Ποιος εκτέλεσε τις τρεις αγωνίστριες του PKK στο Παρίσι
02/10/2019Σε μια εποχή που το επάγγελμα του δημοσιογράφου βάλλεται από κατηγορίες για το ποια είναι η σκοπιμότητα του ρόλου του στην κοινωνία, η ερευνητική δημοσιογραφία έρχεται να θέσει εκ νέου τις αξίες και τα ιδανικά που διέπουν την δημοσιογραφική δεοντολογία και να αναδείξει δημοσιογραφικές δουλειές-πρότυπα ανάγνωσης και μελέτης. Η Laure Marchand, μάχιμη Γαλλίδα δημοσιογράφος, μετά τη μελέτη της για το Αρμενικό Ζήτημα, μας παραδίδει ένα αξιέπαινο αποτέλεσμα της τριετούς έρευνάς της γύρω από τη δολοφονία των τριών αγωνιστριών του PKK στο Παρίσι τον Ιανουάριο του 2013.
Μια δολοφονία που συγκλόνισε την κουρδική κοινότητα, αλλά και την Ευρώπη, καθώς πραγματοποιήθηκε στο κέντρο μιας πόλης-σύμβολο στην ιστορία, την πολιτική και τον πολιτισμό, μια πόλη που ανέδειξε τη δημοκρατία και την ελευθερία ιδεών. Η Σακινέ Τζανσίζ (55 ετών), κορυφαία φυσιογνωμία του κουρδικού αντάρτικου και ιδρύτρια μαζί με τον Οτσαλάν του Κόμματος των Εργαζομένων Ανταρτών του Κουρδιστάν (PKK), η Φιντάν Ντογάν (29 ετών) και η Λεϊλά Σοϊλεμέζ (25 ετών) βρίσκονται δολοφονημένες σ’ ένα μικρό διαμέρισμα χωρίς να υπάρχουν ίχνη διάρρηξης. Άρα το πρόσωπο που τους αφαίρεσε τη ζωή ήταν κάποιο οικείο τους;
Η Marchand βρίσκεται στην Τουρκία όταν γίνεται η δολοφονία, ως ανταποκρίτρια της Le Figaro και του Le Nouveul Observateur. Συνειδητοποιεί ότι το γεγονός αποτελεί τορπίλη στις διαδικασίες ειρήνης Κούρδων-Τούρκων που πραγματοποιούνται εκείνη την περίοδο. Με την επιστροφή της στη Γαλλία αναλαμβάνει να φέρει στην επιφάνεια όλες τις διαστάσεις της εγκληματικής ενέργειας και να γνωστοποιήσει στο ευρύτερο κοινό άγνωστες πτυχές γύρω απ’ αυτήν.
Μέσα σε 13 κεφάλαια παρακολουθούμε την ερευνητική της πορεία, τη λεπτομερή σκιαγράφηση των δολοφονημένων προσωπικοτήτων, αλλά και την εστίασή της σ’ ένα πρόσωπο-κλειδί, τον Ομέρ Γκιουνέι. Είναι μια ιδιάζουσα προσωπικότητα και ο μόνος που θα παραπεμφθεί σε δίκη από τις γαλλικές αρχές. Ωστόσο, δεν θα παραδεχτεί καμία από τις κατηγορίες, ενώ τα στοιχεία θα δείχνουν το αντίθετο. Ένα μήνα πριν την εκδίκαση της υπόθεσης θα πεθάνει από καρκίνο και ο φάκελος θα κλείσει.
Σε όλο το εύρος του βιβλίου, ένα μεγάλο άρθρο, όπως το είχε χαρακτηρίσει η ίδια στην παρουσίασή του στην 15η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης, παρακολουθούμε την ιστορία του θύτη, η οποία συμβαδίζει με τις κινήσεις των μυστικών υπηρεσιών της Τουρκίας (ΜΙΤ) και τις πρώτες εκδηλώσεις του ερντογανικού αυταρχισμού, ο οποίος όπως φαίνεται δεν εμποδίζεται από σύνορα.
Ένα προφητικό θρίλερ
Ενώ η γαλλική κυβέρνηση διαβεβαίωσε ότι θα χυθεί άπλετο φως στην υπόθεση, παρατηρούμε ότι κυριάρχησε η σιωπή και η αποδοχή του γεγονότος, καθώς διακυβεύονταν οι διμερείς σχέσεις ανάμεσα σε Τουρκία και Γαλλία. Μην ξεχνάμε, όπως τονίζει η ίδια η Marchand, ότι η Ευρώπη βιώνει το φόβο της ισλαμικής τρομοκρατίας και η Τουρκία αποτελεί παράγοντα-κλειδί στο να βοηθήσει στην εξάρθρωσή της. Η παρούσα έρευνα, όμως, εκτός από την κωλυσιεργία των αρχών αναδεικνύει και χαρακτηριστικά άγνωστα στο ευρύ κοινό, όπως ο εθνικιστικός παράγοντας που ξεπερνά τα τουρκικά σύνορα και φωλιάζει στις ζωές Τούρκων που ζουν στην Ευρώπη.
Το βιβλίο χαρακτηρίστηκε από πολλούς Γάλλους κριτικούς ως θρίλερ, ωστόσο ήταν βαθιά προφητικό. Η Marchand αναφέρει ότι το διάστημα 2004-2014 η Τουρκία βίωσε μια δημοκρατική παρένθεση και ότι οι ξένοι ανταποκριτές δεν υπόκειντο σε πιέσεις. Ωστόσο, στα τέλη του 2013 παρατηρούμε την αλλαγή στάσης του Ερντογάν στο εσωτερικό της χώρας και ταυτόχρονα τη ρήξη των σχέσεων του με τον Γκιουλέν.
Από εκεί και πέρα αλλάζουν πολλά και ο αντίκτυπος είναι έντονος και στο εξωτερικό. Αυτό ήταν που σόκαρε και την ίδια τη δημοσιογράφο: ότι η εσωτερική βία και η φίμωση που βίωνε η Τουρκία μπόρεσαν και μεταφέρθηκαν χωρίς δυσκολία σε μια ευρωπαϊκή χώρα. Ταυτόχρονα, όμως, οφείλει να τονιστεί ότι η πράξη παραμένει ατιμώρητη ακόμη και σήμερα στη Γαλλία.
Η Laure Marchand έρχεται με το παρόν της έργο να προβληματίσει για τη σημασία ανθρώπων και χαρακτήρων ως ρόλων-πιόνια στο ευρύτερο πολιτικό σκηνικό που αφορά την Τουρκία, αλλά και την Ευρώπη. Τέλος, μπορεί να αποτελέσει πρότυπο για πολλούς συναδέλφους της για τη μεθοδολογία που χρησιμοποίησε, την βαθιά κατάρτιση, την αμεροληψία, την ανάλυση τεκμηρίων και την επαλήθευση της γνησιότητάς τους και πάνω απ’ όλα τον στόχο της που ήταν η ανάδειξη της αλήθειας. Άλλωστε, αυτός είναι ο κύριος ρόλος του δημοσιογράφου: να καθιστά τον πολίτη γνώστη της αλήθειας και να τον βοηθά να σκέφτεται κριτικά.
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Στερέωμα, σε μετάφραση του Μανώλη Πιμπλή.