Ο Καποδίστριας προετοιμάζει την Επανάσταση – Η έρευνα του Σκλαβούνου
08/01/2023Όπως όλοι γνωρίζουμε, παρ’ όλο που πέρασαν σχεδόν 200 χρόνια από την δολοφονία του, ο Ιωάννης Καποδίστριας ουδέποτε έπαψε να είναι ένα μεγάλο επίδικο ζήτημα που ακόμη ταλανίζει τους νεότερους Έλληνες, δημιουργώντας, ενίοτε, έντονες διχογνωμίες. Διαβάζοντας το βιβλίο του Γιώργου Σκλαβούνου “Ο Ιωάννης Καποδίστριας προετοιμάζει την Επανάσταση” (εκδόσεις Παπαζήση) θέλω να κάνω σαφές ότι το πεδίο γνώσεών μου περί και για τον Καποδίστρια δεν είναι στον βαθμό που εγώ θα το ήθελα επαρκές.
Ωστόσο, επειδή επί δεκαετίες έχω ασχοληθεί με την ζωή και το έργο του κατ’ εμέ πατέρα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας Ρήγα Βελεστινλή, αλλά και με ζητήματα ιστορίας που φτάνουν μέχρι την Μικρασιατική Καταστροφή, θα έλεγα ότι είμαι σε θέση να κάνω ορισμένες παρατηρήσεις ιδιαίτερα σε ένα ζήτημα που είναι ακανθώδες, αλλά αποφεύγεται να συζητηθεί. Και αυτό είναι οι απόψεις του Γεωργίου Σκληρού, πρώτου συστηματικού αρνητικού κριτικού του Καποδίστρια, απόψεις που επηρέασαν αποφασιστικά τους επιγόνους του, καταλήγοντας να γίνουν κυρίαρχες στους κόλπους της ιστορικής, τριτοδιεθνιστικής ελληνικής Αριστεράς.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή παρουσιάζοντας το δεύτερο κατά σειράν βιβλίο του Σκλαβούνου για τον Καποδίστρια, αναδεικνύοντας αξιωματικά και επιγραμματικά τα ξεχωριστά στοιχεία που αυτό, κατά την γνώμη μου, αποκαλύπτει και επισημαίνει. Ήδη από το πρώτο βιβλίο “Ο άγνωστος Καποδίστριας“, ο Σκλαβούνος μας είχε προϊδεάσει ότι δεν επρόκειτο να κινηθεί συμβατικά, αποδεχόμενος την λογική ότι ο Καποδίστριας ήταν ένα από τα σημαντικά πρόσωπα στον αγώνα για την ανεξαρτησία της Ελλάδας, που προφανώς έβαλε και αυτός το δικό του λιθαράκι, αλλά ότι ο Καποδίστριας αποτέλεσε σε όλη την διάρκεια του βίου του πρότυπο ιακωβίνου αριστοκράτη (η εξήγηση του τι εννοώ με το αντιφατικό αυτό δίπολο δεν είναι της παρούσης) που το εύρος των ιδεών και της πρακτικής του ξεπερνούσε κατά πολύ τον μέσο όρο.
Γι’ αυτό και με συνέπεια, αν και για να είμαι ειλικρινής, κάπως αμέθοδα με αυστηρά επιστημονικούς όρους, στο πρώτο του βιβλίο, βυθίζεται κυριολεκτικά στην έρευνα των πηγών, ανατρέποντας, επιτυχημένα επί το πλείστον, τα κατά συνθήκην και κατά συνείδησιν ψεύδη για τον Κυβερνήτη και τα όσα διαδραματίστηκαν τόσο στην προεπαναστατική περίοδο, όσο και στην διάρκεια του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και τα πρώτα χρόνια της Ανεξαρτησίας ως την δολοφονία του.
Η έρευνα του Σκλαβούνου
Τα στοιχεία που φέρνει στο φως, γνωστά τα περισσότερα, αλλά όχι βασανιστικά στοιχημένα και σωστά ιεραρχημένα και μελετημένα, αναδεικνύουν τον πραγματικό –μέσα στις αντιφάσεις του ίδιου και της εποχής του– Καποδίστρια ως ένα μεγάλο οραματιστή, ικανό διπλωμάτη με γνώση της μεγάλης σκακιέρας, αλλά και της βαλκανικής υποκλίμακας, με επάρκεια στο διοικείν και στο αντιλαμβάνεσθαι τα όρια της εποχής του. Τέλος, έναν βαθύτατα έντιμο άνδρα, αφοσιωμένο ως το τέλος στον μέγιστο σκοπό του, την ανασύσταση ενός νέου ελληνικού κράτους, αυτοκίνητου, αυτοδύναμου και ουσιαστικά ανεξάρτητου.
Είναι στις αρετές του εγχειρήματος ότι ο Σκλαβούνος –ενίοτε καταχρηστικά θα έλεγα– παραπέμπει εξαντλητικά στις πηγές για να τεκμηριώσει τα λεγόμενά του. Αλλά αυτό είναι η αυθεντική ιστορία. «Αμάρτυρον ουδέν αείδω», λέει ο Καλλίμαχος επισημαίνοντας πριν 3000 σχεδόν χρόνια ότι δεν εξιστορεί τίποτα που να μην είναι μαρτυρημένο. Αυτή η λογική είναι που διέπει και την εργασία του Σκλαβούνου κι αυτό το γεγονός είναι που την καθιστά αξιόπιστη, ανεξάρτητα από τις τυχόν αντιρρήσεις που μπορεί να γεννά η Α ή Β του κρίση.
Οι μαρτυρίες για τον Καποδίστρια
Πολύ συνοπτικά θα έλεγα ότι στην εργασία αυτή αποκαλύπτονται οι βαθιές ελληνικές ρίζες του Καποδίστρια, η εξακτίνωση του οικογενειακού του δέντρου από την Κύπρο ως την Κέρκυρα, το βάθος και το εύρος των σπουδών του, η προεπαναστατική του δράση με κορυφαία στιγμή τον αποφασιστικό του ρόλο στην εποποιΐα της Λευκάδας, αλλά και των επαφών και σχέσεών του με την Φιλική Εταιρεία, τον Εμμανουήλ Ξάνθο, τον Αλέξανδρο Υψηλάντη ως, επίσης, τον μεγάλο ποιητή, επαναστάτη και πατριώτη Ανδρέα Κάλβο. Ιδιαίτερα διαφωτιστική είναι στο σημείο αυτό η έρευνα του Σκλαβούνου, αναφορικά με τις επαφές Ξάνθου-Καποδίστρια και το πραγματικό πεδίο στο οποίο κινήθηκαν.
Εξίσου ουσιαστικές είναι και οι επισημάνσεις του για την άκρως επιτυχημένη δράση του ως επικεφαλής του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, αλλά και η μη εγκατάλειψη του ιδεολογικού προσήμου και των αμετάθετων στόχων του για την απελευθέρωση της Ελλάδας, γεγονός που αναγνωρίζει και ο “εργοδότης” του, ο τσάρος Αλέξανδρος, όταν χαρακτηριστικά περιγράφει στον Ντε Λα Χαρπ τον Καποδίστρια «ως αξιοσέβαστο, τίμιο, ευπρεπή, πεφωτισμένο, φιλελεύθερων απόψεων [που] είναι από την Κέρκυρα και επομένως δημοκράτης».
Στην ίδια οπτική με τον τσάρο κινείται και η εκτίμηση του Αυστριακού ταγματάρχη Ιωσήφ Τσερβένκα που του είχε ανατεθεί η παρακολούθηση των δραστηριοτήτων της Φιλομούσου Εταιρείας και του Καποδίστρια. Λέει, λοιπόν ότι «ο κόμις Καποδίστριας δια της εν λόγω προσπαθείας, η βάσις επί της οποίας θέλει να στηρίξη εκ νέου την ευτυχίαν και την δόξαν των συμπατριωτών του, είναι η απόλυτος πολιτική αυτονομία της Ελλάδος. Η Ελλάς πρέπει κατά τον Καποδίστριαν να κηρυχθεί ομοφώνως υφ’ όλων των Δυνάμεων χώρα αφιερωμένη αποκλειστικώς και μόνον εις τας επιστήμας και την διαφώτισιν του ανθρωπίνου γένους, το έδαφός της να κηρυχθή εκ των έξω απρόσβλητον, εσωτερικώς δε να κρατηθή μακράν πάσης ξένης αναμίξεως, τέλος οφείλει η Ελλάς να κηρυχθεί δι’ όλην την ανθρωπότητα κράτος ιερόν».
Ο Καποδίστριας για την αγγλοκρατία
Δίπλα στα παραπάνω θα πρέπει στην συμβολή Σκλαβούνου να καταχωρίσουμε την επισήμανση για την βαθιά συνείδηση που είχε ο Καποδίστριας όσον αφορά τον ρόλο της αγγλοκρατίας. Όπως σημειώνει: «Ο Καποδίστριας τεκμηριώνει τη θέση ότι η αγγλική “προστασία” είναι κατά πολύ χειρότερη της ενετοκρατίας. Ο αυταρχισμός, η αυθαιρεσία, η καθολική ανυπαρξία κράτους δικαίου, η συστηματική προσπάθεια υποδούλωσης, υποταγής, εξαγοράς, εξαχρείωσης κυριαρχεί στις σχέσεις Πολιτείας και κοινωνίας. Επιπλέον σημειώνεται προσπάθεια πλήρους αφελληνισμού της δημόσιας διοίκησης και της οικονομίας, καθώς και της ανθούσης, πριν την αγγλοκρατία, επτανησιακής ναυτιλίας».
Τελευταίο άφησα το κομβικό ζήτημα των θέσεων του Κυβερνήτη πάνω στο πρόβλημα της γαιοκτησίας. Θέσεων που είχαν σαφή προσανατολισμό την διανομή των εθνικών γαιών στους ακτήμονες, αλλά και θέσεων που προμήνυαν την εκρηκτική αντίδραση τόσο του κυρίαρχου συγκροτήματος εξουσίας, εκφραστών του οικοδομούμενου συστήματος της ξενοκρατίας και της υποτέλειας.
Πάνω σ’ αυτό στήριζαν τις απαιτήσεις τους για καθολική, σχεδόν, οικειοποίηση των εθνικών γαιών, όσο και των ξένων επικυρίαρχων που επέβαλλαν δια πυρός και σιδήρου την κυριαρχία τους σε στενή συνεργασία με το μπλοκ των προθύμων που ως επισπεύδοντες ανέλαβαν τον ρόλο του εν Ελλάδι αντιπροσώπου τους. Είναι καθ’ όλα εμφανές ότι στα δύο αυτά τελευταία ζητήματα, στις απόψεις δηλαδή του Καποδίστρια απέναντι στο ζήτημα της αγγλοκρατίας και των εθνικών γαιών, μπορούμε με βεβαιότητα να αναζητήσουμε τα αίτια της φυσικής αλλά και διαχρονικά πολιτικής εξόντωσής του.