Ο «Νοητός Λύκος» του Μάνου Ελευθερίου
03/11/2018«Ο νοητός ο λύκος είναι ο χρόνος.
Των αισθημάτων πάντα κηπουρός.
Ο έφεδρος της λύπης δολοφόνος.
Ο νοητός ο λύκος είναι Κρόνος.
Στα μέγαρα της νύχτας θυρωρός.
Του στέμματος των όρκων πατροκτόνος.
Και Κάτω Κόσμος είναι πάντα η Σμύρνη.
Πλαστήρας, Βενιζέλος. Το Γουδί.
Στο αίμα η Βασιλεύουσα. Κοφίνι
με τ’ άπλυτα της Γης. Το κομποσκοίνι.
Ο αυτοκράτωρ πίσω από το ναδίρ.
Ο Σολωμός κι ο Κάλβος. Η Σελήνη»
Ο Μάνος Ελευθερίου δεν είναι εύκολο να χωρέσει σε ένα κείμενο. Μόνο μερικά στιγμιότυπα της δημιουργικής του διαδρομής μπορούν να αποτυπωθούν σε μια τέτοια εκδοχή. Ωστόσο στον μέλλοντα χρόνο είναι σαφές πως ολοένα και περισσότερο θα ασχολούμαστε με το δημιουργικό πέρασμά αυτού του αθόρυβου σαγηνευτή του λόγου, αφού η γραφίδα του εκτός από το ότι θα παραμένει ανεξίτηλη στο σώμα μιας γλώσσας που έρχεται από πολύ μακριά, θα συνεχίζει να εμπνέει τους νεότερους δείχνοντας το δρόμο μιας ιδιάζουσας ευαισθησίας αλλά και της αξίας της ανθρώπινης ουσίας μέσα στο συνεχές της καθημερινής αποξένωσης. Ένα δρόμο που ξεκίνησε από τα στενά και τους ταρσανάδες της Σύρας, διάβηκε τα οδοφράγματα του Βερολίνου με τη «κόκκινη Ρόζα», αγνάντεψε την ομορφιά του Άμλετ στης Σελήνης στα πλακόστρωτα της Μονμάρτης και κατέληξε στην αιωνιότητα των μαύρων λαγκαδιών του παραδείσου.
Ωστόσο, δεν θα σταθώ στη στιχουργική του Μάνου Ελευθερίου, ούτε στον πεζό του λόγο. Στοιχεία που αμφότερα αποτελούν κορυφαία δείγματα μιας ιδιαίτερης συνομιλίας του δημιουργού με τα ανθρώπινα πάθη και τις ρωγμές της ιστορίας στο συλλογικό ασυνείδητο. Θα αναφερθώ αποκλειστικά στο ποιητικό του έργο «ο Νοητός Λύκος» έργο το οποίο εκδόθηκε το 2010. Κι αυτό γιατί ο Μάνος Ελευθερίου άνοιξε πράγματι με τους «αθάνατους» λογαριασμούς, που όχι μόνο δεν κλείσανε, μετά το θανατό του, απεναντίας μεταβιβάστηκαν ορθάνοιχτοι στους νεότερους. Ο Γιώργος Ανδρέου είναι ένας από αυτούς που ανέλαβε την ευθύνη μιας «δημιουργικής διαχείρισης των οφειλών αυτών…».
Στο Μέγαρο Μουσικής
Στην παράσταση που παρουσίασε στο Μέγαρο Μουσικής πριν λίγες μέρες με αφορμή την παρουσίαση του ομώνυμου μουσικοθεατρικού έργου(σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Λιγνάδη), ανέδειξε την προβολή ενός μουσικού δράματος συνδυάζοντας με απόλυτη επάρκεια αλλά και τη διακριτική λεπτότητα που οφείλει να έχει ένας δημιουργός, το μουσικό με το θεατρικό στοιχείο, εδραιώνοντας με εργαστηριακή δεξιοτεχνία ένα ισορροπημένο θέαμα με στοιχεία μιας λόγιας αλλά και αυθεντικά λαϊκής προσέγγισης του ωραίου!
Ο Νοητός Λύκος του Μάνου Ελευθερίου βασίζεται επί της ουσίας στο πρότυπο μιας Ομηρικής εμπνεύσεως καθόδου στον Άδη όπου ο βασικός αφηγητής, παρά την επίσκεψη του αντιλαμβάνεται πως πέρα από τα παιχνίδια της φαντασίας, ο μόνος «αληθινός» κόσμος που θα παραμένει μέσα μας θα είναι ο κάτω κόσμος των θυσιασμένων και όλων όσοι δεν γνώρισαν δικαιοσύνη.
Ο κεντρικός αφηγητής του Νοητού Λύκου σύμφωνα με τη δομή του έργου ενέχει δύο αφηγηματικές διαστάσεις: α) τη θεατρική αφήγηση, την οποία με επάρκεια και ωριμότητα απέδωσε ο Γιάννος Περλέγκας και β) τη μουσική αφήγηση την οποία ανέλαβε, επάξια, με τη διαχρονική ερμηνευτική δεινότητα που τον διακρίνει, να φέρει σε πέρας ο Γιώργος Νταλάρας. Την παράσταση ωστόσο πλαισιώνουν δύο ακόμα πρόσωπα – κλειδιά αποδεικνύοντας ευθέως τις ευρύτερες, πέραν του τραγουδιού, καλλιτεχνικές τους δυνατότητες.
Πρόκειται για τον Χρήστο Θηβαίο στο διπλό ρόλο του ηθοποιού και τραγουδιστή, ο οποίος υποδύεται τον «Άγγελο» συνοδεύοντας τη διαδικασία καθόδου του αφηγητή στον Κάτω Κόσμο και τη Μάρθα Φριντζήλα που ως «Μάνα» στα έγκατα του Άδη, έρχεται σε επαφή με το γιο της μέσα από το δικό της μητρικό φίλτρο. Αναμφίβολα στο πρότυπο της Ομηρικής Νέκυιας στο εν λόγω έργο ο ποιητής επιχειρεί να αναμετρηθεί με τους δικούς του δαίμονες, με τους δικούς του «εσωτερικούς εχθρούς», με τα εσώτερα στοιχειά που τον περιβάλλουν αναδεικνύοντας και συνδέοντας υπόγειες αλλά και υπέργειες εκλεκτικές συγγένειες ανάμεσα στην αρχαία λυρική ποίηση, τους βυζαντινούς ύμνους, το δημοτικό και το λαϊκό τραγούδι.
Δημιουργική εμμονή
Ο Γιώργος Ανδρέου που, κατά την άποψή μου, συγκαταλέγεται στους ξεχωριστούς της ελληνικής μουσικής, παίρνει, με βαθιά επίγνωση της ευθύνης, την σκυτάλη μιας αισθητικής παρακαταθήκης με ευγενή και αυθεντικά μέταλλα από προγενέστερους δημιουργούς όπως ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Θάνος Μικρούτσικος κ.α Η δημιουργική του εμμονή του να προσεγγίσει μουσικά με τα δικά του εργαλεία την ποιητική κατάθεση του Μάνου Ελευθερίου, αν μη τι άλλο, αναδεικνύει την εγγενή διάθεση μιας γενναίας ακροβασίας σε ένα διαλεκτικό σπειροειδές που ελίσσεται με ένα και μοναδικό σκοπό: την ανάπτυξη μιας ανοικτής και δημιουργικής συνομιλίας με τους «αθάνατους» της ελληνικής λαλιάς.
Με όλους όσοι δηλαδή, συναρθρώνουν την πολιτισμική αλυσίδα μιας μακράς πορείας που εκκινεί από τον Όμηρο και τους τραγικούς μας ποιητές και δραματουργούς και συνεχίζεται με το Ρωμανό το Μελωδό, τον Κάλβο και το Σολωμό, τον Παλαμά και τον Καβάφη, το Καρυωτάκη, τον Σεφέρη, τον Εμπειρίκο, τον Ρίτσο, τον Ελύτη, τον Εγγονόπουλο, τον Καρούζο, και τόσους άλλους «μείζονες αλλά και ελάσσονες» που σφυρηλάτησαν τη λαλιά αυτού του τόπου.
Θα τολμούσα ελεύθερα να πω, πώς ο Μάνος Ελευθερίου αποτελεί έναν αταλάντευτο κρίκο στην αλυσίδα των σημαντικών του είδους και είμαι απόλυτα βέβαιος πως ο μέλλοντας χρόνος θα μας θυμίζει ολοένα και περισσότερο τη διακριτή συμβολή του στα ελληνικά γράμματα.