Από που μας ήρθε το χριστουγεννιάτικο δέντρο
24/12/2023Στη μεγάλη παράδοση της θρησκευτικής ζωγραφικής της Αναγέννησης, η γέννηση του Χριστού εικονογραφείται συνήθως με την σκηνή της προσκύνησης των ποιμένων ή των μάγων στο σπήλαιο της Βηθλεέμ. Αν και η μεταγραφή αυτής της εικονογραφικής παράδοσης στην χριστουγεννιάτικη διακόσμηση είναι η σχετικά παραγκωνισμένη σκηνή της φάτνης, το μοτίβο που έχει κυριαρχήσει διεθνώς είναι το χριστουγεννιάτικο δέντρο, το έλατο.
Το χριστουγεννιάτικο δέντρο, πιο αφαιρετικό, με λιγότερο εμφανείς θρησκευτικές αναφορές, είναι παρόλα αυτά ένα μοτίβο, η σημειολογία του οποίου αποκαλύπτει ένα ιστορικό πολιτισμικών συναντήσεων και συγχωνεύσεων οι απαρχές του οποίου ξεκινούν από τους προ-χριστιανικούς αιώνες. Η διαδρομή αυτή έχει τόσες διακλαδώσεις, ώστε να καθιστά απλουστευτική την ισχύουσα αντίληψη ότι το έλατο ως κυρίαρχο χριστουγεννιάτικο μοτίβο υιοθετήθηκε στην Ελλάδα ως ένα ξενόφερτο, γερμανικής προέλευσης, έθιμο που εκτόπισε το παραδοσιακό καραβάκι.
Ως είδος, ως δέντρο, το έλατο είναι ένα από τα πολλά πρόσωπα της ένθεης φύσης για τον χριστιανισμό και τις προ-χριστιανικές θρησκείες ή της ενσάρκωσης πνευματικών δυνάμεων από τον ανιμισμό. Το έλατο ανήκει στην ομάδα των αειθαλών φυτών που χρησιμοποιούσαν αρχαίοι πολιτισμοί (ο αιγυπτιακός και ο κινεζικός, αλλά και βόρεια φύλα όπως οι Κέλτες και οι Βίκινγκς) ως σύμβολα αιωνιότητας, αναγέννησης και κατά επέκταση ως σύμβολα αποτροπής του σκοταδιού. Ενσωματώνει την αρχέγονη αναμέτρηση του σκοταδιού με το φως, του ανθρώπου με το άγνωστο.
Δεν είναι τυχαίο ότι τα Χριστούγεννα είναι η μετακύλιση στον Χριστιανισμό των γιορτών του θεού Μίθρα του ανίκητου θεού Ήλιου ή των ρωμαϊκών Σατουρναλίων – αυτές με την σειρά τους βασίζονται στην αρχαιοελληνική γιορτή του Κρόνου. Με άλλα λόγια, είναι η μετάλλαξη παγανιστικών γιορτών που γίνονταν την περίοδο του χειμερινού ηλιοστασίου (μετά την μεγαλύτερη νύχτα του χρόνου) σε χριστιανικές πρακτικές στο πλαίσιο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Η γερμανική επίδραση
Θεωρείται ότι αυτό έγινε σταδιακά ξεκινώντας από τον 3ο αιώνα. Μετά τους μεγάλους διωγμούς απέκτησε σταθερό έδαφος στο πλαίσιο της ανεξιθρησκείας αλλά και της καθιέρωσης του χριστιανισμού ως νόμιμη θρησκεία. Καθώς τα γενέθλια ως γιορτή είχαν συνδεθεί με τα γενέθλια των αυτοκρατόρων ή με την αστρολογία, οι πρώτοι Χριστιανοί τα θεωρούσαν ειδωλολατρικό έθιμο.
Τιμούσαν περισσότερο την αθανασία, παρά την γέννηση παρότι στην Καινή Διαθήκη η γέννηση του Θεανθρώπου, δηλαδή η ενσάρκωση του Σωτήρος ήταν χαρμόσυνο γεγονός με ξεχωριστή υπόσταση. Ίσως αυτός είναι και ο λόγος ότι σύμφωνα με τους ειδικούς, δεν υπάρχουν σαφείς αναφορές στον εορτασμό των Χριστουγέννων πριν από τον 4ο αιώνα. Τότε εξάλλου, ο εορτασμός των Χριστουγέννων μεταφέρεται από την Δύση στην Ανατολή.
Αν επιλέξουμε να αγνοήσουμε την ιστορική πορεία των μοτίβων και των εθίμων, αν περιοριστούμε στον 19ο αιώνα και αποκλειστικά στο έλατο, τότε η καθαρά γερμανική επίδραση μοιάζει να επιβεβαιώνεται. Αξίζει ίσως να συνυπολογιστεί και η σημασία του ρομαντισμού στην τέχνη και τους στενούς δεσμούς του ρομαντισμού με την φύση, το απέραντο και το “υπέροχο” που συναντάμε στην γερμανική τοπιογραφία της εποχής.
O 19ος αιώνας
Η επικρατούσα άποψη είναι ότι το χριστουγεννιάτικο δέντρο εισάγεται στην Ελλάδα επί Βαυαροκρατίας. Το 1834 η κατοικία του Όθωνα στο Ναύπλιο στολίζεται τα Χριστούγεννα με έλατο, ενώ μία δεκαετία αργότερα κοσμεί για πρώτη φορά το αρχοντικό του Ιωάννη Παπαρρηγόπουλου, γενικού προξένου της Ρωσίας στην Αθήνα. Ενώ στην Ελλάδα, το έλατο ως διάκοσμος διαδίδεται μεταπολεμικά, ίσως και διότι δεν υπήρχε ευρύ αστικό υπόβαθρο, ο 19ος αιώνας είναι καμπή για τη διάδοση του εθίμου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Αγγλία, που ενώ γνωρίζει το δέντρο για πρώτη φορά την Γεωργιανή εποχή εν μέρει λόγω της Γερμανίδας συζύγου του βασιλιά Γεωργίου ΙΙΙ, γίνεται ιδιαίτερα δημοφιλές την Βικτωριανή εποχή.
Υπάρχει όμως η άποψη ότι το χριστουγεννιάτικο έλατο είναι, ως προς τον ελληνικό πολιτισμό, ένα “αντιδάνειο”, γεγονός που φαίνεται να ισχύει υπό μία διευρυμένη οπτική. O καθηγητής Χριστιανικής Αρχαιολογίας Κώστας Καλογύρης έχει υποστηρίξει βάσει ενός συριακού κειμένου/χειρογράφου στο Βρετανικό Μουσείο, ότι το έθιμο του δέντρου δεν έχει γερμανική προέλευση, αλλά ανατολίτικη.
Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, η Ειρεσιώνη δηλαδή ο κλάδος της αγριελιάς στολισμένης με μαλλί ή με καρπούς που περιφέραν οι αρχαίοι Αθηναίοι στην πόλη κατά την γιορτή των Πυανεψίων (γιορτή ευχαριστίας και έκκλησης για γονιμότητα που λάμβανε χώρα το τέλος του φθινοπώρου προς τιμήν της Αθηνάς, του Απόλλωνα και των Ωρών) είναι ο μακρινός πρόδρομος του χριστουγεννιάτικου έλατου.
Στη βυζαντινή περίοδο, ο στολισμός της πόλης με κλάδους δεντρολίβανου, μύρτου και άνθη της εποχής ήταν, όπως σημείωνε ο Φαίδων Κουκουλές στο “Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός” εντολή που έδινε ο έπαρχος κάθε πόλης. Ο στίχος «Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά ψηλή μου δεντρολιβανιά» στα κάλαντα της νέας χρονιάς, πιθανώς είναι ο απόηχος αυτής της πρακτικής.
Το χριστουγεννιάτικο δέντρο
Παρά τις συγγένειες εθίμων, η γερμανική γενεαλογία του ελάτου ως χριστουγεννιάτικο έμβλημα είναι ισχυρή. Ο μύθος λέει, ότι η ταύτιση του έλατου με τον Χριστιανισμό ξεκινά όταν ο Άγιος Βονιφάτιος έκοψε μία βελανιδιά για να σταματήσει μία ανθρωποθυσία που γινόταν στην λατρεία της. Το κλαδί από έλατο που εμφανίστηκε από τις κομμένες ρίζες του δέντρου θεωρήθηκε ιερό σημάδι, ενώ το τριγωνικό σχήμα του δέντρου σύμβολο της Αγίας Τριάδας. Άλλοι θεωρούν ότι τα πρώτα χριστουγεννιάτικα δέντρα εμφανίστηκαν στην σημερινή Εσθονία και Λετονία στα μέσα του 15ου και τις αρχές του 16ου αιώνα αντίστοιχα στο πλαίσιο ενός εθίμου που επιζεί στην Σκανδιναβία και θυμίζει το ελληνικό έθιμο του παντρέματος της φωτιάς που γίνεται κατά το 12ημερο των γιορτών.
Σύμφωνα με άλλη άποψη, πρώτος ο Λούθηρος, εμπνευσμένος από τα λαμπερά αστέρια, εισήγαγε το πρώτο χριστουγεννιάτικο δέντρο ως διάκοσμο στο εσωτερικό των σπιτιών. Λόγω του τριγωνικού σχήματος του δέντρου μπορούσε να τοποθετήσει στην κορυφή ένα διακοσμητικό αστέρι, που είναι μεταφορά του αστεριού της Βηθλεέμ, στο οποίο παραπέμπει και το αλεξανδρινό κόκκινο φυτό των Χριστουγέννων.
Η υπόθεση ότι η κουλτούρα του δάσους των βόρειων λαών συνέβαλε στην ανάδυση του έλατου ως χριστουγεννιάτικο μοτίβο μοιάζει εύλογη. Το φως λάμπει ζωηρό όταν υπάρχει το αντίπαλο δέος (οι χριστουγεννιάτικες καρτ-ποστάλ στην βικτωριανή Αγγλία είναι μία ευφάνταστη αναπαράσταση αυτή της μακάβριας ή γκροτέσκας όψης). Η μυθολογία των βόρειων λαών είναι πλούσια σε ξωτικά και σκοτεινές δυνάμεις της φύσης.
Το ελατόδασος ως πολιτισμική ταυτότητα
Oι ουμανιστές της Αναγέννησης, όπως ο Conrad Celtius, εμπνεόμενοι από το έργο “Germania” του Λατίνου ιστορικού Τάκιτου, που είχε κεντρίσει το ενδιαφέρον και του Πάπα Πίου B’, ανέδειξε το δάσος Silva Hercynia (ο Μέλας Δρυμός είναι μέρος της τεράστιας αυτής έκτασης) σε έμβλημα της γερμανικής φυλής. Το ελατοδάσος είναι ριζωμένο στην πολιτισμική ταυτότητα των βόρειων λαών. Μεταφρασμένο στην θρησκευτική γερμανική ζωγραφική και υπό την επίδραση των κειμένων του Αγίου Αυγουστίνου, ερμηνεύτηκε στην αναγέννηση και ως τόπος συνάντησης με τον Θεό.
Χαρακτηριστικό είναι το έλατο στο έργο “Παρθένος και Βρέφος κάτω από έλατα” (1510) του αναγεννησιακού Γερμανού ζωγράφου Λούκας Κράναχ του Πρεσβύτερου, ο οποίος θεωρείται ότι ανοίγει τον δρόμο προς την γερμανική τοπιογραφία. Υπάρχει, όμως, και μία έμμεση αναφορά στο Δέντρο της Γνώσης, ίσως και της Ζωής, τα δύο δέντρα του παραδείσου που ξεκινά από έναν άλλο συσχετισμό, της Παναγίας με την Εύα: η Θεοτόκος είναι η λύτρωση από το αμάρτημα της Εύας.
Το θεολογικό αυτό νόημα συνδέεται και με την γιορτή του Αδάμ και της Εύας που γινόταν την παραμονή των Χριστουγέννων. Η συγκεκριμένη παράδοση, που απαγορεύτηκε από την Εκκλησία τον 15ο αιώνα, ξεκίνησε στο πλαίσιο δραματοποιημένων ιστοριών από τα λειτουργικά κείμενα που παίζονταν κατά τον Μεσαίωνα αμέσως ή κατά την διάρκεια μίας λειτουργίας. Το Δέντρο της του Παραδείσου/ της Γνώσης διακοσμημένο με μήλα (μακρινός πρόγονος της κόκκινης μπάλας) έγινε, μέσα από τις παραστάσεις αυτές και διακοσμητικό μοτίβο.
Συγγένεια πολιτισμών
Σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο, οι συμπαραδηλώσεις του έλατου ως προς το ξύλο, τον καρπό, το δέντρο είναι τόσο πολυδιάστατες, ώστε να αποκόπτουν το έλατο ως χριστουγεννιάτικο στολισμό από ένα συγκεκριμένο ιστορικό συγκείμενο. Η αφαίρεση αποκαλύπτει εννοιολογικές διασυνδέσεις και μια βαθιά συγγένεια πολιτισμών. Γι’ αυτό και το χριστουγεννιάτικο δέντρο ως στολισμός είναι καταρχήν ζήτημα ορισμού.
H πιο κοντινή συγγένεια της χρήσης του στολισμού αυτού ανάμεσα στο σήμερα και το παρελθόν φαίνεται πράγματι να είναι με γερμανικό έθιμο. Στον στολισμό αυτό υπάρχει, όμως, και η κουλτούρα διακόσμησης ως φαινόμενο της μαζικής παραγωγής των μοντέρνων κοινωνιών, δηλαδή ως πρακτική με οικονομικό ρόλο. Το χριστουγεννιάτικο δέντρο στήνεται κάθε χρόνο σε όλες τις πόλεις του κόσμου που ανταγωνίζονται μεταξύ τους για το ψηλότερο και το λαμπρότερο.
Ο στολισμός και η ομοιομορφία αποτελούν μία αισθητικοποίηση του νοήματος του μοτίβου, κάτι που συχνά δημιουργεί η κουλτούρα του ντιζάιν. Από την άλλη, όμως, είναι σημάδι που κρύβει πλούσια πολιτισμική διαδρομή και φανερώνει την σχέση του ανθρώπου με την φύση, ως τρόπο κατανόησης της θέσης του στον κόσμο. Στον βαθμό που αυτή η σχέση με την φύση έχει σήμερα αλλοιωθεί, το έλατο θα παραμένει απλώς ένα διακοσμητικό μοτίβο αποκομμένο από το βίωμα και την αίσθηση της συνέχειας με το παρελθόν.