ΘΕΜΑ

Η λογοτεχνία των αναζητήσεων στα χρόνια της Μεταπολίτευσης και της κρίσης

Η λογοτεχνία των αναζητήσεων στα χρόνια της Μεταπολίτευσης και της κρίσης, Μάκης Ανδρονόπουλος

Ο κριτικός λογοτεχνίας Βαγγέλης Χατζηβασιλείου στο θεμελιώδες έργο του “Η κίνηση του εκκρεμούς: Άτομο και κοινωνία στη νεότερη ελληνική πεζογραφία 1974-2017” (εκδ. Πόλις, 2018) διερευνά σε μεγάλο εύρος και βάθος την αναπαράσταση του συλλογικού και του ατομικού στη λογοτεχνία της Mεταπολίτευσης. Πρόκειται για ένα έργο κριτικής γραμματολογίας που υιοθετεί ως ερμηνευτικό σχήμα τη συγκατοίκηση ή την αντίθεση του ατομικού/ιδιωτικού με το συλλογικό/ιστορικό, όπως αυτό αποτυπώθηκε στα σαράντα τρία χρόνια που καταγράφει. Η έκδοση αυτού του ογκώδους έργου το 2018 εμπεριέχει μια χρονική σημειολογία που δεν θα μείνει απαρατήρητη από της μελλοντικούς ερευνητές.

Ο Χατζηβασιλείου αποφεύγει να πάρει θέση στο έργο αυτό σε σχέση με την ποιότητα του ελληνικού μυθιστορήματος της περιόδου που μελετά, έχει την αίσθηση ότι οι συγγραφείς «δεν έχουν διαβάσει ικανοποιητικά την ελληνική λογοτεχνία που προηγήθηκε», ούτε καν την πρώτη μεταπολεμική γενιά. Θεωρεί «αξιόλογη και ποιοτική παραγωγή στο διήγημα και στη νουβέλα» και επισημαίνει ορισμένες «μεγάλες και φιλόδοξες συνθέσεις» που δεν υπολείπονται των αντίστοιχων αμερικανικών ή ευρωπαϊκών, όπως οι “Τυφλοί” του Νίκου Α. Μάντη, ή το “Τι είδε η γυναίκα του Λώτ;” της Ιωάννας Μπουραντζοπούλου.

Διαπιστώνει πως στη μεταπολιτευτική περίοδο σημειώνεται μια σαφής στροφή της λογοτεχνίας προς μια καινούργια συλλογικότητα με την ανανέωση του ιστορικού μυθιστορήματος που περνάει από την εξυπηρέτηση της εθνικής θεωρίας σε ένα διευρυμένο συλλογικό που «διαπλέκει με την μοίρα των άλλων» τους εκάστοτε ήρωες, με ορόσημο το βιβλίο της Ρέας Γαλανάκη “Ο βίος του Ισμαήλ Φερίκ Πασά” (1980). Έκτοτε το ιστορικό μυθιστόρημα ανοίγεται στην διαφορετικότητα και «στη φυγή από το παρόν, τη Φραγκοκρατία, το Βυζάντιο, ενίοτε και την αρχαιότητα».

Η πολυδιαβασμένη τριλογία του Νίκου Θέμελη “Αναζήτηση-Ανατροπή-Αναλαμπή” (700.000 αντίτυπα) θα ανοίξει το ιστορικό μυθιστόρημα σε τόπους του οικουμενικού ελληνισμού, σε νέες πηγές μέσα από μια συναρπαστική δράση, όπως άλλωστε έκανε και η Σώτη Τριανταφύλλου με το “Άλμπατρος” ή “Το Εργοστάσιο των Μολυβιών” και φυσικά ο Ισίδωρος Ζούργος “Στη σκιά της πεταλούδας” ή της “Σκηνές από το βίο του Ματίας Αλμοσίνο”.

Είναι μια στροφή της λογοτεχνίας προς το ψυχαγωγικό μυθιστόρημα τη σκυτάλη του οποίου θα παραλάβει το αστυνομικό μυθιστόρημα, εμπνεόμενο από το κοινωνικοπολιτικό αστυνομικό μυθιστόρημα που άνθισε στη Γαλλία, την Ισπανία και Ιταλία. Θα σημειώναμε εδώ ότι πρώτος ο μεταπολεμικός Γιάννης Μαρής αναπαρέστησε με ακρίβεια την ανθρωπογεωγραφία της μεγαλοαστικής τάξης της εποχής του και όχι μόνο. Ο Χατζηβασιλείου θεωρεί ότι το εγχώριο μεταπολιτευτικό αστυνομικό μυθιστόρημα «παρατηρεί στενά και από κοντά την κοινωνία, πιο κοντά απ’ όλους. Σε αυτό δεν συναντάμε μόνο τα μεγάλα γεγονότα –από την τρομοκρατία ως την οικονομική διαφθορά- αλλά και ένα μεγάλο μέρος της καθημερινότητάς της».

Από την κοινωνιολογία στην κρίση

Ο Χατζηβασιλείου εκτιμά, σε αντίθεση με την επικρατούσα άποψη, ότι η μεταπολιτευτική κοινωνία που όδευε αργά προς την καταστροφή, εικονογραφήθηκε μεν, αν και θεωρεί πως είναι δύσκολο να κρίνει κανείς αν αυτό έγινε με επάρκεια. Ρόλο στην ακτινογράφηση της κοινωνίας αποδίδει ο Χατζηβασιλείου και στη “γενιά της παρωδίας” (Πέτρος Τασόπουλος, Χρήστος Χωμενίδης). Ήταν κυρίως οι τηλεοπτικές σειρές που σάρκασαν σε εύρος και σε βάθος τα μεταπολιτευτικά κοινωνικά στερεότυπα, θα συμπληρώναμε εμείς.

Τέλος, για την πεζογραφία της κρίσης, ο Χατζηβασιλείου θεωρεί ότι τα περισσότερα βιβλία που θεματικοποίησαν την κρίση «πάσχουν από ηθικολογία, καταγγελία, ένα ακαθορίστως αρνητικό πνεύμα, επιπόλαιο πολιτικά και σε κοινωνικά συμπεράσματα, άπειρες σχηματοποιήσεις και στερεότυπα. Ελάχιστα απ’ αυτά αξίζει να συζητηθούν» (συνέντευξη, ΤΟ ΒΗΜΑ, 1.7.2018).

Ενδέχεται πάντως να αποκτήσαμε ένα εντυπωσιακό φινάλε της λογοτεχνίας της κρίσης από τον έμπειρο Βαγγέλη Ραπτόπουλο, το βιβλίο του οποίου “Ο άνθρωπος που έκαψε την Ελλάδα” κυκλοφόρησε τον Ιούλιο του 2018 και αφηγείται την ιστορία της άνεργου, άστεγου, φορέα μιας “αρχαίας οργής” που ενεργοποιεί μέσα του την υπερφυσική ικανότητα να ανάβει φωτιές. Ο εμπρηστικός της τύπος έρχεται συναρπαστικός ως τιμωρός για την καταστροφή και την καταχνιά που υπέστη ο λαός…

Η αποτίμηση της ελληνικής λογοτεχνίας της Μεταπολίτευσης ανήκει της ειδικούς. Το δεύτερο ελληνικό Νόμπελ λογοτεχνίας που πήρε το 1979 ο Οδυσσέας Ελύτης δεν ανήκει στη Μεταπολίτευση, η οποία ανέδειξε πετυχημένους συγγραφείς και ποιητές όπως ο Γιώργος Χειμωνάς, Βαγγέλης Ραπτόπουλος, Δημήτρης Δημητριάδης, Μάρω Δούκα, η Κική Δημουλά, η Ζυράννα Ζατέλη, ο Μίμης Ανδρουλάκης και πολλοί άλλοι.

Σημασία έχει η πολύ μεγάλη εκδοτική παραγωγή και το εύρος των αναζητήσεών της. Στην ποίηση για παράδειγμα, τα δύο περιοδικά “Ποίηση” (εκδ. Νεφέλη) και “Ποιητική” (εκδ. Πατάκη) που διηύθυνε και διευθύνει αντίστοιχα ο Χάρης Βλαβιανός αποτελούν μια μεγάλη προσφορά καθώς μέσω αυτών έγινε ευρύτερα γνωστή η μεγάλη ξένη ποίηση που ήταν αμετάφραστη στην Ελλάδα. Αξίζει να σημειωθεί ως ποιοτικό στοιχείο της εξέλιξης της ελληνικής λογοτεχνίας η υποκατάσταση των αισθηματικών μυθιστορημάτων τύπου Άρλεκιν από Ελληνίδες συγγραφείς που σημείωσαν μεγάλη εμπορική επιτυχία.

Γράφουν καλά, χωρίς ειδικό βάρος

Ήδη από το 2006 η πεζογράφος Μάρω Δούκα δήλωνε ευθαρσώς (Καθημερινή) ότι «ποτέ άλλοτε δεν είχαμε στην Ελλάδα τόσους καλούς συγγραφείς». Επισημαίνει την πολυμορφία της τρέχουσας λογοτεχνίας και τις αναζητήσεις των νέων συγγραφέων. Σημειωτέον ότι η ελληνική πεζογραφία κυριαρχεί στις πωλήσεις από το 1995, όπως προκύπτει από τα ρεπορτάζ των εφημερίδων.
Βέβαια, φαίνεται ότι υπάρχει μια δραματική απόκλιση μεταξύ των προτιμήσεων των κριτικών και των αγορών του κοινού, όπως διαπιστώνει ο Δημοσθένης Κούρτοβικ (Νέα, 13.1.2007), ο οποίος επισημαίνει ότι «σχεδόν όλα τα βιβλία που εκδίδονται στις μέρες μας είναι καλογραμμένα, έχουν στρωτή και σε όχι σπάνιες περιπτώσεις ζωηρή γλώσσα, έχουν ικανοποιητική αφηγηματική τεχνική, γλαφυρές περιγραφές, χιούμορ, πολύ συχνά έχουν και έξυπνες ιδέες. Μόνο ένα πράγμα δεν έχουν: ειδικό βάρος. Πρωτοτυπία. Προσωπικότητα». Και καταλήγει: «από τότε που πλημμυρίσαμε από καλά βιβλία χάθηκαν τα ξεχωριστά».

Όμως, καταγράφονται εκδόσεις-υποδομής, με εκατοντάδες εκδόσεων στην επιστήμη και στη φιλοσοφία, καλύπτοντας ένα τεράστιο κενό και φέρνοντας το δυτικό πνεύμα και όχι μόνο στην ελληνική κοινωνία. Για παράδειγμα, το 2007 σφραγίστηκε από την έκδοση του οίκου Πατάκη του “Λεξικού Νεοελληνικής Λογοτεχνίας” (2.460 σελίδες, βάρους 5 κιλών) ενός θεμελιώδους σημασίας για τα ελληνικά γράμματα επιτεύγματος στη σύνταξη του οποίου εργάστηκαν 106 πανεπιστημιακοί, φιλόλογοι, συγγραφείς, θεατρολόγοι, ιστορικοί και κριτικοί λογοτεχνίας. Παράλληλα, δίπλα στα φιλοσοφικά περιοδικά του “Philosophical Inquiry” που εκδίδει το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης , του “Δευκαλίωνα” και του “Λεβιάθαν”, προστέθηκαν το περιοδικό “Υπόμνημα στη φιλοσοφία” των εκδόσεων Πόλις και το “Cogito” της Νεφέλης, το “Αίτιον” κ.ά.

Στα θετικά της 50ετίας πρέπει να προσθέσουμε το ρόλο των εφημερίδων που με της κυριακάτικες προσφορές τους, μπορεί να δημιούργησαν σοβαρά προβλήματα στην αγορά των πνευματικών δικαιωμάτων στους παραδοσιακούς εκδότες, παρέδωσαν όμως στο μεγάλο κοινό σημαντικά έργα κλασικής λογοτεχνίας, μεγάλα τμήματα σε επιμελημένες εκδόσεις της αρχαίας γραμματείας. Χαρακτηριστικά, προσφέρθηκε ολόκληρο το έργο του Νίκου Καζαντζάκη, μαζί με το κορυφαίο έργο του την “Οδύσσεια”, μια κιβωτό της ελληνικής γλώσσας 33.333 δεκαεπτασύλλαβων στίχων, όπου αποθησαυρίζονται 7.500 αθησαύριστες λέξεις από όλη την ελληνική γραμματεία (μεσαιωνική, εκκλησιαστική, λόγια, δημώδη…) που μάζευε περισσότερα από δέκα χρόνια. Οι θησαυροί αυτοί που κοσμούν χιλιάδες βιβλιοθήκες σπιτιών κάποια στιγμή θα κατέβουν από τα ράφια από τα παιδιά που θα έχουν την περιέργεια να τα ανοίξουν. Σε αυτά ελπίζουμε άλλωστε…

Η ανάκαμψη της αγοράς του βιβλίου

Η κρίση θα επηρεάσει την εκδοτική παραγωγή. Το 2014 περιορίστηκε στους 5.723 τίτλους, από το ζενίθ των 10.680 τίτλων του 2008. Το 2014 η λογοτεχνία κάλυψε το 39,7% της παραγωγής, έναντι 21,7% το 2008, οι θεωρητικές επιστήμες το 24,8% από 19,3%, οι θετικές επιστήμες 7,1% από 6,1%, το παιδικό βιβλίο 21,4% από 22,7%. Σε ότι αφορά τις τιμές ο τιμάριθμος των βιβλίων έχασε 2,4% μεταξύ 2005-2014 (Γιαν. Μπασκόζος, 2016). Σύμφωνα με έρευνα του Οργανισμού Συλλογικής Διαχείρισης Έργων του Λόγου (ΟΣΔΕΛ) η βιβλιοπαραγωγή ανέκαμψε πλήρως φθάνοντας στις 11.592 εκδόσεις το 2022 εκ των οποίων τα 5016 αφορούν λογοτεχνία και τα 6.576 μη λογοτεχνία.

Πάντως, παρά τη συρρίκνωση της αγοράς την εποχή της κρίσης, νέοι μικροί εκδότες εμφανίστηκαν, οι μικρομεσαίοι λόγω ευελιξίας άντεξαν και παρά την γκρίνια των εκδοτών φαίνεται πως η αγορά σταθεροποιείται ή και ανακάμπτει. Η “Γιορτή του Βιβλίου”, ένας θεσμός της Μεταπολίτευσης, παραμένει ισχυρός. Η μεταφορά της Εθνικής Βιβλιοθήκης στο Ίδρυμα Νιάρχου και η ανασυγκρότηση της Βιβλιοθήκης της Βουλής στο παλιό καπνεργοστάσιο στη Λένορμαν συγκροτούν νέες σύγχρονες δομές για την ανάπτυξη του γραπτού λόγου…

Από την ενδιαφέρουσα έρευνα του καθηγητή κοινωνιολογίας Νίκου Παναγιωτόπουλου “Αναγνώσεις Αναγνώστες & Αναγνώστριες. Το βιβλίο και το κοινό του στην Ελλάδα” προκύπτει ότι «οι εντατικοί αναγνώστες, όσοι δηλαδή διαβάζουν πάνω από δέκα βιβλία τον χρόνο σήμερα είναι 17% ενώ το 2010 ήταν μόλις 8,1%, δηλαδή υπερδιπλασιάστηκαν! Αλλά και αναφορικά με τους αναγνώστες που διάβασαν έστω και ένα βιβλίο, το 2010 ήταν 43% ενώ το 2022 65%. Ένας άλλο δείκτης, το μέσο πλήθος βιβλίων που διαβάστηκε, το 2010 ήταν 5,8 ενώ σήμερα 8,1». Επίσης η έρευνα καταγράφει ένα 35% που δεν διαβάζει καθόλου.

Μπορεί λοιπόν να μην έχει έλθει ακόμη ένα νέο Νόμπελ στη χώρα, είναι όμως σαφές ότι η μεταπολιτευτική λογοτεχνία προχωράει en block μπροστά και ανεβαίνει ποιοτικά, παρά της κοιλιές και τις αστοχίες που σημειώθηκαν σε όλη αυτή την περίοδο και ανοίγεται πλέον στα πιο σύγχρονα και καινοτομικά ρεύματα, όπως για παράδειγμα με το Logicomix του Απόστολου Δοξιάδη που έγινε εξαγώγιμο προϊόν.

Χαρακτηριστικό θεωρώ “Τα τρία μ” (Μαφία-Μαρία-Μανία) του Ντάνη Φώτου (2013), μια fusion λογοτεχνία με πάρα πολλά και ετερόκλητα και ρυθμικά επαναλαμβανόμενα υλικά μιας παθιασμένης γραφής, που διανθίζουν την ιδιόμορφη ιστορία μιας της κοπέλας ευκατάστατης οικογενείας που οδηγείται στην τρομοκρατία μέσα από μια καταιγιστική αφήγηση. Ο Φώτος έφτιαξε ένα ειδικό λεξικό fusion που περιλαμβάνει φράσεις από τα αμερικάνικα, τα γαλλικά, τα λατινικά, τα γιαπωνέζικα, λέξεις, παράγωγα, σύνθετες λέξεις, όχι με δύο, αλλά τρεις λέξεις μαζί, της στα γερμανικά: πχ. πισωπαλαιομαχαιράς… Φράσεις, συντάξεις και ατάκες, εξυπνακισμούς και βερμπαλισμούς, βρισιές και βωμολοχίες σε μία οργιώδη διάταξη λογοτεχνικής μαεστρίας, ψυχαναλυτικής διείσδυσης, νοηματικής πλοκής, τεκμηρίωσης βαθέων νοημάτων μιας καταραμένης και χαοτικής ελληνικότητας.

Η ελληνική λογοτεχνία έχει δύο σοβαρά προβλήματα στην διεθνοποίησή της, την γλώσσα και την ανυπαρξία εξωστρέφειας των εκδοτών. Κι εδώ η Πολιτεία οφείλει να ανοίξει τον δρόμο με σχέδιο και έξυπνες πολιτικές, επιλέγοντας και πριμοδοτώντας ξένους εκδοτικούς οίκους για να την αγκαλιάσουν. Προφανώς δεν υπάρχει κάποια προγραμματική γραμμή στην ελληνική πρόταση του Ταμείου Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας, διότι ποιος να φανταστεί ότι το ελληνικό βιβλίο, η ελληνική σκέψη μπορεί να είναι εξαγώγιμο προϊόν.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι