Πως αναβιώνει η ξυλοναυπηγική τέχνη

Πως αναβιώνει η ξυλοναυπηγική τέχνη

Το υπουργείο Πολιτισμού ανακοίνωσε ότι δημιουργεί φορέα επαγγελματικής κατάρτισης και μαθητείας στην ξυλοναυπηγική τέχνη, με στόχο να διαφυλαχθεί αυτή η ξεχωριστή τέχνη των  παραδοσιακών σκαφών. Όπως δήλωσε η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη η διαφύλαξη της πολύτιμης τεχνογνωσίας της ξυλοναυπηγικής, εξαρτάται από την εκμάθησή της. Παρόμοιες σχολές λειτουργούν ήδη στην Τουρκία και στο Κατάρ, που ουσιαστικά δημιουργούν νέα γενιά καραβομαραγκών.

Οι σχετικές αποφάσεις ελήφθησαν κατά την διάρκεια τηλεδιάσκεψης που πραγματοποιήθηκε  υπό την υπουργό Πολιτισμού με τη συμμετοχή του προέδρου του Τμήματος Μαθηματικών του Πανεπιστημίου Αιγαίου, καθηγητή Ανδρέα Παπασαλούρο, τον μελετητή της Ιστορίας της Ξυλοναυπηγικής Δρ. Κώστα Δαμιανίδη, υπεύθυνο του Μουσείου Ναυπηγικών και Ναυτικών Τεχνών Αιγαίου, και την προϊσταμένη της Διεύθυνσης Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς Βίλλυ Φωτοπούλου.

«Στις περιοχές όπου συντηρούνται ακόμη παλιά καρνάγια, είναι δυνατή η δημιουργία θεματικών Πολιτιστικών Διαδρομών. Η διάσωση της ξυλοναυπηγικής τέχνης και παράδοσης και η αναγέννησή της μέσα σε ένα εκσυγχρονιστικό πλαίσιο είναι άμεσα συνυφασμένη με την πολιτιστική ταυτότητα ενός έθνους ναυτικού, όπως το ελληνικό. Για χιλιετίες τα ξύλινα σκαριά συνδέθηκαν με όλες τις μικρές και τις μεγάλες στιγμές ενός λαού θαλασσινού με μοναδική παράδοση στη ναυτοσύνη, στη ναυπηγική και τις ναυτικές τέχνες του Μουσείου Ναυπηγικών και Ναυτικών Τεχνών του Αιγαίου», είπε η υπουργός.

Όμως αυτή η υπό αφανισμό τέχνη απειλείται και από τις επιδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς επιδοτείται η καταστροφή σκαφών. Η καταστροφή προωθείται για να μειωθεί ο αριθμός των επαγγελματιών αλιέων και να γίνεται πιο λελογισμένη διαχείριση των αλιευτικών αποθεμάτων. Αυτό, όμως, είχε ως αποτέλεσμα την τελευταία 25ετία να χαθούν 11.000 σκάφη, πολλά από τα οποία (ίσως και η συντριπτική πλειοψηφία τους) ήταν παραδοσιακά.

Το υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού ενέταξε το 2013 την ξυλοναυπηγική στο Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς και προετοιμάζει την υποβολή φακέλου για την εγγραφή της Ξυλοναυπηγικής Τέχνης στους Διεθνείς Καταλόγους της Σύμβασης για τη Διαφύλαξη της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας.

Η σχολή Μαθητείας και Επαγγελματικής Κατάρτισης θα λειτουργεί με βάση το πλαίσιο που θεσπίστηκε πρόσφατα από το υπουργείο Παιδείας, στο πρότυπο της μεταλυκειακής εκπαίδευσης και σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Αιγαίου και, συγκεκριμένα, με τη Σχολή Θετικών Επιστημών, με έδρα τη Σάμο. Το Τμήμα Μαθηματικών, με επικεφαλής τον πρόεδρό του καθηγητή Ανδρέα Παπασαλούρο, που διδάσκει Νέες Τεχνολογίες στην Εκπαίδευση, αναλαμβάνει το σχεδιασμό, την επιστημονική επιμέλεια των εκπαιδευτικών εγχειριδίων, καθώς και την κατάρτιση του προγράμματος σπουδών.

Η προετοιμασία του ξύλου

Η παραδοσιακή κατασκευή σκαφών ξεκινά πολλά χρόνια προτού πιάσει το ξύλο στα χέρια του ο τεχνίτης, γιατί προϋποθέτει την δημιουργία του “σωστού ξύλου”. Οι υλοτόμοι ναυπηγικής ξυλείας γνωρίζουν τα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει η ξυλεία που προορίζεται για ναυπηγικές εργασίες. Κατά την κοπή των ξύλων πρέπει να εξασφαλιστούν τα κατάλληλα σχήματα που αντιστοιχούν σε συγκεκριμένα κατασκευαστικά στοιχεία του σκελετού ενός σκάφους. Επίσης, μεγάλη σημασία δίνεται στην περιεκτικότητα του ξύλου σε ρετσίνι, στην ομαλή διαμόρφωση των ινών του ξύλου και στη σωστή ξήρανσή του μετά την κοπή.

Τα κατάλληλα ξύλα εντοπίζονται στο δάσος πριν από την υλοτόμηση. Μάλιστα, παλιότερα γίνονται και μηχανικές παρεμβάσεις στα δέντρα, αναρτώντας βάρη και ασκώντας ελκτικές δυνάμεις με σχοινιά αρκετά χρόνια πριν από την κοπή τους, ώστε να αποκτήσουν τις απαραίτητες για τη ναυπηγική φυσικές καμπυλότητες. Γνωρίζουν ακόμη τις διαφορετικές ιδιότητες των ειδών ναυπηγικής ξυλείας (πεύκη, δρυς, κυπαρίσσι, φτελιά, μουριά, ευκάλυπτος, πουρνάρι), όπως ακόμη και τις διαφορές που χαρακτηρίζουν τα υβρίδια του ίδιου δέντρου (π.χ. τις διαφορές μεταξύ της τραχείας, της χαλέπιου και των άλλων υβριδίων της πεύκης).

Τα υλικά που χρησιμοποιούσαν ειδικά στη Λέσβο οι καραβομαραγκοί ήταν ξύλο από πεύκο και πιο σπάνια κυπαρίσσι. Η επιλογή του ξύλου που θα χρησιμοποιούσαν σε κάθε μέρος του σκαριού ήταν πολύ σημαντική, αφού ορισμένα μέρη του πλοίου βρέχονται συνεχώς με αποτέλεσμα να συστέλλεται το ξύλο και άλλα βρίσκονταν διαρκώς στον ήλιο και διαστέλλονταν. Τα καρφιά ήταν αρχικά σιδερένια χειροποίητα και στη συνέχεια βιομηχανικά ψευδαργυρωμένα. Για την καθέλκυση άλειφαν το κάτω μέρος του πλοίου με λίπος ανακατωμένο με οξύ (ή λεμόνι), για να υπερνικήσουν τις τριβές.

Εκτός από το ξύλο οι ναυπηγοί χρησιμοποιούν και επεξεργάζονται άλλα φυσικά υλικά, όπως μέταλλα (σίδηρο, χαλκό, γαλβανισμένο σίδηρο), παράγωγα φυτικών υλών (κατράμι, ρετσίνι, σχοινιά, κάνναβη, λινό πανί), ζωικές ύλες (ζωικό λίπος) και γαίες (μίνιο, χρωστικές γαίες). Τα σκάφη και οι τεχνικές που χρησιμοποιούν για την κατασκευή τους βρίσκονται σε άμεση συνάρτηση προς το περιβάλλον στο οποίο θα ταξιδεύουν. Τα σκάφη για τη θάλασσα έχουν μεγάλες διαφορές (τυπολογία, μορφή και κατασκευή) από τα σκάφη για τις λίμνες, τα ποτάμια ή τις λιμνοθάλασσες. Οι διαφορές αυτές προέρχονται σε μεγάλο βαθμό από τη γνώση των τοπικών συνθηκών (περιβάλλον, πρώτες ύλες, τοπικές διαφοροποιήσεις στη χρήση).

Οι ειδικοί

Η ναυπηγική είναι μια από τις πιο πολύπλοκες παραδοσιακές τέχνες, καθώς συνδέεται με ένα ευρύ πεδίο γνώσεων και τεχνικών. Οι τεχνικές και τα μυστικά της ξυλοναυπηγικής είναι τόσο εκτεταμένα, που παλιότερα στα ναυπηγεία υπήρχαν ειδικευμένοι τεχνίτες που αναλάμβαναν μόνο συγκεκριμένες εργασίες ή συγκεκριμένες φάσεις της κατασκευής. Ο σαλατζής γνώριζε καλά τον σχεδιασμό των ναυπηγικών γραμμών ενός σκάφους πάνω στο ξύλινο δάπεδο σχεδίασης, τη σάλα και ο πισκιτζής ησχολείτο αποκλειστικά με την κοπή και επεξεργασία των ξύλων, ενώ ο μπουργουντζής άνοιγε με τρυπάνια τις τρύπες για τις τζαβέτες (τους μεταλλικούς συνδέσμους) και τις καβίλιες (τους ξύλινους).

Ο καλαφάτης αναλάμβανε τη στεγάνωση της γάστρας και της κουβέρτας ενός σκάφους, ο αρμαδούρος κατασκεύαζε την εξάρτιση, ενώ ο ιστιοράφτης σχεδίαζε, έκοβε και έραβε τα πανιά. Υπήρχαν και άλλες ειδικότητες τεχνιτών, που συχνά δούλευαν υπό την καθοδήγηση του αρχιναυπηγού, του μάστορα του ναυπηγείου. Αυτός γνώριζε όλες τις επιμέρους εργασίες, επόπτευε τον συντονισμό τους και έδινε τις απαραίτητες εντολές και οδηγίες στους εξειδικευμένους τεχνίτες και τους μαθητευομένους.

Το καλαφάτισμα είναι η διεργασία με την οποία φράζονται οι αρμοί που σχηματίζονται μεταξύ των σανιδιών του “πετσώματος” (δηλαδή των πλάγιων ξύλων που καρφώνονται στο σκελετό του σκάφους και σχηματίζουν τα πλευρά), αλλά και της κουβέρτας (καταστρώματος). Με τη βοήθεια της “ματσόλας” (ξύλινης δικέφαλης σφύρας), μιας σειράς κοπιδιών, καθώς και των “καλαφατικών” (σιδερένιων σφηνών σε διάφορα μεγέθη), διευρύνονται εξωτερικά οι αρμοί, στη συνέχεια, φράζονται με κανάβι (κάνναβη) ή βαμβακερό στουπί και τέλος ακολουθεί η επάλειψη με πίσσα στα ύφαλα (την επιφάνεια που βρίσκεται κάτω από το νερό όταν πλέει το σκάφος), ή στόκο στα έξαλα (την επιφάνεια που βρίσκεται πάνω από το νερό όταν πλέει το σκάφος).

Κάποια πράγματα δεν άλλαξαν

Παρά την εξέλιξη της τεχνολογίας και τη δημιουργία καινούργιων μηχανημάτων, το καλαφάτισμα απαιτεί ακόμη τα ίδια εργαλεία και δρομολογείται με την ίδια διαδικασία, όσον αφορά στα ξύλινα σκάφη. Για τη βαφή (που αναλάμβαναν περιοδικά και ανειδίκευτοι τεχνίτες), οι καλαφάτες χρησιμοποιούν απλές μπογιές για τα έξαλα και “μοράβια” – ή κατράμι παλιότερα – για τα ύφαλα. Για τη συντήρηση καίνε το ξύλο ώστε να αφαιρεθεί το παλιό χρώμα και στη συνέχεια το βάφουν από την αρχή.

Η τεχνογνωσία της ξυλοναυπηγικής επηρεάζεται από τις τεχνικές εξελίξεις κάθε εποχής. Ακόμη και στη διάρκεια μίας γενιάς ναυπηγών η τεχνογνωσία μπορεί να μετεξελιχθεί ταχύτατα, επηρεασμένη από τις αλλαγές στα διαθέσιμα υλικά (εισαγωγή ξυλείας με άλλες ιδιότητες, νέα υλικά μεταλλικών συνδέσμων, νέα υλικά βαφής κ.ά.), από τον εκσυγχρονισμό των εργαλείων και του μηχανικού εξοπλισμού (ηλεκτρικά εργαλεία, ψηφιακή τεχνολογία), καθώς και από τις ευρύτερες αλλαγές στην κοινωνία (μετανάστευση, επαγγελματικός προσανατολισμός), την οικονομία (κόστος υλικών και παραγωγής, οικονομική κρίση) και, φυσικά, από τις νέες πηγές ενέργειας (πετρελαιοκίνηση, ηλεκτρισμός).

Οι ταρσανάδες απασχολούσαν πολύ προσωπικό μέχρι περίπου το 1950, αλλά η εισαγωγή νέων τεχνολογιών για τη μαζική κατασκευή σκαφών με μεταλλικό ή πλαστικό κύτος, αλλά και η μείωση του αλιευτικού στόλου, έφερε μεγάλη κρίση. Σήμερα υπάρχουν  πλέον ελάχιστα καρνάγια.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι