Όταν αρχαία αγάλματα γίνονταν οικοδομικά υλικά…
19/05/2022Μια σημαντική ανακάλυψη –άγαλμα της Αθηνάς– ήρθε στο φως κατά τις ανασκαφές στο Μπεζεστένι της Λάρισας, όπου γίνονται εδώ και 13 χρόνια αρχαιολογικές έρευνες για την αναστήλωσή του, αλλά και για την ανεύρεση αρχαίων στον περιβάλλοντα χώρο και στο εσωτερικό του. Ακόμα και προτού αρχίσουν αυτές οι ανασκαφές, το 2009, ήταν βέβαιο ότι στο οθωμανικό κτίσμα είχαν εντοιχισθεί μαρμάρινα αρχιτεκτονικά τμήματα από τον αρχαίο ναό της Πολιάδος Αθηνάς που υπήρχε άλλοτε στην ακρόπολη – φρούριο.
Τα μπεζεστένια σε όλες τις πόλεις του τόπου μας ήταν οι τρόπον τινά κεντρικές αγορές και mall της εποχής, αλλά και οι “Σοφοκλέους” τους, ως χρηματιστήρια. Ήταν οι διάδοχοι των βυζαντινών εμβόλων. Επίσης ήταν και θησαυροφυλάκια ή τράπεζες για τις περιουσίες των πλουσίων πολιτών, οι οποίοι βέβαια στην πλειοψηφία τους ήταν Οθωμανοί. Επειδή ένα σημαντικό εμπόρευμα ήταν τα υφάσματα, ονομάστηκαν μπεζεστένια, από τις περσικές λέξεις “μπεζ” για το ύφασμα και “μπεζάστ” για τον υφασματέμπορο με την κατάληξη “σταν” που σημαίνει τόπο.
Στο Μπεζεστένι τις Λάρισας βρέθηκε εντοιχισμένο στα θεμέλια άγαλμα της Αθηνάς, πολιούχου άλλοτε της Λάρισας.Το άγαλμα της Αθηνάς χρονολογείται στο 117-138 π.Χ. Αν και οι Βυζαντινοί ως φανατικοί νεοφώτιστοι Χριστιανοί θεωρούσαν κατάπτυστο, έως και παράνομο και αμαρτωλό συνάμα ό,τι παρέπεμπε στην αρχαία ελληνική θρησκεία, το συγκεκριμένο άγαλμα χρησιμοποιήθηκε ως οικοδομικό υλικό επί Τουρκοκρατίας.
Είναι γνωστό πάντως, ότι χιλιάδες αρχαιολογικά ευρήματα έχουν αποκαλυφθεί τυχαία κατά τη διάρκεια έγερσης οικιών στη χώρα μας και ότι μέχρι και τα μέσα του 19ου αιώνα οι ντόπιοι τα θεωρούσαν απλώς πρώτη ύλη για οικοδομές. Συχνά τα έσπαζαν σε μικρότερα τεμάχια για να “ταιριάζουν” στην τρύπα που ήθελαν να βουλώσουν με την προσθήκη λάσπης σε κάποιο τοίχο. Πολλοί ήταν οι ξένοι που έφτασαν στην Ελλάδα με ποικίλες προθέσεις μετά την επανάσταση κατά των Τούρκων και άρπαξαν ό,τι αρχαίο βρήκαν.
Σε μπάζα προτομή του Μεγάλου Αλεξάνδρου!
Την τελευταία στιγμή διασώθηκε κεφαλή, αλλά και κορμός Απόλλωνα που κτηνοτρόφος ετοιμαζόταν να χρησιμοποιήσει τότε στην οικοδόμηση της μάντρας του ως τούβλο. Επίσης μέσα σε μπάζα βρέθηκε πριν από περίπου 30 χρόνια και προτομή του Μεγάλου Αλεξάνδρου στη Βέροια. Κάποιος ευτυχώς την περιέσωσε, αν και πασαλειμμένη με κονιάματα, καθώς είχε χρησιμοποιηθεί σε έναν τοίχο -κάποια στιγμή τον 18ο-19ο αιώνα- σαν οικοδομικό υλικό και είχε βρεθεί σε ένα χωριό στον κάμπο, μέσα στα μπάζα.
Εδώ παρεμπιπτόντως να πούμε κάτι εξίσου θλιβερό, ότι η Εφορεία Αρχαιοτήτων δεν αντελήφθη ότι επρόκειτο για προτομή του Αλεξάνδρου και την παράτησε για τρεις δεκαετίες ξεχασμένη στις αποθήκες της, υποτίθεται μέχρι κάποιος να ασχοληθεί μαζί της. Την “ανακάλυψαν” το 2019 λησμονημένη στα “προς μελέτη” υπόγεια. Όμως ακόμη κι αν δεν γνώριζαν ότι ήταν προτομή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, είναι επιεικώς κατακριτέο το γεγονός, ότι πολιτισμικά είχαμε “πεταμένη” μια προτομή κι ας ζει η σημερινή Ελλάδα –μέσω του τουρισμού– από κάτι τέτοια “περιφρονημένα” αντικείμενα.
Αντικείμενα που η πάμπτωχη και “αμόρφωτη” Ελλάδα του 1700 και του 1800 τα έκανε μπάζα, αλλά και η σημερινή Ελλάδα, χωρίς άλλοθι, τα αξιολόγησε ως αντικείμενα προς αποθήκευση και λήθη. Χιλιάδες φοιτητές αρχαιολογίας θα μπορούσαν όλα αυτά τα χρόνια να είχαν αξιοποιηθεί ως “εργατικά χέρια” για να ξεσκονίσουν με γνώσεις και τέχνη τα ευρήματα, ώστε να πάψουν αυτά να είναι “φυλαγμένα” σε μια αόρατη σε εμάς αχανή αποθήκη μουσείων, που κανείς δεν αντιμετωπίζει ως θησαυροφυλάκιο με το σκεφτικό “στην Ελλάδα όπου κι αν σκάψεις, αρχαία θα ‘βρεις”.
Η ακέφαλη πλέον Αθηνά τεκμαίρεται ότι κοσμούσε το ναό της πολιούχου της αρχαίας Λάρισας ή ακρόπολης της πόλεως. Την έφεραν στο φως οι εργασίες αναστήλωσης του Μπεζεστενίου της Λάρισας, το οποία προφανώς χτίστηκε πάνω στον κατεστραμμένο ναό της Αθηνάς Πολιάδος. Να αναφέρουμε ότι και από άλλα στοιχεία προκύπτει ότι η Αθηνά θεωρείτο προστάτιδα του φρουρίου της πόλης και άρα του συνόλου της.
Που βρέθηκε το άγαλμα της Αθηνάς
Το άγαλμα της Αθηνάς βρέθηκε εντοιχισμένο ως οικοδομικό υλικό στα θεμέλια του δυτικού πεσσού του Μπεζεστενίου. Οι πεσσοί –εκτός από “πιόνια” στο τρόπον τινά “σκάκι” ή “ντάμα” της αρχαιότητας– ήταν ογκώδεις τετράγωνες κολόνες που χρησιμοποιούνταν ως υποστηρίγματα. Το άγαλμά της Αθηνάς χρονολογείται στην Αδριάνεια περίοδο (117-138 μ.Χ) και είχε σκαλιστεί κατά τα πρότυπα των κλασικών δημιουργιών του 5ου π.Χ. αιώνα.
Το κτίσμα, αν και ερειπωμένο, ήταν γνωστό στους ντόπιους, καθώς το 1881, μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας, εκεί υψώθηκε για πρώτη φορά η ελληνική σημαία στη Λάρισα και ο λόγος ονομαζόταν “Φρούριο”. Το φρούριο πάντως έμεινε πάντως καλυμμένο με χώματα και μπάζα μέχρι το 1976, όταν η Αρχαιολογική Υπηρεσία αποφάσισε να αφαιρέσει τις επιχωματώσεις και να στηρίξει τους τοίχους του μνημείου. Δεν τέθηκε τότε θέμα να γίνουν ανασκαφές έστω και τριγύρω.
Έμεινε λοιπόν ανεξερεύνητο παρότι βρέθηκαν πολλές ενδείξεις ότι στο οθωμανικό κτίσμα είχε γίνει χρήση αρχαίων μαρμάρων. Εξάλλου βρισκόταν σε λόφο και όλοι οι αρχαιολόγοι γνωρίζουν βεβαίως ότι αυτές οι θέσεις χρησιμοποιούνταν ως οχυρά, αλλά και ως τόποι ανοικοδόμησης ναών των πολιούχων θεών της αρχαιότητας. Μετά την ολοκλήρωση των εργασιών “καθαριότητας” και την αναστήλωση, κατά τη δεκαετία του ’90 το κτίριο άρχισε να χρησιμοποιείται ως αποθήκη και εργαστήρια κεραμικής και ψηφιδωτών από την 7η Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Λάρισας, μέχρι το 2009 οπότε το υπουργείο Πολιτισμού αποφάσισε να ενταθούν οι έρευνες για αρχαιότητες, λόγω του “Σκοπιανού ζητήματος”.
Η ιστορία του Μπεζεστενίου της Λάρισας
Οι έρευνες έδειξαν ότι στο Μπεζεστένι της Λάρισας κατά το Μεσαίωνα ο χώρος λειτουργούσε ως ακρόπολη των Βυζαντινών και υπήρχε μάλλον κάστρο ή πάντως οχυρώσεις φρουρίου. Το Οθωμανικό κτίσμα οικοδομήθηκε πάνω στα ερείπιά τους και έζησε περίπου 300 χρόνια, ώσπου καταστράφηκε από σεισμό και εν συνεχεία από πυρκαγιά γύρω στο 1780. Τότε μπαζώθηκε όπως-όπως για να γίνει πυριτιδαποθήκη.
Ο αρχικός σχεδιασμός και η αρχιτεκτονική του βασιζόταν στην αρχιτεκτονική των ισλαμικών τεμενών. Σε κάθε πλευρά του κτηρίου υπήρχε και μια είσοδος που οδηγούσε στο εσωτερικό του, καθώς ήταν μια στεγασμένη μεγάλη αγορά με δεκάδες καταστήματα. Σήμερα διατηρείται μόνο η νότια είσοδος, ενώ οι άλλες κλείστηκαν με πέτρες –χτίστηκαν. Έφερε θολωτή στέγαση αποτελούμενη από έξι θόλους πλινθόκτιστους και εξωτερικά σκεπασμένους με μολύβι, ώστε το κτίσμα να αντέχει στην υγρασία. Μέσα θεωρείται ότι υπήρχαν 21 μαγαζιά όλα τους σκεπασμένα με κεραμίδια. Στη βόρεια πλευρά του υπήρχε μία είσοδος που οδηγούσε σε ένα μικρό δωμάτιο (3,5 επί 4,5 μέτρα).
Η πόρτα της εισόδου αυτής ήταν ενδεδυμένη με σίδηρο. Εικάζεται πως ο χώρος αυτός ήταν το θησαυροφυλάκιο, όπου φυλάσσονταν οι περιουσίες των πλουσίων της περιοχής καθώς και το αρχειοφυλάκιο της πόλης με όλα τα σημαντικά ντοκουμέντα και βεβαίως τα αρχεία της τότε εφορίας, για να εισπράττονται τα χαράτσια. Η κατασκευή του θεωρείται ότι διήρκεσε είκοσι δύο χρόνια από το 1484 έως 1506 μ.Χ. Μετά την ανέγερσή του αποτέλεσε τον εμπορικό πυρήνα της πόλης, καθώς γύρω από αυτό αναπτύχθηκε η αγορά.
Στο Μπεζεστένι εκτός από το εμπόριο εισαγομένων και ντόπιων υφασμάτων γίνονταν αγοραπωλησίες χρυσού, ασημιού, κοσμημάτων, ειδών από κεχριμπάρι και πολύτιμων λίθων. Φυλάσσονταν πολύτιμα αγαθά, οι κληρονομιές των πολιτών και οι περιουσίες πλούσιων μουσουλμάνων. Επίσης, εκεί γινόταν ο έλεγχος της ποιότητας των εμπορευμάτων και καθορίζονταν οι ισοτιμίες των νομισμάτων. Το Μπεζεστένι της Λάρισας διατήρησε τον εμπορικό του χαρακτήρα μέχρι τέλους.
Το αναφέρει ο περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή (1668) που αναφέρει: «Στην καρδιά της πολιτείας, μέσα στην αγορά και το παζάρι βρίσκεται το μπεζεστένι, ίδιο φρούριο, με πετρόχτιστο θόλο και τέσσερις σιδερένιες πόρτες, που λες και είναι το καταφύγιο της πόλης και τ’ άπαρτο κάστρο της. Εκεί μέσα υπάρχουν πλούσιοι έμποροι που πουλάνε πολύτιμα πράγματα. Υπάρχουν και 21 εμπορικά μαγαζιά. Όλα τους σκεπασμένα με κεραμίδια». Η τελευταία γραπτή αναφορά για τη λειτουργία του γίνεται το 1779, όπου περιγράφονται μεταξύ άλλων οι μολύβδινοι θόλοι του.