ΣΙΝΕΜΑ

“Nouvelle Vague”: Μία ταινία σημείο αναφοράς για την ιστορία του σινεμά

"Nouvelle Vague": Μία ταινία σημείο αναφοράς για την ιστορία του σινεμά

Ένας φόρος τιμής για το ίδιο το σινεμά, μία σινεφίλ πανδαισία, σινεμά για το σινεμά, μία ιστορική αποτύπωση του μέσου, το “Nouvelle Vague” του Λινκλέιτερ (Richard Linklater) εντυπωσιάζει με την πρωτοτυπία του και την εξαιρετική παρέα, θρυλική, των δημιουργών του γαλλικού σινεμά, που έμεινε στην ιστορία ως το νέο κύμα (new wave/nouvelle vague) του γαλλικού, αλλά και του ευρωπαϊκού κινηματογράφου.

Οι δύο σημαντικότεροι εκφραστές αυτού του κινήματος, που θα αλλάξει εν πολλοίς τη λογική που κάνουμε ή μπορούμε να κάνουμε ταινίες, προς τα τέλη της δεκαετίας του 1950 και κυρίως τη δεκαετία του 1960, Γκοντάρ (Jean-Luc Godard) και Τριφό (François Truffaut), είναι φίλοι, κριτικοί στο θρυλικό περιοδικό κριτικής στο σινεμά, το Cahiers du Cinéma, συν-σκηνοθέτες σε μία μικρού μήκους το 1958, και οραματίζονται έναν άλλο τρόπο να κάνουν ταινίες. Ο Τριφό και ο Γκοντάρ ορίζουν με χρήσιμο τρόπο δύο πλευρές του νέου κύματος, ο πρώτος δημιούργησε ταινίες αναζωογονώντας την mainstream κινηματογραφική οπτική, και ο δεύτερος έδειξε ότι η νέα γενιά μπορούσε να ανακατέψει τον τρόπο που έβλεπαν και δημιουργούσαν ως τότε σινεμά. Ο Τριφό θα χρησιμοποιήσει τεχνικές ζουμ, ασταθή μοντάζ, απρόσεκτες συνθέσεις, ένα ιδιόρρυθμο χιούμορ, αναπάντεχη βία. Μερικές φορές, αυτές οι τεχνικές αποτύπωναν τη ζωτικότητα των χαρακτήρων που προβάλει, ταυτόχρονα με έναν ρομαντισμό, ενώ δε σταμάτησε τις αναφορές στο σινεμά που αγαπούσε (π.χ. Χίτσκοκ). Ο Τριφό, μάλλον, θα είναι ο πιο αγαπημένος σκηνοθέτης του νέου κύματος, που ανανεώνει στην ουσία το παραδοσιακό, έως τότε, σινεμά.

Ο Γκοντάρ από την άλλη είναι μία εντελώς διαφορετική περίπτωση. Επιθετικός κριτικός στο Cahiers και προκλητικός σαν σκηνοθέτης, καταφέρνει αξιοσημείωτη επιτυχία στην πρώτη του ταινία, ‘”Με κομμένη την ανάσα” (A Bout de Souffle) και λόγω της ερμηνείας του Μπελμοντό και το σενάριο του Τριφό, ως μία παρωδία αμερικανικού είδους. Η ταινία αποτελεί μία σημαντική αναφορά για το νέο κύμα, με χρήση τεχνικών όπως η χειροκίνητη κάμερα, τα κοφτά jump cuts και τους κοφτούς διαλόγους, γυρίσματα έξω, με ελαφρύ συνεργείο και ελάχιστο κόστος, αλλά και με αναφορές στον Ζαν-Πιερ Μελβίλ ή τις ταινίες της Monogram B. Κυρίως, όμως, κατάφερε να επαναπροσδιορίσει τη δομή και το στιλ του κινηματογράφου. Παραβίασε τους βασικούς κανόνες του συνεχούς μοντάζ, αφαιρώντας καρέ από τη μέση των πλάνων, ώστε να προκύψουν απότομα άλματα στην εικόνα.

Το έργο του Γκοντάρ θέτει θεμελιώδη ερωτήματα σχετικά με την αφήγηση. Οι πρώτες του ταινίες, όπως το “Με κομμένη την Ανάσα” που αναπαριστά την παραγωγή της επιτυχημένα εδώ ο Λινκλέιτερ, έχουν αρκετά απλή πλοκή, αλλά θα στραφεί σε ακόμα πιο αποσπασματική δομή (Μια παντρεμένη γυναίκα / Une Femme Mariée, 1964, κ.ά.), απρόβλεπτης αφήγησης. Ο Γκοντάρ, επίσης, σκηνοθετεί συχνά με υλικό ντοκιμαντέρ (διαφημίσεις, κόμικς, πλήθη που περνούν στο δρόμο), ή με ελάχιστη σχέση με την αφήγηση, αναμιγνύει συμβάσεις που αντλεί από την λαϊκή κουλτούρα, όπως τα αστυνομικά μυθιστορήματα ή ταινίες του Χόλιγουντ, ή με αναφορές στη φιλοσοφία και την πρωτοποριακή τέχνη. Αυτές οι παρεκβάσεις του αφήνουν τους υπολοίπους του νέου κύματος να φαίνονται αρκετά παραδοσιακοί, κι εκείνον ως μία ιδιαίτερη μορφή, μία ξεχωριστή περσόνα, μία διάνοια του σινεμά, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά και αναδεικνύεται μέσα και από αυτή την ταινία του Λινκλέιτερ.

Ο Λινκλέιτερ στέκεται σε αυτές τις ανατροπές στις συμβάσεις του σινεμά, συμβάσεις στον τρόπο κινηματογράφησης που ισχύουν ως τις μέρες μας, όπου τα ρακόρ τηρούνται, ο άξονας των 180 μοιρών επίσης, όπου ένα (πολυπληθές) συνεργείο δουλεύει καθημερινά τουλάχιστον ένα οκτάωρο για να επιτύχει την ολοκλήρωση της ταινίας σε εύλογο χρονικό διάστημα (το κόστος μίας ταινίας είναι μεγάλο), που οι σκηνές, ως επί το πλείστον θα είναι ντεκουπαρισμένες, που το συνεργείο, ο πρώτος βοηθός σκηνοθέτη ειδικότερα, θα ξέρει τι θα γυριστεί κάθε μέρα, ποιες σκηνές, σε ποια σειρά, σε ποια σειρά τα πλάνα, ο διευθυντής φωτογραφίας το ίδιο, οι ηθοποιοί θα έχουν στα χέρια τους ένα σενάριο, θα έχουν τους διαλόγους, αν υπάρχουν, θα τους ξέρουν απέξω, πριν φτάσουν στο σετ. Όλα αυτά τα ανατρέπει ο Γκοντάρ. Και αυτό το παρουσιάζει εδώ ο Λινκλέιτερ με μία απλότητα, με χιούμορ, με ανάλαφρη διάθεση, δείχνοντας ταυτόχρονα ότι οι ταινίες είναι κάτι που κάνεις και διασκεδάζεις και πριν και μετά την κατασκευή τους.

Ο Λινλέιτερ παρουσιάζει μία γκάμα σκηνοθετών της εποχής με τρομερή εμφανισιακή ομοιότητα, μεγάλο κέφι στις ερμηνείες και φαντασία στο στήσιμο της πλοκής, κυριολεκτικά μεταφέρει το κλίμα όλης της εποχής, μίας ανέμελης ταυτόχρονα δημιουργίας, και μίας εποχής που το σινεμά κυριολεκτικά έχει τον πρώτο λόγο στην ψυχαγωγία πανευρωπαϊκά, μάλλον παγκόσμια. Η παρέα αυτών των φοβερών δημιουργών, που θα αλλάξουν γενικά τον τρόπο που βλέπουμε και κάνουμε σινεμά, Τριφό, Γκοντάρ, Σαμπρόλ, Ρομέρ, Βαρντά και πολλοί άλλοι, οι παλαίμαχοι Μπρεσόν, Μέλβιλ, Ροσελίνι, κυριολεκτικά παρελαύνουν από την ταινία του Λινλέιτερ, ασπρόμαυρη, λιτή, στο τετράγωνο φορμά της εποχής.

Αυτό το σινεμά (και όχι μόνο) θαύμαζαν και οι Έλληνες κινηματογραφιστές της δεκαετίας του 1960, που αργότερα, τη δεκαετία του 1970 θα αναπτύξουν το δικό μας Νέο Ελληνικό Κινηματογράφο, διαμορφώνοντας στα καθ’ ημάς κάποιες από αυτές τις τεχνικές ή τη λογική της δομής αφήγησης ή κινηματογράφησης, αποτυπώνοντας ακόμα και τη δημιουργία μίας παρέας κινηματογραφιστών, που κάνει και κριτική του σινεμά με το περιοδικό Σύγχρονος Κινηματογράφος, κατ’ αναλογία του Cahiers du Cinéma. Από αυτήν την παρέα ξεπήδησαν σημαντικοί έλληνες κινηματογραφιστές, όπως ο Αγγελόπουλος, ο Βούλγαρης και πολλοί άλλοι.

Ο νεαρός πρωταγωνιστής Γκιγιόμ Μαρμπέκ (Guillaume Marbeck), που ερμηνεύει τον Γκοντάρ, είναι απολαυστικός, όπως και οι περισσότεροι τριγύρω του, που μεταφέρουν όχι μόνο την εκπληκτική ομοιότητα στην εμφάνιση (για τους περισσοτέρους), αλλά και το κλίμα εποχής και διάθεσης. Η ταινία (Με κομμένη την ανάσα) μέσα στην ταινία (Nouvelle Vague) περιγράφει αυτή τη συνθήκη και τον τρόπο που γυρίστηκε η πρώτη ταινία του Γκοντάρ, τους ανορθόδοξους τρόπους που επέλεξε να την υλοποιήσει, τη θρασύτητά του και την αδιαφορία του για το οικονομικό αποτέλεσμα, ενώ ταυτόχρονα συνειδητά γνώριζε ότι γράφει μία νέα σελίδα για το παγκόσμιο σινεμά. Ο Λινκλέιτερ καταφέρνει να κάνει μία ταινία, που θα μπορούσε να είναι σημείο αναφοράς σε σχολές (γιατί όχι και σχετικά τμήματα πανεπιστημίων) για την ιστορία του σινεμά.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx