Έβρος: Σπίτια των συνόρων που ξεχωρίζουν
19/12/2021Σύνορα, μια δρασκελιά από την Τουρκία. Στο άκουσμά τους κάποιοι τρομάζουν, μόνο στην ιδέα να βρεθούν εκεί. Θορυβούνται. Την αίσθηση αυτή την γλύκανε κάπως το Δημοκρίτειο πανεπιστήμιο Θράκης με την ανάπτυξή του στις πόλεις Κομοτηνή, Ξάνθη, Αλεξανδρούπολη, Ορεστιάδα, όπου φοιτούν παιδιά απ’ όλη την Ελλάδα και ο πρώτος φόβος και η καχυποψία έχουν ξεπεραστεί. Αλλά για να …γυρίσει ο μύλος ακόμη θέλει δουλειά πολύ. Προβολή της Θράκης και ενίσχυση της με σχολικές εκδρομές, με ολοκλήρωση βασικών υποδομών, με ενίσχυση των νέων να μείνουν στον τόπο κι να μην μεταναστεύουν λόγω της ανεργίας και τόσα άλλα.
Η πρόθεση όμως αυτού του ρεπορτάζ είναι να αναδείξει την ομορφιά, την πρωτοτυπία και την καλαισθησία που έχουν μόνιμες κατοικίες σε ακριτικά χωριά του Έβρου, ενδεικτικά γνωρίζοντας και τους κατόχους τους που δεν κρύβουν μόνο την αγάπη για την ομορφιά και την φύση, αλλά αναδεικνύουν καλλιτεχνικά ταλέντα και αρχιτεκτονικές γνώσεις -αν κι όλοι αυτοδίδακτοι- που θα τις ζήλευαν πολλοί.
Με ωραίο λόγο και αρχές, μας κέρδισαν με την ματιά τους στην ζωή, με την ιδιαίτερη παρουσία τους, την φιλοξενία και την φιλοσοφία τους για τα πράγματα. Δίχως μιζέριες, ξινίλες και άλλα αρνητικά χαρακτηριστικά της εποχής. Είναι οι ωραίοι κάτοικοι των συνόρων με το υγιές βλέμμα και την ανοιχτή καρδιά, να σε βάλλουν στο σπιτικό τους, να σε τρατάρουν καλούδια, να σου μιλήσουν δίχως δεύτερες και τρίτες σκέψεις, δίχως κανένα άγχος προβολής ή δημοσιότητας. Να μοιραστούν τον κόσμο τους να σε κερδίσουν με την απλότητα και την σοφία τους.
Ένα υπέροχο σπίτι στο Τυχερό
Δεν μπορεί αν βρεθείς στο Τυχερό Έβρου να μην σταματήσεις στο τεράστιο γωνιακό εκτυφλωτικά πορφυροκκόκινο σπίτι που με την πρώτη ματιά παραπέμπει σε Κίνα και Άπω Ανατολή. Ο ιδιοκτήτης της μονοκατοικίας Γιώργος Λιότσος, ένας καλοσυνάτος και φιλικός άνθρωπος αντιδρά με χαμόγελο όταν ετοιμάζομαι να τη φωτογραφήσω. «Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα προκαλούσε το ενδιαφέρον όσων περνούν και βλέπουν το σπίτι μου», θα πει.
Ο ίδιος είναι ο κατασκευαστής του εδώ και πενήντα χρόνια, με προσθήκες, με αλλαγές που γίνονται στο πι και φι αφού τα χέρια του πιάνουν σε όλα, σε χτίσιμο, μαραγκοδουλειές, γύψινα, πέτρα. Η γυναίκα του κυρά Μαγδαληνή έχει την ευθύνη των λουλουδιών σε όλα τα περιμετρικά παρτέρια με εποχιακά φυτά που δένουν με το ντεκόρ. «Τώρα μεγαλώσαμε δεν κάνουμε και πολλά πράγματα» θα πει, όμως η εικόνα τους, να σε ταξιδέψουν στις σκέψεις και την οπτική τους απλά απολαμβάνοντας ένα ελληνικό καφέ με την παρέα του επισκέπτη τους διαψεύδει.
Ήδη ο 80χρονος κυρ Γιώργος επιμελείται τώρα τον εξωτερικό φωτισμό με led όλου του σπιτιού για να δώσει μια χαρούμενη νότα τα Χριστούγεννα που έρχονται. Έφτιαξε παραδοσιακό καραβάκι τύπου μπλάβα και μικρή φάτνη. Τα τρία παιδιά και τα εγγόνια του είναι μακριά στην Κρήτη έρχονται κάθε χρόνο αλλά για λίγο. Το σπίτι ανοιχτόκαρδο με ιδιαίτερους χώρους, σαν μικρές γκαρσονιέρες στην αυλή, για να έχουν οι φιλοξενούμενοι την αυτονομία τους αντανακλά στην αγάπη και το ενδιαφέρον για όλα τα μέλη της οικογένειας που πάντα έχουν το δικό τους χώρο να τα περιμένει.
Ο κυρ-Γιώργος άνθρωπος τη παρέας, του καλού φαγητού και της θετικής σκέψης, είναι αυτάρκης και ικανοποιημένος από την ζωή του. Το χαμόγελό του είναι το χαρακτηριστικό στοιχείο όπως και τα πυκνά μακριά μουστάκια του που τα έχει έτσι από τα νιάτα του μαζί με ένα προσωπικό στυλ ντυσίματος. Κάθε εποχή κυκλοφορεί διαφορετικά, αλλά πάντα με κοστούμι. Στις παρέες περιζήτητος, άνθρωπος έξω καρδιά, δεν κλαίει την μοίρα του. «Να ευγνωμονούμε που έχουμε την υγεία μας και τους δικούς μας ανθρώπους επίσης γερούς κι ευτυχισμένους- αυτό τα λέει όλα! Όσο παλεύω με τα εργαλεία και τις κατασκευές αυτό μου δίνει χαρά και ζωή» λέει απλά αλλά τόσο διδακτικά.
Στην όμορφη Θυμαριά
Πώς να τον περιγράψεις αυτό τον άνθρωπο που έχει φιλοσοφήσει βαθιά τον κώδικά της ζωής του, απολαμβάνοντας μέσα από την ασκητική επιλογή το μεγαλείο της άριστης φυσικής κατάστασης, της καθαρής ανοικτής σκέψης, της καλλιτεχνικής αναζήτησης και φιλοσοφίας. Το σπίτι του στο χωριό Θυμαριά αποκλείεται να το προσπεράσεις, χωρίς να θελήσεις να το δεις μια και δυο φορές για το στυλ και τα ιδιαίτερα χειροποίητα στοιχεία που το περιβάλλουν. Σίγουρα αποκαλύπτουν κάποιο καλλιτέχνη που στέλνει μηνύματα.
Ο ίδιος υιοθετώντας ένα αυθεντικό καουμπόικο ενδυματολογικό στυλ με καπέλο, γιλέκο, μπότες (πριν λίγο καιρό είχε και άλογο) κατάφερε τελειώνοντας με τις οικογενειακές υποχρεώσεις κι επιστρέφοντας από την Γερμανία να ξεκινήσει ως συνταξιούχος ένα νέο κύκλο ζωής στον τόπο καταγωγής του. Περπατά στην φύση τουλάχιστον 15 χιλιόμετρα κάθε μέρα, αντικατέστησε το ψωμί με κεχρί, αποφεύγει πειρασμούς κρέατα, ζάχαρη, αλάτι και λιπαρά, αυτοσχεδιάζει με αλεύρι ζέας και αβγά και αναλώνει το χρόνο του στην ζωγραφική, γλυπτική και το διάβασμα σε μηνύματα και στοχασμούς άλλων λαών και πολιτισμών.
Μπορεί να μην έχει πάει στο Θιβέτ, το Νεπάλ, την Ινδία αλλά είναι ενημερωμένος για τον μυστικισμό των θρησκειών και της φιλοσοφίας τους, για την κατάσταση του Νιρβάνα και τα αποφθέγματα μεγάλων μορφών. Η έμπνευση του μέσα από τα ερεθίσματα που παίρνει, οι εικαστικές και γλυπτικές προτάσεις του δεν έχουν κοινό για να τις απολαύσει εκεί στο μικρό χωριό που ζει αλλά αυτό ουδόλως τον στεναχωρεί: «Το κάνω για μένα».
Το σπίτι του εσωτερικά ένα δυναμικό εργαστήρι σε δράση. Με τρυπάνια, με χαρμάνια, καβαλέτα, με έργα δικής του τεχνοτροπίας κι έμπνευσης, ολοκληρωμένα ή ημιτελή. Πρόσφατα υπέβαλλε πρόταση για να κάνει ένα γλυπτό δώρο στο δήμο Σουφλίου σε κεντρικό σημείο υποβάλλοντας το σχέδιο και την πρότασή του ολοκληρωμένη, με μόνη δέσμευση την προσφορά των υλικών, αλλά δεν είχε απάντηση.
Στο σπίτι του εξωτερικά η ιδιότυπη περίφραξη δικής του τεχνοτροπίας, με μορφές, φυτά, ανδριάντες, αλλά και πουλιά που πετούν στον ουρανό, κλέβει τη ματιά του περαστικού ενώ στο εσωτερικό αποκαλύπτεται ο καλλιτέχνης και ο άνθρωπος της φιλαναγνωσίας που ξέρει να κερδίζει το συνομιλητή του, με απόψεις κόντρα στο ρεύμα, με αναζήτηση και διαρκεί ερωτηματικά που διευρύνουν ορίζοντες. Αλήθεια πόσοι στα τυπικά ελληνικά χωριά το κάνουν αυτό;
Η χαρά της ζωής στο Αρδάνιο
Στον επαρχιακό δρόμο Φερών-Αρδανίου ένα σπίτι με εκτυφλωτικό κόκκινο και γαλάζιο χρώμα, με πολλές ευρηματικές έγχρωμες πινελιές στην αυλή, και χρηστικά αντικείμενα σε τελείως άλλη διάταξη θα κάνει τον διερχόμενο να σταματήσει και να το περιεργασθεί. Τα πρεβάζια εντείνουν την προσοχή στα παράθυρα, η ημερομηνία, 1953, μαρτυρά την παλαιότητά του. Ένα πλυντήριο ρούχων που έκλεισε το λειτουργικό κύκλο του βαμμένο κι αυτό λειτουργεί ως πρωτότυπο κασπώ από όπου ξεφυτρώνουν λουλούδια. Έτσι στην αυλή αξιοποιούνται λάστιχα αυτοκινήτων, γυναικεία μποτάκια ως γλαστράκια δημιουργούνται φιλόξενες πολύχρωμες πάντα, γωνιές.
Σίγουρα ο ιδιοκτήτης του σπιτιού εκπέμπει αυτό που λέμε τη χαρά της ζωής. Τον γνωρίσαμε και μας εξιστορεί το πώς βρέθηκε στο Αρδάνιο από την Κωνσταντινούπολη, πως του χάρισαν αυτή την εγκαταλελειμμένη μονοκατοικία και πως την ανέστησε περνώντας το δικό του στυλ. Του αρέσουν οι έντονες αντιθέσεις και τα χρώματα, τα ωραία παλιά έπιπλα με την δεξιοτεχνία αληθινών μαστόρων και φυσικά να αγναντεύει από το παράθυρο τον κήπο και τον ουρανό σε όλες του τις μεταλλάξεις του χειμώνα. Σε περίοπτη θέση οικογενειακές φωτογραφίες, δυο πολύ όμορφα πρόσωπα στις κορνίζες σαν σταρ, οι γονείς του, όπως θα πει, χειροποίητα ταπισερί.
Ακόμη είναι σε φάση ολοκλήρωσης του εσωτερικού με ξύλινα κουφώματα, ωραία πιο χρώματα μπορντώ αλλά και παστέλ διαφορετικά σε κάθε δωμάτιο, στους διαδρόμους, το μπάνιο. «Στην Κωνσταντινούπολή υπάρχει μια ολόκληρη γειτονιά, ευθεία από το γήπεδο της Μπεσίκτας, το Ακαρτελέρ με εξαιρετικά πολύχρωμα σπίτια αξίζει αν πάτε να την δείτε» μου λέει και το σημειώνω. Εδώ στην Θράκη δεν συνηθίζεται ίσως θεωρείται και λίγο εξτρίμ. «Το σπίτι για μένα είναι τα καταφύγιο μου, είναι η βάση μου, ο τόπος να ξεκουραστείς, να διαλογιστείς» θα πει και μοιράζεται την παρέα τριών γάτων του Γουίκ, του Αμπις, της Γογούτσι που το καθένα έχει την πολυθρόνα και την θέση του στον χώρο.
Σεβασμός, ηρεμία, ομορφιά, ποιότητα και αυτάρκεια σε όλα. Μια φιλοσοφημένη στάση ζωής που χαρακτηρίζει τον Γιώργο Βοζατζίδη που αφού γεύθηκε την ζωή με το κουτάλι, κολύμπησε στα δύσκολα νερά του εμπορίου, (από τους πρωτοπόρους του αερίου στα αυτοκίνητα) ξεκινά πάλι το κοντέρ, λέγοντας ότι παραμένει ένας έφηβος με τα όνειρα που πάντα ξυπνούσαν μέσα του.
Ο κορονοϊός δεν τον φοβίζει ίσως σε δυο χρόνια τον ξεχάσουμε, ήταν αφορμή κάποιοι να αγαπήσουν το σπίτι τους ή και να χωρίσουν μη αντέχοντας το έτερο ήμισυ όλη τη μέρα καταλαβαίνοντας ότι τόσα χρόνια κορόιδευαν τον εαυτό τους. Στα άμεσα σχέδια η αξιοποίηση του τοίχου που συνορεύει με το γείτονα και είναι ένα μισομουχλιασμένο έκτρωμα. «Θέλω να αλλάξει εικόνα με κάποιο εμπνευσμένο γκράφιτι και να βρω ένα παλιό τρακτέρ ως στοιχείο της αγροτικής ζωής για να μπει εκεί αναπολώντας μνήμες σε όσους τα βλέπουν»…