Γιώργος Μαργαρίτης – Ο τροβαδούρος που διηγείται τις ιστορίες της ζωής του

Γιώργος Μαργαρίτης - Ο τροβαδούρος που διηγείται τις ιστορίες της ζωής του, Πάνος Σαββόπουλος

Πριν δύο μήνες έγινε η παρουσίαση ενός βιβλίου με τις ιστορίες της ζωής του πασίγνωστου τραγουδιστή Γιώργου Μαργαρίτη. Πρόκειται για δικές του διηγήσεις, με τη δική του γλώσσα. Όμως αυτές οι διηγήσεις, έξω από τη ζωή του, περιέχουν και πολύτιμα στοιχεία για την κοινωνία της εποχής, τη φτώχεια και τα μπατιρλίκια των ανθρώπων της μουσικής νύχτας, τα κέντρα διασκέδασης, την πελατεία, τη δισκογραφική πιάτσα, το τζόγο, το πρόσωπο της εξουσίας, ακόμα και τη χούντα, αλλά και τη φυλακή!

Είχα την ευκαιρία και την ευχαρίστηση να συμβάλω στην καταγραφή ενός μέρους αυτών των διηγήσεων. Σας συνιστώ, λοιπόν, αυτό το βιβλίο των 240 σελίδων, εάν σας ενδιαφέρει να μάθετε για τη ζωή ενός απλού ανθρώπου και ταυτόχρονα του σημαντικότερου λαϊκού τραγουδιστή των ημερών μας. Τα λόγια που θα διαβάσετε εδώ, θα σας βοηθήσουν να καταλάβετε περισσότερο τον Γιώργο Μαργαρίτη και κυρίως να μπείτε βαθύτερα στον κόσμο του βιβλίου του, όταν το διαβάζετε, αλλά ταυτόχρονα και να το νιώσετε περισσότερο με την καρδιά σας.

Ο Γιώργος έχει το προνόμιο να είναι ένας από τους ελάχιστους Έλληνες που ενώνουν τον κόσμο -τον …λαό που λένε ορισμένοι πονηροί! Πραγματικά, δεν υπάρχουν πολλά πρόσωπα στην πατρίδα μας τα οποία να φέρνουν κοντά τον κόσμο, αντί να τον διχάζουν. Ως γνωστόν, όλες οι εξουσίες (πολιτικο-κομματικές, θρησκευτικές, αθλητικές κ.λ.π.), επιθυμούν ο κόσμος να είναι διαιρεμένος, για να μπορούν έτσι να τον κουλαντρίζουν ευκολότερα, ακολουθώντας τη βρόμικη συνταγή των αχαρακτήριστων Εγγλέζων με το δόγμα “Διαίρει και βασίλευε”.

Ο Γιώργος Μαργαρίτης είναι από αυτούς που ενώνουν! Τέτοια τύχη δεν την είχαν ούτε οι ομότεχνοί του Καζαντζίδης και Μπιθικώτσης, ο ένας της “χωροφυλακής” (των …κάτω λαϊκών μαζών) και ο άλλος της “αστυνομίας” (των μεσαίων μαζών και των …κουλτουριάρηδων).

Στον Γιώργο μαζεύονται όλοι! Νέοι, γέροι, πλούσιοι, φτωχοί, λαϊκοί, αστοί, μορφωμένοι, αμόρφωτοι…! Δηλαδή, χωρίς διακρίσεις, πηγαίνουν για να τον ακούσουν. Το να δει κανείς έναν 80χρονο να χορεύει με ένα εικοσάχρονο άτομο είναι εξαιρετικά σπάνιο φαινόμενο και συμβαίνει μόνο σε ρεμπέτικες βραδιές και σε εμφανίσεις του Μαργαρίτη. Δεν ενώνει λοιπόν;

Σας ζηλεύω κύριε Μαργαρίτη

Χαρακτηριστικό είναι το περιστατικό, στο οποίο ήμουν παρών, σε μία εμφάνισή του σε ένα κέντρο στην Αθήνα. Ένας γνωστός καθηγητής καρδιολογίας, όταν είδε τον Μαργαρίτη να μπαίνει στο μαγαζί και να κατευθύνεται στο καμαρίνι του, έτρεξε, τον σταμάτησε, έπιασε τα δύο χέρια του και του είπε με λατρεία το εξής καταπληκτικό: «Σας ζηλεύω κύριε Μαργαρίτη». Σεμνός ο Γιώργος (δεν θυμάμαι ακριβώς βέβαια τη φράση) του είπε «Εσείς; Εμένα; Εσείς είστε πολύ γνωστός καρδιολόγος».

Και ο άλλος που κρατούσε ακόμα τα χέρια του Γιώργου, απάντησε το καταπληκτικό: «Ναι αλλά εσείς είστε καρδιολόγος ανοιχτής καρδιάς…». Κι εγώ από δίπλα …πέταξα: «Καρδιά παραπονιάρα κι απαρηγόρητη;» και γελάσαμε όλοι από την καρδιά μας. Φαντάζεστε, τώρα, να μπορούσε να συμβεί ένα παρόμοιο περιστατικό τη δεκαετία του 1950 ή 1960, σ’ ένα κέντρο που τραγουδούσε ο Καζαντζίδης ή ο Μπιθικώτσης, μ’ έναν γνωστό τότε καθηγητή καρδιολογίας; Αδύνατον των αδυνάτων!

Το τελευταίος πυρετός (Άκης Πάνου)

Κάτι άλλο που ξεχωρίζει τον Γιώργο Μαργαρίτη από τους περισσότερους γνωστούς και διάσημους, γενικώς, είναι η ταπεινή καταγωγή του, την οποία δεν έκρυψε ποτέ. Δεν είναι γιος κάποιου εφοπλιστή ή μεγαλοεπιχειρηματία ή μεγαλέμπορα ή πολιτικού, ακόμα και πρωθυπουργού. Όχι! Ό,τι έκανε, δεν το έκανε με τις «πλάτες» του πατέρα, όπως άλλοι, οι οποίοι αν δεν είχαν το συγκεκριμένο όνομα να σπρώχνει μετ’ επιτάσεως, δεν θα έβρισκαν δουλειά ούτε σε επαρχιακό περίπτερο χήρας ανάπηρου…

Ό,τι έκανε ο Γιώργος Μαργαρίτης το έκανε με τις δικές του «πλάτες» και γι’ αυτό ένα από τα τραγούδια που αγάπησε πολύ και που έχει πάντα στο ρεπερτόριό του είναι αυτό που πρωτοείπε ο Καζαντζίδης (1960), «Εγώ με την αξία μου κι όχι με ξένες πλάτες». Πάλεψε πολύ ο Γιώργος για να ανέβει στην επιφάνεια, γιατί δίπλα του είχε πολύ μεγάλα ονόματα του τραγουδιού και έπρεπε να περάσει τίμια ανάμεσά τους για να ανέβει και αυτός ψηλά. Και το έκανε! Όμως το έκανε χωρίς καμία βοήθεια, ούτε από κάποιο όνομα, ούτε από κάποιο κόμμα, ούτε από κάποια «εκκλησία», ούτε με τα λεφτά κάποιου πονηρόπουλου!

Αυτός, μόνο με την αξία του κι όχι με ξένες πλάτες! Και διαβάζοντας το βιβλίο, θα παρατηρήσετε ότι ναι μεν παιδευόταν για να ανέβει τα σκαλοπάτια της δημοσιότητας, αλλά ποτέ δεν βαρυγκώμησε. Και ξέρετε γιατί δε βαρυγκώμησε; Γιατί ήταν κάθε στιγμή ο εαυτός του και δεν «φόραγε» ποτέ τη «μάσκα» από κανένα είδωλό του! Τη σοφή διαπίστωση ότι «Ή ζεις αυτό που είσαι (τυχεράκια μου) ή ζεις αυτό που δεν θα γίνεις ποτέ (φουκαριάρη μου)» -οι παρενθέσεις δικές μου- δεν την ήξερε ο Γιώργος Μαργαρίτης. Όμως την ένιωθε και την εφάρμοζε.

Σημειωτέον ότι όλοι θέλουν να φωτογραφηθούν μαζί του. Η μεγάλη πλάκα γίνεται προεκλογικά, όταν κάποιοι υποψήφιοι επιθυμούν να έχουν φωτογραφία μαζί του για να τη βάλουν στο προεκλογικό φυλλάδιό τους -τρομάρα τους και λαχτάρα τους! (Α! Και χωρίς να τον ρωτήσουν…). Ο Γιώργος ο σεμνός, δεν λέει ποτέ «όχι» για φωτογράφηση, είτε πρόκειται για κάποια απλή μαθήτρια, είτε πρόκειται για αρχηγό κόμματος ή και για πρωθυπουργό.

Διατηρώ ζωντανά στη μνήμη μου τις στιγμές, όταν ο Γιώργος αναπολούσε περιστατικά από τη ζωή του και εγώ τα κατέγραφα με το χέρι σε ένα χαρτί. Αν αναρωτηθείτε γιατί δεν ηχογραφούσαμε τις διηγήσεις π.χ. σε ένα κινητό, θα σας απαντήσω «γιατί δε θα ήταν τόσο αυθεντικό!» Το μυστικό είναι ότι κάθε δέκα περίπου αράδες διαβάζαμε τι είχε γραφτεί και ο Γιώργος διόρθωνε κάποιες λέξεις που ξανασκεφτόταν, αλλά ακόμα και φράσεις. Θεωρούσα καθήκον μου, εκτός από το να καταγραφεί το περιστατικό, να διατηρηθεί το ύφος της γλώσσας του. Η καταγραφή γινόταν συνήθως εκτός σπιτιού, δίπλα σε άλλους ανθρώπους, οι οποίοι βέβαια δεν άκουγαν. Και χωρίς καμία απολύτως βιασύνη.

Ο Γιώργος κοίταζε λίγο προς τα πάνω, προς τον ορίζοντα ή προς τον ουρανό, έβγαζε μία-μία αργά τις λέξεις του, λες και βρισκόταν σε άλλο χώρο και σε άλλο χρόνο! Καμιά φορά του ‘λεγε κανένας περαστικός «Γεια χαρά», αλλά αυτός ήταν συγκεντρωμένος στον κόσμο του, στο παρελθόν! Το πρόσωπό του άλλαζε μορφή ανάλογα με την ιστορία. Άλλοτε σοβαρό, άλλοτε χαμογελαστό, άλλοτε ανέκφραστο. Και κάνα δυο φορές ένα γαλάζιο δάκρυ κύλισε από τα γαλανά του μάτια, το οποίο δε σκούπισε, αλλά συνέχισε τη διήγησή του. Και πάντα έδειχνε ευτυχισμένος, μα τόσο ευτυχισμένος, λες και θεωρούσε υποχρέωση να πει με το στόμα αυτές τις ακριβές ιστορίες της ζωής του.

Τρείς σκηνές

Σας παραθέτω τώρα τρεις μικρές διαφορετικές «σκηνές», από τις διηγήσεις του Γιώργου.
«Φθινόπωρο του 1960. Στο χέρι μου κρατώ ένα τσουβαλάκι. Λίγα ρουχαλάκια που είχε μέσα, μια κουβέρτα που μου ‘βαλε η συγχωρεμένη η μάνα μου και κρυφά μου έδωσε και κάτι ψιλά στο χέρι. Και παίρνω το λεωφορείο για το μεγάλο χωριό που λέγεται Αθήνα». (σελ.67)

«…Το έκοψα ποδαράτο πάλι κι έφτασα νηστικός και ταλαιπωρημένος στην αράχτρα μου στις 5.00 το πρωί. Πεινούσα αλλά δεν είχα κάτι ναν φάω. Για να ξεγελαστώ και να μην υποφέρω, έπεσα και κοιμήθηκα. Έτσι ξεχάστηκα…» (σελ. 82)

«…Τότε έμενα στο ξενοδοχείο «Μπάγκειον» στην Ομόνοια. Ενώ κοιμόμουν λοιπόν, μπήκε η αστυνομία, με πήρε γραμμή για τη Γενική Ασφάλεια. Κι από κει μαζί με κάποιους άλλους φύγαμε για τον Κορυδαλλό. Φτάνοντας μου έδωσαν μία κουβέρτα…» (σελ. 92)
Το βιβλίο κοσμείται με 160 διαλεγμένες φωτογραφίες, οι οποίες έχουν σχέση με τη ζωή του Γιώργου Μαργαρίτη.

Ο τίτλος είναι: “Γιώργος Μαργαρίτης, Βιογραφία, Ο Λαϊκός τραγουδιστής”. Εκδόσεις Μένανδρος. Οι διηγήσεις του Γιώργου ζωντάνεψαν, σχολιάστηκαν, συστηματοποιήθηκαν κι έγιναν ένας τόμος στα χέρια και στη σκέψη του έμπειρου σ’ αυτά, Κώστα Μπαλαχούτη.
Α! Να μην ξεχάσω.

Σημαντικό πλεονέκτημα μ’ αυτό το βιβλίο είναι ότι μπορείς να το ανοίξεις και να διαβάσεις από όποιο σημείο θέλεις και να νιώσεις ότι είναι σα να συνάντησες στο δρόμο τον Μαργαρίτη και σου διηγήθηκε ζωντανά τη συγκεκριμένη ιστορία που διάβασες. Γιώργος Μαργαρίτης! Που ανοίγει το στόμα του κι αναγαλλιάζει το πέλαγος των ανθρώπων. Και ταυτόχρονα ανοίγει την αγκαλιά του!

Που τα θυμάται όλα και έτσι μας παραπέμπει στο σοφότατο: «Ό,τι γράφει, δεν ξεγράφει». Μια φράση που δε σημαίνει καθόλου αυτά τα ανόητα που αυθαίρετα γράφουν είτε θρησκόληπτοι είτε αρχαιόπληκτοι είτε και μοιρο(μωρο)λάτρεις, αλλά σημαίνει αυτό που μας λέει ο Φερνάντο Αραμπάλ στο κοφτερό του «Γράμμα αγάπης» (1999). Πως δηλαδή το «Ό,τι γράφει, δεν ξεγράφει» συμβαίνει και ισχύει, γιατί τα σημαντικά “ό,τι”, καταγράφονται πάντα στα κιτάπια της μνήμης. (Γι’ αυτό και κάποιες φορές νομίζουμε ότι το «άγαλμα» προηγήθηκε της λάξευσής του και οπωσδήποτε του μοντέλου! –Αν, με εννοείτε, δῆλα δή…)

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι