ΣΙΝΕΜΑ

“Διπλή Ταυτότητα”: Ένας έρωτας με φόντο τη βασκική ΕΤΑ

"Διπλή Ταυτότητα": Ένας έρωτας με φόντο την ΕΤΑ, Χρήστος Ξένος

Πολυβραβευμένη και μεγάλη εισπρακτική επιτυχία στην Ισπανία, η “Διπλή Ταυτότητα” (“La infiltrada”/ ‘Undercover’) της Αράντσα Ετσεβαρία (Arantxa Echevarría) παρουσιάζει την αληθινή ιστορία μίας κατασκόπου, που διείσδυσε στα υψηλά κλιμάκια της ΕΤΑ, της αυτονομιστικής οργάνωσης των Βάσκων τη δεκαετία του 1990.

Η ταινία έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός πολιτικού θρίλερ ή μίας νέο-νουάρ αισθητικής, με αρκετές χολιγουντιανές συνταγές και πολύ σασπένς, που κρατά τον θεατή σε εγρήγορση. Η πρωταγωνίστρια Αράντσα (Carolina Yuste) αποτελεί μία ερμηνευτική αποκάλυψη με όλο το μπρίο και τη ζωντάνια, που χρειάζεται, την ψυχραιμία και το ύφος που απαιτείται, κλέβει την παράσταση, στην ουσία όλη η ταινία στέκεται πάνω της.

Η πλοκή έχει πολλές κλισέ συνταγές ανάπτυξης, μία αφηγηματικότητα με καταιγιστικό μοντάζ και ρυθμό, που δεν ξεφεύγει από το στόχο της, πραγματικά, εξαιρετικά ενδιαφέρουσας ιστορίας που παρουσιάζει. Είναι αρκετές οι σχετικές “κατασκοπικές” ταινίες (χαρακτηριστική και κλασική “Ο κατάσκοπος που γύρισε από το κρύο”, 1965, του Μάρτιν Ριτ, βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο που έκαναν γνωστό τον Τζον Λε Καρέ) και οι σειρές (“The Spy”, 2019, του Γκίντεον Ραφ, βασισμένη στη ζωή του κορυφαίου κατασκόπου της Μοσάντ του Ισραήλ Έλι Κοέν), που έχουν εμπνεύσει σεναριογράφους και σκηνοθέτες κατά καιρούς, με ιστορίες που πολλές φορές νομίζει ο θεατής ότι είναι βγαλμένες από αυξημένη φαντασία. Εντυπωσιάζουν, όμως, οι τρόποι που μπορεί να αντιληφθεί κανείς σε τέτοια επικίνδυνα παιχνίδια κατασκοπίας, πολιτικής, τρομοκρατίας.

O ETA – “Βάσκικη γη και Ελευθερία”

Ο ΕΤΑ, που προέκυψε από τις βασκικές λέξεις “Euskadi Ta Askatasuna” και μεταφράζεται “Βάσκικη γη και Ελευθερία”, ήταν μία βασκική αυτονομιστική οργάνωση, που έδρασε με ισχυρά πλήγματα τρομοκρατικά στην Ισπανική χερσόνησο και τη Γαλλία, διεκδικώντας περιοχές των δύο χωρών για τη δημιουργία ξεχωριστού Βασκικού κράτους. Για τον σκοπό αυτό, κάτι σαν ένας άλλος IRA (Ιρλανδία), οι Βάσκοι αυτονομιστές έστησαν ένα πολύπλοκο και ακραία επικίνδυνο δίκτυο, ώστε να προκαλέσουν το θάνατο τουλάχιστον σε 850 ανθρώπους στη διάρκεια της πολυετούς πορείας τους (1959-2018).

Σε αυτό το πλαίσιο, οι Ισπανοί δημιουργοί πολλές φορές, και σε πολλά καλλιτεχνικά επίπεδα, εμπνέονται από τον κόσμο των Βάσκων και τον αιματηρό αγώνα τους, για να δώσουν αρκετά εξαιρετικά έργα, όπως το μυθιστόρημα “Πατρίδα” (“Patria”) του Φερνάντο Αραμπούρου (Fernando Aramburu), που έγινε και σχετική ομώνυμη επιτυχημένη σειρά (από την HBO). Ο Αραμπούρου εστιάζει στο αντίκτυπο της τρομοκρατίας και της πολιτικής βίας στη ζωή των απλών ανθρώπων.

Η ταινία, εδώ, δεν αναπτύσσει ακριβώς τους προβληματισμούς των Βάσκων ή τον τρόπο που λειτουργούσαν ή τον μικρόκοσμο των οικογενειών τους (μόνο ακροθιγώς και αποστασιοποιημένα), και αυτό είναι το μειονέκτημα της αφήγησης και του τρόπου αντιμετώπισης ενός τέτοιου θέματος. Στέκεται αυστηρά στην κατάσκοπο Αράντσα και πως εκείνη αντιμετωπίζει πολύ συγκεκριμένα άτομα της οργάνωσης, καθώς και πως χειρίζεται αυτήν την οικειοθελή απομόνωσή της από την πραγματικότητα που ζούσε πριν γίνει κατάσκοπος. Η αφήγηση επικεντρώνεται, κυρίως, στο τέλος της επιχείρησης διείσδυσής της, έξι χρόνια μετά από την αρχική της τοποθέτηση στην Βασκική πόλη Σαν Σεμπαστιάν.

Η Αράντσα είναι το κωδικό όνομα της Έλενα Τεχάδα, μίας νεαρής από την πόλη Λογρονιόν, που δέχεται να διακινδυνεύσει και να διεισδύσει στην ΕΤΑ στις αρχές της δεκαετίας του 1990, μία εκρηκτική δεκαετία, ξεχνώντας φίλους, οικογένεια, κάθε τι από την πρότερη ζωή της. Ζει μία κυριολεκτικά “διπλή ταυτότητα” για χρόνια και καταφέρνει να δώσει πολύτιμες πληροφορίες για την δράση της οργάνωσης, ώστε να αποφευχθούν πολλά χτυπήματα, έως και τη σύλληψη κάποιων ηγετικών στελεχών της.

Η ταινία φέρει μία μονόπλευρη οπτική γύρω από το θέμα της, με μία μανιχαϊστική λογική καλού-κακού (οι καλοί αστυνομικοί, οι κακοί Βάσκοι δολοφόνοι), χωρίς να αποδίδει κατά προσέγγιση ικανούς λόγους για να εμπλακεί κάποιος σε μία τέτοια ένοπλη δράση. Χωρίς ιδιαίτερες αρετές, η πλοκή στέκεται στην ψυχολογία της Αράντσα και τον τρόπο που χειρίζεται την σχέση που αναπτύσσει με το πρώτο σημαντικό στέλεχος της ΕΤΑ, που συνδέεται μαζί του, τον Πέτα (Iñigo Gastesi), με τον οποίο αναπτύσσει ερωτική σχέση. Η προσπάθεια και εδώ της σκηνοθέτιδας να δώσει κάποια στοιχεία για το παρελθόν του Πέτα ή τους λόγους που τον οδήγησαν στην ένοπλη δράση ή γιατί συμμετείχε στην ΕΤΑ είναι ελλιπής. Η ταινία μένει στη σχέση Αράντσας και διάχυσης πληροφοριών μέσω του ανθρώπου που την στράτευσε με το κωδικό όνομα Άνχελ (Luis Tosar).

Η πλοκή και τα ζητήματα που αναδεικνύει

Η αφήγηση, λίγο αργότερα, εμπλέκει τον επικίνδυνο εκτελεστή της ΕΤΑ, Σέρχιο (Diego Anido), που επίσης δεν μαθαίνουμε και πολλά γι’ αυτόν, παρά μόνο ότι είναι ένας ικανότατος και υψηλό στέλεχος της οργάνωσης. Η καθημερινότητα της Αράντσα παίρνει άλλη τροπή, με έναν Σέρχιο στα όρια του ψυχασθενή δολοφόνου, και μία κορυφούμενη αγωνία για τον τρόπο που μπορεί να γλιτώσει από τον στενό κλοιό, που βρίσκεται η πρωταγωνίστρια. Αυτό το παιχνίδι των εντάσεων μεταξύ Αράντσας, τρομοκρατών της ΕΤΑ και της ερωτικής σχέσης με έναν από αυτούς, της αστυνομίας, των παρακολουθήσεων και των συνολικών διαδράσεων μεταξύ μυστικών και αστυνομικών υπηρεσιών, λειτουργεί για ένα ρυθμικά ισορροπημένο και γρήγορο στη δράση αστυνομικό/πολιτικό θρίλερ, αλλά δεν αναπτύσσει περισσότερο εις βάθος την ψυχολογία των ανθρώπων που εμπλέκονται, το κοινωνικό τους βάθος, το λόγο ή τον τρόπο εμπλοκής τους, τον τρόπο οργάνωσης των αυτονομιστών.

Παρόλα αυτά, η ερμηνεία της πρωταγωνίστριας που σε καθηλώνει, η ίδια η ιστορία της εμπλοκής της στην ΕΤΑ, που είναι συναρπαστική από μόνη της, οι γρήγορες εναλλαγές καταστάσεων, αγωνιών, ρεαλιστικών συμπλοκών, δημιουργούν μία ατμόσφαιρα που προκαλεί ενδιαφέρον κι ένα “happy end” χολιγουντιανού τύπου, που προσφέρεται πάντοτε ευχάριστα στο θεατή τέτοιου είδους θεματικών ταινιών. Η διαφορά, φυσικά, με το αντίστοιχο χολιγουντιανό τύπο ταινιών είναι ότι ο πρωταγωνιστής/στρια δεν είναι υπερήρωας, αλλά, όπως εδώ, μία απλή και φυσιολογική γυναίκα, ανθρώπινη, που προσπαθεί για το καλύτερο, ευάλωτη, με λάθη, αγωνίες, ερωτική διάσταση και αρκετή θλίψη.

Το έμφυλο στοιχείο αναδεικνύεται, επίσης, αρκετά έντονα, ως πρόβλημα να είναι γυναίκα η αστυνομικός, που εμπλέκεται σε κάτι τόσο επικίνδυνο. Δεν εξηγείται επαρκώς γιατί οι υψηλόβαθμοι είχαν τέτοιες αντιρρήσεις, ενώ υπήρξαν πολλές γυναίκες στο παρελθόν, που έπαιξαν αυτό το ρόλο με μεγάλη επιτυχία (με πιο διάσημη η περίφημη περίπτωση της Μάτα Χάρι στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο).

Η ταινία μπορεί να μην ολοκληρώνει σε μεγάλο βαθμό τον σκοπό, που θα μπορούσε να έχει ένα τέτοιο εγχείρημα ή να μη διεισδύει εις βάθος αυτής της τόσο αιματηρής κατάστασης μεταξύ των αυτονομιστών της ΕΤΑ και του ισπανικού κράτους, αλλά η δύναμη των εντυπωσιακών αληθινών γεγονότων, ο πειστικός ρυθμός και ρεαλισμός της, αλλά, κυρίως, η εξέχουσα καθηλωτική ερμηνεία της πρωταγωνίστριας, αποδίδουν συνολικά θετικό πρόσημο για το είδος της. Η ταινία θα κερδίσει αρκετά βραβεία, μεταξύ των οποίων, Γκόγια καλύτερης ταινίας και γυναικείας ερμηνείας, σε συνολικά 13 υποψηφιότητες.

Διπλή Ταυτότητα (La infiltrada / Undercover, Ισπανία, 2024.

Σκηνοθεσία: Αράντσα Ετσεβαρία

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx