Ποιες παρακαταθήκες αφήνει ο θρύλος του θεάτρου Πίτερ Μπρουκ
03/07/2022Πέθανε χθες σε ηλικία 97 χρόνων ο θρυλικός Βρετανός σκηνοθέτης Πίτερ Μπρουκ, που είχε έρθει και στη χώρα μας το 2014 και το 2016 και ζούσε από δεκαετίες στη Γαλλία. Είχε χαρακτηριστεί από πολλούς ως ο μεγαλύτερος εν ζωή θεατρικός σκηνοθέτης, όπως γράφει η Monde, η οποία προσθέτει ότι με το θάνατό του, φτάνει στο τέλος της και «μία από τις σημαντικότερες θεατρικές περιπέτειες του 20ου αιώνα».
Ο Μπρουκ ανανέωσε το σαιξπηρικό θέατρο αλλά έκανε και απόλυτα πρωτοποριακές δουλειές που άφησαν τη σφραγίδα τους, όπως η θεατρική μεταφορά του ινδικού έπους “Μαχαμπαράτα”, μιας παράστασης διαρκείας 9 ωρών. Εν συνεχεία προχώρησε σε ήχους, φως και διαφορετικότητες, ανεβάζοντας στο σανίδι κλινικές περιπτώσεις συναισθησίας, σε μια προσπάθεια να δείξει ότι η επικοινωνία με το διαφορετικό, με έναν άνθρωπο που αντιλαμβάνεται τον καβγά ως χρώμα ή την αγάπη ως μουσικό ήχο, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για μια εις βάθος επικοινωνία και με τον εαυτό μας και με τους άλλους “φυσιολογικούς” ανθρώπους.
Γεννήθηκε στο Λονδίνο και ήταν παιδί Εβραίων μεταναστών από την Λετονία. Εστιάσθηκε αρχικά στον Φάουστ και στον Σαίξπηρ, αλλά τα τελευταία 40 χρόνια πειραματιζόταν διαρκώς. Βραβεύθηκε με Tony, Emmy και με το βραβείο Λόρενς Ολιβιέ, καθώς απλώθηκε για λίγο και στο σινεμά και στην όπερα. Κατ΄ εξοχήν φιλόσοφος παρά καλλιτέχνης, ο Μπρουκ έλεγε «μπορώ να πάρω οποιονδήποτε κενό χώρο και να τον ονομάσω γυμνή σκηνή. Ένας άνθρωπος περπατάει σε αυτόν τον κενό χώρο, ενώ κάποιος άλλος τον παρακολουθεί, και αυτό είναι το μόνο που χρειάζεται για να ξεκινήσει μία θεατρική πράξη. Το θέατρο είναι ένα εργαλείο, ένας μεγεθυντικός φακός για να δούμε καθαρά τις λεπτομέρειες της ζωής και των σχέσεων».
Για το επόμενο βήμα στο θέατρο είχε πει: «Ποιο είναι το σημερινό ισοδύναμο της “Οδύσσειας” και των πολύ σπουδαίων ιστοριών όπως η “Μαχαμπαράτα”; Για εμένα είναι η επιστήμη και συγκεκριμένα, η νευρολογία, που εξερευνά τα βάθη του ανθρώπινου εγκεφάλου. Η ευθύνη μας δεν είναι να μένουμε στο παρελθόν αλλά να δούμε ποιο είναι σημαντικό στην εποχή μας. Αυτή είναι η άλλη πλευρά του θεάτρου. Δεν μπορούμε να μένουμε στο ρομαντικό όνειρο της κουλτούρας, αυτού του τρομερά επικίνδυνου μύθου. Η κουλτούρα είναι μια υπέροχη λέξη που από μόνη της δεν σημαίνει τίποτε. Η λέξη κουλτούρα είναι για να τη χρησιμοποιούν οι πωλητές. Στην πραγματικότητα είναι κάτι που αγγίζει κάποιον βαθιά και μπορεί να αλλάξει την αντίληψή του για οτιδήποτε». Αυτό έκανε στην “Κοιλάδα των εκπλήξεων” που παρουσίασε στην Ελλάδα το 2016.
Θρύλος του Θεάτρου
Εξερεύνησε τις εμπειρίες ανθρώπων που βλέπουν τον κόσμο κάτω από ένα διαφορετικό πρίσμα ή φως, επικεντρωνόμενος στις άγνωστες γωνιές του ανθρώπινου εγκεφάλου, με ένα νέο έπος που ουσιαστικά το γράφει η επιστήμη. Ουσιαστικά παρουσίασε την συναισθησία, δηλαδή αυτό που τυπικά διαγιγνώσκεται ως πάθηση που προκαλεί σύγχυση, και όπου αισθάνεται κάποιος ένα χρώμα ως ήχο ή έναν πανύψηλο άνθρωπο ως νούμερο πέντε, δηλαδή με ένα άλμα σε συνειρμούς που η λογική δεν αποδέχεται.
Είχε προηγηθεί, το 1993, το έργο του “Ο Άνθρωπος Που…” το οποίο βασιζόταν σε βιβλίο του νευρολόγου Όλιβερ Σαξ. Ο Μπρουκ πειραματίσθηκε με πάθος στο να αναδείξει το απίστευτο ανθρώπινο μυαλό και όλα εκείνα που για μερικούς είναι “ανωμαλίες” και για εκείνον είναι “εξαιρετικές επιδόσεις του διαφορετικού”. Εν προκειμένω, ο Μπρουκ παρουσιάζοντας μεταξύ άλλων την προσπάθεια 30 διαφορετικών ειδών πουλιών να εκλέξουν βασιλιά (από περσικό ποίημα του Μεσαίωνα), με αυτή την αλληγορία φώτισε κυρίως τους πολύ διαφορετικούς ανθρώπους, αναζητώντας τον διαφορετικό και στον καθένα από εμάς.
Επρόκειτο για ένα πάντρεμα κλινικών περιπτώσεων νευρολογίας και μυστικισμού. Οι πρωταγωνιστές πάλευαν μεταξύ οδύνης και έκστασης, απορίας και αποκάλυψης. Ο χώρος κατακλυζόταν από χρώματα και μουσική ως έκφραση του εσωτερικού κόσμου των πρωταγωνιστών. Και το “δια ταύτα” για τον Μπρουκ, σύμφωνα με τους New York Times όταν παρουσιάσθηκε εκεί το έργο, ήταν να προσπαθούμε να αγκαλιάζουμε το νου των άλλων όσο διαφορετικός κι αν είναι από τον δικό μας: μπορεί το γεγονός ότι κάποιος βλέπει ως χρώμα μια γεύση να μην είναι τελικά και τόσο παράλογο, όταν γίνεται αφορμή μέσα από την γεύση αυτή να τον πλησιάσεις.
Στα αχαρτογράφητα νερά του εγκεφάλου μας, αλλά και της ουσιαστικής κοινωνικής συνύπαρξης, ο Μπρουκ έβλεπε βαθιές προοπτικές μέσα από το “διαφορετικό”, και αντί για στίγμα, διέκρινε σε αυτό μια υπεροχή και ένα άλμα επικοινωνίας. «Οι αφύσικοι άνθρωποι είναι “έξτρα φυσιολογικοί”», έλεγε ο ίδιος. Σε συνέντευξή του στο Βήμα για το θέατρο, είχε πει: «Η ζωή είναι μια μεγάλη λέξη και κανένας μέχρι στιγμής, ούτε καν οι μεγαλύτεροι από τους Έλληνες φιλοσόφους, δεν μπόρεσε να πει ακριβώς τι είναι ζωή, γιατί από τη στιγμή που θα το έκανε θα την είχε μικρύνει. Ήταν κάποτε ένας κενός χώρος, άχρονος και χωρίς όρια, που δεν ήταν νεκρός, ήταν μια Δυνατότητα. Κάτι σε αυτόν τον ατελείωτο χώρο ήταν έτοιμο και περίμενε, όπως το κοινό πριν από ένα θεατρικό έργο. Εκείνη την αρχική στιγμή ήλθε μια διαφορετική δόνηση η οποία έδωσε την ώθηση για να ξεκινήσει η δημιουργία των πάντων, και φυσικά του ανθρώπου. Τότε άρχισε να υπάρχει η ουσία του θεάτρου, δηλαδή η τραγωδία και η κωμωδία γύρω από την ανθρώπινη διαμάχη που υπάρχει κάθε στιγμή».
https://www.youtube.com/watch?v=JA9cuQagp78&t=322s
Για τον πόλεμο, που είναι και πάλι επίκαιρος, έλεγε ότι η ειρήνη είναι μια πολύ δύσκολη επιχείρηση επιβίωσης. Είχε πει συγκεκριμένα: «Είναι πολύ πιο εύκολο να κινητοποιήσεις τους ανθρώπους προς τον πόλεμο παρά προς την ειρήνη. Εδώ και χιλιάδες χρόνια τα νέα είναι ίδια, μόνο που τώρα νιώθεις πολύ χειρότερα γιατί υπάρχει η επικοινωνία με όλο τον κόσμο, και μπορείς να δεις το ίδιο πράγμα να επαναλαμβάνεται. Και πάντα η ίδια λανθασμένη πεποίθηση πως όταν κάτι χωρίζεται στα δύο, μπορείς να το ενώσεις πάλι. Δεν ισχύει αυτό. Δεν είναι διόλου βέβαιο ότι θα το ξαναενώσεις».