλησε η γλυπτική του Σκόπα. Την αρχαιολογική θητεία του στη Λακωνία μοιάζει να ανακαλεί η επί χρόνια έρευνά του στο ιερό του Αμυκλαίου Απόλλωνος.
Υπήρξε μέλος διοικητικών και γνωμοδοτικών συμβουλίων πολλών πνευματικών ιδρυμάτων, επίτιμος διδάκτωρ ελληνικών πανεπιστημίων. Από τις τιμητικές διακρίσεις που του απονεμήθηκαν σημειώνουμε του Ιππότη της Τάξεως Τεχνών και Γραμμάτων από τη γαλλική κυβέρνηση, του Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο και του Αργυρού Μεταλλίου της Ακαδημίας Αθηνών. Τραγική σύμπτωση: τη μέρα εκδημίας του θα λάμβανε χώρα η επίσημη τελετή της υποδοχής του στην Ακαδημία Αθηνών ως μέλους της Δεύτερης Τάξης, των Γραμμάτων και των Καλών Τεχνών. Θα ανέπτυσσε σκέψεις του για την ανθρώπινη μορφή στην αρχαία ελληνική τέχνη.
Ο άνθρωπος
Πολίτης συνειδητός, με συνείδηση δημοκρατική, έζησε τις τραυματικές μεταπολεμικές εμπειρίες της υποτέλειας και τη σταδιακή εδραίωση του καταναλωτικού μοντέλου, όπως είχε βεβαιώσει. Πολιτισμός και πολιτική για εκείνον συνδέονταν γενετικά, από τους αντιστασιακούς γονείς του. Μπόρεσε, όλα τα χρόνια της δράσης του, να παρακάμψει χρονοβόρα γραφειοκρατικά προσκόμματα και να πετύχει, σε μεγάλο βαθμό, τους στόχους του. Με ευρύτατο γνωστικό ορίζοντα και με τρομερή αίσθηση ευθύνης, γοήτευε. Πραγματοποιός που έδινε σάρκα και οστά στα οράματά του, αναλωνόταν σε χρόνο απλήρωτο και προβληματικής δικαίωσης, όπως χαρακτηριστικά τον όριζε.
Σχολαστικά ακριβής στα λόγια και στα κείμενά του, διακρινόταν για την εξαιρετική σαφήνεια εννοιών που τις ποίκιλλε ο οικείος τόνος της φωνής του. Δοκίμαζε, με κάθε ευκαιρία, τις πνευματικές δυνάμεις του σε νέες σφαιρικές θεωρήσεις, σε νέες ερμηνευτικές απόπειρες των φαινομένων που συνιστούν το τόσο ενδιαφέρον κεφάλαιο της Ιστορίας του Ανθρώπινου Πολιτισμού. Ένα ―ίσως και αυτοσαρκαστικό;― μικρό γέλιο ερχόταν να φαιδρύνει συχνά τις φράσεις του. Το κοφτερό μυαλό του το λάμπρυνε η ανοιχτή καρδιά του. Όποιος τον γνώρισε, θα θυμάται την αγκαλιά του σε εκθέσεις και εκδηλώσεις του Μουσείου Μπενάκη ή αλλού. Θα μας λείψει, αφού έχουμε χάσει το πιο τίμιο, τη μορφή του, για να θυμηθούμε και τον καίριο Κ. Π. Καβάφη.