H εμβληματική Κορεάτισσα “γιαγιά” ευχαριστεί τους “σνομπ Βρετανούς” (vid)
12/04/2021Μέσα σε λίγες εβδομάδες ο κόσμος έμαθε, κι έμεινε έκπληκτος, από την –διάσημη και πετυχημένη στην πατρίδα της– Γιου-τζουνγκ Γιουν, την αντισυμβατική “γιαγιά” του μικρού Ντέιβιντ στην ταινία Minari. Χωρίς να θυμίζει τις λαμπερές χολιγουντιανές σταρ και με αφοπλιστική ειλικρίνεια και ταπεινότητα, η 73χρονη Γιουν αποδέχθηκε το βραβείο καλύτερου β’ γυναικείου ρόλου της βρετανικής Ακαδημίας Τεχνών (BAFTA).
Μιλώντας ζωντανά, αφού συστήθηκε και συλλυπήθηκε για το θάνατο του πρίγκιπα Φιλίππου, ο οποίος ήταν ο πρώτος πρόεδρος των BAFTA, ευχαρίστησε τους Βρετανούς για το βραβείο: «Κάθε βραβείο έχει νόημα, αλλά ιδίως αυτό εδώ, που αναγνωρίζεται από τους Βρετανούς γνωστούς ως πολύ σνομπ, […] να με εγκρίνουν, με κάνει πολύ ευτυχισμένη». Το κοινό, όπως και το διαδίκτυο, αντέδρασαν πολύ θετικά στα σχόλια και τη ζεστή παρουσία της, σαn να είχαν μπροστά τους τη γιαγιά Σουν-για.
Αργότερα, σε συνέντευξή της στο Variety, η Γιουν εξήγησε ότι το σχόλιό της προέρχεται από προσωπική εμπειρία. «Έχω επισκεφτεί τη Βρετανία αρκετές φορές και ήμουν με υποτροφία στο Cambridge, πριν από 10 χρόνια. Είχα την αίσθηση του σνομπ [κόσμου], αλλά όχι με κακό τρόπο. Έχεις μια μακρά πορεία και έχεις και την περηφάνια σου. Σαν μια γυναίκα από την Ασία, ένιωσα ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι πολύ σνομπ κι αυτό είναι το ειλικρινές συναίσθημα που έχω».
Μια ασυνήθιστη “γιαγιά”
Η ταινία πρόκειται για την ιστορία μιας οικογένειας από την Κορέα που καταφτάνει στις ΗΠΑ, τη δεκαετία του ‘80 και προσπαθεί να εγκατασταθεί στο Αρκάνσας, κυνηγώντας το δικό της “αμερικανικό όνειρο”. Ο σκηνοθέτης Λι Άιζακ Τσανγκ έχει αποδώσει συμβολικά την επιτυχία του “Minari” στο ομώνυμο, ανθεκτικό φυτό που είχε φυτέψει η γιαγιά του, κατά την παιδική του ηλικία.
Η Σουν-για προσπαθεί να βοηθήσει την οικογένεια να σταθεί στα πόδια της, αλλά μάλλον δεν τα καταφέρνει και πολύ καλά… Βρίζει, φοράει ανδρικά ρούχα, δεν φτιάχνει κουλουράκια, δεν μοιάζει σαν “αληθινή” γιαγιά, είναι το παράπονο του μικρού Ντέιβιντ, στο οποίο συμπυκνώνεται το χάσμα όχι μόνο διαφορετικών γενεών αλλά ανθρώπων που βρίσκονται σε διαφορετικούς κόσμους. Η γιαγιά «μυρίζει σαν την Κορέα», όχι σαν την Αμερική, την πατρίδα στην οποία (θέλει να) ανήκει.
Οι συγκρούσεις καταγράφονται από τον κινηματογραφικό φακό ως αυθόρμητες αφού προέρχονται σε μεγάλο βαθμό από αναμνήσεις τόσο της Γιουν όσο και του Τσανγκ, συνδράμοντας στην αυθεντικότητα του έργου. Άλλωστε, το Minari έλαβε έξι υποψηφιότητες για τα φετινά βραβεία Όσκαρ (καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, α’ ανδρικού ρόλου, β’ γυναικείου ρόλου, μουσικής και σεναρίου), ενώ κέρδισε τη Χρυσή Σφαίρα για την καλύτερη ξενόγλωσση ταινία και το μεγάλο βραβείο κριτικής επιτροπής του φεστιβάλ Sundance, τον Ιανουάριο.
Το ζήτημα της γλώσσας
Πιθανώς, ένα από τα στοιχεία που συνέβαλε στην επιτυχία της ταινίας είναι το γεγονός ότι η πλοκή βασίζεται απευθείας σε προσωπικά βιώματα του σκηνοθέτη. Ο Τσανγκ είναι ο ίδιος γιος μεταναστών, γεννήθηκε στο Ντένβερ και μεγάλωσε σε μια φάρμα στο Αρκάνσας, παρόμοια με αυτή όπου ζει η οικογένεια της “Minari”. Ο χαρακτήρας της Γιουν, όπως έχει αναφέρει, είναι πολύ κοντά σε αυτόν της δικιάς του γιαγιάς.
Πάντως η ταινία δεν εστιάζει στο στοιχείο της ξενιτιάς και της μετανάστευσης, αλλά περισσότερο στην οικογένεια και την επιμονή της να πετύχει τους στόχους της. Εστιάζει επίσης στη σχέση των γονιών, και της γιαγιάς, με το παιδί, στοιχεία που ξεπερνούν πολιτισμικά, γλωσσικά και άλλα όρια. Παρότι η χρήση των κορεάτικων είναι εκτενέστατη στην ταινία –κάτι πολύ λογικό, για το σενάριο αυτό– καταλήγει να είναι μια ιστορία με την οποία μπορεί να ταυτιστεί οποιοσδήποτε, από οπουδήποτε κι αν προέρχεται.
Αναφορικά με το θέμα της γλώσσας, αξίζει να αναφερθεί η παραδοχή του Τσανγκ ότι ένας από τους μεγαλύτερους φόβους του ήταν ότι θα ήταν δύσκολο να βρεθούν χρηματοδότες για την παραγωγή της ταινίας. Στην ταινία υπάρχουν πολλοί διάλογοι στα κορεάτικα, κάτι που μπορεί να λειτουργούσε αποτρεπτικά, όμως αποτελεί στοιχείο της ταυτότητας της ταινίας (και των πρωταγωνιστών), η οποία σημειωτέον δεν κατατάσσεται στις “ξενόγλωσσες”, για το Χόλιγουντ.
Τελικά, κατά τον ίδιο, ήταν μια από τις παραγωγούς, επίσης κορεατικής καταγωγής Αμερικανίδα, που “χτύπησε πόρτες” στην κορεατική διασπορά και έλυσε το χρηματοδοτικό πρόβλημα. Εδώ φαίνεται δηλαδή πόσο μεγάλο ρόλο παίζει η “κοινότητα”, σε συνδυασμό με μια πλοκή που γεφυρώνει τις πολιτισμικές διαφορές – ένα χρήσιμο δίδαγμα για τους μη Αμερικανούς παραγωγούς και σεναριογράφους.