ΣΙΝΕΜΑ

“Αξιαγάπητη”: Μια νορβηγική ταινία για τα μυστήρια του σύγχρονου γάμου

"Αξιαγάπητη": Μια νορβηγική ταινία για τα μυστήρια του σύχρονου γάμου, Ξένος Χρήστος

Η “Αξιαγάπητη” της νορβηγίδας Λίλια Ινγκολφσντοτίρ, στο ντεμπούτο της, μας συστήνει την Μαρία (Χέλγκα Γκούρεν) και τον Σίγκμουντ (Όντγκεϊρ Τούνε), ένα παντρεμένο ζευγάρι για μια επταετία. Η αφήγηση ξεκινά με την γνωριμία τους. Η Μαρία διαζευγμένη με δύο παιδιά γνωρίζει τον Σίγκμουντ, ερωτεύονται, παντρεύονται και αποκτούν μαζί ακόμα δύο παιδιά. Στην ουσία η αφήγηση της ταινίας ξεκινά μετά τα επτά χρόνια συνολικού βίου του ζευγαριού.

Τα πρώτα επεισόδια γνωριμίας τους γίνονται με έναν εξαιρετικά και ενδιαφέροντα γοργό ρυθμό, αποτυπώνοντας ακριβώς αυτό που θέλει η σκηνοθέτιδα για να μας εισάγει στο κυρίως θέμα που είναι η σχέση, και ουσιαστικότερα ο ψυχισμός και ο τρόπος διαχείρισης της σχέσης και της ψυχολογίας της Μαρίας απέναντι στο γάμο της με τον Σίγκμουντ, αλλά και τα παιδιά της (κυρίως τη μεγάλη της κόρη από τον πρώτο γάμο). Αναπτύσσεται έτσι ένα ψυχογράφημα της ηρωίδας με ένα άλλο ρυθμό κι έναν ενδιαφέροντα τρόπο, στην “Αξιαγάπητη”.

Η ταινία μοιάζει με ένα (ουσιώδες) μάθημα ψυχοθεραπείας, εστιάζει σε ότι πιο σύγχρονο υπάρχει στον δυτικό κόσμο και στις διαπροσωπικές σχέσεις. Η ατομικότητα και η αποξένωση μεγαλώνουν, η δυτική ζωή είναι απαιτητική και ο κόσμος συνυπάρχει με έναν διαφορετικό τρόπο από ότι παλαιότερα.

Ο σκανδιναβικός κόσμος, αρκετά πρωτοπόρος σε διαπροσωπικά θέματα και ευαίσθητος στις σχέσεις γάμου (Οι “σκηνές από έναν γάμο” του Μπέργκμαν 50 χρόνια πίσω είναι μία ισχυρή σχετική βάση και αναφορά). Εδώ, όμως, η σκηνοθέτιδα διεισδύει (σε αντίθεση με τον Μπέργκμαν) στην ψυχοσύνθεση κυρίως της ηρωίδας, της Μαρίας και όχι του συζύγου ή και των δύο μαζί. Ο Σίγκμουντ μοιάζει ασφαλής προσωπικότητα, που ξέρει ακριβώς τι θέλει και πως το θέλει, που δεν διστάζει να παραδεχτεί τα όποια λάθη του, αλλά και να διεκδικήσει, να ερωτευτεί ελεύθερα, να χορέψει και να τραγουδήσει με τα παιδιά του. Η Μαρία από την άλλη φωνάζει για αποδοχή, για αγάπη, ασφάλεια, και στην ουσία δυναμιτίζει ακριβώς αυτό που ζητάει: το γάμο της.

Είναι πραγματικά εξαιρετικά ενδιαφέρουσα (και επίκαιρη) η προσέγγιση της Ινγκολφσντοτίρ, ενώ η πρωταγωνίστρια ερμηνεύει με ακρίβεια και θάρρος κάθε άβολη πτυχή του χαρακτήρα της Μαρίας. Όλη η ταινία είναι επικεντρωμένη πάνω της, ενώ η ψυχοθεραπεία και οι μέθοδοι που φαίνεται να χρησιμοποιούνται στην ταινία είναι προσεχτικά μελετημένοι.

Η τέχνη της αλλαγής οπτικής γωνίας

Αυτό που διακυβεύεται είναι η ίδια η οπτική και αντίληψη των γεγονότων και της σχέσης της πρωταγωνίστριας με το σύζυγό της. Ευφυώς η σκηνή που υποδέχεται τον Σίγκμουντ η Μαρία (όταν εκείνος επιστρέφει από επαγγελματικό ταξίδι έξι εβδομάδων) επαναλαμβάνεται κάμποσες φορές και κάθε φορά με λεπτομέρειες που αλλάζουν, όπως αλλάζει την περιγραφή της σκηνής η Μαρία. Αλλάζοντας την οπτική των πραγμάτων, παραδεχόμενη τα πραγματικά της συναισθήματα, «θέλω» και σκέψεις της στιγμής, η σκηνή αλλοιώνεται και παίρνει άλλη (εντελώς) μορφή, ύφος, τροπή από ό,τι αρχικά μας παρουσιάζεται. Ο τρόπος εδώ κινηματογράφησης είναι ευφάνταστος, αλλά περισσότερο επεξηγεί και βαθύτερα τον ψυχισμό της ηρωίδας χωρίς διδακτισμό, μένοντας στην (ουσιαστική) απεικόνιση και αφήγηση.

Η ηρωίδα σταδιακά αλλάζει. Στο πλαίσιο αυτό επισκέπτεται τη μητέρα της όπου προκύπτει κι εκεί ένα ακόμα αποκαλυπτικό επεισόδιο αναμνήσεων, επικρίσεων, αποκαλύψεων της σχέσης των δύο γυναικών. Δεν έχει καμία σημασία ποιος έχει δίκιο και γιατί, όπως δεν έχει εν τέλει σημασία αν η Μαρία είναι εκείνη που ενδόμυχα απωθεί τον Σίγκμουντ και τον διώχνει με τον τρόπο της οριστικά από το γάμο της. Αυτό που έχει σημασία είναι ο τρόπος που όλα αυτά γίνονται, αναδεικνύονται και παρουσιάζονται, καθώς και η αλλαγή που μπορεί κάποιος να καταφέρει στον εαυτό του, ώστε να δει πιο καθαρά ποιος πραγματικά είναι, τι συναισθήματα διαχειρίζεται, και πως τρέφει τις σχέσεις του. Αυτό είναι και το τελικό διακύβευμα της ταινίας.

Αρχικά ο τρόπος της Μαρίας είναι εμφανώς αντιπαθητικός. Πολύ γρήγορα ο θεατής εκνευρίζεται με τον τρόπο έκρηξης του θυμού της και των απαιτήσεών της από τον Σίγκμουντ. Στο τέλος ο θεατής αλλάζει, όπως και η πρωταγωνίστρια. Καταλήγει εύκολα να συμπαθήσει την Μαρία, καθώς παρακολουθεί τις προσπάθειές της στη βελτίωση.

Ο τρόπος που κινηματογραφεί την πλοκή της η Ινγκολφσντοτίρ είναι απλός, όσο χρειάζεται, με αρκετά κοντινά πλάνα στο πρόσωπο της Μαρίας, η οποία με έναν εξαιρετικό τρόπο εκφράζει το χαρακτήρα της, όπως κοιτάζει το φακό και τον Σίγκμουντ. Αυτό το παιχνίδι των ματιών και των σιωπών, ή των μικροκινήσεων στις λεπτομέρειας και στη συμπεριφορά, πλέκει έξοχα τους δύο χαρακτήρες, κυρίως όμως της πρωταγωνίστριας που κλέβει και την παράσταση.

“Αξιαγάπητη”: Το τίμημα της αυτοβελτίωσης

Η ταινία είναι μία αρκετά καλή προσπάθεια ανάδειξης της σύγχρονης γυναικείας ψυχοσύνθεσης σε θέματα σχέσεων στο δυτικό κόσμο. Ακόμα και αν πολλοί θεωρήσουν υπερβολικά εύκολη την διευθέτηση του ψυχισμού της ηρωίδας μετά από λίγες συνεδρίες, το τέλος δεν είναι ευχάριστο. Ο γάμος της Μαρίας κατέρρευσε αλλά η ίδια κέρδισε την προσωπική της διέξοδο από έναν λαβύρινθο αυτοκαταστροφής. Η ταινία έχει αυτήν την αισιόδοξη νότα, της προοπτικής της αυτοβελτίωσης, παρά την καταστροφή του γάμου.

Αν πρέπει να εντοπίσουμε κάτι αρνητικό στην ταινία είναι ίσως η απουσία μιας πιο ολοκληρωμένης ματιάς στο γάμο, που είναι υπόθεση δύο ανθρώπων. Ο άντρας παρών-απών στην αφήγηση. Ο Σίγκμουντ μοιάζει ως ο τέλειος άντρας και σύντροφος, με ελάχιστα μειονεκτήματα, με ευρύχωρη κατανόηση, υπομονή και απόλυτα δικαιολογημένος που φεύγει από τη Μαρία. Εξιδανικευμένος, σε κανένα σημείο της πλοκής δε φαίνεται να έχει ουσιαστικό μερίδιο στην εξέλιξη (και κατάρρευση) του γάμου. Η σκηνοθέτιδα αφήνει απέξω τον Σίγκμουντ έχοντας στρέψει το φακό της αποκλειστικά στον ψυχισμό της πρωταγωνίστριας.

Αν κατάφερνε να συμπεριλάβει πιο ουσιαστικά τον Σίγκμουντ θα μιλούσαμε φυσικά για μια διαφορετική ταινία, πιο κοντά στον Μπέργκμαν, και μία εντελώς σύγχρονη εκδοχή του, που ίσως είχε ένα επιπλέον ενδιαφέρον. Παρόλα αυτά, η Ινγκολφσντοτίρ συνεχίζει την παράδοση, μια σκανδιναβική παράδοση, που θέλει τους σκηνοθέτες να εστιάζουν σε θέματα οικογένειας και γάμου (ο Δανός Βίντεμπεργκ είναι ένα ακόμα παράδειγμα με την ‘Οικογενειακή Γιορτή’).

Η αμερικανική εκδοχή αντίστοιχα είναι σαφώς η (σχετικά πρόσφατη) εξαιρετική ‘Ιστορία Γάμου’ (Νόα Μπάουμπακ, 2019). Η ελληνική εκδοχή μπορεί (εν μέρει) να ιδωθεί από την πλευρά του Γιάννη Οικονομίδη στο ‘Σπιρτόκουτο’ (εκεί ο προβληματικός και το κέντρο της ταινίας είναι ο σύζυγος), αν και φαντάζει κάπως ευφάνταστη αυτή η σύγκριση. Η ιδιαιτερότητα, όμως, της ‘Αξιαγάπητης’ είναι η ψυχοθεραπευτική-ψυχαναλυτική προσέγγιση του ενός εκ των δύο συζύγων και ο τρόπος που μπορεί κάποιος να δει τα γεγονότα ή να τα επανεξετάσει, ώστε εν τέλει να οδηγηθεί σε μία (αισιόδοξη) μεταμόρφωση. Είναι μια ταινία που αξίζει κάποιος να προσέξει και να δει.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx