Ευάγγελος Φαεινός: Οι “μεγάλοι” και οι “μικροί” στην ιστορία της τέχνης
02/10/2024Ας ξεκινήσουμε με μια παραδοχή: Η ιστορία της τέχνης, όπως εξάλλου και κάθε ιστορία, είναι εκείνη η αφήγηση που πρέπει σταθερά να ξαναγράφεται, αφού κάθε εποχή αφενός εφευρίσκει τον εαυτό της και αφετέρου επανεφευρίσκει το παρελθόν αξιοποιώντας το, δηλαδή ερμηνεύοντας το με το δικό της, ιδιαίτερο βλέμμα. Θα συμπλήρωνα εδώ, με κίνδυνο η αφοριστική προσέγγιση να θεωρηθεί πονηρά απλουστευτική, πως καμία ερμηνεία δεν είναι αθώα.
Έτσι, επανατοποθετούμενος σήμερα, μετά από 40 ολόκληρα χρόνια, απέναντι στην ζωγραφική του Βαγγέλη Φαεινού, αλλά και γενικότερα στην αισθητική της εποχής που εκπροσωπεί, έχω να παρατηρήσω – αποτιμώντας κυρίως τα δικά μου κριτήρια, τότε και τώρα, αλλά και το βάρος που δίνει τα πράγματα η απόσταση του χρόνου– γενικά τα εξής: Στην ιστορία της τέχνης, υποστηρίζουν σχεδόν όλοι οι θεωρητικοί, έχουν σημασία τόσο οι μεγάλοι δημιουργοί, αυτοί που τους αποκαλούμε grande maîtres, όσο και οι μινόρες επειδή είναι διαλεκτικά απαραίτητοι για να δημιουργηθεί ο χαρακτήρας αλλά και το αισθητικό ήθος της κάθε εποχής.
Το ζήτημα βέβαια είναι πως επιλέγουμε τους πραγματικά μεγάλους και ποιοί θα παραμείνουν στο τέλος μινόρες όταν σβήσουν τα φώτα της δημοσιότητας κι όταν πάψουν οι δημιουργοί να είναι ενεργοί επηρεάζοντας με κάθε τρόπο αυτό που ονομάζουμε “σύστημα τέχνης”. Κι όταν, τέλος, ένα πιο ήρεμο βλέμμα και μια πιο νηφάλια, μια “ολιστική” προσέγγιση του πολιτιστικού φαινομένου προσπαθήσουν να αποδώσουν δικαιοσύνη και να αποκαταστήσουν ό,τι περιγράψαμε παραπάνω ως “ιστορική αλήθεια”. Όσο αυτό γίνεται.
Να αποδώσει δηλαδή –η ιστορία της τέχνης – την πλέον επισφαλή έννοια από όσες αφηρημένες διαθέτει το φιλοσοφικό λεξιλόγιο και ο ανθρώπινος πολιτισμός εν γένει. Εκείνη της δικαιοσύνης. Μιλώντας πάντως για ιστορία και κριτική της τέχνης έχω πάντα κατά νου το πάθημα του P. Restany, πατέρα και νονού του κινήματος Nouveau Réalisme το οποίο ήθελε να είναι ο ευρωπαϊκός αντίλογος στην αμερικανική Ποπ ο οποίος προλογίζοντας, το 1962, στη Sidney Janis Gallery της Νέας Υόρκης μια έκθεση Νέων Ρεαλιστών δήλωνε πως σε δύο χρόνια κανείς δεν θα μιλάει για τον Warhol ή τον Lichtenstein.
Βλέποντας σήμερα τη ζωγραφική του αείμνηστου Βαγγέλη που με τίμησε με την φιλία του – εγώ, τότε, νέος επιμελητής στην Εθνική Πινακοθήκη γύρω στα τριάντα με τον ενθουσιασμό αλλά και την ελαφρότητα της ηλικίας κι εκείνος, ώριμος 60άρης καλλιτέχνης με μεγάλη αποδοχή κυρίως από τον χώρο της αριστεράς και έχοντας στο πλευρό του ως συμπαραστάτη και υποστηρικτή έναν τεχνοκριτικό του κύρους του Τώνη Σπητέρη – δεν μπορώ παρά να δω πολλά, καινούργια πράγματα που τότε δεν είχα εντοπίσει. Είτε από βιασύνη, είτε από άγνοια είτε απλά– το υπαινίχθηκα ήδη – από την υπεροψία της ηλικίας.
Την παρέα συμπλήρωναν η γλύπτρια Ιωάννα Σπητέρη-Βερρόπουλου και οι ζωγράφοι Μπέμπα Αγγεληνού και Γιώργος Βογιατζής. Ο Φαεινός, ένας μικροκαμωμένος άντρας με αεικίνητο, έντονο βλέμμα, ήταν ήδη ένας μικρός μύθος στην μικρή, εικαστική κοινωνία μας τότε που εξέθετε με μεγάλη επιτυχία, θερμές κριτικές, καλλιτεχνική αποδοχή και τα συναφή στην ” Ώρα” του Μπαχαριάν αλλά και τον “Ζυγό” του Φραντζή Φραντζεσκάκη . Στην πιο διάσημη δηλαδή “αριστερή” και την ανάλογη “δεξιά” γκαλερί της Αθήνας. Είχα προσέξει τότε την ιδεολογική σχέση που είχαν οι άνθρωποι – μηχανές του Φαεινού με τους εργάτες, τους χτίστες και αργότερα τους γερανούς και τις μηχανές του Διαμαντή Διαμαντόπουλου (γύρω στα 1980).
Μία ξεχωριστή έκθεση τέχνης
Θυμάμαι ότι το 1986, λίγους μήνες μετά τον αδόκητο του θάνατο, υπό την αιγίδα του Καλλιτεχνικού Επιμελητηρίου στο οποίο ήταν ενεργό μέλος και την φροντίδα της γυναίκας του Λίτσας, παρουσιάστηκε μικρή, αναδρομική έκθεση στη μνήμη του στις αίθουσες τέχνης Επίπεδα, στη Δεξαμενή. Το κείμενο μάλιστα του τρίπτυχου που εκδόθηκε με την ευκαιρία της εκδήλωσης, υπέγραφε ο επίσης αείμνηστος Χρύσανθος Χρήστου, εμβληματικός καθηγητής τότε της ιστορίας της τέχνης στο πανεπιστήμιο της Αθήνας, και είχε τον τίτλο “Χαρακτηριστικά και διατυπώσεις της ζωγραφικής του Βαγγέλη Φαεινού”. Θα μεταφέρω εδώ ένα ενδεικτικό απόσπασμα:
“… Σε επαφή με τις κατακτήσεις του σουρεαλισμού και της μεταφυσικής ζωγραφικής, πολύ νωρίς ο Φαεινός κατορθώνει να φτάσει σε ένα καθαρά προσωπικό εκφραστικό ιδίωμα που διακρίνεται για την πλαστική δύναμη και τη ζωγραφική αλήθεια του… Στις πιο χαρακτηριστικές προσπάθειές του οι ανθρώπινες μορφές, καμωμένες από τούβλα και άλλοτε από μηχανικά στοιχεία, επιβάλλουν στον θεατή την αλλοτρίωση και την εσωτερική μοναξιά του κόσμου μας…”.
Όντως στην έκθεση αυτή παρουσιάστηκαν οι πιο επιβλητικές συνθέσεις του από την δεκαετία 1975 – 85, προϊόντα ιδιαίτερης προσωπικής μαστοριάς αλλά και ενός οράματος που επεδίωκε να ξεφύγει από την πεπατημένη μιας εθνικής σχολής μιλώντας για τα ζέοντα προβλήματα του μεταπολεμικού κόσμου στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, με τους φρενήρεις, στρατιωτικούς εξοπλισμούς και την ραγδαία αυτοματοποίηση της καθημερινότητας. Στο πέρασμα δηλαδή από την συμβολική εικόνα του εργάτη – αγωνιστή στην εποχή των ρομπότ. Ή, οι ανθρώπινες σχέσεις που γίνονταν τελικά τοίχοι απροσπέλαστοι. Another brick on the wall.
Τον Βαγγέλη Φαεινό εν προκειμένω μοιάζει να εμπνέουν τόσο οι Picasso και Magritte ενώ ο ίδιος προλαβαίνει τους Pink Floyd. Επίσης στην έκθεση κυριαρχούσαν, τα κόκκινα και πορτοκάλι λάβαρα, οι αναπεπταμένες σημαίες που επέμεναν να κυματίζουν με όλες τις συμπαραδηλώσεις τους προς ένα μέλλον όλο και πιο δυσοίωνο. Σκηνογραφική αίσθηση, θεατρικότητα και πολιτικός λόγος. Αυτή η δουλειά, απογυμνωμένη από τα γνωστά του σύμβολα, εξαρτήματα μηχανών, χρήματα ή συμπαγείς τοίχους που δεν επέτρεπαν επικοινωνία, έφτανε με τον υπόκωφο λυρισμό της ως τα όρια της αφαίρεσης. Έτσι τα έβλεπα τότε…
Πρωταγωνιστές της ιστορίας της τέχνης
Την ίδια χρονιά, δηλαδή τον Νοέμβριο του 1986, ο τότε διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης Δημήτρης Παπαστάμος είχε την έμπνευση να μου αναθέσει την πρώτη έκθεση συνεργασίας του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας με το μουσείο μας. Επρόκειτο για μιαν ομαδική έκθεση με άγνωστα έργα της Εθνικής Πινακοθήκης τα οποία διάλεξα από τα υπόγεια και τις αποθήκες και στην οποία έδωσα τον, ενδεικτικό, τίτλο “Παραστατικές τάσεις στη σύγχρονη ελληνική ζωγραφική – η εικόνα και η παραλλαγές της”. Στο φυλλάδιο μάλιστα που κυκλοφορήσαμε, τοποθέτησα ως εξώφυλλο ένα χαρακτηριστικό έργο του Βαγγέλη Φαεινού στο οποίο εικονιζόταν σαν Άγιος Σεβαστιανός ένας άνθρωπος – ρομπότ τυλιγμένος με χαρτονομίσματα και κέρματα. Δηλαδή η γνωστή, η κατακτημένη θεματολογία του φίλου μου.
Είναι πολύ χαρακτηριστικά, ιδιαίτερα σήμερα, τα ονόματα των υπόλοιπων καλλιτεχνών που συγκροτούσαν την έκθεση γιατί επιχειρηματολογούν, σαράντα χρόνια μετά και εν τοις πράγμασιν, ποιοί είναι οι μεγάλοι και ποιοί οι μινόρες καλλιτέχνες και πόσο σχετικές είναι όλες οι πρόωρες αξιολογήσεις. Για του λόγου το αληθές αναφέρω – προς Θεού όχι αξιολογικά –εκτός του Φαεινού τους αείμνηστους Αριστομένη Αγγελόπουλο, Περικλή Γουλάκο, Δανιήλ Γουναρίδη, Παναγιώτη Γράββαλο, Γιώργο Ιωάννου, Σαράντη Καραβούση, Χρίστο Καρά, Βασίλη Κελαϊδή, Βασίλη Κυπραίο, Μιχάλη Μακρουλάκη, Ασαντούρ Μπαχαριάν, Δημήτρη Μυταρά, Θεόδωρο Πάντο, Άλκη, Πιερράκο, Παναγιώτη Τέτση. Επιπλέον συμμετείχαν ο Πέτρος Ζουμπουλάκης, ο Θόδωρος Πανταλέων, ο Γιάννης Παπανελλόπουλος, ο Κυριάκος Μορταράκος, ο Γιάννης Μετζικώφ, ο Μιχάλης Αμάραντος, η Μαρία Βασιλάκη, ο Σπύρος Κουρσάρης και ο Απόστολος Μακρομιχελάκης.
Είναι, νομίζω, πολύ ενδεικτική η ενότητα αλλά και τα ονόματα των συμμετασχόντων τα οποία περιλαμβάνουν δασκάλους της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών αλλά και νεότερους, τότε, ζωγράφους που σήμερα, σχεδόν μισόν αιώνα μετά, μπορούν να αποτιμηθούν πιο νηφάλια για το έργο τους. Πάντως, ο καθένας θα συμφωνούσε, πως ΌΛΑ τα ανωτέρω ονόματα έχουν παίξει ρόλο στην σύγχρονη μας ζωγραφική και παραμένουν, ο καθένας με τον τρόπο του, αξίες και σήμερα.
Σκεπτόμενος τώρα αυτή την σύνθεση θα ομολογήσω ότι μπορούσαν να συμμετέχουν και άλλοι: Ας πούμε ο Θωμάς Φανουράκης, ο Ράλλης Κοψίδης, ο Ανδρέας Φωκάς, ο Μποστ, ο Νίκος Χουλιαράς, ο Θωμάς Παπαδοπεράκης, ο Μάριος Βατζιάς, ο Μαρτίνος Γαββαθάς, ο Φώτης και η Σούλη Σαρρή, οι φίλοι μου που χάθηκαν άδοξα Λευτέρης Κανακάκις, Γιώργος Βογιατζής, ή οι φίλες μου Νίκη Καραγάτση και Εύα Μπουλγουρά. Άλλα και ο Νίκος Στεφάνου, ο Πέτρος Ζουμπουλάκης, ο Πέτρος Κουφοβασίλης κ.οκ. Είναι μινόρες όλοι αυτοί; Ναι, ίσως…αλλά με τόσο λαμπρό έργο παρ’ όλα αυτά!
Σημ. Η μεγάλη αναδρομική έκθεση του Ευάγγελου Φαεινού με τίτλο “Εγρήγορση” εγκαινιάζεται αύριο, Πέμπτη, 3 Οκτωβρίου, στις 7.30 μμ στην Δημοτική Πινακοθήκη Αλίμου, Λεωφόρος Ιωνίας 96.