Κωνσταντίνος Σάθας: O γιατρός που έγραψε Ιστορία
06/08/2021Στις 23 Ιουλίου το Γαλαξείδι τίμησε με επιστημονική εσπερίδα πνευματικό τέκνο του: τον ιστοριοδίφη Κωνσταντίνο Ν. Σάθα (Σαθόπουλο, 1842-1914). Ο Σάθας είχε εντοπίσει το 1864 μέσα στο ερειπωμένο γαλαξειδιώτικο μοναστήρι του Σωτήρος Χριστού χειρόγραφο του ιερομονάχου Ευθυμίου, χρονολογημένο το 1703, και το εξέδωσε το 1865.
Το χειρόγραφο χρονικό του Γαλαξειδιού και της ευρύτερης περιοχής του πέρασε από πολλά χέρια. Ο Σάθας το είχε αφήσει στη μητέρα του και στην αδελφή του, που το διατήρησαν ως κόρην οφθαλμού σε θυρίδα της Εθνικής Τράπεζας, ενώ απέμεινε ως κληρονομιά στις δύο κόρες της αδελφής του, στη συγγραφέα Αικατερίνη Βλασσοπούλου-Σάθα και στη ζωγράφο Ευθυμία Βλασσοπούλου-Σάθα (1898-1967). Το 1944 εκδόθηκε από τον Ίκαρο με λογοτεχνική αποκατάσταση Γιώργου Βαλέτα (1907-1989). Μετά από παλαιοβιβλιοπωλικές περιπέτειες, το 1978 βρέθηκε στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών.
Με τη σύντονη μέριμνα του Συνδέσμου Γαλαξειδιωτών και με την αποφασιστική συμβολή του ρέκτη βιβλιοθηκονόμου της Βιβλιοθήκης της Βουλής των Ελλήνων, Ναυπάκτιου την καταγωγή Παναγιώτη Φ. Χριστόπουλου (1930-2012), από το 1980 το χειρόγραφο φυλάσσεται στο Ναυτικό και Ιστορικό Μουσείο Γαλαξειδίου. Το 1985 εκδόθηκε από τον Ακρίτα με επιστημονική επιμέλεια του ερευνητή του Ινστιτούτου Βυζαντινών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών Ηλία Αναγνωστάκη (γ. 1952).
Την πλήθουσα εκδήλωση στη γαλαξειδιώτικη πλατεία, στη μία πλευρά της οποίας στέκεται το σπίτι της οικογένειας Σάθα και στην άλλη η προτομή του ιστοριοδίφη, τη συνδιοργάνωσε ο Δήμος Δελφών σε συνεργασία με το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ), ενώ παρευρέθηκαν εκπρόσωποι της πολιτείας και οι δημοτικές αρχές του Δικτύου Δελφών. Πρόσφατα τόσο η προτομή όσο και το ταφικό μνημείο Σάθα στο Γαλαξείδι καθαρίστηκαν από το Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής.
Για τον άνθρωπο, το έργο του και την εποχή του μίλησαν η καθηγήτρια Βυζαντινής Ιστορίας Τόνια Κιουσοπούλου, ο αναπληρωτής καθηγητής Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας Βαγγέλης Καραμανωλάκης, η ομότιμη καθηγήτρια Ιστορίας Νέου Ελληνισμού Αναστασία Παπαδία-Λάλα, η φιλόλογος, υποψήφια διδάκτωρ Νεοελληνικής Φιλολογίας Λίλα Σέββα, η προϊσταμένη Εφορείας Αρχαιοτήτων Φωκίδας Αθανασία Ψάλτη και ο συντάκτης αυτού του κειμένου. Συντονίστριες των δύο συνεδριών ανέλαβαν η καθηγήτρια Ιστορίας Νέου Ελληνισμού Μαρία Ευθυμίου και η Γαλαξειδιώτισσα αναπληρώτρια καθηγήτρια Βυζαντινής Ιστορίας Κατερίνα Νικολάου, η οποία ήταν κυριολεκτικά “ψυχή” της όλης υπόθεσης.
Από την ιατρική στην ιστορία
Με σπουδές ιατρικής που νωρίς εγκατέλειψε, ο Σάθας επιδόθηκε στο πάθος της ιστοριοδιφίας. Μολονότι είχε γεννηθεί στην Αθήνα, επέλεξε για τόπο διαμονής του το Παρίσι. Θαμώνας της Εθνικής Βιβλιοθήκης της γαλλικής πρωτεύουσας και της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης της Βενετίας, αναδιφούσε κάθε είδους γραπτή μαρτυρία που σχετιζόταν με τα χρόνια του Βυζαντίου και της οθωμανικής κατάκτησης. Είναι εκείνος που εισηγήθηκε τον όρο “τουρκοκρατία”, ο οποίος επικράτησε, ενώ ορθά υφίσταται σήμερα πλέον τη βάσανο της σύγχρονης επιστημονικής κριτικής.
Γνωστότερα συγγράμματά του, τα οποία διακρίνονται για τον ερασιτεχνισμό του αμέθοδου ερευνητή, χωρίς να χάνουν όμως την αξία τους για το υλικό που θησαυρίζουν, παραμένουν τα δίτομα Ελληνικά Ανέκδοτα (1867), η Νεοελληνική Φιλολογία. Βιογραφίαι των εν τοις γράμμασι διαλαμψάντων Ελλήνων, από της καταλύσεως της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μέχρι της Ελληνικής Εθνεγερσίας (1453-1821) (1868), η Τουρκοκρατουμένη Ελλάς. Ιστορικόν δοκίμιον περί των προς αποτίναξιν του οθωμανικού ζυγού επαναστάσεων του ελληνικού έθνους (1453-1821) (1869), η επτάτομη Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη (1872-94), το δίτομο Κρητικόν Θέατρον ή Συλλογή ανεκδότων και αγνώστων δραμάτων (1878-79), τα εννεάτομα στη γαλλική γλώσσα Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας (1880-90), Έλληνες στρατιώται εν Δύσει και αναγέννησις της ελληνικής τακτικής (1885), τα περισσότερα από τα οποία τα έχει ανατυπώσει η Βιβλιοθήκη Ιστορικών Μελετών των Νότη και Διονύση Καραβία.
Έφυγε από τη ζωή πένης και, το τραγικότερο, με οφθαλμική πάθηση που του είχε λιγοστέψει το φως. Στο μεταξύ είχε ξοδέψει τα 10.000 ναπολεόνια της προίκας που έλαβε το 1861, προκειμένου να δει δημοσιευμένα τα πορίσματα της έρευνάς του. Στον δεύτερο τόμο της αυτοβιογραφικής Λογοδοσίας μιας ζωής (Οι Εκδόσεις των Φίλων, Αθήνα 2000) ο μικρανιψιός της χήρας του Χαρής (Χαρίκλειας Μάγγου, 1846-1923), πρώην Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Δ. Τσάτσος (1899-1987) μνημονεύει ότι, μετά από τον θάνατο του Σάθα, ο τότε πρωθυπουργός Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος (1864-1936) της απένειμε τιμητική σύνταξη μόλις 200 δρχ.
Ενώ η οικογένεια Τσάτσου, που την έφερε στην Αθήνα και την εγκατέστησε σε ξενοδοχείο της Πλατείας Συντάγματος, πολλαπλασίασε το ποσό, φροντίζοντας να εμπιστευτεί μπαούλο με χειρόγραφα του σε δύο καθηγητές του ΕΚΠΑ: στον καθηγητή Βυζαντινής Ιστορίας Κωνσταντίνο Άμαντο (1874-1960) και στον καθηγητή Αρχαίας Ιστορίας Σωκράτη Κουγέα (1877-1966), καθώς και στον Σύλλογο προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, δωρεά των αδελφών Θεμιστοκλή (1906-1970) και Κωνσταντίνου Δ. Τσάτσου. Μέρη αρχειακού υλικού του απόκεινται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα, στο Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, στο Μουσείο Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων στη Ζάκυνθο και στην οικογένεια Τσάτσου.
Ο δωρητής της προτομής
Τον Ιούλιο του 1929 ο Γαλαξειδιώτης εθνικιστικών αντιλήψεων συγγραφέας και εκδότης των εφημερίδων Νέον Πνεύμα (1914-15) και Ανθρωπότης (1919-23) Δημήτριος Ε. Τζιάθας (1876-1943) ομολογούσε την πρόθεσή του να στήσει ανδριάντα του Σάθα, ενδεχομένως συγγενή του, σε κεντρικό σημείο του Γαλαξειδίου. Ο Τζιάθας είχε τραγική κατάληξη στη Θεσσαλονίκη: έπεσε νεκρός, προσπαθώντας να διασώσει φίλο του από τα πυρά του γερμανικού εκτελεστικού αποσπάσματος.
Νοιαζόταν υπερβολικά για το Γαλαξείδι, κάτι που φαίνεται και από το βιβλίο του Η βουλγαροκτόνος Θέκλα (1929), την οποία φέρει να κατάγεται από το Γαλαξείδι, ενώ στην τελευταία παράγραφο του προλόγου του στο ίδιο βιβλίο παρακαλεί τους συμπατριώτες του να φροντίσουν πάση θυσία για τη δενδροφύτευση όλου του Γαλαξειδιού με καρποφόρα δέντρα (ελιές, αμυγδαλιές, κ.τ.ό.), καθώς η ναυτιλία του είχε παρακμάσει.
Το μαρμάρινο μνημείο ανιδρύθηκε την Τρίτη του Πάσχα του 1931, όπως μας πληροφορεί στις 18 Φεβρουαρίου 1931 μονόστηλο της αθηναϊκής εφημερίδας Ελεύθερος Άνθρωπος των Κώστα Αθάνατου (Κωνσταντίνου Δ. Καραμούζη, 1896-1966) και Ντόλη Νίκβα (Απόστολου Ν. Βασιλειάδη, 1903-1937). Αντί του ακριβότερου ανδριάντα, φιλοτεχνήθηκε προτομή. Το μάρμαρο Διονύσου που απαιτήθηκε για τη λάξευσή της το δώρισε ο Thomas Bowman (1889-1966), ιδιοκτήτης από το 1920 έως το 1934 της Grecian Marbles Ltd., εταιρείας η οποία διαχειριζόταν τα λατομεία Διονύσου. Η προτομή θα ανιδρυόταν σε περίβλεπτη θέση στη γαλαξειδιώτικη παραλία.
Ο γλύπτης
Τη μορφή του Σάθα τη δούλεψε στο μάρμαρο ο γλύπτης Ευάγγελος (Άγγελος) Μ. Βρεττός (1890-1942), που διατηρούσε το εργαστήριό του κατά τη δεκαετία του 1920 στην Αθήνα, στην οδό Αναπαύσεως 15. Επέλεξε να την αποδώσει σε μετωπική στάση αλλά και να τη στηρίξει σε δύο τόμους, αναφορά στην εκτεταμένη συγγραφική και εκδοτική δράση του Σάθα.
Ο Βρεττός, γιος οικοδόμου, είχε εργαστεί τη δεκαετία του 1910 στην ολέθρια —λόγω της χρήσης σιδερένιων συνδέσμων που, χωρίς μολυβδοχόηση, οξειδώνονταν— αναστήλωση των Προπυλαίων, υπό την εποπτεία του πολιτικού μηχανικού Νικόλαου Μπαλάνου (1860-1942). Έργο του είναι το 1926 η μία από τις έξι Κοιμώμενες του Α΄ Κοιμητηρίου Αθηνών, η πιο πολύ αναπαυομένη Λέλα, για τον οικογενειακό τάφο Σ. Τσεβά – Λ. Μόσχου (Τμήμα 5ο, Αρ. 219).
Το 1928 δεκατέσσερα γύψινα προπλάσματα ταφικών μνημείων του εκτέθηκαν στην Αθήνα, στο Άσυλον Τέχνης του Νίκου Βέλμου (Βογιατζάκη, 1890-1930). Ο Βρεττός, ως μέλος του Σωματείου των Ελλήνων Γλυπτών, ανέλαβε το 1932, μαζί με συνάδελφο του, και μία από τις Μούσες της Πλατείας Ομονοίας.
Από το προαναφερόμενο αρθρίδιο της εφημερίδας Ελεύθερος Άνθρωπος γνωρίζουμε ότι στα αποκαλυπτήρια της προτομής παρέστησαν επιφανείς Γαλαξειδιώτες, ανάμεσα στους οποίους ο τραπεζιτικός, ζωγράφος Κωνσταντίνος Μαλαματιανός, ο μαθηματικός, διευθυντής της Δημόσιας Εμπορικής Σχολής Αθηνών (Ράλλειο Βραβείο 1891) Διονύσιος Ρηγόπουλος και ο δημοσιογράφος της αθηναϊκής εφημερίδας Εμπρός, Κωνσταντίνος Αυγέρης.
Το νέο μνημείο
Όπως παραθέτει ο Κ. Δ. Τσάτσος στην αυτοβιογραφία του, στις 19 Σεπτεμβρίου 1981 ελικόπτερο ιδιοκτησίας του ξαδέλφου του τέως Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Δ. Τσάτσου, βιομήχανου Αλέξανδρου των τσιμέντων ΑΓΕΤ Ηρακλής Αλέξανδρου (1905-1985) πέταξε με επιβάτες του τον Πρόεδρο, την κόρη του Δέσποινα (γ. 1931), τον ξάδελφό του Αλέξανδρο και τον γιο του Αλέξανδρου Ανδρέα (γ. 1943) για το Γαλαξείδι.
Σκοπός του ταξιδιού, η μετακομιδή από το Παρίσι των οστών του Σάθα και η εναπόθεσή τους σε νεοπαγές μαρμάρινο μνημείο στο νεκροταφείο Γαλαξειδίου.
Μετά από επιτάφιο τρισάγιο, ακολούθησε κατάθεση στεφάνου στην προτομή του Σάθα και τελετή στο Δημαρχείο Γαλαξειδίου με τους αρμόζοντες για την περίσταση λόγους. Έτσι έληξε η τελευταία πράξη του δράματος: ο γαλαξειδιώτικης καταγωγής ιστοριοδίφης είχε επανακάμψει οριστικά στην κοιτίδα της οικογένειάς του.