Ήρθα να προσκυνήσω – Ο Καζαντζάκης της Αίγινας
06/04/2019Όλα χωρούν μες στη γραφή. Ποτάμια,
γέφυρες, βουνά. Κάμποι και συνοικίες.
Τόπος ευρύχωρος ο τρόπος να μιλήσεις.
Μιχάλης Πιερής
Τόποι γραφής
Ήρθα να προσκυνήσω Μάστορα, ν’ ανάψω το καντήλι.
Τράβηξε χρόνος πολύς κι οι νύχτες απόκαμαν.
Είκοσι χρόνια σε τούτο το βράχο, μόνος, δίπλα στη θάλασσα.
Χειμώνες με τον άνεμο να φέρνει στο κατώφλι σου τον αντίλαλο της γης το κύμα να τινάσσεται μέχρι την πόρτα, τα θεμέλια αναρριγώντας κυριευμένα από την αρμύρα.
Και νά, χτυπώ την πόρτα σου.
Ποιός είσαι συ που με ξυπνάς φωνάζοντας;
Ποιός άνεμος αρπάζει τα σκοινιά και με γυρνά απ’ τον αιώνιο ύπνο;
Μα εγώ ήρθα μόνο να προσκυνήσω, ψέλλισα
δεν ήρθα για να ξεθάψω τη μάνητα του χρόνου.
Μόνο το παραθύρι σου να δω, την σκάλα που σ’ ανέβαζε ψηλά
και το μεγάλο πεύκο της αυλής – ακόμη ζει κι απλώνεται-.
Μια πέτρα σφηνωμένη στη ξερολιθιά
κι η πλάκα η πελεκητή στον τοίχο της εισόδου
μαρτυρούν το πέρασμά σου από δω.
Μα θα το πω, κι ας ακουστεί αλλόκοτο.
Σε είδα σήμερα, να κάθεσαι με κείνο το συλλογισμό στα μάτια.
Είδα στο χέρι σου να τρέμει το στυλό, τα χείλη να ψελλίζουν τη γραφή
και στο χαρτί να πυκνώνει, να συνωστίζεται η παραγγελιά
κι ο λόγος σου σαν αστραπή, κι ύστερα, τα κακά μαντάτα
λυτρωμένα μες στον πυρετό.
Μα το καντήλι σου δεν έσβησε.
Χιλιάδες μάτια σκύβουν ακόμη στα γραμμένα σου.
Χιλιάδες χέρια ψηλαφούν, ν’ αρπάξουν τα νοήματα
να πλάσουν ξέχωρη μαγιά, να ζυμωθούν μαζί σου
να φαν να πιούν απ’ το αίμα σου
να πνάσει η ψυχή τους.
Αίγινα, Ιούνης 2010